Η Confidustria υπέρ του ΝΑΙ, η Αριστερά υπέρ του ΟΧΙ.
Το άρθρο αυτό γράφεται καθώς η μάχη του δημοψηφίσματος για τροποποιήσεις στο Σύνταγμα στην Ιταλία μπαίνει στην τελική ευθεία, με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις πριν αρχίσει η περίοδος απαγόρευσής τους να δίνουν προβάδισμα στο ΟΧΙ, αλλά με σημαντικό αριθμό αναποφάσιστων.
Πρόκειται για μια πολύ κρίσιμη στιγμή στην πορεία των πολιτικών εξελίξεων στην Ιταλία, που έχει προκαλέσει διχασμούς στα πολιτικά στρατόπεδα. Το Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι προφανώς έχει πάρει επίσημη θέση υπέρ του ΝΑΙ, αλλά θεωρείται διαιρεμένο πάνω στο ζήτημα και σοβαρό τμήμα του ενδεχομένως θα στηρίξει το ΟΧΙ. Στο χώρο της Δεξιάς υπάρχει επίσης διχασμός, με τη Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι να στηρίζει το ΟΧΙ, τη Νέα Κεντροδεξιά (παλιότερη διάσπαση του μπερλουσκονικού κόμματος που είχε προκύψει ύστερα από «παρέμβαση» στελεχών της Confidustria για την ανάγκη μιας πιο «υπεύθυνης» Δεξιάς) να στηρίζει το ΝΑΙ, ενώ με το ΟΧΙ συντάσσεται η ακροδεξιά Λίγκα του Βορρά. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, που εμφανίζεται «πέραν Αριστεράς και Δεξιάς», στηρίζει το ΟΧΙ. Τέλος, με το ΟΧΙ συντάσσονται όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς.
Τυπικά, πρόκειται για μια τεχνοκρατική παρέμβαση, που θα «διευκολύνει τη διακυβέρνηση»: Η μεταρρύθμιση περιορίζει τις εξουσίες της Γερουσίας, ενισχύοντας την Κάτω Βουλή, απλοποιεί τις νομοθετικές διαδικασίες και περιορίζει τις αρμοδιότητες των Περιφερειών.
Αλλά πίσω από την ουδέτερη περιγραφή «αποτελεσματικότερης διακυβέρνησης», υπάρχει ένα ταξικό περιεχόμενο. Σύμφωνα με τον «Economist», ο Φραντσέσκο Σταράτσε, διευθυντής του ενεργειακού γίγαντα Enel (δραστηριοποιείται στον τομέα του ηλεκτρισμού και είναι από τους «εθνικούς πρωταθλητές» του ιταλικού καπιταλισμού), θεωρεί πως οι αλλαγές θα είναι θετικές αν οι πολιτικοί τις δουν ως σινιάλο να προωθήσουν περισσότερες μεταρρυθμίσεις που θα απορυθμίζουν την οικονομία και θα ενισχύουν τον ανταγωνισμό: «Περιμέναμε γι’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις 25 χρόνια και θα είναι κρίμα να υποχρεωθούμε να περιμένουμε κι άλλο» δήλωσε για το ενδεχόμενο να επικρατήσει το ΟΧΙ. Αντίθετα το ΝΑΙ θα στείλει, λέει, θετικό μήνυμα στους επενδυτές: «Μπορούμε να αλλάξουμε νόμους που κρατούσαν καθηλωμένη την παραγωγικότητα για δεκαετίες». Με αντίστοιχες δηλώσεις και προσδοκίες είναι διανθισμένο όλο το ρεπορτάζ της «ναυαρχίδας» του καπιταλιστικού Τύπου.
Καθόλου τυχαία λοιπόν η Confidustria αλλά και άλλες μεγάλες επιχειρηματικές ενώσεις έχουν ριχτεί στη μάχη υπέρ του ΝΑΙ. Ευτυχώς η CGIL, η μεγαλύτερη εργατική συνομοσπονδία στην Ιταλία, το Σεπτέμβρη πήρε θέση υπέρ του ΟΧΙ και δεν υπέκυψε στους στενούς δεσμούς της με το Δημοκρατικό Κόμμα. Η καμπάνια της CGIL είναι αντιφατική ή και με «μισή καρδιά» σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά ήταν μια κρίσιμη απόφαση που βοηθά να αποκτήσει ταξικό περιεχόμενο η αντιπαράθεση και να μη μονοπωληθεί το ΟΧΙ από δεξιές δυνάμεις. Σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα, θετική εξέλιξη ήταν και η στάση της Ένωσης των Παρτιζάνων, με το τεράστιο αντιφασιστικό, ηθικό και πολιτικό τους βάρος, υπέρ του ΟΧΙ.
Αλλά η μάχη του δημοψηφίσματος έχει πολύ ευρύτερες επιπτώσεις από το ίδιο το αντικείμενο τη συνταγματικής μεταρρύθμισης. Ο Ρέντσι μετέτρεψε το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης στον ίδιο και τις μεταρρυθμίσεις του. Αν και στην τελική ευθεία ρίχνει τους τόνους (από το «θα παραιτηθώ» στο «ήταν λάθος να κάνω προσωπική υπόθεση το ερώτημα»), όλες οι πλευρές αντιλαμβάνονται πως το ζητούμενο στις 4 Δεκέμβρη είναι η επιβίωση ή η πτώση της κυβέρνησης Ρέντσι.
Και η ενδεχόμενη πτώση του Ρέντσι θα ανοίξει μια πολιτική κρίση με συνέπειες που ξεπερνούν την Ιταλία: Η «Wall Street Journal» περιγράφει το δημοψήφισμα ως την «Επόμενη Μεγάλη Περιπέτεια για τις Αγορές» και ισχυρίζεται πως μια επικράτηση του ΟΧΙ «μπορεί να συγκλονίσει τα χρηματιστήρια, τα ομόλογα και το ευρώ –και να δημιουργήσει επικίνδυνες καταστάσεις για την Ευρώπη».
Για όλους αυτούς τους λόγους, το αποτέλεσμα στις 4 Δεκέμβρη είναι καθοριστικής σημασίας. Αλλά επίσης για όλους αυτούς τους λόγους, είναι ανάγκη τη μάχη να αναλάβουν το εργατικό κίνημα και η Αριστερά, για να δώσουν τον τόνο στις εξελίξεις και να μην αφήσουν τις ενδεχόμενες τεκτονικές αλλαγές να εξελιχθούν ερήμην του δικού μας στρατοπέδου ή και σε δεξιά κατεύθυνση.