Η ειρήνη είναι υπέρτατο αγαθό για τους λαούς.

Η πολιτική φιλολογία επανέρχεται κάθε τόσο στη Συνθήκη της Λοζάνης, με αφορμή τα θερμά ή λιγότερο θερμά επεισόδια στον ανταγωνισμό του ελληνικού με τον τούρκικο καπιταλισμό.

Είναι βέβαιο ότι το τουρκικό κράτος κατά καιρούς έχει παραβιάσει πολλές φορές τη Συνθήκη. Είναι όμως μόνο η μία πλευρά που παραβιάζει τις διεθνείς συνθήκες;

Το άρθρο 13 της Συνθήκης της Λοζάνης αναφέρει επί λέξει: «Προς εξασφάλισιν της ειρήνης, η Ελληνική Κυβέρνησις υποχρεούται να τηρή εν ταις νήσοις Μυτιλήνη, Χίω, Σάμω και Ικαρία τα ακόλουθα μέτρα: Αι ειρημέναι νήσοι δεν θα χρησιμοποιηθώσιν εις εγκατάστασιν ναυτικής βάσεως ή εις ανέγερσιν οχυρωματικού τίνος έργου».

Επίσης η συνθήκη προβλέπει την αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης. Πολύ αυστηρότερη αποστρατιωκοποίηση προβλέπεται για τα Δωδεκάνησα, σύμφωνα με τη Συνθήκη των Παρισίων του 1947 με την οποία η Ιταλία υποχρεώθηκε να τα παραχωρήσει στην Ελλάδα (προσαρτήθηκαν το 1948). Σύμφωνα με το άρθρο 14 της Συνθήκης όλες οι Κυκλάδες «θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσι αποστρατιωτικοποιημέναι».

Η ελληνική πλευρά παραβιάζει, προφανώς, εδώ και χρόνια αυτά τα σκέλη των συνθηκών. Και χρησιμοποιεί μια σειρά επιχειρήματα συμμετρικά με αυτά που χρησιμοποιεί κατά καιρούς η Άγκυρα.

Ένα από τα «επιχειρήματα» είναι ότι η Συνθήκη της Λοζάνης αναφέρεται σε ναυτικές βάσεις και οχυρωματικά έργα, αλλά δεν αναφέρεται σε… αεροδρόμια. Εμείς προσθέτουμε: ούτε σε πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές αναφέρεται. Αλλά εφόσον απαγορεύεται το έλασσον (δηλ. ακόμη και οχυρωματικά έργα), προφανώς απαγορεύονται και τα αεροδρόμια και όποιος άλλος βαρύτερος εξοπλισμός προκύψει στο μέλλον.

Επίσης η Αθήνα επίσημα αμφισβητεί ότι ισχύει η υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης της Λήμνου και της Σαμοθράκης εξαιτίας του ότι η Συνθήκη του Μοντρέ (1936) αναίρεσε αυτό το σκέλος της συνθήκης της Λοζάνης. Ωστόσο η Λήμνος και η Σαμοθράκη δεν αναφέρονται στη Συνθήκη του Μοντρέ. Προεκτείνοντας το ελληνικό σκεπτικό μπορεί κανείς εύκολα να ισχυριστεί ότι δεν ισχύει ΚΑΝΕΝΑΣ όρος της Συνθήκης της Λοζάνης μετά το Μοντρέ.

Όσον αφορά τα Δωδεκάνησα η ελληνική πλευρά ισχυρίζεται ότι η αποστρατιωτικοποίησή τους αφορά μόνο τα συμβαλλόμενα μέρη, δηλ. την Ελλάδα, την Ιταλία, τις ΗΠΑ, τη Σοβιετική Ένωση (τότε) και άλλες χώρες που συνυπέγραψαν τη Συνθήκη του Παρισιού, αλλά όχι… τη γειτονική Τουρκία, επειδή δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος. Δηλαδή λέει ότι απέναντι στις ΗΠΑ, την Ιταλία και τη Ρωσία, τα Δωδεκάνησα πρέπει να είναι αποστρατιωτικοποιημένα, ώστε να αποτραπεί επίθεση από αυτά τα νησιά ενάντια στις… εν λόγω χώρες. Αλλά απέναντι στην Τουρκία, που δεν ήταν συμβαλλόμενο μέρος, μπορούν ανέτως να εξοπλίζονται!

Μάλιστα το χειρότερο είναι ότι, προκειμένου να βρει το δίκιο της η ελληνική πλευρά, δεν ανοίγει συζήτηση με την άλλη πλευρά, ούτε προστρέχει σε διεθνείς οργανισμούς δικαίου. Αντίθετα χρησιμοποιεί τον ισχυρότερο ιμπεριαλιστικό μηχανισμό του δυτικού κόσμου, το ΝΑΤΟ, το οποίο πράγματι πολλές φορές υποστηρίζει τις θέσεις της Αθήνας. Π.χ. στα τέλη της δεκαετίας του 1940, η ΕΣΣΔ είχε προβεί σε έντονες διαμαρτυρίες για τις επισκέψεις πολεμικών πλοίων του 6ου Στόλου των ΗΠΑ στα Δωδεκάνησα. Στις διαμαρτυρίες αυτές απάντησε ο Αμερικανός τότε υπουργός Εξωτερικών Μάρσαλ διαμηνύοντας (29/7/1948) ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να υποκύψει στις σοβιετικές πιέσεις και επισημαίνοντας ότι η Αθήνα «έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει στρατιωτικές εγκαταστάσεις για να υπερασπισθεί τα σύνορά της».

Επίσης στις 2/11/78, ο νομικός σύμβουλος του ΝΑΤΟ σημειώνει: «Η σωστή ερμηνεία είναι πως η Σύμβαση της Λοζάννης αντικαταστάθηκε από τη Σύμβαση του Μοντρέ και γι’ αυτό δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στη Λήμνο, όπου μπορεί να τα ασκεί όπως νομίζει καλύτερα».

Ένα πιο σύγχρονο παράδειγμα του διαγκωνισμού για τη διασφάλιση της νατοϊκής υποστήριξης είναι η πρόταση Καμένου για μια νέα μεγάλη νατοϊκή βάση στην Κάρπαθο. Μετά τις «απειθαρχίες» του Ερντογάν, οι δυτικοί χάνουν την εμπιστοσύνη τους στην αξιοπιστία της μεγάλης βάσης στο Ιντσιρλίκ, ενώ οι εναλλακτικές λύσεις αναζητούνται μεταξύ Κατάρ και… Ελλάδας. Και η γεωγραφική θέση της Καρπάθου (σε απόσταση βολής από τη Συρία και γενικότερα τα ασιατικά παράλια) μοιάζει να ταιριάζει «γάντι» σε αυτές τις προοπτικές.

Αυτό το γαϊτανάκι μεταξύ της Αθήνας και της Άγκυρας για το ποιος θα είναι «το καλύτερο παιδί» στο πλαίσιο της δυτικής ιμπεριαλιστικής συμμαχίας, του ΝΑΤΟ, συνεχίζεται συνεπώς εδώ και πολλά χρόνια με στόχο την αποκόμιση κερδών εκατέρωθεν. Και από κοντά πήγαν και οι εξοπλισμοί (παράγοντας διαρκώς Έλληνες και Τούρκους Τσοχατζόπουλους από τη μια πλευρά και περικοπές στο επίπεδο ζωής στους δύο λαούς από την άλλη).

Η πρόσφατη όξυνση στο Αιγαίο εντάσσεται σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο. Η τουρκική πλευρά δεσμεύει περιοχές του Αιγαίου για αεροναυτικές ασκήσεις (έχει δικαίωμα να το κάνει σε διεθνή ύδατα –το μόνο που μπορεί να της καταλογίζει η Αθήνα είναι ότι παραβιάζει τον ελληνικό εναέριο χώρο των 10 μιλίων, όριο όμως που δεν είναι αναγνωρισμένο από την Τουρκία η οποία δέχεται μόνον τα 6 μίλια). Η ελληνική πλευρά απάντησε σε αυτές τις ασκήσεις με τη μεγάλη διακλαδική άσκηση «Παρμενίων», στην οποία προβλεπόταν μεγάλης έκτασης απόβαση ελληνικών στρατευμάτων, οδηγώντας σε επικίνδυνη κλιμάκωση στο Αιγαίο.

Οι διεθνείς συμφωνίες έτσι κι αλλιώς εκφράζουν τους συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ των ιμπεριαλισμών της συγκεκριμένης εποχής –και συνήθως είναι άδικες. Γι’ αυτό πολύ σύντομα τα συμβαλλόμενα μέρη λένε ότι έχουν «αλλάξει οι συνθήκες». Στην περίπτωση της Συνθήκης της Λοζάνης αυτό το κάνει η Τουρκία (βλ. π.χ. δηλώσεις Ερντογάν), αλλά το κάνει και διαρκώς η ελληνική πλευρά (βλ. εξοπλισμός νησιών).

Οι εργαζόμενοι και τα άλλα φτωχά στρώματα στις δύο χώρες δεν έχουν κανένα συμφέρον να ακολουθούν τα αφεντικά τους (πολιτικά και οικονομικά) σε αυτές τις επικίνδυνες και φιλοπόλεμες περιπέτειες. Η Συρία είναι δίπλα μας και είναι σε όλους ορατό το τι σημαίνει πόλεμος για τη μεγάλη μάζα του πληθυσμού. Ειδικά οι Έλληνες και οι Ελληνίδες δεν έχουν κανένα λόγο να ακολουθούν και τις υπόλοιπες εξορμήσεις που κάνει στην περιοχή η ελληνική άρχουσα τάξη σε συνεργασία με τον ιμπεριαλισμό και τις πιο αντιδραστικές δυνάμεις στην Ανατ. Μεσόγειο: το σιωνιστικό κράτος του Ισραήλ (που παρεμπιπτόντως παραβιάζει κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και εκατοντάδες αποφάσεις του ΟΗΕ), και το αιμοσταγές καθεστώς του δικτάτορα Σίσι (που δολοφονεί και φυλακίζει χιλιάδες πολιτικούς του αντιπάλους, μεταξύ τους φυσικά και τους αριστερούς).

Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές (11/10) διεξάγονταν στο Κάιρο η 4η Σύνοδος Κορυφής των τριών ηγετών Ελλάδας-Αιγύπτου-Κύπρου, όπου ο Τσίπρας θα είχε και πάλι νέους εναγκαλισμούς με τον δικτάτορα.

Η συνεργασία έχει κυρίως να κάνει με τη μοιρασιά των ΑΟΖ μετά την ανακάλυψη ιδιαίτερα του νέου αιγυπτιακού κοιτάσματος φυσικού αερίου, Zohr, στη Μεσόγειο, κοντά στις ΑΟΖ που έχουν ανακηρύξει οι τρεις χώρες, καθώς και του κοιτάσματος Αφροδίτη της Κύπρου. Πρόκειται για μια μοιρασιά που αποκλείει την Τουρκία (και άλλες χώρες) και που βάζει σε νέους επιπλέον κινδύνους τον ελληνικό λαό, που, όπως και πολλοί άλλοι λαοί, δεν θα δουν στην τσέπη τους κανένα όφελος από πιθανή εξόρυξη υδρογονανθράκων.

Κάθε υπόκλιση σε αυτή την επιθετική πολιτική στο όνομα του «εθνικού συμφέροντος» και του «ρεαλισμού» έρχεται σε αντιπαράθεση με τα συμφέροντα της μεγάλης πλειονότητας του πληθυσμού και ανοίγει διάπλατα την πόρτα σε πολεμικές περιπέτειες. Όπως και στο εσωτερικό μέτωπο η Αριστερά οφείλει να διαχωρίσει σαφώς τη θέση της από την επικίνδυνη και επιθετική εξωτερική πολιτική τόσο των παλαιομνημονιακών όσο και των νεομνημονιακών δυνάμεων.

Δημοσιεύτηκε στην "Εργατική Αριστερά" φύλλο 369 (12/10).

Ετικέτες