Ο Λένιν καθοδήγησε μια επιτυχημένη εργατική επανάσταση, αλλά οι ιδέες του για την οργάνωση εξακολουθούν να ισχύουν σήμερα; Έχει κανένα νόημα να προσδιορίσει κανείς τον εαυτό του ως λενινιστή στον 21ο αιώνα;

Μια από τις πα­ρε­νέρ­γειες της συ­νε­χι­ζό­με­νης σο­βα­ρής κρί­σης του Σο­σια­λι­στι­κού Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος (SWP) στη Βρε­τα­νία είναι μια νέα συ­ζή­τη­ση γύρω από αυτό το ζή­τη­μα. Δεν σκο­πεύω να υπει­σέλ­θω σε λε­πτο­μέ­ρειες σχε­τι­κά με την ανα­τα­ρα­χή στο SWP εδώ, αρκεί να πούμε ότι μετά τη σο­βα­ρή κα­κο­δια­χεί­ρι­ση των κα­τη­γο­ριών για βια­σμό ενα­ντί­ον ενός ηγε­τι­κού στε­λέ­χους και τις προ­σπά­θειες της ηγε­σί­ας του κόμ­μα­τος να κλεί­σει τη συ­ζή­τη­ση του θέ­μα­τος, με­ρι­κοί από τους επι­κρι­τές του από τα αρι­στε­ρά βρή­καν την ευ­και­ρία να δια­κη­ρύ­ξουν ότι το λε­νι­νι­στι­κό μο­ντέ­λο κομ­μα­τι­κής ορ­γά­νω­σης είναι νεκρό.
Με τη σειρά του, ο κο­ρυ­φαί­ος θε­ω­ρη­τι­κός του SWP, ο Άλεξ Καλ­λί­νι­κος, έχει στοι­χειο­θε­τή­σει μια υπε­ρά­σπι­ση του λε­νι­νι­σμού (υπο­νο­ώ­ντας κατά συ­νέ­πεια ότι ο χει­ρι­σμός του κόμ­μα­τος σε σχέση με την αρ­χι­κή υπό­θε­ση δεν θα πρέ­πει να αμ­φι­σβη­τη­θεί). Τα επι­χει­ρή­μα­τα είναι ση­μα­ντι­κά διότι η Σο­σια­λι­στι­κή Διε­θνής Επι­θε­ώ­ρη­ση [που δη­μο­σιεύ­θη­κε από το Κέ­ντρο για την Οι­κο­νο­μι­κή και Κοι­νω­νι­κή Έρευ­να και συν­δέ­ε­ται με τη Διε­θνή Σο­σια­λι­στι­κή Ορ­γά­νω­ση (ΗΠΑ)], καθώς και το SWP, και οι δύο προ­έ­κυ­ψαν από την ίδια πο­λι­τι­κή πα­ρά­δο­ση. Αλλά είναι δυ­να­τόν να απορ­ρί­ψει κα­νείς, τόσο τους επι­κρι­τές του λε­νι­νι­σμού όσο και την ερ­μη­νεία του λε­νι­νι­σμού που δίνει ο Καλ­λί­νι­κος.
Οι αρι­στε­ροί επι­κρι­τές έχουν δύο βα­σι­κά επι­χει­ρή­μα­τα. Το πρώτο επι­χεί­ρη­μα είναι ότι λε­νι­νι­σμός ήταν πάντα αντι­δη­μο­κρα­τι­κός και ελι­τί­στι­κός. Το δεύ­τε­ρο επι­χεί­ρη­μα είναι ότι είναι άτοπο να σκέ­φτε­ται κα­νείς ότι η εμπει­ρία του Λένιν και του μπολ­σε­βί­κι­κου κόμ­μα­τος που οδή­γη­σε στην εξου­σία στη Ρω­σι­κή Επα­νά­στα­ση του 1917 έχει καμία ση­μα­σία για τους αντί-κα­πι­τα­λι­στές  που δρουν σή­με­ρα σε εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κές συν­θή­κες. Θα ασχο­λη­θώ με το πρώτο επι­χεί­ρη­μα σε ένα λεπτό. Ο Βρε­τα­νός μαρ­ξι­στής Duncan Hallas (και ο ίδιος ηγε­τι­κό στέ­λε­χος του SWP μέχρι το θά­να­τό του) απά­ντη­σε στο δεύ­τε­ρο επι­χεί­ρη­μα από τη δε­κα­ε­τία του 1970:
Αν εν­νο­εί κα­νείς ότι η Ρωσία του 1917 και η Βρε­τα­νία του σή­με­ρα είναι τόσο ρι­ζι­κά δια­φο­ρε­τι­κές που απο­κλεί­ε­ται η πο­ρεία των γε­γο­νό­των στη Βρε­τα­νία μοιά­ζει με την εξέ­λι­ξη των γε­γο­νό­των της Ρω­σί­ας πριν από εξή­ντα χρό­νια, σ΄ αυτό δεν δια­φω­νού­με. Δεν έχου­με καμία μα­ζι­κή αγρο­τιά, και ούτε μα­ζι­κό στρα­τό κλη­ρω­τών, εξα­ντλη­μέ­νους από μα­κρο­χρό­νια μα­ζι­κή σφαγή. Το ει­δι­κό βάρος της ερ­γα­τι­κής τάξης στη βρε­τα­νι­κή κοι­νω­νία είναι πάρα πολύ με­γα­λύ­τε­ρο και η αστι­κή τάξη μέσα σ' αυτή, η πα­λαιό­τε­ρη των κα­πι­τα­λι­στι­κών χωρών, είναι πολύ πιο ου­σια­στι­κή και έμπει­ρη από την αδύ­να­μη Ρωσία, και ούτω κα­θε­ξής και ούτω κα­θε­ξής.
Εάν, όμως, αυτό που υπο­νο­εί­ται είναι ότι υπάρ­χει, τε­λι­κά, κά­ποιος μη-επα­να­στα­τι­κός δρό­μος προς το σο­σια­λι­σμό, θα δια­χω­ρί­σω πλή­ρως τη θέση μου.
Ο Hallas επι­ση­μαί­νει το κρί­σι­μο ζή­τη­μα. Για όσους απο­δέ­χο­νται ότι ο κα­πι­τα­λι­σμός δεν μπο­ρεί να αντι­κα­τα­στα­θεί χωρίς επα­νά­στα­ση και ότι η ερ­γα­τι­κή τάξη πρέ­πει να κα­τέ­χει κε­ντρι­κή θέση σε οποια­δή­πο­τε τέ­τοια αλ­λα­γή (δύο με­γά­λες υπο­θέ­σεις, σί­γου­ρα, αλλά θα τις κάνω εδώ), τότε η εμπει­ρία του Λένιν και των Μπολ­σε­βί­κων - ο οποί­ος οδή­γη­σε με επι­τυ­χία μια τέ­τοια επα­νά­στα­ση - δεν μπο­ρεί να αγνοη­θεί. Ωστό­σο, ούτε μπο­ρεί απλώς να χρη­σι­μο­ποι­η­θεί ως πρό­τυ­πο, όχι μόνο επει­δή οι συν­θή­κες έχουν με­τα­βλη­θεί, αλλά και επει­δή η ίδια η μπολ­σε­βί­κι­κη πρα­κτι­κή έχει αλ­λά­ξει με την πά­ρο­δο του χρό­νου. Γι αυτό είναι απα­ραί­τη­το να εξε­τά­σου­με με λε­πτο­μέ­ρεια το ιστο­ρι­κό πα­ρελ­θόν.

Κα­ρι­κα­τού­ρα

Κατά το με­γα­λύ­τε­ρο μέρος του πε­ρα­σμέ­νου αιώνα, πολ­λοί  mainstream ιστο­ρι­κοί και πο­λι­τι­κοί θε­ω­ρη­τι­κοί προ­ώ­θη­σαν μια γνω­στή κα­ρι­κα­τού­ρα του Λένιν και του λε­νι­νι­σμού που δυ­στυ­χώς έγινε  επί­σης απο­δε­κτή από πολ­λούς στην αρι­στε­ρά. Σύμ­φω­να με την κα­ρι­κα­τού­ρα, ο Λένιν ήταν ένας ελι­τι­στής  ο οποί­ος πί­στευε ότι οι Ρώσοι ερ­γά­τες δεν θα γί­νουν σο­σια­λι­στές από μόνοι τους και έπρε­πε να κα­θο­δη­γού­νται από ένα κόμμα επαγ­γελ­μα­τιών επα­να­στα­τών, όπου οι απο­φά­σεις θα λαμ­βά­νο­νταν από μια μικρή ομάδα ηγε­τών και δια­νο­ού­με­νων στην κο­ρυ­φή. Από αυτή την άποψη, οι πο­λι­τι­κές ιδέες και η πρα­κτι­κή του Λένιν οδή­γη­σαν, μετά το θά­να­τό του, στην άνοδο της δι­κτα­το­ρί­ας του Στά­λιν, στα στρα­τό­πε­δα συ­γκέ­ντρω­σης, κα­τα­να­γκα­στι­κής ερ­γα­σί­ας και στη μα­ζι­κή εξο­λό­θρευ­ση των πο­λι­τι­κών του αντι­πά­λων.
Η κα­ρι­κα­τού­ρα ήταν χρή­σι­μη προ­πα­γάν­δα για τη Δύση κατά τη διάρ­κεια του Ψυ­χρού Πο­λέ­μου, αλλά έχει ελά­χι­στη σχέση με την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Τα τε­λευ­ταία χρό­νια, κα­νείς δεν έχει κάνει πε­ρισ­σό­τε­ρα για να το αμ­φι­σβη­τή­σει αυτό απ' ότι ο ιστο­ρι­κός Lars Lih, που απο­δο­μεί συ­στη­μα­τι­κά τους μύ­θους στη με­λέ­τη μα­μούθ Ξα­να­α­να­κα­λύ­πτο­ντας τον Λένιν (2006). Το Βι­βλίο του Lih επι­κε­ντρώ­νε­ται σε πα­ρερ­μη­νεί­ες του βι­βλί­ου του Λένιν Τι πρέ­πει να γίνει; , γραμ­μέ­νο το 1902. Είναι συ­γκε­ντρώ­νει ένα τε­ρά­στιο αριθ­μό ιστο­ρι­κών στοι­χεί­ων και κει­μέ­νων που να απο­δει­κνύ­ουν ότι κα­νείς δεν ήταν πιο εν­θου­σιώ­δης για τις ικα­νό­τη­τες και την επα­να­στα­τι­κή δυ­να­μι­κή της ρω­σι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης από το Λένιν. Ήθελε μια πει­θαρ­χη­μέ­νη, επαγ­γελ­μα­τι­κή, κε­ντρι­κή επα­να­στα­τι­κή ορ­γά­νω­ση, γιατί αυτός ήταν ο μόνος τρό­πος για την κα­τα­πο­λέ­μη­ση της διείσ­δυ­σης των κα­τα­σκό­πων της τσα­ρι­κής αστυ­νο­μί­ας.
Ωστό­σο, ο Lih θέλει τόσο πολύ να αντι­κρού­σει την κα­ρι­κα­τού­ρα που κα­τα­λή­γει να απει­κο­νί­ζει τον Λένιν ως μόλις κάτι πε­ρισ­σό­τε­ρο από έναν ορ­θό­δο­ξο οπαδό του Καρλ Κά­ου­τσκι, του κο­ρυ­φαί­ου θε­ω­ρη­τι­κού των Γερ­μα­νών Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τών (SPD) και της Δεύ­τε­ρης Σο­σια­λι­στι­κής Διε­θνούς. Η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι πιο σύν­θε­τη. Για πολλά χρό­νια, ο Λένιν ήταν ένας με­γά­λος θαυ­μα­στής του Κά­ου­τσκι, του οποί­ου οι θε­ω­ρη­τι­κές ερ­γα­σί­ες, είναι μια υπε­ρά­σπι­ση του κλα­σι­κού μαρ­ξι­σμού και της ανα­γκαιό­τη­τας της ερ­γα­τι­κής επα­νά­στα­σης. Αλλά στην πράξη, ο Κά­ου­τσκι προ­σαρ­μό­στη­κε στην ολο­έ­να και πιο ρε­φορ­μι­στι­κή πρα­κτι­κή του SPD, που κυ­ριαρ­χού­ταν από την συν­δι­κα­λι­στι­κή γρα­φειο­κρα­τία, καθώς και την σχε­δόν απο­κλει­στι­κή εστί­α­ση στην εκλο­γι­κή πο­λι­τι­κή. Ο Λένιν ταυ­τί­στη­κε με τον Κά­ου­τσκι, γιατί τον θε­ώ­ρη­σε πολύ πε­ρισ­σό­τε­ρο επα­να­στά­τη απ' ότι πραγ­μα­τι­κά ήταν.
Στην πράξη, ο Λένιν ανέ­πτυ­ξε μια πολύ δια­φο­ρε­τι­κή αντί­λη­ψη του κόμ­μα­τος από τον Κά­ου­τσκι. Ο Λένιν δια­χώ­ρι­σε τη θέση του από τον Κά­ου­τσκι μέχρι το 1914, όταν το SPD υπο­στή­ρι­ξε την εί­σο­δο της Γερ­μα­νί­ας στον Πρώτο Πα­γκό­σμιο Πό­λε­μο, αλλά οι δια­φο­ρές με­τα­ξύ των προ­σεγ­γί­σε­ων τους είχαν αρ­χί­σει να γί­νο­νται εμ­φα­νείς νω­ρί­τε­ρα. Για πα­ρά­δειγ­μα, το 1909, σε ένα βι­βλίο με τίτλο Ο δρό­μος για την εξου­σία , ο Κά­ου­τσκι πα­ρα­θέ­τει αυτή την αντί­λη­ψη του για το κόμμα:
Το σο­σια­λι­στι­κό κόμμα είναι ένα επα­να­στα­τι­κό κόμμα, αλλά δεν είναι ένα κόμμα που κάνει την επα­νά­στα­ση. Γνω­ρί­ζου­με ότι ο στό­χος μας μπο­ρεί να επι­τευ­χθεί μόνο μέσω μιας επα­νά­στα­σης. Γνω­ρί­ζου­με επί­σης ότι είναι εξί­σου λίγο στο χέρι μας να δη­μιουρ­γή­σου­με αυτή την επα­νά­στα­ση, όσο είναι στο χέρι των αντι­πά­λων μας για να την απο­τρέ­ψουν. Δεν είναι μέρος της δου­λειάς μας να υπο­κι­νή­σου­με μια επα­νά­στα­ση ή να προ­ε­τοι­μά­σου­με το έδα­φος για αυτό.
Ο Κά­ου­τσκι έβλε­πε την επα­νά­στα­ση ως μια δύ­να­μη της φύσης, κάτι που ήταν πέρα από τη δύ­να­μη των ατό­μων ή των πο­λι­τι­κών κομ­μά­των. Αν ήταν έτσι τα πράγ­μα­τα, δεν υπήρ­χε λόγος το SPD να κάνει τί­πο­τα άλλο από το να αυ­ξή­σει την εκ­προ­σώ­πη­σή του στο κοι­νο­βού­λιο και να πε­ρι­μέ­νει τη στιγ­μή που ανα­πό­φευ­κτες ιστο­ρι­κές δια­δι­κα­σί­ες θα του πα­ρα­δώ­σουν την πο­λι­τι­κή εξου­σία.
Για τον Λένιν, αντί­θε­τα, το νόημα ενός επα­να­στα­τι­κού κόμ­μα­τος ήταν να προ­ε­τοι­μά­σει το δρόμο για την επα­νά­στα­ση. Οι Ιστο­ρι­κές δυ­νά­μεις πι­θα­νόν να έδι­ναν την ευ­και­ρία για την επα­να­στα­τι­κή αλ­λα­γή, αλλά χωρίς την ενερ­γό ορ­γά­νω­ση και πα­ρέμ­βα­ση, την ικα­νό­τη­τα να επη­ρε­ά­σει ένα μα­ζι­κό κί­νη­μα σε μια πε­ρί­ο­δο έντο­νης κρί­σης, καθώς και την κα­τα­νό­η­ση του πότε να προ­χω­ρή­σει και πότε να υπο­χω­ρή­σει, η στιγ­μή θα χα­νό­ταν. Πέρα από αυτό, οι σο­σια­λι­στές θα έπρε­πε να πε­ρά­σουν χρό­νια υπο­μο­νε­τι­κής συμ­με­το­χής σε μι­κρό­τε­ρους αγώ­νες, τόσο για να μά­θουν πώς να κα­θο­δη­γούν ως άτομα και να οι­κο­δο­μή­σουν ένα κόμμα ικανό να οδη­γή­σει σε μια επι­τυ­χη­μέ­νη επα­νά­στα­ση στο μέλ­λον.
Στό­χος του Λένιν ήταν ένα κόμμα που να συ­γκε­ντρώ­νει τις πιο τα­ξι­κές συ­νει­δή­σεις και τα πιο μα­χη­τι­κά τμή­μα­τα της ερ­γα­τι­κής τάξης πολύ νω­ρί­τε­ρα από την πραγ­μα­τι­κή επα­να­στα­τι­κή κα­τά­στα­ση. Κατά τη διάρ­κεια μιας πε­ριό­δου κοι­νω­νι­κής κρί­σης, μια τέ­τοια ορ­γά­νω­ση θα ήταν σε θέση να κερ­δί­σει την υπο­στή­ρι­ξη πολύ με­γα­λύ­τε­ρων αριθ­μών. Όπως το έθεσε το 1904 :
... όσο πιο ισχυ­ρές γί­νο­νται οι ορ­γα­νώ­σεις μας, η οποί­ες απο­τε­λού­νται από πραγ­μα­τι­κούς σο­σιαλ­δη­μο­κρά­τες, τόσο λι­γό­τε­ρες αμ­φι­τα­λα­ντεύ­σεις και αστά­θεια υπάρ­χει εντός του Κόμ­μα­τος, τόσο ευ­ρύ­τε­ρη, πιο ποι­κί­λη, πλου­σιό­τε­ρη και πιο καρ­πο­φό­ρα θα είναι η επιρ­ροή του Κόμ­μα­τος στα στοι­χεία των ερ­γα­τι­κών μαζών που θα το πε­ρι­βάλ­λουν και θα κα­θο­δη­γού­νται από αυτό. Το Κόμμα, ως πρω­το­πο­ρία της ερ­γα­τι­κής τάξης, δεν πρέ­πει να συγ­χέ­ε­ται, εξάλ­λου, με το σύ­νο­λο της τάξης.
Αυτή ήταν η βάση της διά­σπα­σης με­τα­ξύ των Μπολ­σε­βί­κων και των μεν­σε­βί­κων - δύο πτέ­ρυ­γες του Ρω­σι­κού Σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού Ερ­γα­τι­κού Κόμ­μα­τος - το 1903, και στην πράξη οδή­γη­σε σε ένα πολύ δια­φο­ρε­τι­κό μο­ντέ­λο σο­σια­λι­στι­κής ορ­γά­νω­σης από εκεί­νο που υπε­ρα­σπί­ζε­ται ο Κά­ου­τσκι. Αλλά όταν ο Λένιν μι­λού­σε για "λι­γό­τε­ρες αμ­φι­τα­λα­ντεύ­σεις και αστά­θεια ... μέσα στο Κόμμα", δεν σή­μαι­νε ότι θα έπρε­πε να υπάρ­χει μο­νο­λι­θι­κή συμ­φω­νία για όλα τα θέ­μα­τα. Αντι­θέ­τως, όπως υπο­στή­ρι­ξε το 1907, "Δεν μπο­ρεί να υπάρ­ξει μα­ζι­κό κόμμα ... χωρίς μια ανοι­χτή πάλη με­τα­ξύ τά­σε­ων."

O λε­νι­νι­σμός υπό τον Λένιν

Κατ 'αρ­χάς, δεν υπήρ­χε πολύ τυ­πι­κή δη­μο­κρα­τία στην μπολ­σε­βί­κι­κη φρά­ξια. Όπως επι­ση­μαί­νει ο   ιστο­ρι­κός Marcel Liebman στην θαυ­μά­σια  έρευ­να του για τον λε­νι­νι­σμό υπό τον Λένιν. Αυτό ήταν όμως συ­νέ­πεια της σο­βα­ρής κα­τα­πί­ε­σης που υπήρ­χε στη Ρωσία πριν από την επα­νά­στα­ση του 1905, έτσι ώστε η απου­σία εσω­τε­ρι­κών εκλο­γών "ήταν χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό όλων των σο­σια­λι­στι­κών τις ορ­γα­νώ­σε­ων της Ρω­σί­ας" . Ο Liebman ση­μειώ­νει ότι “στην κα­θη­με­ρι­νή, την πραγ­μα­τι­κή πο­λι­τι­κή πρα­κτι­κή τους υπήρ­χε μικρή δια­φο­ρά στο θέμα αυτό με­τα­ξύ των Μπολ­σε­βί­κων και των μεν­σε­βί­κων: μέχρι την Επα­νά­στα­ση του 1905, και οι δύο χρη­σι­μο­ποιού­σαν τις ίδιες με­θό­δους, με­τα­ξύ των οποί­ων, η συν-επι­λο­γή των ηγε­τών ήταν ο κα­νό­νας και οι εκλο­γές, η εξαί­ρε­ση ". Αλλά η επα­να­στα­τι­κή έξαρ­ση και η εισ­ροή των ερ­γα­τών στους Μπολ­σε­βί­κους οδή­γη­σε στον "εκ­δη­μο­κρα­τι­σμό του κόμ­μα­τος". Ο Λένιν έγρα­ψε σε ένα σύ­ντο­μο άρθρο τον Ιού­νιο του 1906 :
Ο σο­σιαλ­δη­μο­κρά­της ερ­γά­της της Αγίας Πε­τρού­πο­λης γνω­ρί­ζει ότι το σύ­νο­λο της ορ­γά­νω­σης του Κόμ­μα­τος  έχει οι­κο­δο­μη­θεί τώρα σε μια δη­μο­κρα­τι­κή βάση. Αυτό ση­μαί­νει ότι όλα τα μέλη του κόμ­μα­τος συμ­με­τέ­χουν στις εκλο­γές των στε­λε­χών, των μελών της επι­τρο­πής, και ούτω κα­θε­ξής, ότι όλα τα μέλη του Κόμ­μα­τος συ­ζη­τούν και απο­φα­σί­ζουν για τα ζη­τή­μα­τα σχε­τι­κά με τις πο­λι­τι­κές κα­μπά­νιες του προ­λε­τα­ριά­του, και ότι όλα τα μέλη του Κόμ­μα­τος κα­θο­ρί­ζουν τη γραμ­μή της τα­κτι­κής από τις κομ­μα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις.
Ήταν εκεί­νη τη στιγ­μή που ο Λένιν δια­τύ­πω­σε για πρώτη φορά την αρχή του δη­μο­κρα­τι­κού συ­γκε­ντρω­τι­σμού, ο οποί­ος συ­νο­ψί­ζε­ται ως “ελευ­θε­ρία συ­ζή­τη­σης, ενό­τη­τα δρά­σης”. Ο Λένιν επι­χει­ρη­μα­το­λο­γού­σε για την ανά­γκη "να ερ­γα­στού­με ακού­ρα­στα ... για να φρο­ντί­σου­με αυτοί που είναι στους υψη­λό­τε­ρου κύ­ρους ορ­γα­νι­σμούς, να εκλέ­γο­νται, να είναι υπό­λο­γοι και να μπο­ρούν να ανα­κλη­θούν". Και συ­νέ­χι­σε:
"Αν έχου­με πραγ­μα­τι­κά σο­βα­ρά απο­φα­σί­σει να ει­σα­γά­γου­με δη­μο­κρα­τι­κό συ­γκε­ντρω­τι­σμό στο κόμμα μας και αν έχου­με απο­φα­σί­σει να σπρώ­ξου­με τις μάζες των ερ­γα­ζο­μέ­νων σε έξυ­πνες απο­φά­σεις για τα θέ­μα­τα του Κόμ­μα­τος, θα πρέ­πει να συ­ζη­τή­σου­με αυτά τα ζη­τή­μα­τα στον Τύπο, στις συ­νε­δριά­σεις σε κύ­κλους και στις συ­νε­δριά­σεις της ομά­δας."
Μι­λώ­ντας στο πλαί­σιο αυτού που θα απο­δει­κνυό­ταν μια προ­σω­ρι­νή επα­νέ­νω­ση με τους μεν­σε­βί­κους, ο Λένιν πρό­σθε­σε, "αυτή η ιδε­ο­λο­γι­κή πάλη δεν πρέ­πει να χω­ρί­σει τις ορ­γα­νώ­σεις, δεν πρέ­πει να εμπο­δί­ζει την ενό­τη­τα δρά­σης του προ­λε­τα­ριά­του”. Ωστό­σο, "πριν από το κά­λε­σμα για δράση, πρέ­πει να υπάρ­χει η ευ­ρύ­τε­ρη και πιο ελεύ­θε­ρη συ­ζή­τη­ση και εκτί­μη­ση της ανά­λυ­σης, των επι­χει­ρη­μά­των της και των δια­φό­ρων προ­τά­σε­ων της".
Το συ­νέ­δριο του κόμ­μα­τος ήταν το υψη­λό­τε­ρο όρ­γα­νο λήψης απο­φά­σε­ων, και ο Λένιν τό­νι­σε ότι "σε καμία πε­ρί­πτω­ση δεν θα να υπα­κού­σου­με σε απο­φά­σεις της Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής που πα­ρα­βιά­ζουν τις απο­φά­σεις του Συ­νε­δρί­ου". Αλλά και ο ίδιος επι­φυ­λά­χθη­κε για την "ιδε­ο­λο­γι­κή αντι­πα­ρά­θε­ση στις απο­φά­σεις του Συ­νε­δρί­ου που τις θε­ω­ρού­με λαν­θα­σμέ­νες". Το προη­γού­με­νο έτος, οι Μπολ­σε­βί­κοι είχαν εγ­γυ­η­θεί ρητά "το δι­καί­ω­μα της μειο­ψη­φί­ας στην υπε­ρά­σπι­ση των από­ψε­ών της και της διε­ξα­γω­γής ενός  ιδε­ο­λο­γι­κού αγώνα, στο βαθμό όμως που οι δια­φο­ρές και οι δια­φω­νί­ες δεν οδη­γούν σε απο­διορ­γά­νω­ση".
Μέσα σε λίγα χρό­νια, όμως, ο Λένιν υπο­χώ­ρη­σε σε πολ­λές από αυτές τις ορ­γα­νω­τι­κές αρχές. Με την ορι­στι­κή ήττα του επα­να­στα­τι­κού κι­νή­μα­τος, που είχε αρ­χί­σει το 1905, μια πε­ρί­ο­δος ακραί­ας αντί­δρα­σης ξε­κί­νη­σε στη Ρωσία από τα τέλη του 1907. Ήταν μια εποχή “απο­διορ­γά­νω­σης και απο­σύν­θε­σης”για την αρι­στε­ρά, με εσω­τε­ρι­κές συ­γκρού­σεις και δια­σπά­σεις, καθώς οι διά­φο­ρες ομά­δες συρ­ρι­κνώ­νο­νταν δρα­μα­τι­κά. Μέσα στις τις γραμ­μές των Μπολ­σε­βί­κων ήταν μια εποχή πικρή γε­μά­τη μάχες φα­τριών και εκ­διώ­ξε­ων, με τον Λένιν να προ­σπα­θεί να επι­βά­λει μια ενιαία “γραμ­μή του κόμ­μα­τος” σχε­τι­κά με τα μέλη. Δεν υπάρ­χει αμ­φι­βο­λία ότι σε αυτές τις δύ­σκο­λες συν­θή­κες κά­ποια αυ­στη­ρο­ποί­η­ση  των ορ­γα­νω­τι­κών πρα­κτι­κών ήταν ανα­γκαία προ­κει­μέ­νου να απο­φευ­χθεί η πλή­ρης κα­τάρ­ρευ­ση των Μπολ­σε­βί­κων, αλλά ο Liebman υπο­στη­ρί­ζει πει­στι­κά ότι ο Λένιν με­τα­κι­νή­θη­κε πολύ μα­κριά προς την κα­τεύ­θυν­ση αυτή, ονο­μά­ζο­ντας αυτή την πε­ρί­ο­δο του "λε­νι­νι­στι­κού σε­χτα­ρι­σμού”.

Το κόμμα με­τα­βάλ­λε­ται

Καθώς οι συν­θή­κες άλ­λα­ξαν, όμως, το ίδιο έκανε ορ­γα­νω­τι­κή πρα­κτι­κή των Μπολ­σε­βί­κων. Η τε­λι­κή ρήξη με τους μεν­σε­βί­κους ήρθε το 1912 κατά τη διάρ­κεια μιας πε­ριό­δου ανα­νέ­ω­σης της μα­χη­τι­κό­τη­τας της ερ­γα­τι­κής τάξης στη Ρωσία. Στη συ­νέ­χεια ήρθαν τα χρό­νια του πο­λέ­μου, δύ­σκο­λα στην αρχή, αλλά τε­λι­κά οδη­γώ­ντας - όπως ο Λένιν πί­στευε - σε μια νέα επα­να­στα­τι­κή άνοδο το Φε­βρουά­ριο του 1917 και την ανα­τρο­πή του Τσά­ρου. Κατά τη δια­δι­κα­σία αυτή, το Μπολ­σε­βί­κι­κο Κόμμα είχε με­τα­μορ­φω­θεί. Αυτή είναι η πε­ρι­γρα­φή του Liebman:
"Αφού υπο­χρε­ώ­θη­κε από τη δύ­να­μη των πε­ρι­στά­σε­ων να ορ­γα­νω­θεί με ένα όχι πολύ δη­μο­κρα­τι­κό τρόπο, ή ακόμη και ου­σια­στι­κά αντι­δη­μο­κρα­τι­κό, το ίδιο το Κόμμα ανοί­χτη­κε  το 1917 με το ζω­ο­ποιό αε­ρά­κι της δη­μο­κρα­τί­ας. Οι κα­νό­νες τη υπό­γειας δου­λειάς, αν και δεν εξα­φα­νί­ζο­νται πλή­ρως, έγι­ναν λι­γό­τε­ρο ση­μα­ντι­κοί από τις με­θό­δους της δη­μό­σιας συ­ζή­τη­σης. Ο μο­νο­λι­θι­κός χα­ρα­κτή­ρας, που ο Λένιν είχε προ­σπα­θή­σει να δώσει στο Κόμμα τα τε­λευ­ταία προ­πο­λε­μι­κά χρό­νια εξα­φα­νί­στη­κε εντε­λώς, δί­νο­ντας τη θέση σε μια ποι­κι­λία τά­σε­ων που ήταν από πολ­λές από­ψεις αντι­φα­τι­κές. Το δι­καί­ω­μα των εν λόγω τά­σε­ων να υπάρ­χουν ... τώρα έγινε πραγ­μα­τι­κό­τη­τα."
Αυτή η πο­λυ­φω­νία, όπως είναι γνω­στό, εκτει­νό­ταν σε όλη τη δια­δρο­μή μέχρι την Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή, όπου βα­σι­κά ζη­τή­μα­τα συ­ζη­τιό­νταν, συχνά μπρο­στά σε κοινό. Τον Απρί­λιο, ο Λένιν δή­λω­σε ότι "θα ήταν σκό­πι­μο να συ­ζη­τή­σου­με ανοι­χτά τις δια­φο­ρές μας" και ο Τρό­τσκι αρ­γό­τε­ρα ανα­φέρ­θη­κε στο έργο του Ιστο­ρία της επα­νά­στα­σης, "όλοι σχε­δόν οι το­πι­κοί φο­ρείς δια­μορ­φώ­νο­νταν σε πλειο­ψη­φί­ες και μειο­ψη­φί­ες". Τα μέλη της μειο­νό­τη­τας υπη­ρε­τού­σαν σε εκτε­λε­στι­κά όρ­γα­να του κόμ­μα­τος είχαν άφθο­νο χώρο στα έντυ­πα του, μι­λού­σαν επί μα­κρόν στα συ­νέ­δριά και γε­νι­κά εξέ­δι­δαν μια έκ­θε­ση μειο­ψη­φί­ας στο τέλος. Ακόμα και όταν, στις πα­ρα­μο­νές της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης, ο Λεβ Κά­με­νεφ και ο Γρη­γό­ρη Ζι­νό­βιεφ δια­φώ­νη­σαν δη­μό­σια με την κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας για λο­γα­ρια­σμό των Σο­βιέτ (τα ερ­γα­τι­κά συμ­βού­λια στα οποία οι Μπολ­σε­βί­κοι κα­τεί­χαν πλέον την πλειο­ψη­φία), βά­ζο­ντας το όλο εγ­χεί­ρη­μα σε κίν­δυ­νο, πα­ρέ­μει­ναν στην Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή, παρά το γε­γο­νός ότι ο Λένιν προ­σω­πι­κά ήθελε να τους απο­μα­κρύ­νει από το κόμμα.
Αιχ­μη­ρές δια­φω­νί­ες και συ­ζη­τή­σεις πα­ρέ­μει­ναν στην ημε­ρή­σια διά­τα­ξη, αφού οι Μπολ­σε­βί­κοι είχαν έρθει στην εξου­σία και κατά τη διάρ­κεια του Εμ­φυ­λί­ου Πο­λέ­μου που ακο­λού­θη­σε αμέ­σως μετά. Υπό αυτές τις ακραί­ες συν­θή­κες, με την επα­νά­στα­ση να πα­λεύ­ει για τη ζωή της, πρώτα ενά­ντια στον απο­κλει­σμό και την ει­σβο­λή, στη συ­νέ­χεια, ενά­ντια στον αντε­πα­να­στα­τι­κό Λευκό Στρα­τό που υπο­στη­ρι­ζό­ταν από τις κα­πι­τα­λι­στι­κές δυ­νά­μεις, δεν είναι έκ­πλη­ξη το γε­γο­νός ότι η μπολ­σε­βί­κι­κη κυ­βέρ­νη­ση αι­σθάν­θη­κε συχνά υπο­χρε­ω­μέ­νη να θε­σπί­σει μέτρα κα­τα­στο­λής κατά των πο­λι­τι­κών της αντί­πα­λης ομά­δας. Αλλά στα πρώτα χρό­νια της επα­νά­στα­σης, τέ­τοια μέτρα είχαν θε­ω­ρη­θεί ως προ­σω­ρι­νά, σκό­πι­μα και συχνά άρο­νταν .
Το 1921, με την οι­κο­νο­μία σε χάος και το μέλ­λον του νέου σο­βιε­τι­κού κρά­τους αβέ­βαιο, οι φρά­ξιες είχαν απα­γο­ρευ­τεί μέσα στο κόμμα των μπολ­σε­βί­κων (που είχε γίνει τώρα  το Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα της Σο­βιε­τι­κής Ένω­σης) . Το μέτρο σαφώς προ­ο­ρι­ζό­ταν να είναι προ­σω­ρι­νό , αλλά καθώς η επα­νά­στα­ση εκ­φυ­λί­στη­κε τα επό­με­να χρό­νια και καθώς πήρε την εξου­σία μια εδραιω­μέ­νη κρα­τι­κή γρα­φειο­κρα­τία υπό την ηγε­σία του Στά­λιν, η απα­γό­ρευ­ση έγινε μό­νι­μη. Όπως η επα­νά­στα­ση πέ­θα­νε, το ίδιο έκανε και ο δη­μο­κρα­τι­κός συ­γκε­ντρω­τι­σμός.
Ωστό­σο,  ακόμα και μέχρι το 1922, , ισχυ­ρές δη­μο­κρα­τι­κές δια­δι­κα­σί­ες ήταν ακόμα εμ­φα­νείς στην Κομ­μου­νι­στι­κή Διε­θνή - το δί­κτυο των επα­να­στα­τι­κών κομ­μά­των από όλο τον κόσμο που ξε­κί­νη­σαν στον από­η­χο της Ρω­σι­κής Επα­νά­στα­σης. Ένα από­σπα­σμα από το τέ­ταρ­το συ­νέ­δριο το Νο­έμ­βριο του ίδιου έτους, αρκεί για να δεί­ξει τον τρόπο με τον οποίο οι φωνές των μειο­νο­τή­των αντι­με­τω­πί­ζο­νταν στις συ­ζη­τή­σεις της Κο­μι­ντέρν:
Πρό­ε­δρος: ο επό­με­νος ομι­λη­τής είναι ο σύ­ντρο­φος Duret, ο οποί­ος εκ­προ­σω­πεί την τάση στο Κομ­μου­νι­στι­κό Κόμμα της Γαλ­λί­ας, που αντι­τί­θε­ται στην τα­κτι­κή του ενω­μέ­νου με­τώ­που. Μας έχει ζη­τή­σει να του δοθεί πε­ρισ­σό­τε­ρο χρόνο ομι­λί­ας, προ­κει­μέ­νου να εξη­γή­σει την άποψη αυτή. Το Προ­ε­δρείο δεν έχει αντίρ­ρη­ση. Τυχόν εν­στά­σεις; Λοι­πόν, απο­φα­σί­ζου­με. Το Προ­ε­δρείο χο­ρη­γεί στον ομι­λη­τή σα­ρά­ντα πέντε λεπτά.
Δυ­στυ­χώς όμως, όπως εκ­φυ­λί­στη­κε η επα­νά­στα­ση στη Ρωσία, έτσι εκ­φυ­λί­στη­κε και η Κο­μι­ντέρν . Μέσα σε λίγα χρό­νια, υπό την ηγε­σία των Ζι­νό­βιεφ (τότε σε συμ­μα­χία με τον Στά­λιν) είχε γίνει ένα ερ­γα­λείο της σο­βιε­τι­κής γρα­φειο­κρα­τί­ας. Στο Πέμ­πτο Συ­νέ­δριο τον Ιού­λιο του 1924 ζή­τη­σε την “Μπολ­σε­βι­κο­ποί­η­ση" των ορ­γα­νώ­σε­ων μελών του και ενέ­κρι­νε "κα­νό­νες συ­μπε­ρι­φο­ράς για την οι­κο­δό­μη­ση" Κομ­μου­νι­στι­κών Κομ­μά­των. Ο τέ­ταρ­τος κα­νό­νας δή­λω­νε : "Πρέ­πει να είναι ένα συ­γκε­ντρω­τι­κό πο­λι­τι­κό κόμμα, που δεν επι­τρέ­πει φρά­ξιες, τά­σεις ή ομά­δες πρέ­πει να συγ­χω­νευ­θούν σε ένα κα­λού­πι."
Η απα­γό­ρευ­ση των φρα­ξιών που ο Λένιν είχε δη­λώ­σει ρητά ως ένα προ­σω­ρι­νό μέτρο που δι­καιο­λο­γού­νταν από τις συν­θή­κες εκτά­κτου ανά­γκης στη Ρωσία, έγινε έτσι ένα μό­νι­μο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό των κομ­μου­νι­στι­κών κομ­μά­των σε όλο τον κόσμο. Σύ­ντο­μα είχαν γίνει πιό­νια της εξω­τε­ρι­κής πο­λι­τι­κής του Στά­λιν που απο­δέ­χο­νταν ασυ­ζη­τη­τί οποια­δή­πο­τε πο­λι­τι­κή γραμ­μή απο­φά­σι­ζε η Μόσχα.

Ο λε­νι­νι­σμός σή­με­ρα

Λοι­πόν σε ποιο ση­μείο βρι­σκό­μα­στε τώρα; Είναι προ­φα­νές ότι δεν υπάρ­χει μόνο ένας ιστο­ρι­κός λε­νι­νι­σμός . Σε πε­ριό­δους υπο­χώ­ρη­σης και κα­τα­στο­λής, ο Λένιν υιο­θέ­τη­σε πρα­κτι­κές εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κές από εκεί­νες που επι­δο­κί­μα­ζε στο απο­κο­ρύ­φω­μα της πάλης. Ορι­σμέ­νες από αυτές τις αλ­λα­γές ήταν δι­καιο­λο­γη­μέ­νες, όχι όλες ίσως, αλλά όσοι από εμάς λει­τουρ­γού­με σή­με­ρα σε συν­θή­κες σχε­τι­κής ελευ­θε­ρί­ας σε σχέση με το δε­σπο­τι­σμό του τσα­ρι­κού κρά­τους ή το χάος της επα­να­στα­τι­κής Ρω­σί­ας κατά το τέλος του εμ­φυ­λί­ου πο­λέ­μου, δεν πρέ­πει να βλέ­που­με αυτές τις πε­ριό­δους ως πρό­τυ­πα για την πο­λι­τι­κή μας πρα­κτι­κή σή­με­ρα.
Σε ορι­σμέ­νες πε­ρι­πτώ­σεις, η επα­να­στα­τι­κή ορ­γά­νω­ση μπο­ρεί να χρεια­στεί να είναι στενά συ­γκε­ντρω­τι­κή και μυ­στι­κή, με τη δη­μο­κρα­τία να μειώ­νε­ται στο ελά­χι­στο. Όμως, στο με­γα­λύ­τε­ρο μέρος του προηγ­μέ­νου κα­πι­τα­λι­στι­κού κό­σμου, δεν είναι αυτή η  πε­ρί­πτω­ση σή­με­ρα, και η δη­μο­κρα­τι­κή πτυχή του δη­μο­κρα­τι­κού συ­γκε­ντρω­τι­σμού θα πρέ­πει επο­μέ­νως να είναι  όσο το δυ­να­τόν πιο εκτε­τα­μέ­νη. Αυτό δεν είναι μόνο και μόνο επει­δή δη­μο­κρα­τι­κή δια­δι­κα­σία λήψης απο­φά­σε­ων είναι καλή από μόνη της, αλλά και επει­δή είναι ένας ζω­τι­κής ση­μα­σί­ας τρό­πος, με τον οποίο οποια­δή­πο­τε ορ­γά­νω­ση ή κόμμα απο­κτά μια ρε­α­λι­στι­κή κα­τα­νό­η­ση του κό­σμου γύρω από αυτό και την πο­ρεία προς τα εμπρός. Όπως το έθεσε ο Duncan Hallas:
Ένα τέ­τοιο κόμμα δεν μπο­ρεί να δη­μιουρ­γη­θεί παρά μόνο σε εντε­λώς δη­μο­κρα­τι­κή βάση. Εκτός αν, στην εσω­τε­ρι­κή του ζωή, η ζω­ντα­νή αντι­πα­ρά­θε­ση απο­τε­λεί τον κα­νό­να και αντι­προ­σω­πεύ­ο­νται οι διά­φο­ρες τά­σεις και απο­χρώ­σεις, ένα σο­σια­λι­στι­κό κόμμα δεν μπο­ρεί να αυ­ξη­θεί πάνω από το επί­πε­δο μιας αί­ρε­σης. Η εσω­τε­ρι­κή δη­μο­κρα­τία δεν είναι κάτι το επι­πλέ­ον, το προ­αι­ρε­τι­κό. Είναι θε­με­λιώ­δους ση­μα­σί­ας για τη σχέση με­τα­ξύ των μελών του κόμ­μα­τος και σε αυ­τούς ανά­με­σα στους οποί­ους δου­λεύ­ουν.
Σε αυτό το ση­μείο δια­φω­νώ με το μο­ντέ­λο του Καλ­λί­νι­κου, ενός κόμ­μα­τος με μια Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή, η οποία είναι είτε μο­νο­λι­θι­κή ή δια­τη­ρεί τις δια­φω­νί­ες της ιδιω­τι­κές, ότι κάνει εκ­στρα­τεί­ες στην ορ­γά­νω­ση με την δική της προ­ο­πτι­κή, αλλά δεν αντι­με­τω­πί­ζει ορ­γα­νω­μέ­νη δια­φω­νία, επει­δή οι φρά­ξιες απα­γο­ρεύ­ο­νται, εκτός από τους μήνες πριν από την ετή­σια διά­σκε­ψη. Η κα­τά­στα­ση είναι ακόμη χει­ρό­τε­ρη αν ανα­πτύσ­σε­ται μια κουλ­τού­ρα, στην οποία οι προ­κλή­σεις για την ηγε­σία αντι­με­τω­πί­ζε­ται με κα­χυ­πο­ψία ή να αντι­με­τω­πί­ζο­νται ως μια μορφή απι­στί­ας.
Το μο­ντέ­λο της ορ­γά­νω­σης του κόμ­μα­τος που υπε­ρα­σπί­ζε­ται ο Καλ­λί­νι­κος επι­κρί­θη­κε πριν από πολλά χρό­νια από τον Chris Harman, μέλος της κε­ντρι­κής επι­τρο­πής του SWP έναν από τους κο­ρυ­φαί­ους θε­ω­ρη­τι­κούς του, μέχρι το θά­να­τό του το 2009. Ο Harman αξιο­λό­γη­σε την εμπει­ρία του SWP στα τέλη της δε­κα­ε­τί­ας του 1970 και κα­τέ­λη­ξε στο συ­μπέ­ρα­σμα ότι οι ηγέ­τες του κόμ­μα­τος είχαν απο­δε­χθεί "την εσφαλ­μέ­νη πα­ρα­δο­χή ότι μπο­ρούν να απο­φύ­γουν τις πο­λι­τι­κές πιέ­σεις που ανα­πτύσ­σο­νται σε μια δυ­σχε­ρή πε­ρί­ο­δο για τους επα­να­στά­τες, πε­ριο­ρί­ζο­ντας τον αριθ­μό των συ­ντρό­φων που συμ­με­τέ­χουν στη λήψη ου­σια­στι­κών απο­φά­σε­ων στην ορ­γά­νω­ση ”. Σύμ­φω­να με τον Harman :
Φτά­σα­με στο στά­διο όπου φο­βό­μα­σταν ότι οποια­δή­πο­τε συ­ζή­τη­ση έξω από μια πολύ μικρή ομάδα συ­ντρό­φων στο κέ­ντρο θα οδη­γού­σε σε πε­ριτ­τούς καυ­γά­δες, σε μια φρα­ξιο­νι­στι­κή ατμό­σφαι­ρα στην ορ­γά­νω­ση, σε πε­ρισ­σό­τε­ρες δια­σπά­σεις και πε­ρισ­σό­τε­ρες απώ­λειες. Ο φόβος του να "τα­ρά­ξου­με τα νερά" όταν οι και­ροί ήταν δύ­σκο­λοι, μας οδή­γη­σε στην υπο­βάθ­μι­ση της ση­μα­σί­ας της συ­ζή­τη­σης για τις εθνι­κές προ­ο­πτι­κές, τη στρα­τη­γι­κή και την τα­κτι­κή.
Ο Harman επε­σή­μα­νε ότι η επί­ση­μη δη­μο­κρα­τία δια­τη­ρή­θη­κε "από την ευ­θύ­νη της Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής για τη διε­ξα­γω­γή ενός ετή­σιου συ­νε­δρί­ου, και από την ύπαρ­ξη ενός Συμ­βου­λί­ου του κόμ­μα­τος …"συμ­βου­λές" του οποί­ου η Κ Ε δεν μπο­ρού­σε να αγνο­ή­σει", αλλά η τυ­πι­κή δη­μο­κρα­τία δεν ήταν αρ­κε­τή. Για κά­ποιο χρο­νι­κό διά­στη­μα η μόνη συ­ζή­τη­ση για τις πο­λι­τι­κές προ­τε­ραιό­τη­τες και την κα­τεύ­θυν­ση της ορ­γά­νω­σης  διε­ξά­γο­νταν μέσα σε μια πολύ στενή ομάδα των μελών της ΣΕ και σε επαγ­γελ­μα­τί­ες. Η στάση απέ­να­ντι στο υπό­λοι­πο της ορ­γά­νω­σης ήταν σχε­δόν “Μην αφή­νε­τε τα παι­διά να μά­θουν ότι δεν τα πάμε πάντα καλά με­τα­ξύ μας".
Μια άλλη συ­νέ­πεια αυτής της μορ­φής ορ­γά­νω­σης είναι ότι οι φο­ρείς της ηγε­σί­ας - συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης και της Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής - φτά­νουν στο ση­μείο να κυ­ριαρ­χού­νται από τους επαγ­γελ­μα­τί­ες του κόμ­μα­τος, που είναι απο­μο­νω­μέ­νοι από την κα­θη­με­ρι­νή εμπει­ρία των μελών στους χώ­ρους ερ­γα­σί­ας τους και στις πα­νε­πι­στη­μιου­πό­λεις.
Ο Harman πί­στευε ότι τα προ­βλή­μα­τα μπο­ρούν να ξε­πε­ρα­στούν με τη δη­μιουρ­γία μιας ισχυ­ρής Εθνι­κής Επι­τρο­πής, που να προ­έρ­χε­ται από τις γραμ­μές της ορ­γά­νω­σης, για να επι­βλέ­πει την Κ Ε. Αλλά μια εθνι­κή Επι­τρο­πή μπο­ρεί πολύ εύ­κο­λα να γίνει μια τυ­πι­κή σφρα­γί­δα, που δεν είναι σε θέση να αμ­φι­σβη­τή­σει την Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή, και αν δεν έχει τα­κτι­κή πρό­σβα­ση στις πλη­ρο­φο­ρί­ες θα πρέ­πει να το επι­διώ­ξει.
Θα υπάρ­ξει πολύ πιο σο­βα­ρός έλεγ­χος ενός κε­ντρι­κού ορ­γά­νου ηγε­σία, αν τα μέλη της ορ­γά­νω­σης μπο­ρούν να ομα­δο­ποι­η­θούν για να αμ­φι­σβη­τή­σουν τις απο­φά­σεις με τις οποί­ες δια­φω­νούν. Το επι­χεί­ρη­μα του Καλ­λί­νι­κου ενά­ντια σε αυτό είναι το να επι­τρέ­ψου­με να υπάρ­χουν τέ­τοιες φρά­ξιες εκτός από ένα σχε­τι­κά σύ­ντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα κάθε χρόνο, ση­μαί­νει να επι­τρέ­ψου­με να ανα­πτυ­χθούν μό­νι­μες φρά­ξιες κάτι  που θα έβλα­πτε σο­βα­ρά την ικα­νό­τη­τα της ορ­γά­νω­σης να πα­ρέμ­βει απο­τε­λε­σμα­τι­κά στον έξω κόσμο.
Αλλά το επι­χεί­ρη­μα αυτό μας φέρ­νει αντι­μέ­τω­πους με μια ψεύ­τι­κη επι­λο­γή - υπάρ­χει με­γά­λη από­στα­ση με­τα­ξύ του να μην υπάρ­χουν κα­θό­λου φρά­ξιες και του να υπάρ­χουν μό­νι­μες φρά­ξιες. Μια φρά­ξια μπο­ρεί να σχη­μα­τι­στεί για να αμ­φι­σβη­τή­σει ένα συ­γκε­κρι­μέ­νο θέμα, κα­τό­πιν όταν το θέμα έχει επι­λυ­θεί, να εξα­φα­νι­στεί. Σύ­ντρο­φοι που βρί­σκο­νται σε δια­φο­ρε­τι­κές πλευ­ρές σε μια δια­φω­νία μπο­ρούν να βρε­θούν στην ίδια πλευ­ρά σε μια άλλη. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση, όπως ο Λέων Τρό­τσκι προει­δο­ποί­η­σε στις αρχές του 1920, ότι η απα­γό­ρευ­ση των φρα­ξιών έχει τους δι­κούς της κιν­δύ­νους:
Αν οι φρά­ξιες είναι ανε­πι­θύ­μη­τες, τότε δεν πρέ­πει να υπάρ­χουν οποιεσ­δή­πο­τε μό­νι­μες ομά­δες Αν δεν υπάρ­χουν μό­νι­μες ομά­δες, θα πρέ­πει να απο­φεύ­γο­νται και οι προ­σω­ρι­νοί όμι­λοι Τέλος, προ­κει­μέ­νου να μην υπάρ­χουν προ­σω­ρι­νές ομά­δες, δεν πρέ­πει να υπάρ­χουν δια­φο­ρές από­ψε­ων, διότι όπου υπάρ­χουν δύο από­ψεις, οι άν­θρω­ποι ανα­πό­φευ­κτα σχη­μα­τί­ζουν ομά­δες.
Το συ­μπέ­ρα­σμα είναι ότι οι επα­να­στα­τι­κές ορ­γα­νώ­σεις σή­με­ρα πρέ­πει να αντλή­σουν τα πιο δη­μο­κρα­τι­κά στοι­χεία της κλη­ρο­νο­μιάς του Λένιν, και όπου χρειά­ζε­ται να δη­μιουρ­γή­σουν νέες, δικές τους δομές και δια­δι­κα­σί­ες. Ο δη­μο­κρα­τι­κός συ­γκε­ντρω­τι­σμός δεν απαι­τεί μόνο τυ­πι­κή δη­μο­κρα­τία πριν από την ενό­τη­τα στη δράση, αλλά μια κουλ­τού­ρα δια­λό­γου και συ­ζή­τη­σης, όπου εκεί­νοι που είναι μειο­ψη­φία να μπο­ρούν να εκ­φρά­σουν τις από­ψεις τους πλή­ρως.
Αυτό είναι το πραγ­μα­τι­κό νόημα του λε­νι­νι­σμού σή­με­ρα.

[Ο Phil Gasper είναι ομό­τι­μος κα­θη­γη­τής στο Πα­νε­πι­στή­μιο Notre Dame de Namur στο­Belmont,  της Κα­λι­φόρ­νια. Κατά το πα­ρελ­θόν έχει δι­δά­ξει στο Πα­νε­πι­στή­μιο Cornell, στο Πα­νε­πι­στή­μιο του Michigan (Ann Arbor), στο Middlebury College, στο Πα­νε­πι­στή­μιο της Κα­λι­φόρ­νια στο Σαν Ντιέ­γκο και στο Πα­νε­πι­στή­μιο του Στάν­φορντ. Ζει και ερ­γά­ζε­ται στο Μά­ντι­σον του Ουι­σκόν­σιν. Ο Gasper είναι συν-εκ­δό­της του The Philosophy of Science (MIT Press, 1991) και έχει συμ­βάλ­λει στη συγ­γρα­φή του Η εξή­γη­ση και τα όριά της (Cambridge, 1990), στο λε­ξι­κό της Φι­λο­σο­φί­ας του Cambridge (2nd ed., 1999), Ο Αγώ­νας για την Πα­λαι­στί­νη (Haymarket, 2002), Διαρ­κής Ει­ρή­νη ή Διαρ­κής πό­λε­μος; (Maisonneuve, 2005), Εγκυ­κλο­παί­δεια του Ακτι­βι­σμού και της Κοι­νω­νι­κής Δι­καιο­σύ­νης (Sage, 2007), Εγκυ­κλο­παί­δεια της φυλής και του Εγκλή­μα­τος (Sage, 2009), Εγκυ­κλο­παί­δεια της ισ­ραη­λι­νό-πα­λαι­στι­νια­κής σύ­γκρου­σης (Lynne Rienner, 2010) και 101 Changemakers (Haymarket, 2012). Ακα­δη­μαϊ­κές δη­μο­σιεύ­σεις του έχουν εμ­φα­νι­στεί επί­σης στη Φι­λο­σο­φι­κή Κρι­τι­κή , Φι­λο­σο­φία της Επι­στή­μης , στη Ρι­ζι­κή Φι­λο­σο­φία Επι­θε­ώ­ρη­ση των Βι­βλί­ων και της Υπα­τί­ας . Είναι στην συ­ντα­κτι­κή ομάδα, και γρά­φει στη δι­μη­νιαία στήλη "Κρι­τι­κή Σκέψη", για τη Διε­θνή Σο­σια­λι­στι­κή Επι­θε­ώ­ρη­ση , και είναι συ­νερ­γά­της στο Socialist Worker , CounterPunch , ZNet και MRzine .]

Ετικέτες