Η επικράτηση Φ. Φιγιόν στη γαλλική Δεξιά.

Δυ­σκο­λεύ­ε­ται πλέον σή­με­ρα ο νους να χω­ρέ­σει το μεί­ζον πο­λι­τι­κό γε­γο­νός, σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο, της ανα­μέ­τρη­σης στις προ­σε­χείς προ­ε­δρι­κές εκλο­γές της Γαλ­λί­ας (Απρί­λιος – Μάιος 2017), ανά­με­σα στον ακραία συ­ντη­ρη­τι­κό των ρε­που­μπλι­κα­νών Φραν­σουά Φι­γιόν (που επι­κρά­τη­σε συ­ντρι­πτι­κά στο δεύ­τε­ρο γύρο των προ­κρι­μα­τι­κών εκλο­γών της ρε­που­μπλι­κα­νι­κής δε­ξιάς) με στην ακραία δεξιά Μαρίν Λεπέν του Εθνι­κού Με­τώ­που, μια αντι­πα­ρά­θε­ση πρω­το­φα­νούς χα­ρα­κτή­ρα για την ίδια τη γαλ­λι­κή ιστο­ρία. Μια κε­ντρι­κή, ανα­πτυγ­μέ­νη κα­πι­τα­λι­στι­κή χώρα, με αδια­τά­ρα­κτη τη λει­τουρ­γία της αστι­κής δη­μο­κρα­τί­ας επί μα­κρόν, μια κοι­νω­νία του δια­φω­τι­σμού και των επα­να­στά­σε­ων (1789, 1848), της Πα­ρι­σι­νής Κομ­μού­νας (1871), του Λαϊ­κού Με­τώ­που του 1936, του Μάη του 1968, να βρί­σκε­ται μπρο­στά στην επι­λο­γή ανά­με­σα σε δύο εναλ­λα­κτι­κές λύ­σεις που δεν είναι παρά πα­ραλ­λα­γές του ίδιου απύθ­με­νου συ­ντη­ρη­τι­σμού. Οι συ­νέ­πειες δεν θα αφο­ρούν πλέον την ανά­δει­ξη ενός εξαι­ρε­τι­κά ζο­φε­ρού μέλ­λο­ντος για την γαλ­λι­κή κοι­νω­νία, αλλά ολό­κλη­ρη τη δυ­τι­κή ευ­ρω­παϊ­κή ήπει­ρο, μια και στην ανα­το­λι­κή ήδη υπάρ­χει ο εθι­σμός σε τέ­τοια ακρο­δε­ξιά φαι­νό­με­να.

Συ­γκλί­σεις και απο­κλί­σεις στις δύο μορ­φές της ακραί­ας δε­ξιάς

          Δεν πρό­κει­ται πλέον για το σκη­νι­κό των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών του 2002, όπου βρέ­θη­καν αντι­μέ­τω­ποι ο Ζακ Σιράκ και ο Ζαν Μαρί Λεπέν, και όπου η αντι­πα­ρά­θε­ση έληξε «αναί­μα­κτα» με το πο­σο­στό του 82% που κα­τόρ­θω­σε να απο­σπά­σει ο πρώ­τος, ένα­ντι του 18% του δεύ­τε­ρου, στον δεύ­τε­ρο γύρο των εκλο­γών, όπου λει­τούρ­γη­σαν τα δη­μο­κρα­τι­κά «αντα­να­κλα­στι­κά» μιας ολό­κλη­ρης κοι­νω­νί­ας. Πρό­κει­ται για μια ανα­μέ­τρη­ση ακόμη δυ­σμε­νέ­στε­ρων δια­στά­σε­ων από ό,τι στις πρό­σφα­τες αμε­ρι­κα­νι­κές προ­ε­δρι­κές εκλο­γές, ανά­με­σα στον ακραίο νε­ο­συ­ντη­ρη­τι­σμό του Ντό­ναλντ Τράμπ, που τε­λι­κά επι­κρά­τη­σε, και την Χί­λα­ρι Κλί­ντον, που πα­ρό­λη την εκ­προ­σώ­πη­ση του οι­κο­νο­μι­κού κα­τε­στη­μέ­νου στις ΗΠΑ, δεν έπαυε να έχει την υπο­στή­ρι­ξη του ρεύ­μα­τος του Μπέρ­νυ Σά­ντερς , αλλά και επι­φα­νώς πα­ρα­γό­ντων του ίδιου του ρε­που­μπλι­κα­νι­κού κόμ­μα­τος. Ούτε πρό­κει­ται για μια πε­ρί­πτω­ση όπως η αυ­στρια­κή όπου η ανα­μέ­τρη­ση ανά­με­σα στην ακρο­δε­ξιά και τη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία, προσ­δί­δει δια­φο­ρε­τι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά σ’ αυτό τον πο­λι­τι­κό αντα­γω­νι­σμό. Στη γαλ­λι­κή πε­ρί­πτω­ση η Αρι­στε­ρά υπό τον Ζαν Λυκ Με­λαν­σόν, η Κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά των σο­σια­λι­στών, και ακόμη η «με­τριο­πα­θής» δεξιά του Αλέν Ζυπέ, εξο­βε­λί­ζο­νται ήδη από τον πρώτο γύρο και βλέ­πουν να ορ­θώ­νε­ται μπρο­στά τους το δί­λημ­μα της επι­λο­γής με­τα­ξύ δε­ξιού εξ­τρε­μι­σμού και ακραί­ου συ­ντη­ρη­τι­σμού, με­τα­ξύ Σκύ­λας και Χά­ρυ­βδης, χωρίς τη δυ­να­τό­τη­τα ελιγ­μών που διέ­σω­σαν το πλοίο του Οδυσ­σέα.

          Βέ­βαια η επι­λο­γή του σκλη­ρο­πυ­ρη­νι­κού δε­ξιού Φραν­σουά Φι­γιόν, φέ­ρε­ται να ενο­χλεί την Μαρίν Λεπέν του Εθνι­κού Με­τώ­που, εφό­σον ένας ακραία συ­ντη­ρη­τι­κός λόγος του υπο­ψη­φί­ου των ρε­που­μπλι­κα­νών, μπο­ρεί να επη­ρε­ά­σει το δικό της ακρο­α­τή­ριο και να απο­σπά­σει ένα μέρος του. Εντού­τοις όμως μπο­ρεί να ισχυ­ρι­σθεί κα­νείς ότι και το αντί­στρο­φο μπο­ρεί να συμ­βεί : Όσο ο πο­λι­τι­κός άξο­νας της χώρας με­τα­το­πί­ζε­ται προς τα ακρο­δε­ξιά (Φρουν­σουά Φι­γιόν ένα­ντι Αλέν Ζυπέ), τόσο δια­μορ­φώ­νε­ται ευ­νοϊ­κό πο­λι­τι­κό έδα­φος για την επέ­κτα­ση του πο­λι­τι­κού λόγου της Μαρίν Λεπέν στο ρε­που­μπλι­κα­νι­κό εκλο­γι­κό σώμα. Σε κάθε πε­ρί­πτω­ση δεν πρό­κει­ται σ’ αυτή την ανα­μέ­τρη­ση να ισχύ­σουν τα κρι­τή­ρια του 2002 για ένα ση­μα­ντι­κό τμήμα του γαλ­λι­κού εκλο­γι­κού σώ­μα­τος, που υπο­λο­γί­ζε­ται γύρω στο 30% (Μέ­τω­πο Αρι­στε­ράς + Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα + Πρά­σι­νοι κλπ.) : Τι θα συ­νη­γο­ρεί υπέρ της κα­τα­ψή­φι­σης της Μαρίν Λεπέν στον δεύ­τε­ρο γύρο, και υπέρ της υπερ­ψή­φι­σης του Φραν­σουά Φι­γιόν, εφό­σον και οι δύο απο­τε­λούν πα­νο­μοιό­τυ­πες όψεις του ιδίου νο­μί­σμα­τος; Όποια πε­ρί­πτω­ση και από τις δύο επι­κρα­τή­σει, ο ερ­γα­ζό­με­νος λαϊ­κός κό­σμος δεν θα έχει παρά να πε­ρι­μέ­νει τη ρα­γδαία επι­δεί­νω­ση των όρων ερ­γα­σί­ας του, πε­ρί­θαλ­ψης, εκ­παί­δευ­σης, πο­λι­τι­σμού.

          Η γαλ­λι­κή ρε­που­μπλι­κα­νι­κή δεξιά με τον Φραν­σουά Φι­γιόν (κι’ όχι λι­γό­τε­ρο είναι αλή­θεια και με τον Αλέν Ζυπέ), μπρο­στά στην κοι­νω­νι­κή χρε­ο­κο­πία του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, δεν προ­τεί­νει παρά την ενί­σχυ­ση και πα­ρα­πέ­ρα όξυν­ση των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών. Σ’ αυτή της την επι­δί­ω­ξη έχει κα­θα­ρά τα­ξι­κή βάση : Την ισχυ­ρή γαλ­λι­κή ερ­γο­δο­σία (Medef), που συ­σπει­ρώ­νει το σύ­νο­λο της αστι­κής τάξης, την πλειο­νό­τη­τα των μι­κρο­α­στι­κών στρω­μά­των, και την διευ­θυ­ντι­κή τε­χνο­κρα­τία του δη­μό­σιου και του επι­χει­ρη­μα­τι­κού τομέα, αντί­στοι­χη με αυτή της ελ­λη­νι­κής συ­ντη­ρη­τι­κής πα­ρά­τα­ξης. Οι θέ­σεις που προ­ά­γει είναι ανοι­χτά εξο­ντω­τι­κές για την ερ­γα­ζό­με­νη γαλ­λι­κή πλειο­ψη­φία : Κα­τάρ­γη­ση του 35ω­ρου και κα­θιέ­ρω­ση της εβδο­μά­δας ερ­γα­σί­ας των 39 ωρών, ιδιαί­τε­ρα στις δη­μό­σιες υπη­ρε­σί­ες, και 500 χι­λιά­δες απο­λύ­σεις δη­μο­σί­ων υπαλ­λή­λων από τα 5,4 εκα­τομ­μύ­ρια που είναι συ­νο­λι­κά (9%). Μ’ αυτό τον τρόπο επι­διώ­κε­ται η συ­γκρά­τη­ση των δη­μο­σιο­νο­μι­κών δα­πα­νών και η «εξοι­κο­νό­μη­ση» 15 δι­σε­κατ. ευρώ, ενώ η πρό­σθε­τη αμοι­βή των επι­πλέ­ον ωρών ερ­γα­σί­ας θα επι­φέ­ρει απε­να­ντί­ας αύ­ξη­ση των εξό­δων της τάξης των 20 δι­σε­κατ. ευρώ.

 Αντι­τί­θε­ται σε κάθε μορφή πολύ - πο­λι­τι­σμι­κό­τη­τας της γαλ­λι­κής κοι­νω­νί­ας, όπου οι γάλ­λοι αρα­βι­κής κα­τα­γω­γής αντι­προ­σω­πεύ­ουν ένα σε­βα­στό πο­σο­στό του πλη­θυ­σμού, και απαι­τεί την «ομο­γε­νο­ποί­η­ση» (assimilation) των με­τα­να­στών και των προ­σφύ­γων στον κα­θα­ρά γαλ­λι­κό εθνι­κό κορμό. Δεν δι­στά­ζει να εκ­φρά­σει τον συ­ντη­ρη­τι­σμό του ένα­ντι της θε­σμι­κής ανα­γνώ­ρι­σης των ομό­φυ­λων ζευ­γα­ριών και απο­τρέ­πει κάθε πε­ρί­πτω­σης υιο­θε­σί­ας για τα ομό­φυ­λα ζευ­γά­ρια. Προ­φα­νώς τα βάζει με τους γάλ­λους ερ­γα­ζό­με­νους που «ερ­γά­ζο­νται λι­γό­τε­ρο» (αυτό κάτι μας θυ­μί­ζει) από ό,τι σε γει­το­νι­κές χώρες, τη στιγ­μή που η πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τα στη Γαλ­λία είναι από τις υψη­λό­τε­ρες στην Ευ­ρώ­πη. Στο­χεύ­ει στην μεί­ω­ση της φο­ρο­λο­γί­ας των επι­χει­ρή­σε­ων από  το 33% στο 22%, καθώς και στην κα­τάρ­γη­ση του φόρου της με­γά­λης ακί­νη­της πε­ριου­σί­ας. Πι­στεύ­ει στην γε­νι­κή μεί­ω­ση των κοι­νω­νι­κών δα­πα­νών ενώ εξε­τά­ζει την αύ­ξη­ση του ΦΠΑ κατά 2 μο­νά­δες. Συ­νο­λι­κά επι­χει­ρεί­ται η μεί­ω­ση των δη­μό­σιων δα­πα­νών κατά 100 δι­σε­κατ. ευρώ στην πε­ντα­ε­τία 2017 – 22, πράγ­μα που κατά τον Μπεν­ζα­μέν Κοριά θα βου­λιά­ξει τη γαλ­λι­κή οι­κο­νο­μία σε έναν πα­ρα­τε­τα­μέ­νο υφε­σια­κό κύκλο. Κι’ αυτό γιατί όπως υπο­στη­ρί­ζει ο γάλ­λος οι­κο­νο­μο­λό­γος οι δη­μό­σιες δα­πά­νες δια­χέ­ο­νται άμεσα στην οι­κο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα, έτσι ώστε μια αύ­ξη­σή τους κατά 1 μο­νά­δα επι­φέ­ρει αύ­ξη­ση του ΑΕΠ κατά 1,3 μο­νά­δες. Σε τε­λι­κή ανά­λυ­ση υπο­λο­γί­ζε­ται ότι με αυτό τον ακραίο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό η γαλ­λι­κή δεξιά θα επι­φέ­ρει μεί­ω­ση του ΑΕΠ στην προ­ε­δρι­κή πε­ντα­ε­τία συ­νο­λι­κά 3,5%, αντί να προ­κα­λεί με­γέ­θυν­ση του­λά­χι­στον κατά 1,5% ετη­σί­ως.

          Από την άλλη πλευ­ρά ρι­ζι­κά δια­φο­ρε­τι­κή είναι η άλλη όψη του νο­μί­σμα­τος του ακραί­ου συ­ντη­ρη­τι­σμού, του Εθνι­κού Με­τώ­που με την προ­ε­δρι­κή υπο­ψη­φιό­τη­τα της Μαρίν Λεπέν, αυτού που έχει ονο­μα­σθεί «ξαν­θός τρό­μος» με το «μπλε τρια­ντά­φυλ­λο» στο χέρι, έμ­βλη­μα της προ­ε­κλο­γι­κής της εκ­στρα­τεί­ας. Κυ­ρί­αρ­χη δια­φο­ρο­ποί­η­ση είναι ότι ενώ οι γάλ­λοι ρε­που­μπλι­κα­νοί εκ­φρά­ζουν πο­λι­τι­κά το ισχυ­ρό μπλοκ των «από πάνω» (αστι­κή και μι­κρο­α­στι­κές τά­ξεις), το Εθνι­κό Μέ­τω­πο έχει κα­τορ­θώ­σει να ανα­δει­χθεί σε φορέα έκ­φρα­σης των «από κάτω», αυτό που σε προη­γού­με­νες πε­ριό­δους ήταν η ίδια η Αρι­στε­ρά. Πρω­ταρ­χι­κή του απεύ­θυν­ση είναι οι «χα­μέ­νοι» της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης δια­χεί­ρι­σης των «κα­τε­στη­μέ­νων» δυ­νά­με­ων (δε­ξιών και σο­σια­λι­στών), όπως οι άνερ­γοι που φτά­νουν στο 10% του συ­νο­λι­κού ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού της χώρας κλπ., στους οποί­ους δεν προ­τεί­νει ένα συ­νε­κτι­κό εναλ­λα­κτι­κό πρό­γραμ­μα, που θα μπο­ρού­σε να απα­ντή­σει στην ικα­νο­ποί­η­ση ση­μα­ντι­κών λαϊ­κών ζη­τη­μά­των, αλλά εντο­πί­ζει συ­στη­μα­τι­κά «εξι­λα­στή­ρια θύ­μα­τα» για την κοι­νω­νι­κή τους πα­ρα­φθο­ρά, όπως ιδιαί­τε­ρα είναι οι με­τα­νά­στες και οι πρό­σφυ­γες.

          Η «οι­κειο­ποί­η­ση» του φόβου που δια­κα­τέ­χει ση­μα­ντι­κά στρώ­μα­τα της γαλ­λι­κής κοι­νω­νί­ας, ένα­ντι της με­τα­νά­στευ­σης, του κομ­μου­νι­σμού, της οι­κο­νο­μι­κής κρί­σης, αντι­προ­σω­πεύ­ει την κύρια ουσία των πο­λι­τι­κών εκ­προ­σω­πή­σε­ων της Μαρίν Λεπέν. Αυτή η «πα­τριω­τι­κή» λαϊκή δεξιά, επι­ζη­τεί έτσι την απο­χώ­ρη­ση από την Ευ­ρω­παϊ­κή Ένωση και την Ευ­ρω­ζώ­νη, προ­κει­μέ­νου όμως να προ­ω­θή­σει έναν ασφυ­κτι­κό οι­κο­νο­μι­κό προ­στα­τευ­τι­σμό της γαλ­λι­κής κα­πι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης, ορ­θώ­νο­ντας ση­μα­ντι­κούς δα­σμο­λο­γι­κούς φραγ­μούς. Υπο­στη­ρί­ζει την λει­τουρ­γία στοι­χεια­κών μη­χα­νι­σμών κρά­τους πρό­νοιας, προ­ο­ρι­σμέ­νων όμως μόνον για τους γάλ­λους υπη­κό­ους, ενώ ταυ­τό­χρο­να επι­διώ­κει τη ρι­ζι­κή μεί­ω­ση των κρα­τι­κών δα­πα­νών και των δη­μό­σιων υπη­ρε­σιών. Επι­πρό­σθε­τα επι­ζη­τά την επι­βο­λή μιας δρα­κό­ντειας αστυ­νό­μευ­σης της γαλ­λι­κής κοι­νω­νί­ας, εφό­σον άλ­λω­στε προ­τεί­νει την επα­να­φο­ρά της θα­να­τι­κής ποι­νής με δη­μο­ψή­φι­σμα.

Προ­φα­νώς, και αυτό είναι το ση­μα­ντι­κό­τε­ρο όλων, αυτή η πο­λι­τι­κή της άκρας δε­ξιάς του Εθνι­κού Με­τώ­που ανα­πτύ­χθη­κε και βρήκε πρό­σφο­ρο έδα­φος στην ανε­πάρ­κεια πο­λι­τι­κής έκ­φρα­σης, κοι­νω­νι­κής ορ­γά­νω­σης, εναλ­λα­κτι­κού προ­ο­δευ­τι­κού προ­σα­να­το­λι­σμού των πλη­βεια­κών στρω­μά­των, τόσο από την πλευ­ρά του γαλ­λι­κού ΚΚ, όσο και από την πλευ­ρά του κυ­βερ­νη­τι­κού Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος. Όταν η απή­χη­ση του γαλ­λι­κού ΚΚ απο­μειώ­θη­κε από το 15% του 1981 στο 2% του 2007 (στις αντί­στοι­χες προ­ε­δρι­κές εκλο­γές), το λαϊκό του ακρο­α­τή­ριο τρο­φο­δό­τη­σε το 14% - 18% του Εθνι­κού Με­τώ­που στα τε­λευ­ταία 30 χρό­νια. Και αντί­στοι­χα η επιρ­ροή του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος από το 29% του 2012, στο ση­με­ρι­νό επί­πε­δο του 15%.

Η ιστο­ρι­κή πρό­κλη­ση του γαλ­λι­κού Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς

          Πώς θα μπο­ρού­σε να απο­τρα­πεί αυτή η τρο­χιά προς τα κοι­νω­νι­κά τάρ­τα­ρα, αυτή η πο­ρεία προς τον λαϊκό όλε­θρο ; Δύο είναι οι πε­ρι­πτώ­σεις που θα μπο­ρού­σαν να κλο­νί­σουν και να ανα­δια­τά­ξουν αυτό το ανα­τρι­χια­στι­κό σκη­νι­κό των προ­σε­χών προ­ε­δρι­κών εκλο­γών. Η μία έχει να κάνει με την ανά­δει­ξη και τον ρόλο ενός απερ­για­κού ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, το οποίο εντού­τοις υπήρ­ξε και κα­τα­γρά­φη­κε το πρώτο οκτά­μη­νο του 2016, με αφορ­μή τον κα­θο­ρι­στι­κό για την ερ­γα­τι­κή τάξη νόμο Μι­ριάμ Ελ Κομρί. Πα­ρό­λα αυτά αυτό το επί­μο­νο, κλι­μα­κω­μέ­νο και ώριμο ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα δεν κα­τά­φε­ρε να ανα­τρέ­ψει τα κοι­νω­νι­κά δε­δο­μέ­να, και εξ αντα­να­κλά­σε­ως τους πο­λι­τι­κούς συ­σχε­τι­σμούς. Κι’ αυτό όχι γιατί δεν κα­τόρ­θω­σε να απο­τρέ­ψει την κα­τε­δά­φι­ση θε­με­λιω­δών δια­τά­ξε­ων του γαλ­λι­κού Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, εφό­σον άλ­λω­στε η σο­σια­λι­στι­κή κυ­βέρ­νη­ση είχε τη δυ­να­τό­τη­τα και χρη­σι­μο­ποί­η­σε τη συ­νταγ­μα­τι­κή διά­τα­ξη για επι­κύ­ρω­ση του νόμου με πα­ρά­καμ­ψη της Εθνι­κής Αντι­προ­σω­πεί­ας.

          Το κυ­ρί­αρ­χο ζή­τη­μα πα­ρέ­μει­νε σ’ όλη τη διάρ­κεια αυτού του «θερ­μού» οκτα­μή­νου του 2016, ότι δεν κα­τόρ­θω­σε να κι­νη­το­ποι­ή­σει απερ­για­κά, και κατά τρόπο ενω­τι­κό και υπο­δειγ­μα­τι­κό ( αρ­ρα­γές τα­ξι­κό μέ­τω­πο Intersyndicale των Cgt, Force Ouvriere, Solidaires κλπ.), παρά μόνον ένα 10 % - 15% του συ­νο­λι­κού ερ­γα­τι­κού δυ­να­μι­κού (δύο με τρία εκα­τομ­μύ­ρια μι­σθω­τούς επί συ­νό­λου 22 εκα­τομ­μυ­ρί­ων), γιατί συ­να­ντού­σε ανυ­πέρ­βλη­τα σχε­δόν πο­λι­τι­κά εμπό­δια : Ο κό­σμος του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος δεν κι­νη­το­ποι­ή­θη­κε, εφό­σον ήταν η ίδια η δική του κυ­βέρ­νη­ση που ει­σή­γα­γε την με­ταρ­ρύθ­μι­ση των ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων, ενώ το υπό­λοι­πο σώμα του ερ­γα­τι­κού πλη­θυ­σμού απο­δεί­χθη­κε ότι βρί­σκε­ται υπό την εκλο­γι­κή επιρ­ροή του Ρε­που­μπλι­κα­νι­κού Κόμ­μα­τος και του Εθνι­κού Με­τώ­που, και ως εκ τού­του αντι­με­τώ­πι­ζε απο­στα­σιο­ποι­η­μέ­να το ερ­γα­τι­κό απερ­για­κό κί­νη­μα. Το συν­δι­κα­λι­στι­κό κί­νη­μα χωρίς μια κε­ντρι­κή αρι­στε­ρή εναλ­λα­κτι­κή λύση έχει κα­θο­ρι­σμέ­να όρια, όπως και η Αρι­στε­ρά δίχως ερ­γα­τι­κή κοι­νω­νι­κή υπό­βα­ση δεν μπο­ρεί να πάει πέρα από ένα ορι­σμέ­νο ση­μείο.

          Η δεύ­τε­ρη πε­ρί­πτω­ση που θα μπο­ρού­σε εν δυ­νά­μει να τρο­πο­ποι­ή­σει τους συ­σχε­τι­σμούς και να βάλει στο δεύ­τε­ρο γύρο των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών μια αρι­στε­ρή υπο­ψη­φιό­τη­τα, και  που είναι ένα κα­θα­ρά «θε­ω­ρη­τι­κό» σε­νά­ριο, που όμως χρειά­ζε­ται να ανα­δει­κνύ­ε­ται, είναι η δια­μόρ­φω­ση ενός κοι­νού μπλοκ προ­ε­δρι­κής υπο­ψη­φιό­τη­τας (Μέ­τω­πο της Αρι­στε­ράς + Σο­σια­λι­στι­κό Κόμμα + Πρά­σι­νοι). Αυτό βέ­βαια υπό την ηγε­μο­νία του Ζαν Λυκ Με­λαν­σόν και με ένα πρό­γραμ­μα αυ­θε­ντι­κά προ­ο­δευ­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα. Σ’ αυτή την πε­ρί­πτω­ση θα μπο­ρού­σε με βά­σι­μους όρους να διεκ­δι­κη­θεί η συμ­με­το­χή στο δεύ­τε­ρο γύρο, με εντε­λώς απρό­βλε­πτες συ­νέ­πειες. Μια τέ­τοια αρι­στε­ρή υπο­ψη­φιό­τη­τα, με την δρο­μο­λό­γη­ση μιας αντί­στοι­χης κι­νη­μα­τι­κής λο­γι­κής, θα μπο­ρού­σε να φτά­σει στον πρώτο γύρο στο ύψος του 30% και να πε­ρά­σει στο δεύ­τε­ρο γύρο, δη­μιουρ­γώ­ντας εντε­λώς άλλα δε­δο­μέ­να.

          Προ­φα­νώς αυτό φα­ντά­ζει ως ένα σε­νά­ριο επι­στη­μο­νι­κής φα­ντα­σί­ας με δε­δο­μέ­νο το βίο και την πο­λι­τεία της σο­σια­λι­στι­κής δια­κυ­βέρ­νη­σης στην τε­λευ­ταία πε­ντα­ε­τία (2012 – 16), η οποία πέραν των άλλων προ­χώ­ρη­σε στην ψή­φι­ση των αντερ­γα­τι­κών νόμων Εμ­μα­νου­έλ Μα­κρόν (2015) και Μι­ριάμ Ελ Κομρί (2016), πα­ρα­κάμ­πτο­ντας την ίδια τη δη­μο­κρα­τι­κή δια­δι­κα­σία της κοι­νο­βου­λευ­τι­κής επι­κύ­ρω­σης. Αυτό δεί­χνει ότι λει­τουρ­γεί ένα σύ­νο­λο σο­σια­λι­στών βου­λευ­τών που είχαν αρ­νη­θεί να ψη­φί­σουν αυ­τούς τους δύο νό­μους κα­τε­δά­φι­σης του Κώ­δι­κα Ερ­γα­σί­ας, ένα ρήγμα στο εσω­τε­ρι­κό του Σο­σια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος που θα μπο­ρού­σε να αξιο­ποι­η­θεί και να διευ­ρυν­θεί. Άλ­λω­στε η εν­δε­χό­με­νη υπο­ψη­φιό­τη­τα Φραν­σουά Ολ­λάντ ή Εμ­μα­νου­έλ Μα­κρόν, όλοι γνω­ρί­ζουν ότι είναι αδύ­να­το να εξα­σφα­λί­σει την εί­σο­δο στο δεύ­τε­ρο γύρο των προ­ε­δρι­κών εκλο­γών της Άνοι­ξης 2017, όπως είναι απα­ξιω­μέ­νη η σο­σια­λι­στι­κή κυ­βερ­νη­τι­κή δια­χεί­ρι­ση.

          Άρα μόνον μία ανοι­χτή λαϊκή προ­ε­κλο­γι­κή εκ­στρα­τεία του Με­τώ­που της Αρι­στε­ράς, που έχει ήδη την αφε­τη­ρία του 11% στις προ­ε­δρι­κές του 2012, με στό­χευ­ση να κα­τα­στεί κυ­ρί­αρ­χη δύ­να­μη στη γαλ­λι­κή Αρι­στε­ρά ένα­ντι των σο­σια­λι­στών του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού (αυτό που τεί­νει να συμ­βεί στην Ισπα­νία με τους Unidos Podemos, και που έγινε στην Ελ­λά­δα το 2012 με τον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, ανε­ξάρ­τη­τα από την με­τέ­πει­τα μνη­μο­νια­κή του με­τάλ­λα­ξη), είναι δυ­να­τό να αρ­χί­ζει να τρο­πο­ποιεί τα πο­λι­τι­κά δε­δο­μέ­να. Αυτό σε πα­ραλ­λη­λία με την ικα­νό­τη­τα δια­τή­ρη­σης στην επι­φά­νεια μορ­φών του κι­νή­μα­τος του πρώ­του οκτα­μή­νου του 2016 για την υπε­ρά­σπι­ση των ερ­γα­τι­κών δι­καιω­μά­των, και την ερ­γα­τι­κή κοι­νω­νι­κή πα­ρου­σία στο κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό προ­σκή­νιο. Και τέλος με την ανά­πτυ­ξη της ικα­νό­τη­τας επα­να­σύν­δε­σης του Αρι­στε­ρού Με­τώ­που με τον κόσμο της λαϊ­κής επιρ­ρο­ής του Εθνι­κού Με­τώ­που, με τα στρώ­μα­τα των από­κλη­ρων και πλη­βεί­ων, επι­τυγ­χά­νο­ντας την με­τα­τό­πι­σή τους σε μια αξιό­πι­στη, ρε­α­λι­στι­κή και φε­ρέγ­γυα εναλ­λα­κτι­κή προ­ο­δευ­τι­κή λύση.   

Ετικέτες