Στην σημερινή περίοδο που διανύουμε καταγράφεται το τελευταίο κύμα ιδιωτικοποίησης δημόσιων επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, πράγμα που άλλωστε έχει συμπεριληφθεί στους άμεσους στόχους της κυβερνητικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Στο βαθμό που και αυτή η φάση των αποκρατικοποιήσεων του νεοφιλελευθερισμού υλοποιηθεί, ουσιαστικά δεν θα έχει απομείνει δημόσιος τομέας επιχειρήσεων, και έτσι το σύνολο της παραγωγικής δραστηριότητας θα αναπτύσσεται σε ένα ενιαίο πλαίσιο κυριαρχίας των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Αυτό ακριβώς το γεγονός είναι που οδηγεί σε έναν αναγκαίο και ζωτικής σημασίας επαναπροσδιορισμό της αριστερής πολιτικής, από το πεδίο της υπεράσπισης των «δημόσιων αγαθών» (ύδρευσης, ενέργειας, μεταφορών κλπ.), σ’ εκείνο της ανάδειξης της στρατηγικής επιδίωξης κοινωνικοποίησης πλέον των διαφόρων τομέων της καπιταλιστικής παραγωγής στο σύνολό τους.

«Δη­μό­σια αγαθά» : Κα­θε­στώς εξαί­ρε­σης ή κα­θο­λι­κό­τη­τας ;

          Σε όλες τις κοι­νω­νι­κές αντι­πα­ρα­θέ­σεις που ανα­πτύ­χθη­καν την προη­γού­με­νη πε­ρί­ο­δο, αλλά και στην ση­με­ρι­νή συ­γκυ­ρία, πα­ρό­λο που ανέ­δει­ξαν μια ορι­σμέ­νη αντι­πα­λό­τη­τα των ερ­γα­ζο­μέ­νων σ’ αυτές τις απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις, η κα­τά­λη­ξη ήταν η επι­βο­λή τε­λι­κά του ιδιω­τι­κο­ποι­η­μέ­νου κα­θε­στώ­τος, είτε επρό­κει­το για τις τη­λε­πι­κοι­νω­νί­ες, είτε για την αγρο­τι­κή τρα­πε­ζι­κή πίστη, είτε για το τα­χυ­δρο­μι­κό τα­μιευ­τή­ριο κλπ. Αυτό συ­νέ­βη γιατί ο πραγ­μα­τι­κά επί­μο­νος σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις συν­δι­κα­λι­στι­κός αγώ­νας των αντί­στοι­χων ερ­γα­ζο­μέ­νων και σω­μα­τεί­ων, όπως στον ΟΛΠ και στον ΟΛΘ, στους σι­δη­ρο­δρό­μους, στις αστι­κές με­τα­φο­ρές, προ­κει­μέ­νου να κρα­τη­θούν αυτές οι κοι­νω­φε­λείς επι­χει­ρή­σεις σε δη­μό­σια ιδιο­κτη­σία, έλεγ­χο και λει­τουρ­γία, δεν είχε καμία ευ­ρύ­τε­ρη αγω­νι­στι­κή ερ­γα­τι­κή στή­ρι­ξη, και έτσι έμει­νε χωρίς απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τα.

          Οι αι­τί­ες αυτής της έλ­λει­ψης ενερ­γού λαϊ­κής συ­μπα­ρά­στα­σης, ανά­γο­νται στο γε­γο­νός ότι οι ερ­γα­ζό­με­νοι στον ιδιω­τι­κό τομέα της οι­κο­νο­μί­ας, οι μι­σθω­τοί που απα­σχο­λού­νται σε κα­θε­στώς  «αδή­λω­της» ερ­γα­σί­ας, καθώς και ο με­γά­λος όγκος των ανέρ­γων, βιώ­νουν στις ση­με­ρι­νές μνη­μο­νια­κές συν­θή­κες κοι­νω­νι­κές κα­τα­στά­σεις πολ­λα­πλά­σια δυ­σμε­νέ­στε­ρες από αυτές των ερ­γα­ζο­μέ­νων στις δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις (κα­τώ­τε­ροι μι­σθοί, απου­σία ασφα­λι­στι­κής κά­λυ­ψης, ερ­γο­δο­τι­κός δε­σπο­τι­σμός, έλ­λει­ψη απα­σχό­λη­σης, δυ­να­τό­τη­τα απο­λύ­σε­ων κ.ά.). Έτσι η ιδιω­τι­κο­ποί­η­ση των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων, με το ασφα­λές και προ­στα­τευ­μέ­νο ερ­γα­σια­κό κα­θε­στώς που διέ­θε­ταν, θε­ω­ρούν ότι δεν τους αφο­ρούν, δεν τους αγ­γί­ζουν. Άλ­λω­στε γιατί να συ­μπα­ρα­τα­χθούν ενερ­γά σ’ αυτές τις επι­μέ­ρους κι­νη­το­ποι­ή­σεις, όταν οι ίδιοι ερ­γά­ζο­νται σε ιδιω­τι­κές κα­πι­τα­λι­στι­κές επι­χει­ρή­σεις, όπου η εκ­με­τάλ­λευ­ση, η ανα­σφά­λεια, η κα­τα­στο­λή είναι εμ­φα­νέ­στα­τα χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ;

          Από την άλλη πλευ­ρά κατά πόσον είναι θε­με­λιω­μέ­νος πα­ρα­γω­γι­κά και κοι­νω­νι­κά ο χα­ρα­κτη­ρι­σμός ορι­σμέ­νων υπη­ρε­σιών ως «δη­μό­σια αγαθά»; Είναι «δη­μό­σιο αγαθό» οι με­τα­φο­ρές, ενώ οι υπε­ρα­στι­κές συ­γκοι­νω­νί­ες και οι αε­ρο­πο­ρι­κές με­τα­φο­ρές είναι «υπο­δε­έ­στε­ρες» και γι’ αυτό δι­καί­ως ανή­κουν στον ιδιω­τι­κό τομέα της οι­κο­νο­μί­ας ; Γιατί είναι «δη­μό­σιο αγαθό» η πα­ρα­γω­γή ηλε­κτρι­κής ενέρ­γειας και δεν είναι η πα­ρα­γω­γή προ­ϊ­ό­ντων δια­τρο­φής και κλω­στο­ϋ­φα­ντουρ­γι­κών προ­ϊ­ό­ντων έν­δυ­σης ; Γιατί είναι «δη­μό­σιο αγαθό» η δη­μό­σια αγρο­τι­κή τρα­πε­ζι­κή πίστη και δεν είναι η πα­ρα­γω­γή προ­ϊ­ό­ντων ανα­γκαί­ων για την αγρο­τι­κή πα­ρα­γω­γή (γε­ωρ­γι­κών ελ­κυ­στή­ρων, λι­πα­σμά­των και φυ­το­φαρ­μά­κων ; Η διά­κρι­ση με­τα­ξύ «δη­μό­σιων αγα­θών» και «κα­τώ­τε­ρων» πα­ρα­γω­γι­κών δρα­στη­ριο­τή­των της κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας (που κα­λύ­πτει άλ­λω­στε το 95% της συ­νο­λι­κής οι­κο­νο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας της χώρας), δεν έχει καμία ου­σια­στι­κή βάση : Όλες οι πα­ρα­γω­γι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες, κρα­τι­κής ή ιδιω­τι­κής ιδιο­κτη­σί­ας, λει­τουρ­γί­ας και δια­χεί­ρι­σης, απο­τε­λούν κοι­νω­νι­κά ανα­γκαί­ες πα­ρα­γω­γι­κές λει­τουρ­γί­ες, χωρίς καμία διά­κρι­ση, με ισο­δύ­να­μη με­τα­ξύ τους ση­μα­σία.

          Και γιατί άλ­λω­στε από την άλλη πλευ­ρά έχει μέ­γι­στη ση­μα­σία μόνον η απο­τρο­πή της απο­κρα­τι­κο­ποί­η­σης της  ΤΡΑΙ­ΝΟ­ΣΕ ή του ΟΛΘ και δεν έχει καμιά ση­μα­σία και ούτε καν γί­νε­ται οποια­δή­πο­τε ανα­φο­ρά στην δη­μό­σια απο­κα­τά­στα­ση της λει­τουρ­γί­ας με­γά­λων επι­χει­ρή­σε­ων που έχουν κλεί­σει (π.χ. Χα­λυ­βουρ­γεία, Αλ­λα­τί­νη κλπ.) με κοι­νω­νι­κο­ποι­η­μέ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά ; Μήπως έχουν μι­κρό­τε­ρη ση­μα­σία από την άποψη της πα­ρα­γω­γής κοι­νω­φε­λών προ­ϊ­ό­ντων και από την άποψη της απα­σχό­λη­σης των ερ­γα­ζο­μέ­νων ; Κατά συ­νέ­πεια, στις ση­με­ρι­νές συν­θή­κες, αν τί­θε­ται ένα ζή­τη­μα μεί­ζο­νος ση­μα­σί­ας για την αρι­στε­ρή ρι­ζο­σπα­στι­κή πο­λι­τι­κή, που μπο­ρεί δυ­νη­τι­κά να αγκα­λιά­σει το σύ­νο­λο του ερ­γα­ζό­με­νου κό­σμου (στο δη­μό­σιο τομέα, στην κα­πι­τα­λι­στι­κή πα­ρα­γω­γή και στους ανέρ­γους), δεν είναι άλλο από τον προσ­διο­ρι­σμό μιας στρα­τη­γι­κής κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης για το σύ­νο­λο των πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων, ιδιω­τι­κο­ποιού­με­νων  δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων, ιδιω­τι­κών εται­ριών, ερ­γο­στα­σί­ων που έχει εκ­κα­θα­ρί­σει η κα­πι­τα­λι­στι­κή κρίση. Μια τέ­τοια οπτι­κή απαι­τεί προ­φα­νώς μια ενιαία στάση όλων των με­ρί­δων της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας απέ­να­ντι στην συ­νο­λι­κή κοι­νω­νι­κή πα­ρα­γω­γή.

          Ιστο­ρι­κά οι δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις δη­μιουρ­γή­θη­καν από το αστι­κό κρά­τος προ­κει­μέ­νου να δια­σφα­λί­ζουν ορι­σμέ­νους κοι­νω­νι­κούς όρους που αφο­ρού­σαν το σύ­νο­λο του πλη­θυ­σμού, με την μορφή κρα­τι­κών μο­νο­πω­λί­ων, και επει­δή απαι­τού­σαν τε­ρά­στιες επεν­δύ­σεις κε­φα­λαί­ου που οι ιδιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις αδυ­να­τού­σαν να αντα­πο­κρι­θούν. Επρό­κει­το για την δια­σφά­λι­ση ορι­σμέ­νων ανα­γκών για την ανα­πα­ρα­γω­γή της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας και δεν είχαν καμία σχέση με μια λαϊκή πο­λι­τι­κή του αστι­κού κρά­τους προς όφε­λος των ερ­γα­ζο­μέ­νων στρω­μά­των. Η δια­σφά­λι­ση άλ­λω­στε χα­μη­λών τι­μο­λο­γί­ων αυτών των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών απο­σκο­πού­σε στη συ­γκρά­τη­ση του μι­σθο­λο­γι­κού κό­στους των επι­χει­ρή­σε­ων, και την επι­βά­ρυν­ση του κρα­τι­κού προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού για την ικα­νο­ποί­η­ση αυτού του σκο­πού. Αν οι μι­σθω­τοί ερ­γα­ζό­με­νοι ήταν ανα­γκα­σμέ­νοι να πλη­ρώ­νουν πολύ με­γα­λύ­τε­ρα τι­μο­λό­για γι’ αυτά τα «δη­μό­σια αγαθά», εκ των πραγ­μά­των θα τα διεκ­δι­κού­σαν από την επι­χει­ρη­μα­τι­κή ερ­γο­δο­σία για την οποία ερ­γά­ζο­νταν. Αν τώρα από την άλλη πλευ­ρά τα χα­μη­λά τι­μο­λό­για των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών δη­μιουρ­γού­σαν ελ­λείμ­μα­τα, τότε αυτά θα έπρε­πε να κα­λυ­φθούν από πό­ρους προ­ερ­χό­με­νους από την φο­ρο­λο­γι­κή επι­βά­ρυν­ση των επι­χει­ρή­σε­ων.

Οι υλι­κοί βη­μα­τι­σμοί προς την πα­ρα­γω­γι­κή κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση

          Στις ση­με­ρι­νές συν­θή­κες όπου η με­γά­λη πλειο­νό­τη­τα των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων έχει πα­ρα­χω­ρη­θεί από την άποψη της λει­τουρ­γί­ας και της εκ­με­τάλ­λευ­σής τους στο ιδιω­τι­κό επι­χει­ρη­μα­τι­κό κε­φά­λαιο, και μά­λι­στα με διε­θνο­ποι­η­μέ­να χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Όπου εξί­σου οι συν­δι­κα­λι­στι­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις των ερ­γα­ζο­μέ­νων σε το­μείς που βρί­σκο­νται σε τρο­χιά απο­κρα­τι­κο­ποί­η­σης, πα­ρό­λη την επι­μο­νή τους, αδυ­να­τούν να εξα­σφα­λί­σουν μια ευ­ρύ­τε­ρη ερ­γα­τι­κή λαϊκή υπο­στή­ρι­ξη με ενερ­γη­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά. Όπου τέλος η κυ­ριαρ­χία του ακραί­ου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού έχει κα­ταρ­γή­σει την ίδια την έν­νοια των «δη­μό­σιων αγα­θών», εφό­σον η εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση έχει κα­τα­λά­βει όλους τους πα­ρα­γω­γι­κούς το­μείς. Γι’ αυτό και το αρι­στε­ρό ρι­ζο­σπα­στι­κό κί­νη­μα, εάν πραγ­μα­τι­κά επι­διώ­κει να έχει χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά απο­τε­λε­σμα­τι­κό­τη­τας και κα­θο­λι­κό­τη­τας, δεν μπο­ρεί παρά να θέσει το ζή­τη­μα των δη­μό­σιων επι­χει­ρή­σε­ων και αγα­θών σε ένα ανώ­τε­ρο και ευ­ρύ­τε­ρο επί­πε­δο πλέον.

          α) Πρώτα από όλα χρειά­ζε­ται να επε­κτεί­νου­με την έν­νοια των «δη­μό­σιων αγα­θών» για το σύ­νο­λο των προ­ϊ­ό­ντων και υπη­ρε­σιών, που η πα­ρα­γω­γή τους βρί­σκε­ται εντός των πλειο­ψη­φι­κών πε­δί­ων της κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Για να το επα­να­λά­βου­με δεν είναι πε­ρισ­σό­τε­ρο «δη­μό­σια αγαθά» οι με­τα­φο­ρές (εμπο­ρευ­μά­των και ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού), ή η πα­ρα­γω­γή ηλε­κτρι­κής ενέρ­γειας, από την πα­ρα­γω­γή δια­τρο­φι­κών προ­ϊ­ό­ντων ή χη­μι­κών λι­πα­σμά­των. Μ’ αυτή την έν­νοια αν είναι ανα­γκαί­ος ο δη­μό­σιος χα­ρα­κτή­ρας των κοι­νω­φε­λών επι­χει­ρή­σε­ων, αυτό ισχύ­ει εξί­σου και ακόμη πε­ρισ­σό­τε­ρο για την κοι­νω­νι­κή πα­ρα­γω­γή της ιδιω­τι­κής οι­κο­νο­μί­ας.

          β) Κα­τό­πιν, δεν μπο­ρεί να συ­νε­χί­σου­με να δια­κρί­νου­με δύο απο­κλί­νο­ντα κα­θε­στώ­τα ερ­γα­σί­ας που ισχύ­ουν στους δια­φο­ρε­τι­κούς το­μείς : Ασφα­λείς ερ­γα­σια­κές σχέ­σεις, μο­νι­μό­τη­τα απα­σχό­λη­σης, υπέρ­τε­ρες αμοι­βές ερ­γα­σί­ας στις δη­μό­σιες επι­χει­ρή­σεις, και ερ­γο­δο­τι­κός δε­σπο­τι­σμός, κα­τά­λυ­ση ερ­γα­τι­κών ελευ­θε­ριών, απο­λύ­σεις και εντα­τι­κο­ποί­η­ση στις ιδιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις που πα­ρά­γουν κοι­νω­νι­κά χρή­σι­μα προ­ϊ­ό­ντα. Η δια­φο­ρο­ποί­η­ση των ερ­γα­σια­κών κα­θε­στώ­των είναι και η αιτία του γε­γο­νό­τος ότι η πλειο­ψη­φι­κή ερ­γα­τι­κή τάξη της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­ρα­γω­γής δεν «συ­γκι­νεί­ται» από τις κι­νη­το­ποι­ή­σεις των ερ­γα­ζο­μέ­νων για την απο­τρο­πή των απο­κρα­τι­κο­ποι­ή­σε­ων. Άρα απαι­τεί­ται η ανά­δει­ξη ενιαί­ων και κοι­νών διεκ­δι­κή­σε­ων για το σύ­νο­λο της μι­σθω­τής ερ­γα­σί­ας, που να γε­νι­κεύ­ουν και να κα­θι­στούν κα­θο­λι­κό το ερ­γα­σια­κό κα­θε­στώς που έχει επι­κρα­τή­σει στις δη­μό­σιες υπη­ρε­σί­ες.

          γ) Είναι αυ­τα­πά­τη να πι­στεύ­ει κα­νείς ότι και αν ακόμη γίνει δυ­να­τή η επι­στρο­φή όλων των κοι­νω­φε­λών επι­χει­ρή­σε­ων που έχουν ιδιω­τι­κο­ποι­η­θεί στον δη­μό­σιο τομέα, τότε αυτός θα μπο­ρέ­σει να δια­δρα­μα­τί­σει τον ρόλο της «ατμο­μη­χα­νής» της οι­κο­νο­μι­κής ανά­καμ­ψης της χώρας, πράγ­μα που μπο­ρεί να γίνει μόνον σε έναν πε­ριο­ρι­σμέ­νο βαθμό. Κι’ αυτό γιατί η δη­μό­σια πα­ρα­γω­γή προ­ϊ­ό­ντων και προ­σφο­ρά υπη­ρε­σιών αντι­προ­σω­πεύ­ει ένα ελά­χι­στο μέρος της κοι­νω­νι­κής πα­ρα­γω­γής της ελ­λη­νι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής οι­κο­νο­μί­ας. Η οι­κο­νο­μι­κή ανά­τα­ξη είναι κυ­ρί­αρ­χα ζή­τη­μα ρι­ζι­κής ανα­δια­νο­μής ει­σο­δή­μα­τος προς όφε­λος των ερ­γα­ζο­μέ­νων και σε βάρος του κερ­δο­φό­ρου επι­χει­ρη­μα­τι­κού κε­φα­λαί­ου, που μπο­ρεί να «ανα­θερ­μά­νει» την με­τα­ποι­η­τι­κή και εμπο­ρι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, καθώς και άλλων συ­να­φών πα­ρα­μέ­τρων.

          δ) Είναι συ­νε­πώς ανά­γκη να προσ­διο­ρι­σθεί συ­νο­λι­κά μια στρα­τη­γι­κή κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης της πα­ρα­γω­γι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, πλειο­ψη­φι­κής ιδιω­τι­κής και μειο­ψη­φι­κής δη­μό­σιας, και να μι­λή­σου­με ανοι­χτά για την επι­και­ρό­τη­τα και ζω­τι­κό­τη­τα της προ­α­γω­γής του με­τα­σχη­μα­τι­σμού των αστι­κών σχέ­σε­ων πα­ρα­γω­γής : Κα­τάρ­γη­ση των μνη­μο­νια­κών πο­λι­τι­κών χωρίς την ει­σα­γω­γή σο­σια­λι­στι­κών αρχών οι­κο­νο­μι­κής ανα­διορ­γά­νω­σης ανή­κει στη σφαί­ρα της επι­στη­μο­νι­κής φα­ντα­σί­ας. Ιστο­ρι­κός λόγος κα­τα­στα­τι­κής ύπαρ­ξης της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς είναι ο κα­θο­ρι­σμός των συ­γκε­κρι­μέ­νων και υλι­κών βη­μά­των για την κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση μέσων πα­ρα­γω­γής, ανταλ­λα­γής, δια­χεί­ρι­σης κλπ., ενώ η μο­νο­διά­στα­τη επί­κλη­ση της «ανα­πτυ­ξιο­λο­γί­ας», ιδιαί­τε­ρα μά­λι­στα σε μια πε­ρί­ο­δο κοι­νω­νι­κής κα­τα­στρο­φής όπως η ση­με­ρι­νή, ανα­πα­ρά­γει τα αδιέ­ξο­δα και θέτει τον ελ­λη­νι­κό κα­πι­τα­λι­σμό εν πολ­λοίς στο απυ­ρό­βλη­το.

          ε) Τέ­τοιου εί­δους ρι­ζο­σπα­στι­κά με­τα­βα­τι­κά μέτρα είναι αδιαμ­φι­σβή­τη­τα η επι­βο­λή του ερ­γα­τι­κού ελέγ­χου για το σύ­νο­λο των πα­ρα­γω­γι­κών μο­νά­δων, δη­μό­σιων και κυ­ρί­ως κα­πι­τα­λι­στι­κών εται­ριών, που αντι­προ­σω­πεύ­ει το πρω­ταρ­χι­κό βήμα σε μια τέ­τοια κα­τεύ­θυν­ση. Κι’ αυτό σε πα­ραλ­λη­λία με την απο­κα­τά­στα­ση των ερ­γα­τι­κών ελευ­θε­ριών και κυ­ρί­ως της ρι­ζι­κής αντι­με­τώ­πι­σης της ανερ­γί­ας, που ακρι­βώς λει­τουρ­γεί ακυ­ρω­τι­κά για την άσκη­ση των συν­δι­κα­λι­στι­κών δι­καιω­μά­των. Τέλος η κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση ενός μέ­ρους της πα­ρα­γό­με­νης υπε­ρα­ξί­ας, είτε με την μορφή της αύ­ξη­σης των ερ­γα­τι­κών απο­δο­χών, είτε της δρα­στι­κής φο­ρο­λό­γη­σης για την τρο­φο­δό­τη­ση της κοι­νω­νι­κής λαϊ­κής πο­λι­τι­κής.           

Ετικέτες