Η τρομοκρατική επίθεση των τζιχαντιστών του «Ισλαμικού Κράτους» στο Παρίσι, πέρα από το άμεσο κι ανεκτίμητο κόστος της απώλειας ανθρώπινων ζωών, έχει κι ένα μακροπρόθεσμο και ίσως λιγότερο άμεσα ορατό κόστος.

Πρόκειται για την καλλιέργεια μίσους και ξενοφοβίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, όχι μόνο από τα συνήθη ακροδεξιά και ρατσιστικά μορφώματα, αλλά ακόμη κι από ένα σημαντικό τμήμα των πολιτικών ηγεσιών της γηραιάς ηπείρου. Πίσω από την κοινότοπη τις τελευταίες ημέρες φράση «είμαστε σε πόλεμο», δεν κρύβεται η συστράτευση κατά των τζιχαντιστών, αλλά η εμπέδωση ενός καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, στα πλαίσια του οποίου ήδη παρατηρείται η αύξηση της αστυνομοκρατίας και συζητούνται πρακτικές εντατικής παρακολούθησης ακόμη και των πιο καθημερινών συναλλαγών των πολιτών(π.χ σωματικοί έλεγχοι σε σούπερ μάρκετ), οι οποίες παραβιάζουν θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, στο όνομα της «εθνικής ασφάλειας» κατά της «ισλαμικής απειλής»

Η θεωρητικοποίηση αυτής της «κατάστασης πολέμου», βασίζεται στο γνωστό διχοτομικό μανιχαιστικό σχήμα της «σύγκρουσης των πολιτισμών», όπου αντιπαρατίθεται η «ορθολογική» και «πολιτισμένη» χριστιανική Δύση, απέναντι στο «βάρβαρο» και «ολοκληρωτικό» Ισλάμ. Αυτό το σχήμα, παρά τις καταφανώς ακροδεξιές κι αντιδραστικές συνυποδηλώσεις του,  στην Ελλάδα κινδυνεύει να λάβει  αυξημένη απήχηση, καθώς εκφράζεται κι από «διανοούμενους», που αυτοπροσδιορίζονται ή θεωρούνται από πολλούς ως φιλελεύθεροι. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η γνωστή και μη εξαιρετέα Σ. Τριανταφύλλου, η οποία σε ένα πρόσφατο άρθρο-λιβελογράφημα, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Athens Voice, με τίτλο Rock and Roll will never die, επιχειρεί να «διαφωτίσει» τον αναγνώστη σχετικά με την «πολιτισμική ρίζα» του Τζιχαντισμού. Το φαινόμενο δεν αποδίδεται στις επεμβάσεις της Δύσης στη Μ. Ανατολή, οι οποίες αναιτιολόγητα θεωρούνται άσχετες, αλλά στο Ισλάμ συνολικά, στην «πολεμοχαρή φύση» του ως «πολιτικού προγράμματος κι ιδεολογίας εκβαρβαρισμού».

Είναι πραγματικά τρομακτικό και τραγικό πως μπορεί μια τέτοια εικόνα να παρουσιάζεται ως αυτονόητη αλήθεια. Όποιος γνωρίζει στοιχειωδώς ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορία, ξέρει καλά πως οι πλέον τρομερές και μαζικές σφαγές κι εκτοπίσεις στο όνομα της θρησκείας, από το Μεσαίωνα ως σήμερα, αποτελούν «προνόμιο» της «πολιτισμένης» και «δημοκρατικής» Δύσης, κι όχι του «βάρβαρου» Ισλάμ. Δεκάδες παραδείγματα το τεκμηριώνουν αυτό, από τις λεηλασίες και τα εγκλήματα των σταυροφόρων, μέχρι τη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου», και τον αφανισμό των ινδιάνων ιθαγενών της Αμερικής από τους ευρωπαίους αποίκους, ως ανεπίδεκτων «εκπολιτισμού», σκηνικό που επαναλήφθηκε πολλές φορές τους επόμενους αιώνες με θύματα τους λαούς της αποικιοκρατούμενης Αφρικής(Κονγκό κτλ). Όσο για τη βία και τον αυταρχισμό, κι εδώ η «χριστιανική Δύση» κατέχει δικαιωματικά την πρώτη θέση, από το κυνήγι μαγισσών και τα θύματα της Ιεράς Εξέτασης, μέχρι το τυραννικό καθεστώς που υπέστη ο ιρλανδικός λαός την περίοδο της αγγλικής κατοχής(δήμευση γης και περιουσιών, περιορισμός των εμπορικών δικαιωμάτων στα όρια της «βρετανικής κοινοπολιτείας», αποκλεισμός από τα δημόσια αξιώματα), για να ασπαστεί την κρατικά επιβεβλημένη προτεσταντική θρησκεία. Την ίδια περίοδο, στις χώρες του «απολίτιστου» Ισλάμ, ανθούσαν οι τέχνες κι οι επιστήμες(ζωγραφική, αρχιτεκτονική, άλγεβρα, χημεία, αρχαιοελληνική γραμματολογία κτλ), ενώ, με ελάχιστες εξαιρέσεις, υπήρχε θεσμικά κατοχυρωμένη ανεξιθρησκία των υπηκόων των Χαλιφάτων (ενδεικτικό είναι το θρησκευτικά διαχωρισμένο διοικητικό σύστημα των μιλλέτ στην Οθωμανική Αυτοκρατορία).

Η δαιμονοποίηση του Ισλάμ, οδηγεί μαθηματικά την κ. Τριανταφύλλου, στο δόγμα της συλλογικής ευθύνης των μουσουλμάνων ανά τον κόσμο για τα ειδεχθή εγκλήματα των τζιχαντιστών, παρά το γεγονός ότι η συντριπτική τους πλειοψηφία τα έχει καταδικάσει σαφώς και ποικιλοτρόπως. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να επικαλεστεί τον Μάρκο Πόλο(!), σε μια αήθη γενίκευση, πως  «φανατικός μουσουλμάνος είναι αυτός που σου κόβει το κεφάλι, ενώ μετριοπαθής είναι εκείνος που σε κρατάει για να σου κόψουν το κεφάλι». Έτσι, προβάλλει ως μόνη διέξοδος ο ολοκληρωτικός πόλεμος κατά της ισλαμικής θρησκείας, τον οποίο κατηγορούνται οι δυτικές ηγεσίες ότι διστάζουν να κηρύξουν. Επιπλέον, με κατάφωρα πατροναλιστική-αυταρχική διάθεση, απαιτείται από τους μετριοπαθείς μουσουλμάνους της Ανατολής(των οποίων την ύπαρξη ωστόσο έχει η ίδια αρνηθεί), κι ιδίως τους μουσουλμάνους κατοίκους της Ευρώπης, τους οποίους «ταΐζουν και προστατεύουν οι δυτικές δημοκρατίες», ενώ αυτοί «τρώνε και πίνουν με κρατικές παροχές παραβιάζοντας τους νόμους της Γαλλίας» να συστρατευτούν σε αυτό τον «υπέρ πάντων αγώνα», διαδηλώνοντας μαζικά κατά των τζιχαντιστών. Πέραν του γεγονότος ότι τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα αντιμετωπίζονται, κατά τα φεουδαρχικά πρότυπα, ως ανταλλάγματα «εκδούλευσης» απέναντι στην εκάστοτε(απόλυτη κι αλάθητη) εξουσία, όσοι μουσουλμάνοι δεν στηρίξουν τυφλά τον πόλεμο αφανισμού της θρησκείας τους, που προτείνεται στο κείμενο, και δεν ασπαστούν τα υστερικά κι ανιστόρητα φληναφήματα της «διανοούμενης-συγγραφέως», θεωρούνται αυτοδίκαια εσωτερικός εχθρός, δάκτυλος του «Ισλαμικού Κράτους».

Το αντι-ισλαμικό παραλήρημα, κλείνει με μια προειδοποίηση- έμμεση απειλή προς τους «ισλαμιστές και τους ποικίλους φίλους τους», που «προτιμούν το τούρκικο σαρίκι από την λατινική καλύπτρα», πως «ό, τι κι να κάνετε, ο δυτικός πολιτισμός θα επιζήσει, είναι απείρως ισχυρότερος».

Εκφράζεται από πολλούς η άποψη πως η απάντηση σε εκρήξεις παράνοιας και μίσους όπως αυτή, θα πρέπει να είναι η αγνόησή τους, γιατί κάθε ενασχόληση τους προσδίδει αξία και δημοσιότητα. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Το αντιμουσουλμανικό μένος κι η μισαλλοδοξία δεν περιορίζονται σε γραφικές περιπτώσεις ψυχολογικά άρρωστων κι εμμονικών ατόμων, όπως πιθανότατα είναι η Σώτη Τριανταφύλλου. Εξάλλου, η ψυχιατρικοποίηση της πολιτικής είναι ίδιον αυταρχικών μεθοδεύσεων κι αντιλήψεων. Το φαινόμενο έχει βαθιές πολιτικές και κοινωνικές ρίζες. Ο ναζισμός, όπως κι οι άλλες μορφές της αντιδραστικής και συντηρητικής δεξιάς με φιλελεύθερο προσωπείο, είναι συμπτώματα της καταρρακωμένης ευημερίας και της πληγωμένης αξιοπρέπειας των ευρωπαϊκών λαών που πλήττονται  από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, κι οδηγούνται να αποδώσουν τα δεινά τους σε εξωτερικούς, και πρωτίστως, σε κατασκευασμένους εσωτερικούς εχθρούς, κατά τεκμήριο κοινωνικά αδύναμους, όπως οι μουσουλμάνοι ευρωπαίοι πολίτες, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Δεν είναι τυχαία ως προς αυτό, η απίστευτη αλλά και προσχεδιασμένη σε προκλητικότητα και βλακεία δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ, υποψηφίου για την ηγεσία των ρεπουμπλικανών στις ΗΠΑ, πως τα θύματα θα ήταν λιγότερα αν οι Γάλλοι πολίτες οπλοφορούσαν. Στα καθ’ ημάς, αρκεί να θυμίσουμε αντίστοιχες δηλώσεις βουλευτών, πως δεν είναι δυνατόν τα προσφυγικά ρεύματα να εξαρτώνται από τους πολέμους στη Μ. Ανατολή, ή πως οι μετανάστες χωρίς χαρτιά πρέπει να πυροβολούνται στα σύνορα.

Τούτων δοθέντων, και κλείνοντας, πιστεύω πως τούτη τη στιγμή επιχειρείται να αναδυθεί εκ νέου ένας τζιχαντισμός «με λατινική καλύπτρα», που είναι πολύ πιο επικίνδυνος για τον ανθρωπισμό και τη δημοκρατία, από το τζιχαντισμό των ακραίων ισλαμιστών, τον οποίο χρησιμοποιεί ως πρόσχημα. Κι είναι πιο επικίνδυνος διότι δεν επιβάλλεται μόνο με βία και τρομοκρατία, όπως ο ισλαμικός αντίστοιχος, ώστε να μπορεί να περιθωριοποιηθεί συσπειρώνοντας αυτόματα απέναντί του τα κράτη και τις κοινωνίες που απειλεί, αλλά αντίθετα επιβάλλεται έμμεσα, ιδεολογικά και συναισθηματικά, με φιλελεύθερο μανδύα, εισχωρώντας στους θεσμούς και την καθημερινή ζωή των ευρωπαϊκών κοινωνιών, μέσα από το χώρο της πολιτικής και της «διανόησης». Πρόκειται για έναν θανατηφόρο ιό που παρασιτεί σε ό, τι έχει απομείνει από τις ευρωπαϊκές αστικές δημοκρατίες. Πρώτιστο καθήκον λοιπόν όλων όσων νοιάζονται πραγματικά για τη διάσωση των δημοκρατικών ιδανικών του Διαφωτισμού, είναι ο συνεχής ιδεολογικός, πολιτισμικός, πολιτικός, και βιολογικός αν χρειαστεί, πόλεμος εναντίον των υποστηρικτών αυτού του «χριστιανικού ιερού πολέμου», που υποκινείται από τα ταπεινότερα ένστικτα του ανθρώπου, εναντίον δηλαδή της Σ. Τριανταφύλλου και των ομοίων της. Ο «δυτικός πολιτισμός» που ευαγγελίζονται ισοδυναμεί με μια βαρβαρότητα ανάλογη με αυτήν του ισλαμικού τζιχαντισμού, τον οποίο τροφοδοτεί κι από το οποίο τροφοδοτείται, δείγμα της οποίας αποτελούν τα πρόσφατα ανθρωπιστικά εγκλήματα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Πραγματική δημοκρατία σημαίνει  αμφισβήτηση και καταστροφή αυτού του «δυτικού πολιτισμού», χωρίς  οπισθοδρόμηση στον βίαιο ακραίο ισλαμισμό, που είναι το ανεστραμμένο είδωλό του.

Ετικέτες