Η νεοεκλεγείσα φιλελεύθερη πλειοψηφία του Γαλλικού Κοινοβούλιου αποφάσισε να συντομεύσει φέτος τις κοινοβουλευτικές διακοπές.
Ο λόγος: η εσπευσμένη ψήφιση της αντεργατικής μεταρρύθμισης. Γιατί, σύμφωνα με τον λόγο της κυβέρνησης Μακρόν-Φιλίπ, η ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας είναι επείγουσα ανάγκη ώστε να ανακάμψει η επιχειρηματικότητα και να μειωθεί η διψήφια ανεργία, δομική εδώ και πολλά χρόνια στην Γαλλία.
Κάποιος όμως σαν εμένα, τεμπέλης που φοβάται μήπως το παράδειγμα των «φίλεργων» βουλευτών επηρεάσει νοοτροπίες και στον δικό του εργασιακό χώρο, κυνικός που αμφισβητεί συστηματικά την ειλικρίνεια των κυβερνώντων, ακραίος που θεωρεί πως η Δημοκρατία δεν εξαντλείται στο Κοινοβούλιο, βλέπει πονηρά κίνητρα στην νομοθετική αυτή σπουδή. Η ψήφιση μέσα στο καλοκαίρι καίριων αντεργατικών μέτρων, που αποδομούν τις κατακτήσεις δεκαετιών, λεει πως είναι τέχνασμα για να παρακαμφθούν οι λαϊκές κινητοποιήσεις.
«Ούτε θερινή εκεχειρία, ούτε εκλογική εκεχειρία» ήταν στο Παρίσι το σύνθημα των διαδηλωτών του «Κοινωνικού Μετώπου» (Front Social), δικτύου συνδικαλιστών και ενώσεων πολιτών, λίγες μέρες μετά τις βουλευτικές εκλογές.
Ωστόσο, η ανατροπή των αντεργατικών, αντικοινωνικών και αυταρχικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών στη Γαλλία απαιτεί μαζικότατες κινητοποιήσεις, ενότητα δυνάμεων και υψηλότερο βαθμό οργάνωσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών κινημάτων.
Γιατί ο συσχετισμός των δυνάμεων είναι δύσκολος, όχι μόνο στα εθνικά επίπεδα αλλά και στο διεθνές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ισχυρός εξωτερικός μοχλός για την επιβολή μέσα στα κράτη-μέλη αντιλαϊκών αντιμεταρρυθμίσεων, ενώ το ΝΑΤΟ, συνολικά το όχημα του ατλαντισμού, ο εγγυητής της παγκόσμιας καταστολής και του αυταρχισμού.
Στην Γαλλία σήμερα η σύνθεση του Κοινοβουλίου, με την νεοφιλελεύθερη πλειοψηφία να κατέχει τουλάχιστον τα δύο τρίτα των εδρών, δίνει την δυνατότητα συνοπτικής νομοθέτησης οποιουδήποτε αντιλαϊκού μέτρου.
Όμως, η αντίθεση της γαλλικής κοινής γνώμης στα μέτρα αυτά πρέπει να θεωρείται δεδομένη και αυτό εκδηλώνεται από τις αρχές Σεπτέμβρη με αλλεπάλληλες απεργίες και κινητοποιήσεις στους δρόμους και στους χώρους εργασίας.
Έτσι λοιπον από τις αρχές Σεπτέμβρη έχει γίνει σειρά εθνικών και κλαδικών απεργιών ενώ πολλές άλλες εξαγγέλλονται για τις επόμενες εβδομάδες.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
- 1 Σεπτέμβρη: έναρξη απεργίας διαρκείας στην AIR FRANCE
- 12 Σεπτέμβρη: Εθνική απεργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα
- 12 Σεπτέμβρη: Αποκλεισμός της κυκλοφορίας σε πολλές μεγάλες πόλεις από τους πλανόδιους επαγγελματίες
- 21 Σεπτέμβρη: Εθνική απεργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα
- 25 Σεπτέμβρη: Έναρξη εξαήμερης απεργίας στον κλάδο των οδηγών φορτηγών με αποκλεισμό της κυκλοφορίας
- 28 Σεπτέμβρη: Διαδήλωση των συνταξιούχων
- 10 Οκτώβρη: Εθνική απεργία δημόσιου τομέα
- 19 Οκτώβρη: Εθνική απεργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα
- 16 Νοέμβρη: Εθνική απεργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα
- 23 Νοέμβρη: Έναρξη απεργίας διαρκείας στον κλάδο των πετρελαιοειδών
- Πολλά νοσοκομεία, δημόσιες υπηρεσίες, οι πυροσβέστες ενός νομού, εργοστάσια και ξενοδοχεία έχουν κηρύξει απεργίες διαρκείας, για ειδικά θέματα με κοινή καταγγελία όμως του αντεργατικού νόμου.
Οι εθνικές απεργίες συνοδεύονται από μεγάλες διαδηλώσεις σε όλες τις πόλεις της Γαλλίας. Παρά την κόπωση που προκάλεσε η ήττα του 2016, παρά τον φόβο που διασπείρει η κρατική βία και καταστολή, παρά την συστηματική αποσιώπηση των κινητοποιήσεων από όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και την συστηματική παραπληροφόρηση, το μέγεθος αυτών των διαδηλώσεων ήταν συνολικά πολύ αξιόλογο, στα όρια περίπου εκείνων του 2016. Η Γαλλική κυβέρνηση και προεδρία δηλώνουν όμως πως δεν πρόκειται να αποσύρουν καμιά από τις αντεργατικές διατάξεις ενώ ο Σύνδεσμος των μεγαλύτερων γαλλικών επιχειρήσεων (MEDEF) ζητάει ακόμη σκληρότερα μέτρα. Ο αγώνας επομένως συνεχίζεται.
Πτυχές του εργατικού ζητήματος στη Γαλλία και η πολιτική Μακρόν
Για να εννοήσουμε τα επίδικα των εργατικών κινητοποιήσεων στην Γαλλία πρέπει να αναφερθούμε σε κάποια ιστορικά στοιχεία και στο περιβάλλον όπου αυτές εκτυλίσσονται.
Οι ρυθμίσεις των εργασιακών σχέσεων στη Γαλλία και το καθεστώς κοινωνικής προστασίας αντλούν τις ρίζες τους στην γαλλική εκδοχή του «ιστορικού συμβιβασμού» που εμφανίστηκε μετά την γερμανική κατοχή, σαν αποτέλεσμα του συσχετισμού δύναμης στο εσωτερικό της Γαλλικής κοινωνίας.
Η νομοθετική προστασία κάποιων εργατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων ήταν απόλυτα συμβατή με εκείνη την φάση του καπιταλισμού, την λεγόμενη «ένδοξη τριακονταετία» (trente glorieuses, 1945-1975), μπορούμε να πούμε μάλιστα ότι βοήθησε στην ανάπτυξη και την κερδοφορία του κεφαλαίου, μέσω της κατανάλωσης, μέσω της βελτιωμένης φυσικής κατάστασης της εργατικής τάξης, της κατάρτισης και εξειδίκευσης της, που αύξησαν την παραγωγικότητα της εργασίας.
Από τότε όμως και έπειτα, κάτω από το βάρος των επάλληλων κρίσεων και του διεθνούς ανταγωνισμού, που μείωσαν την κερδοφορία, το γαλλικό κεφάλαιο προσπαθεί να πάρει πίσω αυτά που είχε τότε παραχωρήσει. Η πορεία των πραγμάτων δεν ήταν γραμμική καθώς η εργατική τάξη πολέμησε μέσα από τα συνδικάτα και τις οργανώσεις της Αριστεράς και σε πολλές περιπτώσεις κατάφερε και να επεκτείνει δικαιώματα.
Όμως ταυτόχρονα, οι δεξιές αλλά και οι λεγόμενες σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, προωθούν συστηματικά νεοφιλελεύθερα μέτρα και περιστολή των εργατικών κατακτήσεων.
Η καπιταλιστική ολοκλήρωση μέσω Ευρωπαϊκής Ένωση, η παγκόσμια επικράτηση του νεοφιλελεύθερου δόγματος, και η διψήφια ανεργία (και πολύ μεγαλύτερη των νέων) δημιουργούν εμπόδια στις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων και στην αποτελεσματικότητα τους.
Στις εξαμηνιαίες οικονομικές αξιολογήσεις που γίνονται από τους «ευρωπαϊκούς θεσμούς» αναφέρεται ρητά πως οι γαλλικές κυβερνήσεις οφείλουν να ελαστικοποιήσουν το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων και να διευκολύνουν τις απολύσεις εργαζόμενων.
Η αντεργατική μεταρρύθμιση που επιβλήθηκε το 2016 από την τότε κυβέρνηση του «Σοσιαλιστικού» Κόμματος (νόμος Ελ Κομρί) ήταν σαφέστατη δήλωση υποταγής στις ευρωενωσιακές υποδείξεις και στον κόσμο των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων (MEDEF) και γενική δοκιμή για επιβολή ακόμη πιο αντικοινωνικών μέτρων.
Η άποψη πως η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων ευνοεί την απασχόληση έχει καταρριφθεί από μελέτες ανεξάρτητων ερευνητικών φορέων αλλά και εμπειρικά μετά την εφαρμογή τέτοιου είδους μέτρων σε διάφορες χώρες. Σίγουρα όμως, τέτοια μέτρα αυξάνουν τα κέρδη του κεφαλαίου φτωχοποιώντας τους εργαζόμενους. Αυτός είναι ο λόγος της δημοφιλίας τους στους κυρίαρχους κύκλους των καπιταλιστών και των φερεφώνων τους.
Το καλοκαίρι, αμέσως μετά την σύγκληση της νέας Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης και την ψήφο εμπιστοσύνης, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Εντουάρ Φιλίπ έφερε προς ψήφιση τον λεγόμενο «νόμο εξουσιοδότησης» (loi d'habilitation), δέσμη κατευθυντήριων γραμμών για «μεταρρύθμιση» της εργατικής νομοθεσίας με κυβερνητικά διατάγματα (ordonnances). Η διαδικασία αυτή επέτρεψε στην κυβέρνηση να παρακάμψει την κοινοβουλευτική συζήτηση και την οργάνωση μαζικών κινητοποιήσεων.
Ο «νόμος εξουσιοδότησης» για τα εργασιακά της κυβέρνησης Μακρόν-Φιλίπ περιέχει σειρά σημείων από τα οποία θα εντοπίσουμε τρία βασικά:
1) Η αντιστροφή της ιεραρχίας ισχύος των συλλογικών συμβάσεων εργασίας (inversion de l'hierarchie des normes) και η κατάργηση της αρχής της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο ρύθμισης (principe de faveur). Μέχρι σήμερα, οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις ώφειλαν να είναι σύμφωνες με τις αντίστοιχες κλαδικές εκτός αν πρόβλεπαν ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τον εργαζόμενο, οι δε κλαδικές συμβάσεις να είναι σύμφωνες με τις εθνικές συλλογικές και αυτές με την σειρά τους σύμφωνες με το εργατικό Δίκαιο. Η σημερινή γαλλική κυβέρνηση καταργεί αυτήν την ιεραρχία, σύμφωνα πάντα με τις επιταγές της μεγάλης εργοδοσίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αντιμεταρρύθμιση αυτή θα δημιουργήσει μεγάλη πίεση στους μισθούς καθώς πια οι επιχειρηματίες θα ανταγωνίζονται ελέυθεραγια το ποιος θα χαμηλώσει περισσότερο τις αποδοχές των εργαζόμενων.
2) Η θέσπιση ανώτατου ορίου για τις αποζημιώσεις και πρόστιμα που θα μπορούν να επιβάλουν τα Εργατοδικεία (Prud'hommes) στους εργοδότες σε περίπτωση παράνομης απόλυσης εργαζόμενου. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο θεσμός των «Prud'hommes», συμβούλια με αρμοδιότητα εκδίκασης στα οποία συμμετέχουν καθοριστικά οι εκπρόσωποι των εργαζόμενων, αποτελεί κατάκτηση της γαλλικής εργατικής τάξης και φραγμό στην εργοδοτική αυθαιρεσία. Ωστόσο, η διαδικασία είναι μακρόχρονη και πολυέξοδη, και πολλοί απολυμένοι εργαζόμενοι αδυνατούν πρακτικά να την κινήσουν. Πρέπει να διευκρινιστεί πως οι «Prud'hommes» παρεμβαίνουν μόνο σε περίπτωση κατάφωρης παρανοπμίας του εργοδότη, όχι γενικά για την επίλυση των εργασιακών διαφορών. Ο φόβος του εργοδότη για ενδεχόμενη καταβολή πολύ υψηλής αποζημίωσης ήταν το μόνο αντίβαρο στον δυσμενή συσχετισμό δύναμης εργοδότη - εργαζόμενου. Ο καθορισμός του μέγιστου ύψους της ποινής από τον νόμο (και μάλιστα με κυβερνητικό διάταγμα) αποτελεί κακό προηγούμενο παρέμβασης της εκτελεστικής εξουσίας στην δικαστική. Να τονιστεί εδώ πως, παρά τις ποινές και το γενικότερο πλαίσιο προστασίας, οι παράνομες απολύσεις είναι ιδιαίτερα υψηλές στην Γαλλία, δείγμα και αυτό της επιθετικής ψυχολογίας της γαλλικής εργοδοσίας και αστικής τάξης. Η κατάσταση αυτή θα επιδεινωθεί πολύ περισσότερο με την εφαρμογή αυτού του διατάγματος.
3) Η σύμπτυξη «τρία σε ένα» των οργάνων εκπροσώπησης των εργαζόμενων (IRP - instances représentatives du personnel) στις επιχειρήσεις. Μέχρι σήμερα στις γαλλικές επιχειρήσεις που απασχολούν ικανό αριθμό εργαζόμενων λειτουργούν τρία όργανα με συμμετοχή εκπρόσωπων των των εργαζόμενων: το Συμβούλιο Επιχείρησης (CE - Comité d'entreprise) που γνωμοδοτεί σε γενικά θέματα δράσης της επιχείρησης, η Επιτροπή Υγιεινής Ασφάλειας και Συνθηκών Εργασίας (CHSCT - Commission d'Hygiène, de Sécurité et des Conditions de Travail) που μπορεί μεταξύ άλλων να καλέσει την Επιθεώρηση Εργασίας, και οι Εκπρόσωποι Προσωπικού (DP - Délégués du Personnel) που διαπραγματεύονται με την Διοίκηση της επιχείρησης για οποιαδήποτε ατομικό ή συλλογικό θέμα των εργαζόμενων. Η κυβέρνηση Μακρόν-Φιλίπ σκοπεύει να συμπτύξει τα τρία αυτά όργανα σε ένα, πράγμα που συνεπάγεται μεγάλη αποδυνάμωση της θέσης των εργαζόμενων στις επιχειρήσεις και δυσμενείς «συμψηφισμούς» θεμάτων υγιεινής και ασφάλειας των εργαζόμενων με θέματα διατήρησης θέσεων εργασίας και αμοιβών. Εκείνο που διακυβεύεται είναι η υγεία και ασφάλεια των εργαζόμενων. Η σημασία του ζητήματοε είναι μεγάλη στη Γαλλία, χώρα στην οποία κάθε μέρα ένας εργζόμενος πεθαίνει από εργατικό ατύχημα, όπου εμφανίζονται επιδημίες αυτοκτονιών σε σχέση με εργασιακά θέματα (GOODYEAR, FRANCE TELECOM), και όπου τα θύματα του αμιάντου δεν έχουν ακόμη αποζημιωθεί ούτε δικαιωθεί.
Το γενικότερο διακύβευμα της αντεργατικής αντιμεταρρύθμισης είναι η αποδυνάμωση του μαχητικού συνδικαλισμού (CGT, SUD-Solidaires) και η υποστήριξη ενός συνδικαλισμού υπάκουου και συμβιβαστικού, προσανατολισμένου στον λεγόμενο «κοινωνικό διάλογο», τάση που σήμερα εκφράζεται κυρίως από την συνομοσπονδία CFDT. Η πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» στο αποκορύφωμα της.
Γιατί, από την στιγμή που οι κλαδικές και εθνικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας δεν θα έχουν καμιά ισχύ, αποδυναμώνεται το κίνητρο των εργαζόμενων για προσχώρηση στα συνδικάτα, και η αντιπαράθεση με την εργοδοσία μετατοπίζεται σε πολύ τοπικό επίπεδο, εκεί που ο συσχετισμός δύναμης είναι δυσμενής για τους εργαζόμενους και ο συνδικαλισμός εκφυλίζεται σε συνεργασίες με τον εργοδότη. Με βάση μάλιστα τα πρόσφατα διατάγματα Μακρόν, ο εργοδότης έχει δικαίωμα να χρηματοδοτεί τα συνδικάτα της επιχείρησης του.
Αντιλαϊκών μέτρων συνέχεια
Η αντιλαϊκότητα της διακυβέρνησης Μακρόν αρχίζει από τα εργασιακά μα δεν σταματά σε αυτά. Επέβαλε λοιπον η κυβέρνηση Μακρόν-Φιλίπ η κατάργηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας (ISF), μέτρο που, αδειάζοντας τα κρατικά ταμεία, θα οδηγήσει σε περαιτέρω συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους.
Περαιτέρω, η κυβέρνηση αυτή αύξησε τις κρατήσεις από μισθούς και συντάξεις (CSG) για χρηματοδότηση των κοινωνικών επιδομάτων. Ενώ μείωσε οριζόντια κατά 5 ευρώ μηνιαία τα επιδόματα στέγασης όλων των δικαιούχων. Το μέτρο αυτό πλήττει ιδιαίτερα τους φτωχότερους, την νεολαία και τους φοιτητές, δυναμικά παρόντες στις μέχρι τώρα διαδηλώσεις και, ελπίζουμε με αυξημένη αγωνιστικότητα και ριζοσπαστικότητα και στις επόμενες κινητοποιήσεις.
Ο κρατικός προϋπολογισμός που πρόσφατα ψηφίστηκε επισφραγίζει και διατυμπανίζει τον ξεκάθαρα ταξικό χαρακτήρα της Γαλλικής κυβέρνησης και προεδρίας. Πρόκειται για «κυβέρνηση των πλουσίων», κυβέρνηση που υπηρετεί άμεσα τα συμφέροντα της ολιγαρχίας, από την οποία εξ άλλου προέρχεται, καθώς η οικονομική της πολιτική συνδυάζει την φοροαπαλλαγή και εισφοροαπαλλαγή των πλουσίων και του κεφαλαίου με την επιβάρυνση της εργατικής τάξης και των μη προνομιούχων στρωμάτων.
Ο νεοφιλελευθερισμός στηρίζεται στην καταστολή
Η νεοφιλελεύθερη σημερινή γαλλική εκδοχή του «κοινωνικού διαλόγου» έχει βασικά δυο όψεις. Η πρώτη είναι οι απόρρητες συναντήσεις κυβερνητικών παραγόντων με μεμονωμένα συνδικαλιστικά στελέχη και η παραχώρηση σε κάποια από αυτά υψηλών θέσεων στον κυβερνητικό μηχανισμό. Η δεύτερη είναι η αμείλικτη καταστολή όσων «αρνούνται να συμμορφωθούν προς τας υποδείξεις». Αρκεί να αναφερθεί πως καταγράφονται σαν συνέπεια των κινητοποιήσεων του 2016 πάνω από 4000 διώξεις συνδικαλιστών και ακτιβιστών: βαριές καταδίκες, δίκες, απολύσεις.
Ενώ καταγράφονται επίσης εκατοντάδες τραυματισμοί και σοβαροί ακρωτηριασμοί από χρήση των όπλων της αστυνομίας.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφερθεί η ένταξη των διατάξεων του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης στο κοινό Δίκαιο. Η συστηματική παρακολούθηση όλων των επικοινωνιών, η απαγόρευση λειτουργίας δημόσιων χώρων, η προσωποκράτηση, η έρευνες σε σπίτια, οι κατ'οίκον περιορισμοί, μπορούν σύμφωνα τον νόμο που πρόσφατα ψηφίστηκε να γίνονται χωρίς προηγούμενη απόφαση δικαστικής αρχής, με μόνη αιτιολογία την υπόνοια πρόθεσης τέλεσης τρομοκρατικής πράξης ή την, ακόμη και ανώνυμη, καταγγελία. Ας ειπωθεί εδώ πως από τότε που το καθεστώς έκτακτης ανάγκης έχει εφαρμοστεί στην Γαλλία (αυτό που ο Μακρόν θέλει να μονιμοποιήσει) τέτοιου είδους κατασταλτικά μέτρα έχουν εφαρμοστεί κατά 90% σε βάρος ακτιβιστών του ριζοσπαστικού οικολογικού χώρου ή και συνδικαλιστών, και κατά 10% μονάχα σε βάρος υπόπτων για πρόθεση τρομοκρατικής ενέργειας.
Η αυγουστιάτικη παραγγελία, από τον «σοσιαλιστή» υπουργό Εσωτερικών Gérard Coullomb, 22 χιλιάδων δακρυγόνων βλημάτων για χρήση ενάντια σε διαδηλωτές δηλώνει εύγλωττα τις προθέσεις της Γαλλικής κυβέρνησης.
Η αντίσταση, ο ρόλος και τα καθήκοντα της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος σήμερα
Η κατάσταση στον χώρο της Αριστεράς και των κινημάτων στην Γαλλία καθορίζεται σήμερα από δυο αντίθετες καταστάσεις. Η πρώτη είναι η ήττα των κινητοποιήσεων του 2016, οι οποίες, παρά την πολύ μεγάλη μαζικότητα τους δεν κατάφεραν να οδηγήσουν στην απόσυρση του αντεργατικού νόμου Ελ Κομρί, προάγγελου της σημερινής αντιμεταρρύθμισης. Η άλλη είναι η εκλογική άνοδος της Αριστεράς στις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές, η οποία, παρά το ότι δεν έχει καμιά δυνατότητα να επηρρεάσει τις κυβερνητικές αποφάσεις, δίνει εν τούτοις ελπίδα στα λαϊκά στρώματα και επισφραγίζει την θέληση αντίστασης μεγάλου κομματιού του λαού.
Γίνεται όλο και περισσότερο κοινή πεποίθηση πως οι κινητοποιήσεις, όσο συχνές και μαζικές και να είναι δεν θα οδηγήσουν σε νίκες παρά μόνο αν συγκλίνουν σε μεγάλα ενωτικά κινήματα με προοπτική την γενική απεργία διαρκείας και την πολιτική ανυπακοή.
Ο ρόλος των προοδευτικών πολιτικών οργανώσεων, κομμάτων και κινημάτων μπορεί να γίνει καθοριστικός για την δημιουργία μιας τέτοιας δυναμικής. Γιατί, παρά το ότι οι σχηματισμοί αυτοί δεν νοείται να υποκαταστήσουν τα συνδικάτα στους αγώνες μέσα στους εργασιακούς χώρους, εν τούτοις έχουν την δυνατότητα να εκφέρουν λόγο και να απευθύνουν κάλεσμα στα μεγάλα εκείνα κομμάτια της κοινωνίας τα οποία, αν και δεν ενέχονται στην μισθωτή σχέση, επηρρεάζονται άμεσα και με πολύ αρνητικό τρόπο από την νεοφιλελεύθερη αντιμεταρρύθμιση που εξαπολύει το μεγάλο κεφάλαιο και οι πολιτικοί του βραχίονες. Αναφέρομαι στους άνεργους, στους εργαζόμενους με μπλοκάκια, την νεολαία, τους συνταξιούχους.
Όμως η ενότητα τόσο του συνδικαλιστικού όσο και του Αριστερού πολιτικού χώρου ενφανίζει σήμερα στην Γαλλία εικόνα μεταβαλλόμενης γεωμετρίας με συμμαχίες ή αντιπαραθέσεις των ίδιων δυνάμεων στους διάφορους χώρους. Είναι μια δυναμική εικόνα που, κατά την γνώμη μου, θα ξεκαθαρίσει στο βαθμό που οι αντιστάσεις στον νεοφιλελευθερισμό ωριμάσουν μέσα στην Γαλλική κοινωνία και αυξηθεί η συνειδητοποίηση.
Οι χαρακτηρισμοί τεμπέλης, κυνικός, ακραίος είναι αυτοί που ο πρόεδρος Μακρόν χρησιμοποίησε όταν αναφέρθηκε σε εκείνους που αντιμάχονται το κοινωνικό και πολιτικό του σχέδιο. Οι διαδηλωτές, με χιούμορ και ειρωνεία, τους υιοθέτησαν και τους έγραψαν στα πανό τους. Στην πραγματικότητα ο Μακρόν ηθογραφεί με αυτόν τον τρόπο το δικό του κοινωνικό και πολιτικό στρατόπεδο. Στην πολιτική φάση που περνάει σήμερα η Γαλλία η ανηθικότητα του καπιταλισμού εκφράζεται αυτούσια στους πολιτικούς του εκπροσώπους: κάποια βουλεύτρια δεν πάτησε ποτέ στο Κοινοβούλιο, κάποια άλλη διοργανώνει περιήγηση του κτιρίου της Βουλής έναντι αδράς πληρωμής, κάποιος πάλι διώκεται για ένοπλη απόπειρα ανθρωποκτονίας! Η κρίση υπάρχει!