Μια αναγκαία απάντηση στους νεοφιλελεύθερους και συστημικούς δημοσιολόγους και «ανήσυχους».
Πέντε χρόνια από το κίνημα των Αγανακτισμένων (Indignados) στις πλατείες σχεδόν όλης της Ευρώπης, προσωπικά και το γράφω με κάθε ειλικρίνεια, δυσκολεύομαι ακόμη να γράψω ή να αποτιμήσω πλήρως και με ευκρίνεια εκείνες τις μεγάλες νύκτες και τα μικρά ξημερώματα.
Δεν δυσκολεύομαι όμως καθόλου να διαπιστώσω ότι πέντε χρόνια μετά, επιχειρείται (διαρκώς και ξανά και πάλι...) με αφορμή και την αντικυβερνητική όσο και νεοφιλελεύθερη κινητοποίηση με σύνθημα ''Παραιτηθείτε'', μια πλαστογράφηση της ιστορίας και εκείνων των ημερών, με μπόλικες δόσεις ειρωνείας και βωμολοχιών ακόμη και από δήθεν καθωσπρέπει πρόσωπα, με την εκτόξευση κάμποσης λάσπης και συκοφαντιών για το τότε και το σήμερα των Αγανακτισμένων. Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε αυτές τις επιθέσεις, καταρχάς θέτοντας τις βασικές - υποτίθεται - «διαπιστώσεις» της άλλης πλευράς, στην κρησάρα.
Τι μας λένε, λοιπόν, όσοι κρίνουν σήμερα τους Αγανακτισμένους και τις πλατείες του 2011;
1. Ότι στις πλατείες και πιο συγκεκριμένα στην Πάνω Πλατεία με τις μούντζες, τις σημαίες και τα ξυρισμένα κεφάλια γιγαντώθηκε η Χρυσή Αυγή...
Ψέμα τεράστιων διαστάσεων, που δείχνει και την εσκεμμένη άγνοια των δημοσιολόγων της κακιάς ώρας για τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας κάθε ναζιστικής συμμορίας με στρατιωτικού τύπου δομή και ιεραρχία. Η Χρυσή Αυγή δεν εμφανίστηκε ποτέ στο Σύνταγμα (τουλάχιστον από την πλευρά των διαδηλωτών και θα εξηγήσω αμέσως μετά τι εννοώ) γιατί πολύ απλά δεν πήρε ποτέ τέτοια εντολή από τον φυρερίσκο, Νίκο Μιχαλολιάκο – και δεν θα μπορούσε και να πάρει τέτοια εντολή, μπροστά σε μια τέτοια κινητοποίηση. Αντίθετα, με σειρά ανακοινώσεων της, που ακόμη βρίσκονται στα σάητ του ναζιστικού υπόκοσμου, έβριζε με χυδαίους χαρακτηρισμούς τους «βολεμένους και βολεψάκηδες», τα «κομματόσκυλα» και τους «πουλημένους και προδότες συνδικαλιστές και αριστερούς», οι οποίοι «αγανάκτησαν μπροστά στα προνόμια που χάνουν». Μάλιστα, η Χρυσή Αυγή έφθανε στο σημείο να ζητά την απαγόρευση των συγκεντρώσεων, κάτι που την έφερνε διόλου τυχαία στο ίδιο μήκος κύματος με πλειάδα νεοφιλελεύθερων πολιτικών – ας μην αναφέρουμε ονόματα – που απαιτούσαν με ζέση το ίδιο, για να μην πλήττεται ο τουρισμός και η εικόνα του ιστορικού κέντρου της Αθήνας.
Είναι, όμως αλήθεια ότι και ελληνικές σημαίες, και μούντζες, και ξυρισμένα κεφάλια υπήρξαν. Τι πρέσβευαν αυτοί; Τι εκπροσωπούσαν στον ενεστώτα τότε χρόνο τον Μάη και τον Ιούνη του 2011; Καταρχάς διάφορες ομάδες, περιθωριακές, του φάσματος της Δεξιάς, δορυφορικές αρκετές προς το ΛΑΟΣ, όπως τουλάχιστον τα ψηφοδέλτια του Γ. Καρατζαφέρη έδειξαν στις καταστροφικές για το κόμμα του εκλογές του 2012. Επίσης, σχεδόν το σύνολο της «ΔΑΠ-ΔΑΠ, πρωτοπορίας», καθώς η ΝΔ θεώρησε, μετά τις πρώτες μέρες σχετικής αμηχανίας, ότι μπορούσε να ποδηγετήσει την Πάνω Πλατεία, καθιστώντας την πολιορκητικό κριό της ενάντια στην κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου – εξού και πολλά συνθήματα έμοιαζαν απολύτως βγαλμένα από τα φοιτητικά τραπεζάκια της γαλάζιας γενιάς (σε αυτό το σκέλος, θα επανέλθω παρακάτω).
Αν κάποιοι συνεχίζουν να ψάχνουν τη... γέννηση της Χρυσής Αυγής στις πλατείες, ας την αναζητήσουν στην πλευρά της κρατικής και παρακρατικής βίας και καταστολής, στις αστυνομικές δυνάμεις των ΜΑΤ και στους ΔΕΛΤΑδες, που έδρασαν με τρόπο δολοφονικό ειδικά το φρικαλέο χημικό διήμερο στις 28 και 29 Ιουνίου, τις ώρες των μαζικών απεργιών και διαδηλώσεων, τις ώρες της ψήφισης του τότε Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Ας αναζητήσουν τους μπάτσους που κλώτσαγαν εικοσάχρονα κορίτσια και έδερναν με κλομπ και ασπίδες, αδιακρίτως και συνεχώς, νέους και γέρους. Ας αναζητήσουν τους μηχανοκίνητους της ΔΕΛΤΑ που εποχούμενοι αναποδογύριζαν διαδηλωτές, μέσα σε άγρια χαρά, σπάζοντας τους, χέρια και πόδια ή ανοίγοντας τους τα κεφάλια. Ας αναζητήσουν εκείνους που προκάλεσαν μόνιμες αναπηρίες και τραύματα τότε και αργότερα σε δημοσιογράφους και φωτορεπόρτερ πχ τον Μανώλη Κυπραίο ή τον Μάριο Λώλο. Ας αναζητήσουν τις Ένορκες Διοικητικές Εξετάσεις, που δήθεν διατάσσονταν και ουδέποτε έβρισκαν ενόχους και ουδέποτε απένειμαν ποινές. Ας αναζητήσουν τέλος τα αποτελέσματα των εκλογών στα ειδικά εκλογικά τμήματα των Αμπελοκήπων και της Καισαριανής, ήδη τον Μάη του 2012, εκεί που ψήφιζαν τα ΜΑΤ και η Γενική Αστυνομική Διεύθυνσης Αθηνών, για να διαπιστώσουν πώς η Χρυσή Αυγή έφθανε να αποσπά ακόμη και το 50% των ψήφων...
2. Ότι οι Αγανακτισμένοι επένδυσαν στον αντικοινοβουλευτισμό και τη βία, παραχαράσσοντας και την ιστορία με το ανιστόρητο, Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία, η χούντα δεν τελείωσε το '73...
Ας φρεσκάρουμε τη μνήμη όσων τα λένε σήμερα αυτά. Εν αρχή, και ειδικά το πρώτο διάστημα μέχρι την ψήφιση του Μεσοπρόθεσμου και κυρίως έως τον ανασχηματισμό που υποχρεώθηκε εκών – άκων να κάνει ο Γιώργος Παπανδρέου, προκειμένου να ενισχύσει ιδιαιτέρως τον Ευάγγελο Βενιζέλο, αναβαθμίζοντας τον σε υπερυπουργό Οικονομικών, με τους Αγανακτισμένους και την πολιτική και κοινωνική πίεση που αυτοί ασκούσαν στο προσκήνιο, πολλοί παράγοντες του δημόσιου βίου προσπάθησαν και να καπηλευτούν και να μανιπουλάρουν όχι απλά τις συγκεντρώσεις αλλά τα πολιτικά αποτελέσματα που μπορούσαν να δώσουν – και, όχι, όπως η μετέπειτα ψευδολογία θέλει αυτοί δεν ανήκαν στην Αριστερά.
Ο ίδιος ο Βενιζέλος ζητούσε σε τακτά διαστήματα να αναδείξει η πλατεία εκπροσώπους για να συνομιλήσουν μαζί του, δήθεν καλόπιστα, ο Σαμαράς κατέθετε την πρώτη, χρονικά, πρόταση για συνταγματική αναθεώρηση, δήθεν απαντώντας στις αγωνίες των Αγανακτισμένων, ζητώντας και αυτός να ανοίξει ευρύς, κοινωνικός διάλογος (μάλλον με τους ΔΑΠίτες στην Πάνω Πλατεία...), στελέχη του ΠΑΣΟΚ που ανήκαν στο ευαγγελοβενιζελικό στρατόπεδο έβγαιναν σε τηλεπαράθυρα, δηλώνοντας το χρήσιμο και το θεμιτό τέτοιων κινητοποιήσεων ώστε να αφουγκραστεί η κυβέρνηση τη λαϊκή οργή, αρθρογράφοι συστημικών ΜΜΕ, που σήμερα γράφουν σεντόνια... αγανάκτησης κατά των Αγανακτισμένων, τότε προσπαθούσαν να αρθρώσουν λόγο συντονισμένο με τις πλατείες και άλλα τέτοια ωραία και απίστευτα, έως, ξαναγράφω, την ώρα του ανασχηματισμού και ενώ είχε προηγηθεί εκείνο το φοβερό παρασκήνιο με την πρωτοφανή, τηλεφωνική σχεδόν παραίτηση του Παπανδρέου στον Σαμαρά, με αντάλλαγμα τη συγκυβέρνηση των δύο κομμάτων. Όπως αντιλαμβάνεστε, πολλοί εξ αυτών σήμερα πρωτοστατούν, περισσότερο ή λιγότερο ενεργά, στην κινητοποίηση των ''Παραιτηθείτε'', ακολουθώντας πιστά την κληρονομιά της Πάνω Πλατείας – ακόμη και στη σχετικά γοργό φυλλορρόημα, την ελάχιστα κεκαλυμμένη ιδιωτεία και το στίγμα της (αντι)πολιτικής «εξουσίας για την εξουσία».
Τα έχουν, προφανώς, ξεχάσει αυτά εκείνοι που σήμερα πλαστογραφούν αντικοινοβουλευτισμούς, βία και αντιδημοκρατικό μένος, έχουν ξεχάσει τις μεθοδεύσεις, παρασκηνιακές και βρώμικες, προκειμένου να παρακαμφθεί το λαϊκό ξέσπασμα και να συνεχίσουν τις μνημονιακές business as usual, απλώς ανακατανέμοντας ρόλους στον γαλαζοπράσινο, τότε ακόμη κραταιό, δικομματισμό – αυτό που ουσιαστικά επιδιώκουν και σήμερα, με την απαίτηση για παραίτηση της συγκυβέρνησης του άλλου μνημονιακού δίπολου των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Ως προς τη βία, οι παρακρατικές και παρασιτικές ομάδες που λειτούργησαν μεμονωμένα και εντελώς έξω από τις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις, ουσιαστικά προετοιμάζοντας το έδαφος για τις επιθέσεις των αστυνομικών, δεν ανήκαν σε κανένα «σώμα» Αγανακτισμένων και η δράση τους είχε καταγγελθεί τότε ανοικτά ως προβοκατόρικη.
Ως προς το σύνθημα είναι αληθές ότι ακούστηκε και μάλιστα βροντερά, έχει σημασία όμως το πότε – έπειτα από τις διαδοχικές, δολοφονικές, απρόκλητες επιθέσεις της αστυνομίας πάνω στο γιγαντιαίο πλήθος και τον χημικό πόλεμο που είχαν εξαπολύσει τα ΜΑΤ, ακόμη και μέσα στο γεμάτο κόσμο σταθμό του μετρό. Το πλήθος παρομοίασε αυτή την κατάσταση, με τη χούντα, σβήνοντας άγαρμπα, μονοκοντυλιά και ίσως και κάπως άδικα και τα προηγούμενα χρόνια, ο Βαγγέλης Βενιζέλος πιο εκλεπτυσμένος θα βάφτιζε ενδεχομένως την κατάσταση, μεταδημοκρατική μετάβαση διά της αστυνομικής ράβδου...
3. Ότι οι Αγανακτισμένοι ήταν ένα απολιτικό πυροτέχνημα το οποίο χάθηκε και δεν πρόκειται να επανεμφανιστεί...
Ίσως το μεγαλύτερο ψέμα από όλα, από τη στιγμή που και στην πραγματικότητα στο στόχαστρο όσων διακινούν αυτές τις συκοφαντίες, είναι όχι η Πάνω, αλλά η Κάτω Πλατεία, με τις συνελεύσεις, την οργάνωση, τις συζητήσεις, τις αγωνίες της, τα σπασμωδικά βήματα της, τα σήματα που εξέπεμψε. Από εκεί λοιπόν έχουν προκύψει πολύ ενδιαφέροντα εγχειρήματα, γνήσιες συλλογικές προσπάθειες αλληλεγγύης και αγώνα «από τα κάτω», στήριξης και αλληλοβοήθειας.
Μια απλή σύγκριση αρκεί σε πανελλαδική κλίμακα: Πόσα κοινωνικά φαρμακεία και ιατρεία, πόσα κοινωνικά φροντιστήρια και παντοπωλεία, πόσες συνελεύσεις γειτονιάς υπήρχαν πριν και πόσες μετά από τις πλατείες; Και πόσα επιβιώνουν και δραστηριοποιούνται ακόμη και σήμερα, δίνοντας ελάχιστο δίχτυ κοινωνικής ασφαλείας σε άνεργους και φτωχούς; Πόσες τράπεζες χρόνου ή συνεταιριστικές ομάδες ανέργων και ανεξάρτητων παραγωγών στην πόλη και την ύπαιθρο; Ακόμη και το συντριπτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το ταξικό και λαϊκό ΟΧΙ έχει τις ρίζες του στο 2011 και στις πολλές, διαδοχικές, μεγάλες και μικρές, μάχες που δόθηκαν ενάντια στην νεοφιλελεύθερη προέλαση και την ΤΙΝΑ, πριν αλλά και μετά την επιβολή των μνημονίων. Ακόμη και το τεράστιο και αυθόρμητο κύμα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες, οι καταλήψεις στέγασης και διατροφής, οι απλές χειρονομίες συμπαράστασης, έχουν τις ρίζες τους στην ανοικτή ακόμη ως προς την έκβαση ταξική αναμέτρηση και τις διαδοχικές στάσεις της κινηματικής πλημμυρίδας, πριν αλλά κυρίως μετά τον Μάη και τον Ιούνη του 2011.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν πολιτική και μάλιστα πολιτική στα καλύτερα της. Δεν συνιστούν μικροπολιτική κλειστών κυκλωμάτων εξουσίας, κλειστών κλαμπ και ελίτ, κομμάτων και αρχηγίσκων αφιονισμένων για την καρέκλα της εξουσίας και εθισμένων στις αδιάκοπες, κοινωνικές και οικονομικές θυσίες του λαού και των υποτελών τάξεων. Ίσως είναι αυτό ακριβώς που δυσκολεύονται να καταλάβουν οι δημοσιολόγοι και οι «ανήσυχοι» που έχουν μάθει να «κάνουν πολιτική» μέσα στο καταστροφικό για την κοινωνία τρίγωνο των ΜΜΕ, των τραπεζών και των κομμάτων εξουσίας του παλιού και του νέου, μνημονιακού μπλοκ.
Αναμφίβολα, ένα μεγάλο ποσοστό της μετέπειτα εκλογικής και κατόπιν κυβερνητικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ, οφείλεται και στη στάση μελών, στελεχών και οπαδών του κόμματος στη διάρκεια του διμήνου των πλατειών, στο γεγονός ότι «κολύμπησαν σαν ψάρια μέσα στο νερό» – μια τέτοια, όμως, ανάγνωση, στενή ως προς τα πραγματικά και μακροπρόθεσμα αποτελέσματα των πλατειών, ουσιαστικά φανερώνει και το πολιτικό φορτίο, που κανένα κόμμα δεν μπορεί πια να σηκώσει όταν μάλιστα έχει κάνει και την επιλογή συμπόρευσης με το ντόπιο και ξένο νεοφιλελεύθερο κατεστημένο. Οι πλατείες, επομένως δεν ανήκουν στο παρελθόν και σίγουρα δεν ανήκουν στους πλαστογράφους και τους επικριτές τους – ανήκουν στις αναμετρήσεις που έρχονται και στις κινηματικές συλλογικότητες που υπάρχουν και αναζωπυρώνονται.