Μπλοκάρισμα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την αθλιότητα του νόμου του για την «αξιολόγηση» των Δημοσίων Υπαλλήλων (ΔΥ) έχει δημιουργήσει η συλλογική ανυπακοή των εργαζομένων στο Δημόσιο, με την απεργία-αποχή από το «καθήκον» των διαδικασιών της «αξιολόγησης».

Οι επι­με­ρι­σμοί των πο­σο­στών, που θα βαθ­μο­λο­γη­θούν με συ­γκε­κρι­μέ­νο βαθμό, δεν έχουν γίνει από 26 γε­νι­κούς διευ­θυ­ντές υπουρ­γεί­ων. Ακόμα και υπουρ­γοί και πο­λι­τι­κές ηγε­σί­ες δεν έχουν προ­χω­ρή­σει σε επι­με­ρι­σμούς. Η συμ­με­το­χή των ερ­γα­ζο­μέ­νων στην απερ­γία-απο­χή της ΑΔΕΔΥ από την «αυ­το­α­ξιο­λό­γη­ση», οι υπο­γρα­φές άρ­νη­σης και η πα­ρά­δο­ση των φύλ­λων αξιο­λό­γη­σης στα σω­μα­τεία, σε γε­νι­κές γραμ­μές κι­νεί­ται στο 95% και πάνω.

Η προ­σφυ­γή της κυ­βέρ­νη­σης στα δι­κα­στή­ρια κατά της ΑΔΕΔΥ είναι από­δει­ξη αδυ­να­μί­ας. Η από­φα­ση που δεν ήταν άμεσα εκτε­λε­στή και δεν έβγα­λε κα­τα­χρη­στι­κή την απερ­γία-απο­χή εκλή­φθη­κε, και σωστά, ως νίκη του κι­νή­μα­τος. Έδωσε τη δυ­να­τό­τη­τα να πα­ρέλ­θει άπρα­γη και η δεύ­τε­ρη προ­θε­σμία του Υπουρ­γεί­ου Διοι­κη­τι­κής Με­ταρ­ρύθ­μι­σης (ΥΔΜΗΔ). Έτσι, ανα­μέ­νο­ντας τα απο­τε­λέ­σμα­τα της έφε­σης που άσκη­σε η ΑΔΕΔΥ κατά της από­φα­σης που βγά­ζει πα­ρά­νο­μη την απερ­γία, τα σω­μα­τεία στους χώ­ρους του Δη­μο­σί­ου συ­νε­χί­ζουν τη συλ­λο­γή φύλ­λων αξιο­λό­γη­σης και δυ­να­μώ­νει η κοινή αντί­στα­ση των υπαλ­λή­λων. 

Βρι­σκό­μα­στε ήδη στην τρίτη ανα­βο­λή των προ­θε­σμιών του νόμου Μη­τσο­τά­κη. Η εγκύ­κλιος του Γεν. Γραμ­μα­τέα του ΥΔΜΗΔ, Δημ. Στε­φά­νου, όπου ανα­φέ­ρο­νται οι νέες προ­θε­σμί­ες, τε­λειώ­νει με απει­λές για πει­θαρ­χι­κά, αφού δεν βρί­σκουν τρό­πους να κά­νουν τους ερ­γα­ζό­με­νους στο δη­μό­σιο να ξε­κι­νή­σουν την αξιο­λό­γη­ση.

Ύστε­ρα από 4 χρό­νια μνη­μο­νί­ων και εμπει­ριών από με­γά­λους αγώ­νες που δό­θη­καν μέσα κι έξω από τους χώ­ρους δου­λειάς, η κι­νη­το­ποί­η­ση κατά της αξιο­λό­γη­σης φαί­νε­ται ότι κερ­δί­ζει μάχες και μπο­ρεί να ακυ­ρώ­σει στην πράξη νό­μους.

Οι βα­σι­κοί πα­ρά­γο­ντες που οδή­γη­σαν τη συ­γκε­κρι­μέ­νη απερ­γία-απο­χή ένα βήμα πριν τη νίκη είναι οι εξής:

α) Οι ερ­γα­ζό­με­νοι στο Δη­μό­σιο δεν έχουν πια αυ­τα­πά­τες ότι τα μέτρα της κυ­βέρ­νη­σης δεν θα έχουν κα­τα­στρο­φι­κές συ­νέ­πειες πάνω τους. Υπάρ­χει συ­νεί­δη­ση της αν­θρω­πο­φα­γί­ας που δη­μιουρ­γεί αυτή η «αξιο­λό­γη­ση» και ότι κα­νείς δεν θα γλι­τώ­σει από το σφα­γείο απο­λύ­σε­ων, εξευ­τε­λι­στι­κών ατο­μι­κών μι­σθών κλπ.
β) Η μορφή «απερ­γία-απο­χή» ήταν η πιο κα­τάλ­λη­λη για να αντι­με­τω­πι­στεί το ζή­τη­μα της αξιο­λό­γη­σης. Ιδιαί­τε­ρα, το ότι υπήρ­ξαν στά­δια υπο­γρα­φών, πα­ρά­δο­σης των φύλ­λων αξιο­λό­γη­σης στους συλ­λό­γους κλπ, βο­ή­θη­σε στην κλι­μά­κω­ση, τη συλ­λο­γι­κή συ­ζή­τη­ση και τις κοι­νές ενέρ­γειες συ­να­δέλ­φων σε κάθε χώρο.
γ) Τα πε­ρισ­σό­τε­ρα πρω­το­βάθ­μια σω­μα­τεία και οι ομο­σπον­δί­ες, παρά τις αρ­χι­κές επι­φυ­λά­ξεις και δια­φο­ρε­τι­κές προ­τά­σεις του ΠΑΜΕ και των Πα­ρεμ­βά­σε­ων, ακο­λού­θη­σαν την πρό­τα­ση της ΑΔΕΔΥ (που ήταν πρό­τα­ση του ΜΕΤΑ) και δού­λε­ψαν για την υλο­ποί­η­ση της από­φα­σης. Αυτό καλ­λιέρ­γη­σε συλ­λο­γι­κό­τη­τες, συ­ζη­τή­σεις που ποτέ δεν είχαν γίνει με­τα­ξύ συ­να­δέλ­φων, έδιω­ξε το φόβο. Κάθε ερ­γα­ζό­με­νος πήρε την ευ­θύ­νη της πρά­ξης να αντι­στα­θεί στην «αξιο­λό­γη­ση», αλλά και κάθε σω­μα­τείο πήρε την ευ­θύ­νη να ορ­γα­νώ­σει και να πε­ρι­φρου­ρή­σει τα μέλη του.

Το όφε­λος της όλης μάχης είναι με­γα­λύ­τε­ρο από την ακύ­ρω­ση ενός μνη­μο­νια­κού νόμου.

Κα­ταρ­χήν επι­βε­βαιώ­νει ότι οι νόμοι (ακόμα και οι ψη­φι­σμέ­νοι) μπο­ρούν να κα­ταρ­γού­νται στα πε­ζο­δρό­μια και ότι καμιά κυ­βέρ­νη­ση δεν είναι τόσο ισχυ­ρή μπρο­στά σε απο­φα­σι­σμέ­νες πλειο­ψη­φί­ες της ερ­γα­τι­κής τάξης.

Κυ­ρί­ως, όμως, η αί­σθη­ση ότι χρεια­ζό­μα­στε ο ένας τον άλλον για να μην κα­τα­λή­ξου­με σε «κα­νι­βα­λι­σμό» και με­γα­λύ­τε­ρες υπο­χω­ρή­σεις στα δι­καιώ­μα­τά μας, ότι μπο­ρού­με να πεί­σου­με ο ένας τον άλλο συ­νά­δελ­φο, ώστε να ακο­λου­θή­σει το κοινό και όχι το ατο­μι­κό συμ­φέ­ρον, ότι  μπο­ρού­με να βα­σι­στού­με στα σω­μα­τεία μας και να έχου­με απο­τε­λέ­σμα­τα, είναι μια ση­μα­ντι­κή αλ­λα­γή στην ορ­γά­νω­ση των «από κάτω».

Δια­φαί­νε­ται μια ελ­πί­δα ανα­συ­γκρό­τη­σης των συλ­λο­γι­κών διερ­γα­σιών και των ερ­γα­λεί­ων του ορ­γα­νω­μέ­νου ερ­γα­τι­κού κι­νή­μα­τος, μα­κριά από το μο­ντέ­λο των «φω­τι­σμέ­νων ει­δι­κών» δια­με­σο­λα­βη­τών-συν­δι­κα­λι­στών, που με προ­νό­μια και όχι με κιν­δύ­νους και αγώ­νες, βελ­τιώ­νουν τη ζωή των ερ­γα­ζο­μέ­νων. 

Στο με­τα­ξύ υπάρ­χουν «εκ­κρε­μό­τη­τες» των επί­μο­να αγω­νι­ζό­με­νων κα­θα­ρι­στριών του Υπουρ­γεί­ου Οι­κο­νο­μι­κών, των «δια­θέ­σι­μων» εκ­παι­δευ­τι­κών και σχο­λι­κών φυ­λά­κων, των «άγρυ­πνων» διοι­κη­τι­κών στην τρι­το­βάθ­μια εκ­παί­δευ­ση. Το ΥΔΜΗΔ με­τα­τρέ­πε­ται σε τόπο συ­χνών συ­να­ντή­σε­ων των κλά­δων που συ­νε­χί­ζουν να βρί­σκο­νται σε κι­νη­το­ποί­η­ση.

Αν συ­ντο­νί­σου­με όλο αυτό το δυ­να­μι­κό και το συν­δυά­σου­με με τον αγώνα κατά της αξιο­λό­γη­σης στο Δη­μό­σιο, συ­γκε­ντρώ­νε­ται κό­σμος που δίνει μάχες πα­ντού: από σχο­λεία, νο­σο­κο­μεία και δή­μους, μέχρι τα πα­νε­πι­στή­μια και τα υπουρ­γεία.

Οι προη­γού­με­νες από­πει­ρες συ­ντο­νι­σμού και η συ­νο­λι­κή εμπει­ρία μας τα τε­λευ­ταία χρό­νια δεν γί­νε­ται να μην επι­δρά­σουν θε­τι­κά στις πρά­ξεις των αρι­στε­ρών κομ­μά­των και των συν­δι­κα­λι­στών τους. Στα πρω­το­βάθ­μια σω­μα­τεία του Δη­μο­σί­ου, η Αρι­στε­ρά συ­νερ­γά­στη­κε τε­λι­κά, δεί­χνο­ντας ωρι­μό­τη­τα. Απο­τέ­λε­σμα είναι το εξαι­ρε­τι­κό στρί­μωγ­μα της μι­ση­τής κυ­βέρ­νη­σης της πλού­σιας μειο­ψη­φί­ας. Αυτό, αν γε­νι­κευ­τεί, θα φέρει λα­μπρά κι ανα­κου­φι­στι­κά απο­τε­λέ­σμα­τα για την πλειο­ψη­φία του κό­σμου μας.

Η φε­τι­νή δια­δή­λω­ση της ΔΕΘ είναι ένας χρή­σι­μος σταθ­μός για την επί­δει­ξη δύ­να­μης του συ­νό­λου του κι­νή­μα­τος, για την εμ­φά­νι­ση των δυ­νά­με­ών μας και των προ­θέ­σε­ών μας, για να ξε­μπερ­δέ­ψου­με με αυτή την κυ­βέρ­νη­ση και την πο­λι­τι­κή που ευ­νο­εί σκαν­δα­λω­δώς τους ήδη ζά­μπλου­τους, δια­λύ­ο­ντας κάθε κοι­νω­νι­κή κα­τά­κτη­ση. Η πα­ρα­κα­τα­θή­κη των κα­λο­και­ρι­νών αγώ­νων δη­μιουρ­γεί ακόμα κα­λύ­τε­ρες συν­θή­κες για τη μα­ζι­κή ει­σβο­λή μας στο κε­ντρι­κό πο­λι­τι­κό σκη­νι­κό.