Σοσιαλδημοκράτες και κεντροαριστεροί, μεταξύ τους και ο Τσίπρας, προσήλθαν στην Κούβα για να τιμήσουν, λέει, τον Φιντέλ Κάστρο.

Δήλωση θρήνου για το θάνατό του έκανε ακόμα και ο Κατρούγκαλος.

Όλοι αυτοί πετάνε ένα «Hasta la victoria siempre!» και επιστρέφουν στην εξευτελισμένη και εξευτελιστική για την Αριστερά καθημερινή πολιτική τους, την πολιτική συνύπαρξης με το νεοφιλελευθερισμό και τα καθαρόαιμα αστικά πολιτικά κόμματα.

Αναφερόμενοι στον Κάστρο, στον Τσε, στην κουβανική επανάσταση, προσπαθούν να «δανειστούν» κάποια αίγλη, για να κατορθώσουν να συνεχίσουν το έργο του συμβιβασμού και της υποταγής στον καπιταλισμό και τους καπιταλιστές. Αναφέρονται στην τελευταία και τελική περίοδο του Κάστρο και του καθεστώτος του, στην περίοδο του εκφυλισμού, της γραφειοκρατίας, του μαρασμού των ελπίδων που εξαπέλυσαν οι «μπαρμπούδος» στην Κούβα και διεθνώς. Κάνουν ότι αγνοούν πως η αίγλη του Κάστρο και του Τσε στηρίζεται στο ότι τότε συμβόλισαν την «τομή», την εξέγερση ενάντια σε αυτό το ρεύμα του «μεταρρυθμισμού», της υποταγής της Αριστεράς στον ιμπεριαλισμό και στο κεφάλαιο.

Για να καταλάβει κανείς το βάθος και τη σημασία αυτής της «τομής», πρέπει να θυμηθούμε πώς ήταν ο κόσμος στα τέλη της δεκαετίας του ’50.

Νέα Αριστερά

Στο «κέντρο» του συστήματος, ο καπιταλισμός ζούσε τα «χρυσά χρόνια». Οι υψηλοί ρυθμοί κερδοφορίας και ανάπτυξης επέτρεπαν στους καπιταλιστές πολιτική συνεργασίας με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες, με στόχο τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης. Στην «περιφέρεια», όμως, ο ιμπεριαλισμός συνέχιζε την πολιτική του μαστίγιου: η μαζική φτώχεια, η άγρια εκμετάλλευση και η σκληρή καταπίεση ήταν η πραγματικότητα για τον τότε λεγόμενο Τρίτο Κόσμο. Η Αφρική, η Ασία και η Λατινική Αμερική ήταν οι «αδύναμοι κρίκοι» του διεθνούς καπιταλισμού.

Η Αριστερά, το πολιτικό ρεύμα που όφειλε να ενώνει τους αγώνες σε αυτές τις διαφορετικές, αλλά ανάλογες συνθήκες, βρισκόταν σε μια πολύ ιδιόμορφη κατάσταση. Διατηρούσε μεγάλες οργανωμένες δυνάμεις, λόγω της αίγλης των κινημάτων κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως η πολιτική της καθοριζόταν από τις επιλογές, κυρίως, της Μόσχας. Που συνιστούσε την «ειρηνική συνύπαρξη» και συμβούλευε τα ΚΚ να μείνουν σταθερά στον «δημοκρατικό δρόμο», στη στρατηγική της διεκδίκησης διαδοχικών μεταρρυθμίσεων και αύξησης του πολιτικού ρόλου τους μέσω, κυρίως, των εκλογών.

Η γραμμή αυτή είχε πολλά προβλήματα και αδιέξοδα στις χώρες του «κέντρου» (π.χ. στη Γαλλία, την Ιταλία), όμως ήταν κυριολεκτικά τραγική στις χώρες της «περιφέρειας». Τα ΚΚ στη Λ. Αμερική είχαν μετατραπεί σε αδύναμους σχηματισμούς που έψαχναν μια δημοκρατική-κοινοβουλευτική τακτική, μέσα σε καθεστώτα αγρίως αντιδημοκρατικά, απέναντι σε κυβερνήσεις που στηρίζονταν στη γυμνή καταπίεση.

Η κρίση της μαζικής αλλά ρεφορμιστικής Αριστεράς έθρεψε το αίτημα για μια Νέα Αριστερά. Οι εμπειρίες συσσωρεύονταν σταδιακά, από τα κινήματα απελευθέρωσης στη Μαύρη Αφρική, από τις ήττες στον αραβικό κόσμο, από τις ανάγκες αλληλεγγύης στην αλγερινή επανάσταση, από το διεθνές κίνημα υποστήριξης της νίκης στο Βιετνάμ, από το ξέσπασμα των αγώνων –με κέντρο τους μαύρους Αμερικανούς– στις ίδιες τις ΗΠΑ. Σε αυτή την αλυσίδα, που κορυφώθηκε στον μεγάλο διεθνή Μάη του ’68, η επανάσταση στην Κούβα και η νίκη της υπήρξε μια πολύ σημαντική «στιγμή».

Η ιδέα της οργάνωσης μιας ένοπλης εξέγερσης, που θα στηριζόταν στην ορμή μιας μειοψηφίας αποφασισμένων επαναστατών, για την ανατροπή μιας δικτατορίας ανδρεικέλων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και το άνοιγμα του δρόμου για το σοσιαλισμό, ήταν σε απόλυτη ρήξη με τις «ορθοδοξίες» της Αριστεράς –ακόμα και της αυτοπροσδιοριζόμενης ως κομουνιστικής– στην τότε εποχή. Η Σιέρα Μαέστρα ήταν ένα χαστούκι στην ηττοπάθεια και στον κομφορμισμό μέσα στην Αριστερά, ήταν μια ηχηρή πρόταση επανόδου στον επαναστατικό υποκειμενισμό. Και ακριβώς έτσι την κατάλαβαν χιλιάδες και χιλιάδες νέοι αγωνιστές στη Λ. Αμερική και στον κόσμο ολόκληρο. Αλλά το ίδιο ισχύει και για τα επιτελεία της «ορθοδοξίας», που έχυσαν τότε άφθονο δηλητήριο για τον Κάστρο, τον Τσε και –κυρίως– για τις κατευθύνσεις που αναδείκνυε ο αγώνας τους.

Η νίκη του αντάρτικου στην Κούβα δημιούργησε μια νέα κατάσταση. Η επανάσταση προτεινόταν ξανά ως εφικτή, στη Λ. Αμερική και στον κόσμο ολόκληρο. Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν, φυσιολογικά, σκληρότατη: υπονόμευση, άμεση στρατιωτική πίεση, οικονομικός και διπλωματικός αποκλεισμός, πολυετές εμπάργκο... Το αστικό μπλοκ που σήμερα σουφρώνει τη μυτούλα του, θυμίζοντας τα φαινόμενα εκφυλισμού του μεταεπαναστατικού καθεστώτος στην Κούβα, δεν πρέπει να ξεχνά ότι αυτά δεν ήταν προϊόν της ελεύθερης επιλογής των Κουβανών, αλλά σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της απειλής και της πίεσης από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.

Κάτω από την άμεση στρατιωτική απειλή των ΗΠΑ, το καθεστώς του Κάστρο, μέσα στον απολύτως πολωμένο κόσμο της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, στράφηκε για βοήθεια στην ΕΣΣΔ. Η βοήθεια δόθηκε, αλλά όχι χωρίς οικονομικούς και πολιτικούς όρους. Το καθεστώς στην Κούβα μπήκε στο δρόμο του κρατικού καπιταλισμού. Με έναν ρυθμό σταδιακό και αντιφατικό: για παράδειγμα, το ποιοι άνθρωποι από τη διεθνή Αριστερά «εκπαιδεύονταν» στη δεκαετία του ’60 και του ’70 στην Κούβα και το τι ζητήματα αφορούσε η «εκπαίδευσή» τους, είναι ερωτήματα που ούτε καν περνούν από το μυαλό πολλών από τους σημερινούς θαυμαστές του Κάστρο. Όμως, τελικά η Κούβα προχώρησε στο δρόμο του κρατικού καπιταλισμού: η κατάσταση των λαϊκών μαζών, τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που είχαν στη διάθεσή τους, η κοινωνική πόλωση με τη ντόπια «νομενκλατούρα» που στο μεταξύ αναπτύχθηκε, είναι η πιο αδιάψευστη απόδειξη.

Σύμβολο

Σε αυτή την εξέλιξη, ο Τσε Γκεβάρα διαχωρίστηκε από το δρόμο του Κάστρο. Πήρε την πορεία προς το Κονγκό και τελικά τη Βολιβία, συνεχίζοντας τον αγώνα για το αντάρτικο, για την οργάνωση της επανάστασης, καλώντας για «Ένα, δύο, τρία... πολλά Βιετνάμ!», μέχρι τη δολοφονία του στις 9 Οκτώβρη του 1967. Σε αυτή την πάλη διαχωρίστηκε φανερά με τους Σοβιετικούς και ακόμα φανερότερα με τις ηγεσίες των ΚΚ στη Λ. Αμερική. Έγινε το σύμβολο για μια ολόκληρη εποχή και πηγή έμπνευσης για εκατομμύρια νέους αγωνιστές σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο «γκεβαρισμός» –η προσπάθεια να μεταφερθούν οι μέθοδοι του αντάρτικου από τη Λ. Αμερική στις πόλεις της Ευρώπης– υπήρξε ένα κομβικό ζήτημα για τη Νέα Αριστερά, για την επαναστατική Αριστερά που εμφανίστηκε ορμητικά μετά το ’68. Κάποιοι το απάντησαν ηρωικά αλλά αδιέξοδα, στην Ιταλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ελλάδα και αλλού. Άλλοι προσπάθησαν να κρατήσουν την προσήλωση στην επανάσταση, μέσα από τη μακροχρόνια προσπάθεια του μαζικού αγώνα, ανακαλύπτοντας ξανά, μέσω του Τσε, τον Λένιν. Και στις δύο εκδοχές ο Γκεβάρα, ως το κορυφαίο σύμβολο της κουβανέζικης επανάστασης και του λατινοαμερικάνικου αγώνα, ήταν το κάλεσμα για να βγούμε «από το στάβλο με τα γουρούνια», για να επιστρέψουμε στον επαναστατικό αγώνα μπροστά στα αδιέξοδα του κοινοβουλευτισμού και της μεταρρυθμιστικής στρατηγικής.

Μετά τη δολοφονία του Γκεβάρα, μετά την τραγική ήττα στη Χιλή και τις δικτατορίες στη Βραζιλία, την Αργεντινή κ.ο.κ., μετά το σχέδιο «Κόνδωρ» για τη μαζική εξόντωση της επαναστατικής πρωτοπορίας του ’60 και του ’70 στη Λ. Αμερική, το καθεστώς του Κάστρο μπήκε σε βαθύτερη απομόνωση. Η απομόνωση επιτάχυνε τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό, αν και με «ιδιομορφίες» και αναλαμπές που οφείλονται στον τρόπο γέννησης του καθεστώτος. Ο Φιντέλ ήταν εδώ και καιρό μια σκιά του παλιού επαναστατικού συμβόλου. Πάνω σε αυτήν την εξέλιξη «πάτησε» η γραμμή επαναπροσέγγισης της Κούβας που προώθησε στις ΗΠΑ ο Μπαράκ Ομπάμα. Πάνω σε αυτήν την εξέλιξη, την ήττα και τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό της επανάστασης, «πατάει» η προσπάθεια των ανά τη γη κεντροαριστερών να δανειστούν λίγη αίγλη από τον Κάστρο. Άδικος κόπος. Η ιστορία και ο κόσμος θα τους κρίνουν από τα έργα και την πολιτική τους.

*Δημοσιεύτηκε στην "Εργατική Αριστερά", φ. 373 (7/12/16)

Ετικέτες