Το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η αποχώρηση των γερμανικών στρατιωτικών μονάδων δημιούργησαν μια εκρηκτική κοινωνική κατάσταση. Υπήρξε κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, με τον παλιό αστικό πολιτικό κόσμο να είναι απαξιωμένος στις συνειδήσεις των μαζών, ενώ η συμμετοχή των ανθρώπων ήταν στο υψηλότερο επίπεδο από κάθε άλλη εποχή.

Πάνω σε αυτό το νευραλγικό πρόβλημα της αποκατάστασης της πολιτικής κυριαρχίας της ντόπιας αστικής τάξης εκδηλώθηκε η αντίθεση που οδήγησε στη σύγκρουση ανάμεσα στο ΕΑΜικό κίνημα -που συγκέντρωνε και επηρέαζε μεγάλες λαϊκές μάζες-και στις δυνάμεις της καπιτα­λιστικής αντίδρασης που στηρίζονταν στην ένοπλη βοήθεια των συμμάχων, κυρίως του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού, ο οποίος θεωρούσε την Ελλάδα ζωτικό πολιτικο-στρατιωτικό χώρο.Ταυτόχρονα, υπήρχε μια σημαντική αντίφαση: ενώ η χώρα βρισκόταν στην αγγλική σφαίρα επιρροής, το ΕΑΜικό κίνημα διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας και συν τοις άλλοις προσανατολιζότανε προς την ΕΣΣΔ. Λόγω του μεγέθους του και της διάχυσής του παντού, καθώς και της λαϊκοδημοκρατικής του μορφής που ριζοσπαστικοποιούσε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, οι δυνάμεις του αστισμού και οι Βρετανοί σύμμαχοί τους δεν μπορούσαν να αποδεχτούν τον θρίαμβο του ΕΑΜ. Ένας τέτοιος θρίαμβος οδηγούσε στην ανατροπή του προπολεμικού καθεστώτος και πιθανόν στην ανάληψη της κυβέρνησης από το ΕΑΜ, ανεξαρτήτως του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών.Η απόφασή τους ήταν σαφής: Σύγκρουση με όλο αυτό το κίνημα, ώστε να αποτραπεί η άνοδός του στην εξουσία.

Κάπως έτσι ξεκίνησαν τα Δεκεμβριανά. Για την ακρίβεια με τη δολοφονική επίθεση από τη μεριά του κράτους και των δυνάμεων καταστολής, όταν αιματοκύλισαν τις διαδηλώσεις του ΕΑΜ, στις 3 και 4 Δεκέμβρη, με δεκάδες νεκρούς και τραυματίες (21 νεκροί και 140 τραυματίες τη  πρώτη ημέρα και 40 νεκροί και 70 τραυματίες τη δεύτερη ημέρα).

Το ΕΑΜικό κίνημα, έχοντας για βάση του ένα πρόγραμμα που δεν ήταν μόνο εθνικοαπελευθερωτικό (γεγονός που το έκανε να προσεγγίζει τμήματα του αστικού κόσμου), αλλά και βαθιών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων-«λαοκρατικό» όπως συχνά αποκαλούνταν- με αντιϊμπεριαλιστικές αναφορές, οι οποίες το έφερναν σε αντίθεση με τον αστισμό, στηριζόταν σε ευρύτερα εκμεταλλευόμενα και καταπιεσμένα κοινωνικά στρώματα και τάξεις, όπως προλετάριους, χωρικούς, βιοπαλαιστές, μικροαστούς των πόλεων, κ.λπ., που έκλειναν μέσα τους όλο το αντικαπιταλιστικό μίσος, τους ακαθόριστους επαναστατικούς πόθους, τα ζωηρά φιλοσοβιετικά αισθήματα, το πάθος, τη μαχητικότητα και το δυναμισμό.

Ωστόσο, η μάχη αυτή, που διεξήχθη από τις λαϊκές μάζες και τις οργανώσεις τους, δεν είχε από την μεριά των πολιτικών του εκπροσωπήσεων -δηλαδή του ΕΑΜ και του ΚΚΕ- στόχο την επα­ναστατική κατάληψη της εξουσίας. Αντίθετα, η στρατηγική τους επιδίωκε την «εθνική ενότητα», τις «ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις, τη δημοκρατικοποίηση του κράτους και την εφαρμογή κοινωνικών μεταρρυθμίσεων εντός των αστικών πλαισίων. Έτσι, η μάχη του Δεκέμβρη πήρε αμυντικό χαρακτήρα, αποσκοπώντας σε έναν «έντιμο συμβιβασμό» απέναντι στην αστική επιθετικότητα. Ως αποτέλεσμα, το μαζικό κίνημα ηττήθηκε και επικράτησε η καπιταλιστική αντί­δραση, εφόσον αυτή είχε την πρωτοβουλία των κινήσεων.(1)

Ο Δημήτρης Λιβιεράτος έλαβε μέρος στα Δεκεμβριανά του 1944 και ήταν Επιτελής του Πρώτου Τάγματος, του Τέταρτου Συντάγματος, της Δεύτερης Ταξιαρχίας του ΕΛΑΣ.(2) Θεωρούσε πως, παρά τις πολιτικές ευθύνες της ηγεσίας του ΚΚΕ για την ήττα, τα Δεκεμβριανά ήταν μια εργατική επανάσταση, μια ηρωική πάλη του λαού της Αθήνας, του Πειραιά και των γύρω συνοικισμών, «αφού στηριζόταν στις εργατικές δυνάμεις της Αθήνας και στον εργατικό στρατό» και πως αυτή η μάχη θα μπορούσε να είχε κερδηθεί «από τις δύο πρώτες μέρες, επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων ήταν υπέρ του εργατικού-λαϊκού κινήματος». Μάλιστα, αναφέρει ως παράδειγμα την περιοχή Πετραλώνων-Καλλιθέας, όπου δρούσε, και που όταν ο λαός επετέθη στο λεγόμενο «φρούριο» του Θησείου, το οποίο ήταν άντρο των Χιτών, κατελήφθη μέσα σε τρεις ώρες.(3) Περιγράφει το πως οι γειτονιές ήταν οργανωμένες και πως «από τις συνελεύσεις που γινόντουσαν είχαν βγει επικεφαλής οι λαϊκές επιτροπές που ήταν και αυτές ΕΑΜικές». Και συνεχίζει: «Κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών η τροφοδοσία, τα συσσίτια, πέρασαν στα χέρια των λαϊκών επιτροπών. Δεν ήταν αμπέλι ξέφραγο η Αθήνα. Στην ουσία οι γειτονιές είχανε μια διοίκηση από τις λαϊκές επιτροπές που είχαν βγάλει οι ίδιες».(4)

Ο Δ. Λιβιεράτος, όταν λέει ότι ο συσχετισμός δύναμης ήταν υπέρ του εργατικού-λαϊκού κινήματος, στηρίζει αυτή την θέση στο γεγονός ότι επί της ουσίας το ΕΑΜ κατείχε την εξουσία σε όλη τη χώρα. Όπως υποστηρίζει, «σχεδόν στα τέσσερα πέμπτα της χώρας κυριαρχούσε το κράτος της Ελεύθερης Ελλάδας», το οποίο είχε δημιουργήσει κρατικό δίκαιο, «τη διοίκηση, την αστυνομία, την αυτοδιοίκηση, τις εκλογές κ.λπ.» και γι’ αυτό «ήταν κράτος επαναστατικό».(5) Επομένως, «το ζήτημα που έμπαινε και ζήταγε ο Σκόμπι ήταν ‘‘παραδώστε το κράτος σας’’. Όχι απλώς τα όπλα».(6)

Ο Δ. Λιβιεράτος προβαίνει, ταυτόχρονα, σε μια ενδιαφέρουσα στρατιωτική ανάλυση, επισημαίνοντας ποια ήταν τα λάθη της ηγεσίας, τι έπρεπε να κάνει σε αυτές τις επιχειρήσεις και ποια γραμμή άμυνας θα μπορούσε να κρατήσει μετά την ήττα, ώστε να υπάρξει δυνατότητα διαπραγμάτευσης από θέση ισχύος. Εκτιμά, μάλιστα, πως ούτε ένας λοχίας έφεδρος δεν θα έκανε τέτοια λάθη. Επισήμανε ως πρώτο λάθος την κατάργηση του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ και την αντικατάσταση του από την Κεντρική Επιτροπή με επικεφαλής τον Σιάντο. Έτσι, θέτουν σε «θέση υφισταμένου» τον Βελουχιώτη που ήταν καπετάνιος του ΕΛΑΣ και τον Σαράφη που ήταν στρατιωτικός αρχηγός, με τραγική διαταγή να κατευθυνθούν στην Ήπειρο για να εξουδετερώσουν τον στρατό του Ζέρβα, όταν «η κύρια σύγκρουση δίνεται στην πρωτεύουσα».(7)Κατόπιν, ο Λιβιεράτος, καυτηριάζει την απόφαση του Σιάντου -κατά την έναρξη της ένοπλης αντιπαράθεσης- να αναστείλει το σχέδιο που είχε εκπονήσει ο στρατηγός Μάντακας, «παλιός φιλελεύθερος αλλά πιστός στο κίνημα», το οποίο καθόριζε «τι θα γίνει σε περίπτωση εξέγερσης και πως θα καταληφθεί η Αθήνα».(8) Θεωρεί ολέθρια την εντολή που δόθηκε στον ΕΛΑΣ των ανατολικών συνοικιών να αφήσει «ελεύθερη τη δίοδο της Ορεινής Ταξιαρχίας», που είναι «η μόνη μεγάλη αξιόμαχη μονάδα της Δεξιάς»,(9)που είχε συγκροτηθεί στη Μέση Ανατολή μετά την εκκαθάριση από τους Βρετανούς του ελληνικού στρατού από φιλοεαμικούς στρατιώτες και αξιωματικούς. Ταυτόχρονα, υπογραμμίζει ότι παρέμεινε ανοιχτή και η λεωφόρος Συγγρού, μέσω της οποίας μεταφέρονταν στην Αθήνα οι βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις που αποβιβάζονταν στο Φάληρο,(10) καθώς το γεγονός ότι παραδόθηκε η Ακρόπολη στους Άγγλους, οι οποίοι «από εκεί πολυβολούν τη δύναμη του ΕΛΑΣ» και έτσι «ελέγχουν ένα μεγάλο μέρος της Αθήνας».Βάσει της εμπειρίας του, αναφέρει: «Και μόνο με τις δυνάμεις της Αθήνας, Πειραιά και Περιχώρων ήταν δυνατό να κερδηθεί η μάχη».(11) Ακόμη και μετά την ήττα και την κατάληψη της Αθήνας από τα αγγλικά στρατεύματα «και πάλι δεν ήταν χαμένη η υπόθεση», όπως λέει. Απεναντίας, θα μπορούσαν, «αν ήθελε η ηγεσία του ΚΚΕ, να κάνουν μια γραμμή αμύνης στη Θήβα, στα βουνά του Παρνασσού και αλλού και από εκεί πέρα να διαπραγματευτούν πραγματικά», και μάλιστα «από θέση ισχύος, επειδή οι Άγγλοι δεν είχαν δυνάμεις στην υπόλοιπη Ελλάδα, εφόσον σ’ αυτή κυριαρχούσαν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ».(12) Τέλος, επισημαίνει ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των Δεκεμβριανών «δεν έγινε καμμιά προσπάθεια διαφώτισης των αγγλικών στρατευμάτων για το τι γινόταν στην Ελλάδα. [και] δεν τυπώθηκε καμμιά προκήρυξη στα αγγλικά».(13) Επιπρόσθετα, επειδή οι Άγγλοι έφεραν μαζί τους δυνάμεις στρατού που προέρχονταν από τις αποικίες (κυρίως Ινδοί), πάλι «δεν εξεδόθη ούτε μία προκήρυξη ούτε μία ανακοίνωση στα αγγλικά από την ηγεσία του ΚΚΕ για να πει ποιοι είμαστε». Όταν η μονάδα που ανήκε συνέλαβε αιχμαλώτους Ινδούς, αυτοί νόμιζαν ότι πολεμάνε φασίστες, διότι έτσι τους είχαν πει οι Εγγλέζοι.(14) Τέλος, υπενθυμίζει ότι παρ’ ότι γινόταν το ένα λάθος μετά το άλλο, από την ηγεσία του ΚΚΕ, εν τω μεταξύ αυτή «κυνηγούσε τους τροτσκιστές, τους αρχειομαρξιστές και όσους από τα μέλη του κόμματος διαφωνούσαν με τη ‘‘γραμμή’’ της ηγεσίας, προτείνοντας μια διεθνιστική πολιτική για να πλησιάσουμε τα στρατεύματα και να τους μιλήσουμε».(15)

Ο Λένιν θεωρούσε ότι η εξέγερση είναι τέχνη, η οποία υπόκειται σε κάποιους κανόνες, που σε γενικές γραμμές είναι οι εξής(16): 1) Δεν παίζεις ποτέ όταν ξεκινάς ένα πόλεμο (ή μια εξέγερση), εάν δεν είσαι αποφασισμένος να πας ως το τέλος, 2) Ο πόλεμος (ή η εξέγερση) είναι μια εξίσωση με εξαιρετικά ακαθόριστα μεγέθη, τα οποία μπορεί να αλλάζουν μέρα με τη μέρα, 3) Θα πρέπει να ξέρεις ότι οι αντίπαλες δυνάμεις έχουν το πλεονέκτημα της καλύτερης οργάνωσης, της καλύτερης προετοιμασίας, της πειθαρχίας, της εμπειρίας, των μέσων και του κύρους της παλιάς εξουσίας, 4) Είναι αναγκαίο να συγκεντρώσεις μεγάλες δυνάμεις ενάντια στον αντίπαλο και να δείξεις υπεροχή δυνάμεων στο αποφασιστικό σημείο της μάχης, γιατί αλλιώς ο αντίπαλος θα σε τσακίσει, 5) Από την στιγμή που θα ξεκινήσεις θα πρέπει να δράσεις με μεγάλη αποφασιστικότητα, περνώντας στην επίθεση. Η άμυνα, σε αυτή την περίπτωση, ισοδυναμεί με θάνατο, 6) Πρέπει να αιφνιδιάσεις τον αντίπαλο όσο ακόμη τα στρατεύματα του είναι σκόρπια ή σε αδυναμία, 7) Πρέπει να έχεις κάθε μέρα μικρές επιτυχίες, 8) Πρέπει να διατηρείς την ηθική υπεροχή που σου έδωσε η πρώτη πετυχημένη επιθετική κίνηση που έκανες, 9) Να προσελκύεις με το μέρος σου όλα τα ταλαντευόμενα στοιχεία, τα οποία είθισται να ακολουθούν πάντα τους πιο δυνατούς, 10) Να εξαναγκάσεις τον εχθρό σε υποχώρηση πριν προλάβει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του εναντίον σου.

Στη μάχη των Δεκεμβριανών η ηγεσία του ΕΑΜ και του ΚΚΕ παράκαμψαν κυριολεκτικά την λενινιστική θεωρία, η οποία έλεγε ότι σε ένα ταξικό πόλεμο η παραβίαση των κανόνων του πολέμου οδηγεί στην καταστροφή του κόμματος που είναι υπεύθυνο για τη μη τήρησή τους και κατά συνέπεια του κινήματος,(17) όπως και έγινε.

Ο Δ. Λιβιεράτος, αναφερόμενος στα βιώματά του από τη σύγκρουση των Δεκεμβριανών, έκανε σχετική μνεία στην παρέμβασή του, κατά το πρώτο επιστημονικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε περισσότερο από πενήντα χρόνια αργότερα. Εκεί, διαφωνώντας με την ομιλία του Γρηγόρη Φαράκου (πρώην γενικού γραμματέα του ΚΚΕ), είπε τα εξής:«Εκείνο τον καιρό τον ζήσαμε στην Αθήνα, ήμουν κι εγώ από τους νεότερους τότε, 17 ετών, και κατά σύμπτωση είχα μπει στην Αθήνα σαν απόφοιτος ανθυπολοχαγός της Σχολής Εφέδρων Αξιωματικών του ΕΛΑΣ, έχοντας πρόσφατα και τα στρατιωτικά μαθήματα, τα οποία ήταν αξιόλογα, είχαν δοθεί από ανθρώπους σαν τον Παπαγεωργίου, τον Γκικόπουλο, τον Πάλλα και άλλους αξιωματικούς. Μπορώ λοιπόν να σας πω ότι από τότε το μελέτησα το ζήτημα, πολύ μάς στοίχισε αυτή η ιστορία, ότι αυτή η μάχη δόθηκε για να χαθεί. Ούτε έφεδρος λοχίας του πεζικού δεν θα έκανε τις κινήσεις που έκανε εκείνη τη στιγμή η ηγεσία του ΕΛΑΣ. […] Η μάχη δίνεται για να χαθεί και θα σας το εξηγήσω αυτό πολιτικά. […] Θα διαφωνήσω με τον φίλο Φαράκο. Εκείνο τον καιρό η Ελλάδα βρισκόταν σε επανάσταση. […] Λοιπόν έπρεπε να πνιγεί μια επανάσταση, […] επομένως έπρεπε να δοθεί μια μάχη, να χαθεί αυτή η μάχη αλλά συγχρόνως να μη χάσει και η ηγεσία τον έλεγχο του κινήματος, ο οποίος ήταν αναγκαίος για την πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης εκείνο τον καιρό».(18)

Θεωρεί, λοιπόν, πως η ήττα αποτέλεσε συγκεκριμένη πολιτική επιλογή της ηγεσία του ΚΚΕ, η οποία έδωσε επί της ουσίας τη μάχη για να την χάσει, δέσμια όπως ήταν των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας του ΚΚΕ το 1934, η οποία υποστήριζε την στρατηγική της θεωρίας των σταδίων μετάβασης στον σοσιαλισμό. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, «το επόμενο στάδιο στην Ελλάδα δεν ήταν ο σοσιαλισμός, αλλά μια ενδιάμεση περίοδος [αστικής] Δημοκρατίας».(19) Δηλαδή,πρώτα χρειαζόταν να γίνει αστική ολοκλήρωση και μετά ο σοσιαλισμός, καυτηριάζοντας ταυτόχρονα και τις προηγηθείσες συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας, οι οποίες είχαν γίνει κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Αντικρούοντας τις απόψεις περί συνειδητής προδοσίας, θα υποστηρίξει ότι «δεν ήταν λάθος προσώπων ή λάθος πρακτόρων που χρηματίστηκαν. Ήταν λάθος πολιτική, η οποία άρχισε το 1934 και έχει καταγραφεί από τότε».(20)

Κατά συνέπεια, «Όταν αρχίζει η  μάχη της Αθήνας ήταν ήδη χαμένη από την ηγεσία», λέει ο Λιβιεράτος. Και ο λόγος είναι ότι «Δεν έγιναν οι αναγκαίες ενέργειες, αμέσως από την πρώτη εβδομάδα. Μια επανάσταση κερδίζεται την πρώτη εβδομάδα».(21) Διότι, όπως πάλι επισημαίνει, «αν δεν πάρεις υπόψη τη χονδρική εξήγηση», τότε «φαίνονται ανεξήγητα»(22) τα απανωτά λάθη που διέπραξε η ηγεσία. Όπως πικρά αναλογίζεται, έτσι χάθηκε ο Δεκέμβρης και «από πιθανότατη νίκη μετεβλήθη σε πένθιμη ήττα που άνοιξε το δρόμο για τον Εμφύλιο πόλεμο», παραμένοντας πάραυτα «ένα παράδειγμα στην Ευρώπη ενάντια στο φασισμό-καπιταλισμό, όπως η Μαδρίτη, η Βαρσοβία και άλλες πόλεις», αλλά και «δίδαγμα ιστορικό για το μέλλον που δεν πρέπει να ξεχνιέται, αλλά να διδάσκεται».(23)

Υποσημειώσεις:

(1) Το ΚΚΕ έχει σταθεί αναστοχαστικά σε αυτή την περίοδο όσον αφορά την στρατηγική του κόμματος που οδήγησε σε αρνητική έκβαση την λαϊκή εξέγερση του Δεκέμβρη, αναθεωρώντας την ιστορική του προσέγγιση. Βλ., Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1939-1949, Β1 τόμος, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2018. 

(2) Για μια εκτεταμένη αναφορά στη δράση του Λιβιεράτου την συγκεκριμένη δεκαετία, βλ. το κείμενο του Γ. Αλεξάτου, «Δημήτρης Λιβιεράτος: Κριτική θεώρηση της δεκαετίας του 1940». Υπό έκδοση σε συλλογικό τόμο, που θα είναι αφιερωμένος στον Λιβιεράτο (επιμέλεια: Δ. Κατσορίδας).

(3) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, έκδοση του Μαρξιστικού Ομίλου Οικονομικών και Κοινωνικών Μελετών/Ρωγμή, Αθήνα 2001, σελ. 16-17. 

(4) Βλ. τη συνέντευξη που έδωσε στον Νεκτάριο Δαργάκη, «Ο Δ. Λιβιεράτος μιλάει για τον Δεκέμβρη του ’44», εφημερίδα Εργατική Αλληλεγγύη, 30-12-2014, τεύχος Νο 1154.

(5) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 9-10.

(6) «Ο Δ. Λιβιεράτος μιλάει για τον Δεκέμβρη του ’44», ό.π.

(7) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 2-3. Αδημοσίευτο κείμενο. Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

(8) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 7.

(9) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 4. Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

(10) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 19.

(11) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 3. Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

(12) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 18 και 20.

(13) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 4. Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

(14) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 17.

(15) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, Μαρξιστικός Όμιλος, ό.π., σελ. 17.

(16) Βλ. Λένιν, Άπαντα, τόμος 33, σελ. 305-307.

(17) Δ. Κατσορίδας, «Ο Λένιν για την τέχνη του πολέμου και της επανάστασης(η τέχνη της επανάστασης και η επανάσταση  ως τέχνη)», Η Εφημερίδα των Συντακτών, 7-11-2017.

(18) Βλ. το βιβλίο, Δεκέμβρης του ’44. Νεότερη έρευνα-νέες προσεγγίσεις, επιμέλεια: Γρηγόρης Φαράκος, εκδόσεις Φιλίστωρ, Αθήνα 2000, σελ. 148-149.

(19) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 5.Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

(20) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, έκδοση του Μαρξιστικού Ομίλου, ό.π., σελ. 21.

(21) «Ο Δ. Λιβιεράτος μιλάει για τον Δεκέμβρη του ’44», ό.π.

(22) Δ. Λιβιεράτος, Τα Δεκεμβριανά του 1944, έκδοση του Μαρξιστικού Ομίλου, ό.π., σελ. 19.

(23) Δ. Λιβιεράτος, «Τα Δεκεμβριανά», σελ. 6. Προσωπικό αρχείο Δ. Κατσορίδα.

 

(*) Αναδημοσίευση από την ηλεκτρονική έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών, 14-12-2024.

Ετικέτες