Στις 27 Οκτώβρη, στη «Μέρα Ενάντια στο Μόντι», η Αριστερά και η μαχητική πτέρυγα του εργατικού κινήματος είχαν κάνει μια εντυπωσιακή διαδήλωση, που αποδείκνυε πως υπάρχει το δυναμικό για μια εναλλακτική λύση στη λιτότητα. Δυστυχώς, αυτή η δυναμική δεν θα εκφραστεί στις κάλπες που στήνονται στις 24-25 Φλεβάρη.

Μια με­ρί­δα του κι­νή­μα­τος και της Αρι­στε­ράς προ­σα­να­το­λί­στη­κε στο "δια­τα­ξι­κό" ψη­φο­δέλ­τιο Ιν­γκρόια, ενώ μια άλλη στρά­φη­κε στην κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά και τη συμ­μα­χία με το Δη­μο­κρα­τι­κό Κόμμα. Στο πα­ρα­κά­τω άρθρο, ο Τζόρ­τζιο Κρε­μά­σκι, συν­δι­κα­λι­στής του FIOM και ιδρυ­τι­κό μέλος της «Επι­τρο­πής Ενά­ντια στο Χρέος», γρά­φει λίγες μέρες μετά την 27η Οκτώ­βρη για το αδιέ­ξο­δο της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς και τις επι­λο­γές που έπρε­πε να κάνει η Αρι­στε­ρά, για να εκ­φρά­σει πο­λι­τι­κά τη δυ­να­μι­κή της δια­δή­λω­σης (για τα προ­βλή­μα­τα της λί­στας Ιν­γκρόια, μπο­ρεί­τε να δια­βά­σε­τε αυτό). Ο Κρε­μά­σκι θα είναι στο διε­θνές τρι­ή­με­ρο του Rproject και εκτός από την ομι­λία του στη συ­ζή­τη­ση για το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα, θα πα­ρέμ­βει και στη συ­ζή­τη­ση για την Αρι­στε­ρά.

--------------------------------------------------------------------------------------------------

Ο φίλος και σύ­ντρο­φος Γιά­κο­πο Βε­νιέρ, από το Liberatv, με κά­λε­σε να ξε­κα­θα­ρί­σω τις προ­θέ­σεις μου για τις εκλο­γές μετά την κι­νη­το­ποί­η­ση της απο­κα­λού­με­νης Ημέ­ρας Ενά­ντια στο Μόντι (No Monti Day). Πα­ρό­μοια πρό­σκλη­ση απηύ­θυ­νε και στο Νίκι Βέ­ντο­λα (στμ: ηγέ­της του κόμ­μα­τος «Σο­σια­λι­σμός, Οι­κο­λο­γία και Ελευ­θε­ρία», διά­σπα­ση της Επα­νί­δρυ­σης) υπο­ψή­φιο για το χρί­σμα του ηγέτη της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς.

Η αλή­θεια είναι ότι σή­με­ρα για το ίδιο θέμα φαί­νε­ται να υπάρ­χουν πολ­λές και αντι­κρουό­με­νες το­πο­θε­τή­σεις, νιώθω λοι­πόν την ανά­γκη, αν μη τι άλλο, να πε­ριο­ρί­σω τις με­τα­ξύ τους δια­φο­ρές σε ό,τι θεωρώ ως το πλέον ου­σιώ­δες.

Νο­μί­ζω ότι επι­λο­γές όπως εκεί­νη του Βέ­ντο­λα κι­νού­νται ακρι­βώς στην αντί­θε­τη κα­τεύ­θυν­ση από τις συ­γκε­ντρώ­σεις και τα αι­τή­μα­τα της κί­νη­σης του NoMontiDay. Το κυ­ρί­αρ­χο αί­τη­μα εκεί­νης της δια­δή­λω­σης ήταν η αδιαμ­φι­σβή­τη­τη ρήξη με την οι­κο­νο­μι­κή και κοι­νω­νι­κή πο­λι­τι­κή του Μόντι, μια πο­λι­τι­κή που, με τη σειρά της, είναι απόρ­ροια της συ­νέ­χι­σης αλλά και της πε­ραι­τέ­ρω όξυν­σης των νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρων πο­λι­τι­κών που εδώ και μία τρια­κο­ντα­ε­τία κυ­βερ­νούν την Ιτα­λία και την Ευ­ρώ­πη.

Ο Μόντι είναι ένας πραγ­μα­τι­κός Γα­τό­παρ­δος της ιτα­λι­κής πο­λι­τι­κής. Αντι­προ­σω­πεύ­ει τη συ­νέ­χεια, την αυ­το­προ­στα­σία και την οι­κο­νο­μι­κή εξου­σία μιας άρ­χου­σας τάξης που επί­σπευ­σε την πα­ρού­σα κρίση, αλλά εξα­κο­λου­θεί αυ­το­πα­ρου­σιά­ζε­ται ως κάτι το και­νούρ­γιο, προ­τρέ­πο­ντας μας εντέ­λει «ν’ αλ­λά­ξου­με τα πάντα για να μην αλ­λά­ξει τί­πο­τα» (στμ: TomasoDiLampedusa, IlGattopardo, Μι­λά­νο 1957).

Στυ­λο­βά­της της αντί­λη­ψης (στμ: του «γα­το­παρ­δι­σμού»/gattopardismo) είναι το ΔΚ (Δη­μο­κρα­τι­κό Κόμμα), το οποίο, όχι τυ­χαία, χωρίς να αφή­σει το πα­ρα­μι­κρό ίχνος, εναλ­λασ­σό­ταν στη δια­κυ­βέρ­νη­ση της χώρας με τη δεξιά του Μπερ­λου­σκό­νι και τη Λίγκα του Βορρά. Η πε­ρα­σμέ­νη ει­κο­σα­ε­τία κακώς ορί­ζε­ται ως η εποχή του Μπερ­λου­σκό­νι, στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα οι κυ­βερ­νή­σεις των τε­χνο­κρα­τών και η κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά κυ­βέρ­νη­σαν πε­ρισ­σό­τε­ρα χρό­νια από τον ιδιο­κτή­τη του ομί­λου της Mediaset(στμ: η οι­κο­νο­μι­κή αυ­το­κρα­το­ρία του Μπερ­λου­σκό­νι).

Στο πο­λι­τι­κό πρό­γραμ­μα που συ­νυ­πο­γρά­φουν όλοι οι υπο­ψή­φιοι για το χρί­σμα του επι­κε­φα­λής της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς, είναι αδύ­να­τον να δια­κρί­νει κά­ποιος και­νο­το­μί­ες ή ρή­ξεις με το πα­ρελ­θόν, αντι­θέ­τως ανα­φέ­ρε­ται ξε­κά­θα­ρα ότι θα γί­νουν σε­βα­στές όλες οι ευ­ρω­παϊ­κές υπο­χρε­ώ­σεις που επω­μί­στη­κε η κυ­βέρ­νη­ση Μόντι. Έτσι, μαζί με την απο­δο­χή της δη­μο­σιο­νο­μι­κής αυ­στη­ρό­τη­τας και την συ­νταγ­μα­τι­κή υπο­χρέ­ω­ση του ισο­σκε­λι­σμέ­νου προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού, τα συ­νημ­μέ­να σύμ­φω­να στα­θε­ρό­τη­τας και τις ιδιω­τι­κο­ποι­ή­σεις, δεν δια­φαί­νε­ται η πρό­θε­ση να αμ­φι­σβη­τη­θεί ούτε μία από τις κοι­νω­νι­κές αντι­με­ταρ­ρυθ­μί­σεις του Μόντι. Αντι­θέ­τως κυ­ριαρ­χούν ερω­τή­μα­τα και φλυα­ρί­ες χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τι­κής κοπής, όπως “να υπερ­βού­με τον Μόντι;” ή “να συν­δυα­στούν ανά­πτυ­ξη και μεί­ω­ση των δη­μο­σί­ων δα­πα­νών, αμε­ρο­λη­ψία και αυ­στη­ρό­τη­τα”, ρή­σεις που δεν ση­μαί­νουν απο­λύ­τως τί­πο­τα το συ­γκε­κρι­μέ­νο.

Η κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά, όποιος και να είναι ο ηγέ­της της, θα βα­δί­σει στα χνά­ρια του Μόντι, ο οποί­ος, πα­ρε­μπι­πτό­ντως, δεν κρύ­βει τη διά­θε­σή του να δια­δε­χτεί τον Να­πο­λι­τά­νο στη Προ­ε­δρεία της Δη­μο­κρα­τί­ας.

Όσον αφορά τον Βέ­ντο­λα, αλλά και όποιον αντι­λαμ­βά­νε­ται το εαυτό του ως την αρι­στε­ρά της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς -για το ίδιο θέμα δεν έχω ακόμη κα­τα­νο­ή­σει τη σκέψη των Ντε Μα­τζί­στρις (στμ: πρώην δι­κα­στής, εκλεγ­μέ­νος με την «Ιτα­λία των Αξιών» του Ντι Πιέ­τρο δή­μαρ­χος της Νά­πο­λι, ιδρυ­τής του αρι­στε­ρό­στρο­φου «Πορ­το­κα­λί Κι­νή­μα­τος») και Λα­ντί­νι (στμ: ηγε­τι­κό στέ­λε­χος του συν­δι­κά­του FIOM)- η πο­λι­τι­κή του τα­κτι­κή μοιά­ζει να πέ­θα­νε στη γέννα μια και η οι­κο­νο­μι­κή κρίση έχει με­τα­τρέ­ψει σε φά­ντα­σμα όλες τις πα­λιές με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κές πο­λι­τι­κές, ακόμη και εκεί­νες τις πάντα απο­τυ­χη­μέ­νες του μι­κρό­τε­ρου κακού. Δεν είναι τυ­χαίο, που ο Γάλ­λος πρό­ε­δρος Ολάντ -ένας πει­στι­κό­τε­ρος με­ταρ­ρυθ­μι­στής, αν μη τι άλλο εξαι­τί­ας των ιστο­ρι­κών προη­γού­με­νων της χώρας του- βλέ­πει τη δη­μο­τι­κό­τη­τά του να κα­τρα­κυ­λά, μο­λο­νό­τι επι­θυ­μεί να δια­τη­ρή­σει τη σύ­ντα­ξη στα 60 χρό­νια και τον εβδο­μα­διαίο χρόνο ερ­γα­σί­ας στις 35 ώρες. Η κρίση ρο­κα­νί­ζει και τη δική του δη­μο­τι­κό­τη­τα αφού και αυτός είναι υπο­χρε­ω­μέ­νος να εφαρ­μό­σει νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρες πο­λι­τι­κές λι­τό­τη­τας· πο­λι­τι­κές με τις οποί­ες είναι αδύ­να­τος ο όποιος συμ­βι­βα­σμός: ή συ­γκρού­ε­σαι με αυτές, ή τις υπα­κούς.

Στην Ιτα­λία το κακό πα­ρά­γι­νε, μιας και το βά­θε­μα της κρί­σης επέ­τει­νε τις ήδη υπάρ­χου­σες δια­φο­ρές στην επι­κρά­τεια της. Τα πράγ­μα­τα επι­δει­νώ­θη­καν για όλους, υπάρ­χουν όμως γε­ω­γρα­φι­κά δια­με­ρί­σμα­τα στα νότια της χώρας όπου το επί­πε­δο της ζωής δεν δια­φέ­ρει από εκεί­νο της ση­με­ρι­νής Ελ­λά­δας. Σε αυτές τις συν­θή­κες η Κυ­βέρ­νη­ση Μόντι σκέ­φτε­ται να αντι­με­τω­πί­σει τη γε­νι­κευ­μέ­νη ανερ­γία υιο­θε­τώ­ντας ευ­λύ­γι­στες μορ­φές ερ­γα­σια­κών σχέ­σε­ων και αυ­ξά­νο­ντας τα ωρά­ρια ερ­γα­σί­ας για όποιον ήδη ερ­γά­ζε­ται. Οι προ­θέ­σεις της αυτές εναρ­μο­νί­ζο­νται από­λυ­τα με τις από­ψεις του Μαρ­κιό­νε (Στμ: ο δια­βό­η­τος μά­να­τζερ της ΦΙΑΤ που δια­λύ­ει τα ερ­γα­τι­κά δι­καιώ­μα­τα και επι­χει­ρεί να κα­ταρ­γή­σει τη λει­τουρ­γία του συν­δι­κά­του FIOM στα ερ­γο­στά­σια), πα­ρό­λο που κρι­τι­κά­ρει κά­ποιες αντι­πα­ρα­γω­γι­κές του υπερ­βο­λές, ου­δέ­πο­τε όμως την ουσία των προ­τά­σε­ων του.

Συ­νο­ψί­ζο­ντας, η κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά, από τον Κα­ζί­νι (στμ: ηγέ­της μι­κρού δε­ξιού χρι­στια­νο­δη­μο­κρα­τι­κού κόμ­μα­τος και πρώην σύμ­μα­χος του Μπρ­λου­σκό­νι έως και την τε­λευ­ταία του πρω­θυ­πουρ­γι­κή θη­τεία) έως τον Βέ­ντο­λα, δεν φαί­νε­ται να έχει άλλη προ­ο­πτι­κή εκτός από εκεί­νη της συ­νέ­χι­σης της πο­λι­τι­κής του Μοντι. Ο μόνος λόγος μιας πι­θα­νής εκλο­γι­κής συ­ναί­νε­σης στην κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά είναι οι δια­φο­ρε­τι­κές πο­λι­τι­κές κα­τα­βο­λές της σε σχέση με την πα­ρα­δο­σια­κή δεξιά που βρί­σκε­ται σε κα­θε­στώς διά­λυ­σης. Όμως, ακόμη και έτσι, η απλή κυ­βερ­νη­τι­κή εναλ­λα­γή φα­ντά­ζει δύ­σκο­λη όταν την υπο­στη­ρί­ζει λίγο πε­ρισ­σό­τε­ρο από το ένα τρίτο του εκλο­γι­κού σώ­μα­τος.

Το κί­νη­μα που ίδρυ­σε ο Γκρί­λο (στμ: πρό­κει­ται για το Κί­νη­μα των 5 Άστρων που ιδρύ­θη­κε από τον ηθο­ποιό της τη­λε­ό­ρα­σης και της επι­θε­ώ­ρη­σης Πέπε Γκρί­λο, φίλα προ­σκεί­με­νου στο πα­ρελ­θόν στο PCI, το οποίο και, ακο­λού­θη­σε σε όλες τις με­τέ­πει­τα δε­ξιό­στρο­φες με­ταλ­λά­ξεις του) εκ­φρά­ζει ένα είδος ρήξης με την πο­λι­τι­κή τάξη που κυ­βέρ­νη­σε την τε­λευ­ταία ει­κο­σα­ε­τία. Όσο περνά όμως ο και­ρός είναι έκ­δη­λη η δυ­σκο­λία του να το­πο­θε­τη­θεί σαφώς σε θέ­μα­τα που δεν αφο­ρούν απο­κλει­στι­κά και μόνο την πα­ρα­πά­νω κάστα.

Πα­ρα­κο­λού­θη­σα στην τη­λε­ό­ρα­ση την ανοι­χτή συ­νέ­λευ­ση των μελών της το­πι­κής ορ­γά­νω­σης του Κι­νή­μα­τος στη Ρώμη ανα­φο­ρι­κά με το NoMontiDay. Κυ­ριάρ­χη­σαν τρεις τά­σεις: η μία συμ­με­ρί­ζο­νταν το πο­λι­τι­κό πλαί­σιο της δια­δή­λω­σης και επε­δί­ω­κε τη συμ­με­το­χή σε αυτήν, η άλλη, μο­λο­νό­τι συμ­με­ρι­ζό­ταν και αυτή τον ίδιο στόχο, ζη­τού­σε να μην ανα­μει­χθεί το Κί­νη­μα με άλλες πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις και, τέλος, υπήρ­ξε και εκεί­νη που υπο­στή­ρι­ζε ότι ο αντί­πα­λος είναι απο­κλει­στι­κά η κάστα των πο­λι­τι­κών, εξαι­ρώ­ντας όμως από αυτήν τον Μόντι που, κατά τη γνώμη της, έσωσε τη χώρα. Φα­ντά­ζο­μαι ότι το Κί­νη­μα των 5 Αστέ­ρων απέ­φυ­γε την επι­λο­γή ανά­με­σα σε αυτές τις τρεις δια­φο­ρε­τι­κές το­πο­θε­τή­σεις γιατί όλες μαζί του εξα­σφα­λί­ζουν σή­με­ρα τη μέ­γι­στη εκλο­γι­κή απο­δο­χή. Έτσι όμως θα βρε­θεί σύ­ντο­μα κα­τα­δι­κα­σμέ­νο σ’ ένα κα­θε­στώς πο­λι­τι­κής ανα­πο­φα­σι­στι­κό­τη­τας, με τα ση­μά­δια του φόβου και των ανα­στο­λών του να είναι ήδη ευ­διά­κρι­τα.

Μέσα σ’ αυτό το πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό η δια­δή­λω­ση της 27ης Οκτω­βρί­ου ανά­δει­ξε μια δια­φο­ρε­τι­κή δύ­να­μη που δεν τη φο­βί­ζει η πο­λι­τι­κή κα­θα­ρό­τη­τα. Η κοινή οπτι­κή της γωνία είναι ξε­κά­θα­ρα αντι­κα­πι­τα­λι­στι­κή και αυτό όχι μόνο γιατί δεν ανα­γνω­ρί­ζει την ανα­γκαιό­τη­τα του κοι­νω­νι­κού κό­στους που υπα­γο­ρεύ­ει η κρίση, αλλά και γιατί συ­νο­δεύ­ε­ται από αι­τή­μα­τα όπως εκεί­νο της ρήξης με τον Μόντι και τις ευ­ρω­παϊ­κές συμ­βά­σεις, ή εκεί­νο των εναλ­λα­κτι­κών πο­λι­τι­κών απέ­να­ντι στις κυ­ρί­αρ­χες σή­με­ρα αγο­ρές. Το NoMontiDayφέρ­νει την Ιτα­λία κοντά στην αγω­νι­ζό­με­νη Ευ­ρώ­πη όπου πα­ρό­μοιες το­πο­θε­τή­σεις ανα­πτύσ­σο­νται τα­χύ­τα­τα. Το πο­λι­τι­κό τους πλαί­σιο δεν έχει ακόμα προσ­διο­ρι­στεί λε­πτο­με­ρώς, όμως οι βα­σι­κές του κα­τευ­θύν­σεις είναι ξε­κά­θα­ρες και το μόνο που λεί­πει είναι η δη­μιουρ­γία ενός ανε­ξάρ­τη­του πο­λι­τι­κού φορέα που θα τις ανα­πτύ­ξει πε­ραι­τέ­ρω.

Αυτό που εμείς επι­θυ­μού­με συ­νέ­βη ήδη στη Λα­τι­νι­κή Αμε­ρι­κή, εκεί όπου οι λαοί, ανα­δει­κνύ­ο­ντας τη δική τους άρ­χου­σα τάξη, αθέ­τη­σαν τους όρους υπο­τέ­λειας που είχαν με τις Ηνω­μέ­νες Πο­λι­τεί­ες και τις πο­λι­τι­κές του Διε­θνούς Νο­μι­σμα­τι­κού Τα­μεί­ου. Τις ίδιες πο­λι­τι­κές που η ΕΚΤ και οι κυ­βερ­νή­σεις που τη στη­ρί­ζουν, με την αντί­στοι­χη της Γερ­μα­νί­ας σε πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο, επι­διώ­κουν να επι­βάλ­λουν σή­με­ρα στους λαούς της Ευ­ρώ­πης.

Οι συμ­με­τέ­χο­ντες στη δια­δή­λω­ση της 27ης Οκτω­βρί­ου, εν αντι­θέ­σει με άλλες πο­λι­τι­κές δυ­νά­μεις, δεν τρέ­φουν αυ­τα­πά­τες ότι η πο­λι­τι­κή αλ­λα­γή είναι προ των πυλών. Γνω­ρί­ζουν ότι εκ­κρε­μεί η διεκ­πε­ραί­ω­ση μιας βα­θειάς ρήξης και στο­χεύ­ουν στην ορι­στι­κή απο­μά­κρυν­ση της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης άρ­χου­σας τάξης. Όμως, τα δε­δο­μέ­να για μια τέ­τοια προ­ο­πτι­κή, έστω και αν δεν είναι πάντα ορατά, δεν λεί­πουν. Άλ­λω­στε, ακόμη και ο Μόντι ανα­γνω­ρί­ζει -από τη δική του βέ­βαια ιδε­ο­λο­γι­κή πλευ­ρά- ότι η Ιτα­λία έχει άμεση ανά­γκη από ρι­ζο­σπα­στι­κές λύ­σεις και όχι από με­τριο­πα­θείς στά­σεις. Επο­μέ­νως, στο πνεύ­μα αυτών των λύ­σε­ων, αν θέ­λου­με να σώ­σου­με και να εν­δυ­να­μώ­σου­με ό,τι κα­λύ­τε­ρο ανέ­δει­ξε η Ευ­ρώ­πη μετά τον πό­λε­μο και τη φα­σι­στι­κή ήττα, τη διεύ­ρυν­ση δη­λα­δή της δη­μο­κρα­τί­ας και το κοι­νω­νι­κό κρά­τος, η μόνη λύση είναι η ρι­ζο­σπα­στι­κή ρήξη με τις εξου­σί­ες και τους μη­χα­νι­σμούς της κα­πι­τα­λι­στι­κής πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης.

Επι­βάλ­λε­ται λοι­πόν να ορ­γα­νω­θού­με εδώ και τώρα σε μία συμ­μα­χία που δεν θα αρ­κεί­ται μόνο στο να συ­να­θροί­ζει κόσμο στα συλ­λα­λη­τή­ρια, αλλά θα πα­ρά­γει προ­γράμ­μα­τα και κοινή δράση.

Η ορ­γα­νω­τι­κή μας αυτή δρα­στη­ριό­τη­τα θα στο­χεύ­σει στους κοι­νω­νι­κούς και συν­δι­κα­λι­στι­κούς χώ­ρους, αφού δεν είναι λίγοι οι αγώ­νες και τα κι­νή­μα­τα που ορ­γα­νώ­νο­νται πα­ράλ­λη­λα ή και σε αντι­δια­στο­λή με την συ­νο­μο­σπον­δία των τριών επί­ση­μων συν­δι­κά­των (Cgil, Cislκαι Uil). Τα οποία, δρώ­ντας συχνά ως πα­ρά­πλευ­ροι βοη­θη­τι­κοί μη­χα­νι­σμοί της κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς, ενί­ο­τε και του Μόντι, ανα­δει­κνύ­ουν όλο και πε­ρισ­σό­τε­ρο την ανε­πάρ­κεια τους, με απο­τέ­λε­σμα να κα­θί­στα­ται επι­τα­κτι­κή η ανά­γκη μιας νέας ενω­τι­κής επα­νεκ­κί­νη­σης ενός συ­γκρου­σια­κού και τα­ξι­κού συν­δι­κα­λι­σμού.

Ανά­λο­γη οφεί­λει να είναι η δρα­στη­ριό­τη­τά μας και σε πο­λι­τι­κό επί­πε­δο αφού το NoMontiDayα­νέ­δει­ξε την ύπαρ­ξη ενός μα­ζι­κού κι­νή­μα­τος που αδυ­να­τεί να ανα­γνω­ρί­σει την πο­λι­τι­κή του υπό­στα­ση στην κε­ντρο­α­ρι­στε­ρά ή στις κατά τό­πους συ­νε­λεύ­σεις του Κι­νή­μα­τος των 5 Αστε­ριών.

Στη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, σή­με­ρα στην πο­λι­τι­κή σκηνή της Ιτα­λί­ας δεν υπάρ­χουν άλλες δυ­νά­μεις εκτός από αυτές τις τρεις, συ­νε­πώς τις επό­με­νες ημέ­ρες οι πά­ντες οφεί­λουν να επι­λέ­ξουν με ποιόν θα πάνε.

Τέλος, για να απο­κτή­σει πο­λι­τι­κή υπό­στα­ση η συμ­μα­χία της 27ης Οκτω­βρί­ου συ­ντρέ­χουν δύο βα­σι­κές προ­ϋ­πο­θέ­σεις. Η πρώτη απαι­τεί να κα­θο­ρι­στούν και να δια­δο­θούν σε σύ­ντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα τα ση­μεία ενός οι­κο­νο­μι­κού και κοι­νω­νι­κού σχε­δί­ου που θα αντι­πα­ρα­τί­θε­ται σε όλες τις ‘με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κέ­ς’ εκ­δο­χές του Μόντι. Η δεύ­τε­ρη, να συ­νει­δη­το­ποι­ή­σουν οι δυ­νά­μεις και οι προ­σω­πι­κό­τη­τες του NoMontiDayό­τι υπο­λο­γί­ζο­νται στη πο­λι­τι­κή ζωή της χώρας μο­νά­χα εάν είναι ενω­μέ­νοι.

Πρό­κει­ται για απλές προ­ϋ­πο­θέ­σεις, κα­θό­λου όμως δε­δο­μέ­νες εάν κά­ποιος επα­να­φέ­ρει στη μνήμη του την ιστο­ρία των τε­λευ­ταί­ων χρό­νων. Από την απά­ντη­ση στα δύο αυτά ζη­τή­μα­τα -απά­ντη­ση που οφεί­λει να είναι συλ­λο­γι­κή και όχι μο­νά­χα ενός προ­σώ­που- θα ξε­κα­θα­ρι­στεί εάν η εν δυ­νά­μει πο­λι­τι­κή πρω­το­βου­λία θα κα­τα­φέ­ρει να ορ­γα­νω­θεί πριν από τις εκλο­γές, αλλά και, κυ­ρί­ως, εάν θα έχει συ­νέ­χεια μετά από αυτές.