«Η υπόθεση της Κομμούνας είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, υπόθεση της ολοκληρωτικής πολιτικής και οικονομικής απελευθέρωσης των εργαζομένων, είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Και με την έννοια αυτή το έργο της Κομμούνας είναι αθάνατο». (Λένιν, Άπαντα, τόμος, 20 σελ. 229 «Σύγχρονη Εποχή»)

Στις 18 Μάρτη του 1871 ξεκίνησε η πρώτη στην ιστορία νικηφόρα ηρωική εξέγερση της εργατικής τάξης.

Το προλεταριάτο του Παρισιού κράτησε για 72 μέρες την εξουσία. Ωστόσο το σύντομο αυτό διάστημα ήταν αρκετό για να βγουν διδάγματα τεράστιας σημασίας για το εργατικό και λαϊκό κίνημα, τόσο από αυτά που πέτυχε η Κομμούνα όσο και από τα σημαντικά λάθη της. Διδάγματα που ισχύουν και σήμερα και τα χρειαζόμαστε, παλιοί και νέοι σύντροφοι, στην προσπάθειά μας για την συγκρότηση μιας Μαζικής Επαναστατικής Αριστεράς, για την ανατροπή του σάπιου και απάνθρωπου καπιταλιστικού συστήματος.

Το ιστορικό χρονικό

Στις 19 του Ιούλη του 1870 η Γαλλική Αυτοκρατορία  κηρύσσει τον πόλεμο κατά της Πρωσίας. Ο αυτοκράτορας Ναπολέων ο Γ΄ ανακοινώνει τον πόλεμο λέγοντας στον γαλλικό λαό πως «είναι ο δικαιότερος των δικαίων αγώνων» από αυτούς που έχει κάνει μέχρι τώρα η Γαλλία. Οι στρατηγοί με επικεφαλής τον Στρατάρχη Μακ-Μαόν, διαβεβαιώνουν ότι η νίκη είναι σίγουρη.

6 Αυγούστου: Οι πρώτες ήττες των στρατευμάτων της Γαλλίας.

7 Αυγούστου: Το Παρίσι κηρύσσεται σε κατάσταση πολιορκίας.

8-9 Αυγούστου, οι πρώτες σημαντικές λαϊκές διαδηλώσεις ενάντια στην αυτοκρατορία.

14 Αυγούστου: Απόπειρα των Μπλανκιστών[1] στο Παρίσι και επίθεση με σκοπό την κλοπή όπλων.

27 Αυγούστου: Ο γάλλος στρατηγός Μπαζέν παραδίδει στους Γερμανούς άνευ όρων 173,000 άνδρες, 6.000 αξιωματικούς, 1.600 κανόνια και 250.000 τουφέκια. (Μετά την σκόπιμη απελευθέρωση της από τον Μπίσμαρκ, η αιχμαλωτισμένη αυτή στρατιά του Μετς θα αποτελέσει την στρατιά των Βερσαλλιέρων που θα καταστείλει αργότερα την Κομμούνα).

2 Σεπτεμβρίου: Ο αυτοκράτορας Ναπολέων Γ΄ και ο στρατάρχης Μακ-Μαόν παραδίδονται στο Σεντάν μαζί με 83.000 άνδρες.

4 Σεπτέμβρη: Χιλιάδες λαού βγαίνουν στους δρόμους και κατευθύνονται εκεί που συνεδριάζει η Εθνοσυνέλευση με συνθήματα, «Κάτω η αυτοκρατορία», «Ζήτω η δημοκρατία».

Οι βουλευτές μπροστά σ’ αυτήν την εξέγερση αναγκάζονται να ανακηρύξουν την δημοκρατία και παίρνουν πολλές ριζικές αποφάσεις. Οι πιο σημαντικές είναι:

α) Κατάργηση της μοναρχίας και εγκαθίδρυση της δημοκρατίας.

β) Δημιουργία κυβέρνησης «Εθνικής Άμυνας»

γ) Δημιουργία εθνοφρουράς για την υπεράσπιση της πόλης από τον κίνδυνο της άμεσης κατάληψης από τους Πρώσους.

Το Παρίσι οπλισμένο

«Το Παρίσι δεν μπορούσε να κάνει άμυνα χωρίς να οπλιστεί η εργατική τάξη του, χωρίς να μετατραπεί σε αποτελεσματική στρατιωτική δύναμη και χωρίς να εκπαιδεύσει τις γραμμές της στρατιωτικά με τον ίδιο τον πόλεμο. Μα όταν το Παρίσι είναι οπλισμένο, αυτό σημαίνει ότι είναι οπλισμένη η επανάσταση».
(Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία, Μαρξ, Σύγχρονη  Εποχή, Σελ. 42)

Ο εξοπλισμός των λαϊκών μαζών του Παρισιού δημιούργησε μια μορφή δυαδικής εξουσίας: από τη μια η  προσωρινή κυβέρνηση «Εθνικής  Άμυνας» με επικεφαλής  τον Θιέρσο, στην οποία κυριαρχούν οι αστοί οπαδοί του Ρεπουμπλικανικού κόμματος και, από την άλλη, η Εθνοφρουρά η οποία αποτελείται από ένοπλους εργάτες και μεσαία στρώματα.

19 Σεπτέμβρη: Το Παρίσι πολιορκείται από τους Πρώσους.

Η «κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας» φοβούμενη από ένστικτο το εξοπλισμένο προλεταριάτο περισσότερο από τους Γερμανούς, προσπαθεί να συνθηκολογήσει, με τους όποιους όρους, με κάθε θυσία, προκειμένου  να απαλλαγεί από το ένοπλο προλεταριάτο, τον ταξικό εχθρό. Έτσι δεν διστάζει να μετατραπεί σε «κυβέρνηση εθνικής προδοσίας».

28 Γενάρη: Συνθηκολόγηση. Η κυβέρνηση εθνικής προδοσίας υπογράφει ανακωχή με τους Γερμανούς, η οποία στην ουσία είναι πλήρης συνθηκολόγηση, επειδή προβλέπει παράδοση των οχυρών και διάλυση του τακτικού στρατού.

Η αναγγελία της ανακωχής προκαλεί έντονες λαϊκές αντιδράσεις στους υπερασπιστές της πόλης. Ενστικτωδώς η εργατική τάξη καταλαβαίνει ότι πίσω από την υπογραφή της ανακωχής κρύβεται η ανάγκη των αστών να αφοπλίσουν τις ένοπλες λαϊκές μάζες.

Η εθνοφρουρά αρνείται να παραδοθεί και συγκεντρώνει τα κανόνια της (τα οποία είχαν κατασκευαστεί με έρανο του λαού και όχι με κρατικά κονδύλια) στο λόφο της Μονμάρτης.

Η απάντηση του λαού είναι: «Καλύτερα να χαθούμε κάτω από τα ερείπια του Παρισιού παρά να συνθηκολογήσουμε». Και στο Παρίσι στήνονται οδοφράγματα.

7 Φλεβάρη: Γίνονται εκλογές για την ανάδειξη εθνοσυνέλευσης που θα επικύρωνε την ανακωχή και τους όρους της ειρήνης που θα υπογράφονταν.

Η Εθνοσυνέλευση που άρχισε τις εργασίες της στο Μπορντό στις 12 του Φλεβάρη, στην πλειοψηφία της αποτελούνταν από μοναρχικούς (από τους 750 βουλευτές, οι 450 ήταν μοναρχικοί) που αντιπροσώπευαν τους τσιφλικάδες και τα αντιδραστικά στρώματα της πόλης και του χωριού. Γι’ αυτό και ονομάστηκε «Συνέλευση των Γαιοκτημόνων».

Σύμφωνα με το Μαρξ:

«Μόλις συνήλθε στο Μπορντό η συνέλευση αυτή των “ γαιοκτημόνων”, ο Θιέρσος ξεκαθάρισε ότι έπρεπε να ψηφίσουν  αμέσως τους προκαταρκτικούς όρους της ειρήνης και μάλιστα χωρίς τις τιμές μιας κοινοβουλευτικής συζήτησης, σαν τον απαραίτητο όρο για να τους επιτρέψει η Πρωσία να αρχίσουν τον πόλεμο ενάντια στη δημοκρατία και το προπύργιο της το Παρίσι. Η αντεπανάσταση πραγματικά δεν είχε καιρό χάσιμο».
(οπ. π. Σελ. 53)

26 Φλεβάρη: Γίνονται γνωστοί οι προκαταρκτικοί όροι της συνθήκης ειρήνης. Η Εθνοφρουρά μεταφέρει τα κανόνια του Παρισιού στα λαϊκά διαμερίσματα της πόλης. Οι όροι επικυρώνονται από τη «συνέλευση των γαιοκτημόνων» την 1η του Μάρτη. Την ίδια μέρα οι Πρώσοι εισέρχονται στο Παρίσι και καταλαμβάνουν τα φρούρια της Βόρειας και ανατολικής πλευράς της πόλης.

Η κατάσταση στο Παρίσι έχει φτάσει σε εκρηκτικό σημείο. Η Εθνοφρουρά και τα επαναστατικά στοιχεία έχουν εξοργιστεί με την σύνθεση και τις αποφάσεις της εθνοσυνέλευσης. Απορρίπτουν την ανακωχή και την συνθήκη της ειρήνης και ακούγονται φωνές για ένοπλη αντίσταση.

Ήδη στις 24 του Φλεβάρη η γενική συνέλευση 2.000 αντιπροσώπων της Εθνοφρουράς στο Παρίσι είχε ψηφίσει υπέρ της «ένοπλης αντίστασης».

3 Μάρτη: Ο Θιέρσος προετοιμάζεται για την αναμέτρηση με το εργατικό κίνημα για αυτό και προχωρά στο διορισμό του Ιησουίτη στρατηγού Ωριέλ ντε Παλαντίν ως διοικητή της Εθνοφρουράς. Ο Θιέρσος γνωρίζει πολύ καλά ότι εκτός από τη δική του εξουσία, υπάρχει και η εξουσία του εξοπλισμένου λαού, με την εθνοφρουρά. Η κυβέρνηση αποφασίζει να την αφοπλίσει και να την καταστρέψει ή να την αποδυναμώσει, αφού πάρει τα όπλα που βρίσκονται στα υψώματα της Μονμάρτης, της Μπελβί και Μπιτ Σιμόν.

«Το οπλισμένο Παρίσι ήταν το μόνο σοβαρό εμπόδιο στο δρόμο της αντεπαναστατικής συνωμοσίας. Το Παρίσι έπρεπε λοιπόν να αφοπλιστεί.(….) το καλούσαν να  καταθέσει τα όπλα, μ’ ένα πρόσχημα που αποτελούσε το πιο φωναχτό και αδιάντροπο ψέμα.  Το πυροβολικό της εθνοφυλακής του Παρισιού, είπε ο Θιέρσος, ανήκει στο κράτος και πρέπει να επιστραφεί στο κράτος. Η αλήθεια όμως είναι τούτη: (….) Το πυροβολικό αυτό είχε αγοραστεί με χρήματα που μαζεύτηκαν από συνεισφορές της ίδιας της εθνοφυλακής».
(οπ. π. Σελ. 55-56)

13 Μάρτη: Απαντώντας στις επιθετικές κινήσεις του Θιέρσου,

«Η εθνοφυλακή αναδιοργανώθηκε και εμπιστεύθηκε  την ανώτατη διοίκησή της σε μια κεντρική επιτροπή, που την εξέλεξε όλη η μάζα της εθνοφυλακής…».
(οπ. π. Σελ 56)

Το Παρίσι στα χέρια των εξεγερμένων

18 Μάρτη: Τρίτη απόπειρα αφοπλισμού του ένοπλου λαού.

«Ο ίδιος ο Θιέρσος άρχισε λοιπόν, τον εμφύλιο πόλεμο στέλνοντας ένα τμήμα αστυνομικούς και μερικά συντάγματα ταχτικού στρατού με τον Βινουά επικεφαλής σε μια νυχτερινή πειρατική εκστρατεία ενάντια στην Μονμάρτη, για να αρπάξει αιφνιδιαστικά από κει το πυροβολικό της εθνοφυλακής. Απότυχε η προσπάθεια αυτή μπροστά στην αντίσταση της εθνοφυλακής και χάρη στη συναδέλφωση του στρατού με το λαό».
(οπ. π. Σελ 58)

Αυτή είναι η αρχή της εξέγερσης.

Οι εξεγερμένοι  καταλαμβάνουν το Δημαρχείο, ενώ η εξουσία περνά στην Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς. Σε πολλά σημεία του Παρισιού έχουμε συναδέλφωση του εξοπλισμένου λαού με τους στρατιώτες του Θιέρσου.

Γύρω στις 11.00 το βράδυ, η εθνοφρουρά έχει στα χέρια της όλο το Παρίσι, μαζί με το Δικαστήριο και τον Κεραμεικό. Ο Θιέρσος και η κυβέρνησή του πανικόβλητοι καταφεύγουν στις Βερσαλίες – ξεχνώντας ακόμη και τη γυναίκα του. Τον ακολουθεί στο φευγιό του πανικόβλητο όλο το σκυλολόι της άρχουσας τάξης.  

Σύμφωνα πάντα με τον Μαρξ:

«Στην επίμονη απροθυμία της να συνεχίσει τον εμφύλιο πόλεμο, που τον είχε αρχίσει ο Θιέρσος με την νυχτερινή επιδρομή στην Μονμάρτη, η κεντρική επιτροπή έκανε ένα αποφασιστικό λάθος, ότι δεν βάδισε αμέσως ενάντια στις τότε ολότελα ανυπεράσπιστες Βερσαλίες και δεν έβαλε τελεία και παύλα στις συνωμοσίες  του Θιέρσου και των γαιοκτημόνων του. Αντί γι’ αυτό επέτρεψαν ξανά στο κόμμα της τάξης να δοκιμάσει ακόμα μια φορά τη δύναμή του στις κάλπες, όταν στις 26 του Μάρτη έγιναν οι εκλογές της Κομμούνας».
(οπ. π. Σελ. 62)

18-26 του Μάρτη: Η Κεντρική Επιτροπή της Εθνοφρουράς εκπληρώνει τα καθήκοντα προσωρινής κυβέρνησης.

22-28 Μάρτη: Γίνονται προσπάθειες ανεπιτυχείς για την συγκρότηση Κομμούνας στη Λυών, τη Ναρμπόν, την Τουλούζη, και στο Σαιντ-Ετιέν. Κράτησαν για λίγες μέρες.

Εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα

26 του Μάρτη: Εκλέγεται η Παρισινή Κομμούνα.

27 του Μάρτη: Αρχίζει η πραγματική ιστορία της Κομμούνας όταν η Κεντρική Επιτροπή της παραδίνει την εξουσία στο εκλεγμένο Συμβούλιο της Κομμούνας.

28 Μάρτη: Η Κομμούνα ανακηρύσσεται πανηγυρικά και επίσημα σε κυβέρνηση. Για την εκλογή της ψήφισαν 230.000 και εκλέχτηκαν 90 μέλη στο συμβούλιο της Κομμούνας. Στη σύνθεσή της υπήρχαν κατά πλειοψηφία εργάτες, μικροαστοί. Όσο αφορά τις  πολιτικές τους πεποιθήσεις, υπήρχαν Μπλανκιστές[1], μέλη της  Διεθνούς κυρίως Προυντονιστές[2] Αναρχικοί και Σοσιαλιστές και ανάμεσά τους βρίσκονταν 15 μέλη του κόμματος του Θιέρσου και 6 αστοί ριζοσπάστες, οι οποίοι στη συνέχεια αποχώρησαν, γιατί η Κομμούνα παρά τα λάθη και τις αδυναμίες της ήταν μια κυβέρνηση της εργατικής τάξης και αντιπροσώπευε την επανάσταση της εργατικής τάξης..

Σύμφωνα με τον Μαρξ:

«Η Κομμούνα σχηματιζόταν από τους δημοτικούς συμβούλους που είχαν εκλεγεί με βάση το γενικό εκλογικό δικαίωμα στα διάφορα διαμερίσματα του Παρισιού. Ήταν υπεύθυνοι και μπορούσαν να ανακληθούν σ’ οποιαδήποτε στιγμή. Η πλειοψηφία τους αποτελούνταν από εργάτες ή από αναγνωρισμένους εκπροσώπους της εργατικής τάξης. Η Κομμούνα δεν επρόκειτο να είναι ένα κοινοβουλευτικό, αλλά ένα εργαζόμενο σώμα, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα».
(οπ. π. Σελ. 69-70)

Η ηγεσία της Κομμούνας αντανακλούσε την ανωριμότητα και την απειρία του Γαλλικού προλεταριάτου. Ο Λισαγκαρέ ο μεγάλος ιστορικός της Κομμούνας, ο οποίος συμμετείχε στα γεγονότα γράφει:

«”Ο ρόλος σας δεν ταιριάζει με το ανάστημά σας και η μοναδική φροντίδα σας είναι να απαλλαγείτε από τις ευθύνες”, δήλωσε ένα μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνοφρουράς. Σ’ αυτό υπήρχε πολλή αλήθεια αλλά, μέσα στην ίδια την δράση η έλλειψη προκαταρκτικής οργάνωσης και προετοιμασίας προέρχεται πολύ συχνά από το γεγονός ότι οι ρόλοι πέφτουν σε ανθρώπους που δεν έχουν το απαιτούμενο ανάστημα για να τους φέρουν σε πέρας».
(Ιστορία της Κομμούνας του 1871, σελ 108, εκδ. “Ελεύθερος Τύπος)

Η απειρία και η ανωριμότητα και μόνο αυτή –και όχι οι συνειδητές προδοσίες των ηγεσιών της Σοσιαλδημοκρατίας και των ΚΚ, όπως στις μετέπειτα ήττες του– τους οδήγησε στο τραγικό λάθος, όταν η εξουσία έπεσε στα χέρια τους, στην κυριολεξία, αντί να ριχτούν πίσω από τον Θιέρσο για να τον συντρίψουν μια για πάντα, αυτόν και τα όποια υπολείμματα στρατού του είχαν απομείνει, για να πάρουν τα ηνία του στρατού και να τον ξεκαθαρίσουν από τους αντεπαναστάτες στρατηγούς και αξιωματικούς  και στη συνέχεια αναδιοργανώνοντας το στρατό να προχωρήσουν στην κατάληψη των επαρχιών, άφησαν τον Θιέρσο να καταφύγει στις Βερσαλίες και με την βοήθεια των Γερμανών να ανασυνταχθεί να φτιάξει στρατό και να επιτεθεί στο επαναστατημένο Παρίσι.

Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση με το Παρίσι επαναστατημένο και την αστική τάξη της Γαλλίας σε κατάσταση πανικού και χωρίς στρατό, οι Γερμανοί φοβούμενοι την απήχηση που θα έχει στην Ευρώπη η επανάσταση, αφήνουν τον αιχμάλωτο από τους ίδιους γαλλικό στρατό να ανασυνταχθεί και να επιτεθεί στο Παρίσι.

Μπροστά στον κοινό ταξικό εχθρό οι εμπόλεμες αστικές τάξεις , αφήνουν στην άκρη τις διαφορές τους και τα βρίσκουν, για να τον συντρίψουν  και πνίξουν στο αίμα την επανάσταση.

Ο Θιέρσος με τους στρατηγούς του συγκροτούν ξανά μάχιμο στρατό βαριά οπλισμένο με μονάδες πυροβολικού και ζώνουν το Παρίσι με 130.000 στρατιώτες καλά εκπαιδευμένους . Απέναντί τους βρίσκονται γύρω στις 30.000 κομμουνάροι, άσχημα οπλισμένοι και με ελάχιστα εφόδια. Κατά συνέπεια, «επέσατε θύματα αδέρφια εσείς σε άνιση μάχη και αγώνα».

Το τέλος της κομμούνας

21 Μάη: Τα στρατεύματα του στρατηγού Μακ-Μαόν (αυτού που είχε νικηθεί στο Σεντάν και είχε παραδοθεί στους Γερμανούς) αρχίζουν επίθεση καλά προετοιμασμένη. Η επίθεση προχωρά γρήγορα διασχίζοντας τις εύπορες συνοικίες του Παρισιού, για να βρουν λυσσασμένη άμυνα όσο προχωράνε προς το κέντρο του Παρισιού και στις εργατογειτονιές. Ο ι μάχες για την κατάληψη της πόλης κράτησαν μια βδομάδα που εξ αιτίας των σφαγών που υπέστη το προλεταριάτο του Παρισιού ονομάστηκε «ματωμένη εβδομάδα».

28 Μάη: Τελικά, οι δυνάμεις του Θιέρσου συνέτριψαν την Κομμούνα, με την κατάληψη και των τελευταίων οδοφραγμάτων.

«Ο απολογισμός: από τις 3 Απριλίου 30.000 Παριζιάνοι σκοτώθηκαν ή εκτελέστηκαν και 40.000 συνελήφθησαν. Οι απώλειες των Βερσαλλιέρων: 1.000 νεκροί. Οι διώξεις των κομμουνάρων θα συνεχιστούν μέχρι το 1874»!!
(Λισαγκαρέ σελ 63)

Το ιστορικό έργο της κομμούνας

«Αυτό το επαναστατικό ρεύμα κυλά αδιάκοπα μέσα στην ιστορία μας, άλλοτε στο φως της μέρας και άλλοτε υπόγεια όπως κάποια ποτάμια που χάνονται στα βάραθρα ή στην άμμο για να φανούν ακόμη πιο ορμητικά κάτω απ’ τον εκπληκτικό ήλιο».
(Λισαγκαρέ σελ.  84 τ. Α)

Η ζωή της Κομμούνας διάρκεσε 72 μέρες. Το έργο της διαρκεί αιώνια και φώτισε και εξακολουθεί να φωτίζει το δρόμο στους επαναστάτες. Φως που πηγάζει τόσο από αυτά που σωστά έπραξε, όσο και από τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα λάθη της.

Ο Ένγκελς στην εισαγωγή και ο Μαρξ στο έργο του Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία μας περιγράφουν τα πιο σημαντικά διατάγματα της Κομμούνας.

«Στις 30, η Κομμούνα κατάργησε τη στρατιωτική θητεία και τον τακτικό στρατό και ανακήρυξε σαν μοναδική δύναμη την εθνοφυλακή, στην οποία ανήκαν όλοι οι πολίτες οι ικανοί να κρατούν όπλα». (σελ. 13)

«Η αστυνομία, που ως τότε ήταν όργανο της κεντρικής κυβέρνησης απογυμνώθηκε από όλες τις πολιτικές της ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας, που μπορούσε να ανακληθεί σ’ οποιαδήποτε στιγμή. Το ίδιο έγινε και με τους δημόσιους υπαλλήλους σ’ όλους τους κλάδους της διοίκησης. Από τα μέλη της Κομμούνας ως τους κατώτερους υπαλλήλους, η δημόσια υπηρεσία έπρεπε να αμείβεται με εργατικούς μισθούς». (σελ. 70)

«Η Κομμούνα αναγκάστηκε αμέσως από την αρχή να αναγνωρίσει ότι όταν η εργατική τάξη έρθει στην εξουσία δεν μπορεί να εξακολουθήσει να διοικεί με την παλιά κρατική μηχανή, ότι η εργατική αυτή τάξη για να μην ξαναχάσει την κυριαρχία που μόλις είχε κατακτήσει, πρέπει, από τη μια να παραμερίσει όλη την παλιά καταπιεστική μηχανή που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της, κι από την άλλη να εξασφαλίσει τον εαυτό της από τους ίδιους της τους βουλευτές και υπαλλήλους, ορίζοντας ότι όλοι, δίχως καμιά εξαίρεση μπορούν να ανακληθούν σ’ οποιαδήποτε στιγμή». (σελ. 20)

«Όταν παραμερίστηκαν πια ο μόνιμος στρατός και η αστυνομία, τα όργανα αυτά της υλικής βίας της παλιάς κυβέρνησης, η Κομμούνα καταπιάστηκε αμέσως να τσακίσει το πνευματικό όργανο καταπίεσης, την εξουσία των παπάδων. Χώρισε την εκκλησία από το κράτος και απαλλοτρίωσε όλες τις εκκλησίες, που αποτελούσαν οργανισμούς με ιδιόκτητη περιουσία. Οι παπάδες στάλθηκαν στην ησυχία της ατομικής ζωής, για να ζήσουν εκεί από τις ελεημοσύνες των πιστών, όπως οι πρόδρομοι τους οι απόστολοι. Όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα άνοιξαν δωρεάν για το λαό και ταυτόχρονα ξεκαθαρίστηκαν από κάθε επέμβαση της εκκλησίας και του κράτους. Έτσι, όχι μόνο η εκπαίδευση έγινε προσιτή σε όλους, μα και η ίδια η επιστήμη λευτερώθηκε από τα δεσμά που της είχανε επιβάλλει η ταξική πρόληψη και η κυβερνητική εξουσία.

»Οι δικαστικοί λειτουργοί έχασαν εκείνη τη φαινομενική ανεξαρτησία τους, που χρησίμευε μόνο και μόνο για να σκεπάζει τη χαμερπή τους υποταγή σε όλες τις αλληλοδιάδοχες κυβερνήσεις, στις οποίες έδιναν με τη σειρά όρκο πίστης και τον αθετούσαν κάθε φορά. Όπως όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, έπρεπε στο εξής κι αυτοί να εκλέγονται, να είναι υπεύθυνοι και να μπορούν να ανακληθούν». (σελ. 70-71)

Προχώρησε στην «…κατάργηση της νυχτερινής δουλειάς των αρτεργατών» και επίσης στην«..επί ποινή απαγόρευση της συνήθειας που είχαν οι εργοδότες να ελαττώνουν τα μεροκάματα επιβάλλοντας, πρόστιμα στους εργάτες (…)Ένα άλλο μέτρο αυτού του είδους ήταν η παράδοση όλων των κλειστών εργαστηρίων και εργοστασίων σε συνεταιρισμούς εργατών…» (σελ. 80-81)

Το Παρίσι κάτω από την κυριαρχία της Κομμούνας έγινε ασφαλής πόλη:

«Δεν εκθέτανε πια πτώματα στα νεκροτομεία για αναγνώριση, δε γίνονταν πια νυχτερινές διαρρήξεις και σταμάτησαν σχεδόν ολότελα οι κλοπές. Για πρώτη φορά από τις μέρες του Φλεβάρη του 1848 οι δρόμοι του Παρισιού ήτανε πάλι πραγματικά ασφαλείς, κι αυτό χωρίς κανενός είδους αστυνομία». (σελ. 84)

Κατάργησε τα γραφεία εξεύρεσης εργασίας,

«που τα διαχειρίζονταν μονοπωλιακά ορισμένα υποκείμενα…. που τα είχε διορίσει η αστυνομία. Τα γραφεία αυτά μεταβιβάστηκαν στα δημαρχεία των είκοσι διαμερισμάτων του Παρισιού. Στις 30 Απρίλη η Κομμούνα διέταξε το κλείσιμο των ενεχυροδανειστηρίων που αποτελούσαν μια ιδιωτική εκμετάλλευση των εργατών…» (σελ. 14-15)

Από την πρώτη στιγμή έδειξε τον διεθνιστικό χαρακτήρα της. Στις 30 του Μάρτη,

«…επικυρώθηκε η εκλογή των ξένων υπηκόων στην Κομμούνα, γιατί “η σημαία της Κομμούνας είναι σημαία της παγκόσμιας δημοκρατίας”. (….) η Κομμούνα αποφάσισε να κατεδαφίσει τη στήλη της νίκης στην Πλατεία Βαντόμ, που είναι χυμένη από το μέταλλο κανονιών που είχε κυριεύσει ο Ναπολέοντας ύστερα από τον πόλεμο του 1809, γιατί “αποτελούσε σύμβολο εθνικισμού και μίσους ανάμεσα στους λαούς”. (….) το 137ο τάγμα έβγαλε τη λαιμητόμο και την έκαψε δημόσια μέσα σε λαϊκό αλαλαγμό». (σελ. 14)

Επίσης τελευταίο αλλά εξαιρετικά σημαντικό πήρε μέτρα προς την κατεύθυνση της χειραφέτησης της γυναίκας, πρωτοποριακά για την εποχή της. Παρά τον αποκλεισμό τους από τις εκλογές, οι γυναίκες ήταν πρωταγωνίστριες στις λαϊκές κινητοποιήσεις, στη μάχη με το στρατό, στις συναντήσεις της γειτονιάς και τις διαδηλώσεις.

Είναι ενδεικτικό ότι η Κομμούνα υιοθέτησε την ισότιμη αναγνώριση έγγαμων και άγαμων μητέρων και την προστασία των ορφανών.

Η Κομμούνα βοήθησε αποφασιστικά στο να ξεκαθαρίσουν οι ιδρυτές του Μαρξισμού (Μαρξ και Ένγκελς) το περιεχόμενο της εργατικής εξουσίας (“δικτατορίας του προλεταριάτου”).

«Έτσι από τις 18 του Μάρτη πρόβαλε καθαρά και έντονα ο ταξικός χαρακτήρας του παρισινού κινήματος που, με τον πόλεμο ενάντια στην ξενική επέμβαση, είχε ως τώρα απωθηθεί στο βάθος της σκηνής. Και μια και στην Κομμούνα έπαιρναν μέρος σχεδόν μόνο εργάτες ή αναγνωρισμένοι εκπρόσωποι των εργατών, οι αποφάσεις της είχαν αποφασιστικά προλεταριακό χαρακτήρα». (σελ. 15)

Ο Ένγκελς κλείνει την εισαγωγή του στο έργο του Μαρξ «Ο εμφύλιος στη Γαλλία» με την περίφημη φράση:

«Ε, λοιπόν, κύριοι, θέλετε να μάθετε τι λογής είναι αυτή η δικτατορία; Κοιτάξτε την Παρισινή Κομμούνα. Αυτή ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου». (σελ. 23) 

Διδάγματα από τα λάθη

Είναι πολλά και σημαντικά τα διδάγματα που βγαίνουν από τα λάθη της Κομμούνας και ισχύουν σήμερα με όλη τους την αξία, για την δράση των επαναστατών. Έχουμε πολλά να μάθουμε, παλιοί και νέοι, μελετώντας το έπος της Παρισινής Κομμούνας και ότι έχουν γράψει γι’ αυτό οι κλασικοί του μαρξισμού.

Για το πρώτο και πιο σημαντικό λάθος των Κομμουνάρων έχουμε ήδη αναφερθεί: ήταν το ολέθριο λάθος να μην κυνηγήσουν και συντρίψουν τον Θιέρσο και τα υπολείμματα της κρατικής μηχανής του αμέσως μετά την παταγώδη αποτυχία του να αφοπλίσει την εθνοφρουρά.

Το γιατί συνέβη αυτό το αναλύει ο Λένιν στο έργο του Τα διδάγματα της Κομμούνας:

«Το προλεταριάτο που εξεγέρθηκε ενάντια στο παλιό καθεστώς (σ.σ. 4 Σεπτέμβρη 1870 η πτώση της αυτοκρατορίας) επωμίστηκε δύο καθήκοντα, ένα πανεθνικό κι ένα ταξικό: την απελευθέρωση της Γαλλίας από τους Γερμανούς εισβολείς και τη σοσιαλιστική απελευθέρωση των εργατών από τον καπιταλισμό. Το πιο πρωτότυπο χαρακτηριστικό γνώρισμα της Κομμούνας βρίσκεται σ’ αυτήν ακριβώς τη συνένωση των δύο καθηκόντων.

»Η αστική τάξη είχε σχηματίσει τότε “κυβέρνηση εθνικής άμυνας” και το προλεταριάτο βρέθηκε υποχρεωμένο να παλέψει για την πανεθνική ανεξαρτησία κάτω από την ηγεσία της κυβέρνησης αυτής. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση αυτή ήταν κυβέρνηση “προδοσίας του λαού”, που αποστολή της θεωρούσε την πάλη ενάντια στο προλεταριάτο του Παρισιού. Το προλεταριάτο όμως, τυφλωμένο από πατριωτικές αυταπάτες δεν το καταλάβαινε αυτό. (…) Η ιδέα αυτή είχε υποτάξει τα μυαλά των σοσιαλιστών της Κομμούνας και ο Μπλανκί λόγου χάρη, αναμφισβήτητα επαναστάτης και θερμός οπαδός του σοσιαλισμού, δεν βρήκε πιο κατάλληλη ονομασία για την εφημερίδα του από την αστική κραυγή: “Η πατρίδα σε κίνδυνο!”

»Το μοιραίο λάθος των Γάλλων σοσιαλιστών βρισκόταν στη συνένωση αυτή των αντιφατικών καθηκόντων, του πατριωτισμού και του σοσιαλισμού”
(Άπαντα τ. 16 σελ. 475).

Δυστυχώς «το μοιραίο λάθος» που από ανωριμότητα διέπραξαν οι Γάλλοι σοσιαλιστές το επανέλαβαν πολλές φορές οι ηγεσίες του εργατικού κινήματος στις δεκαετίες που ακολούθησαν, πράγμα που έφερε μεγάλες ήττες σε παγκόσμιο επίπεδο. Και αυτό το  ολέθριο λάθος επιβιώνει και στις μέρες μας, όχι από ανωριμότητα αλλά από συνειδητή επιλογή πολλών σημερινών ηγεσιών απέναντι στον πατριωτισμό, που δείχνει πως δεν έχουν διδαχθεί τίποτα από το δράμα της Κομμούνας (και όχι μόνο).

Ο Λένιν συνεχίζει, σαν να απευθύνεται στο σήμερα και στο ότι βιώνουμε στην Ελλάδα:

«Η αστική τάξη ας έχει την ευθύνη για την εθνική ταπείνωση, έργο του προλεταριάτου είναι να αγωνιστεί για την σοσιαλιστική απελευθέρωση της εργασίας  από το ζυγό της αστικής τάξης».(οπ. π. Σελ 476)

«Δύο όμως  λάθη κατέστρεψαν τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο σταμάτησε στη μέση του δρόμου αντί ν’ αρχίσει την “απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών”, παρασύρθηκε από το όνειρο να εγκαθιδρύσει ανώτερη δικαιοσύνη σε μια χώρα που να την ενώνει το πανεθνικόν καθήκον, δεν κατάλαβε, λχ, τέτοια κρατικά ιδρύματα, σαν τη Τράπεζα, οι θεωρίες των Προυντονιστών[2] για “δίκαιη ανταλλαγή” κτλ, επικρατούσαν ακόμη ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Το δεύτερο λάθος είναι η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: έπρεπε να εξοντώσει τους εχθρούς του. (….) και αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη βδομάδα του Μάη». (σελ. 476-477)

Παρ’ όλα αυτά ο Λένιν τονίζει ότι:

«Η Κομμούνα έβαλε σε κίνηση το σοσιαλιστικό κίνημα της Ευρώπης, έδειξε τη δύναμη του εμφυλίου πολέμου, διάλυσε τις πατριωτικές αυταπάτες και έκανε θρύψαλα την απλοϊκή πίστη ότι οι επιδιώξεις της αστικής τάξης είναι πανεθνικές. Η Κομμούνα έμαθε στο ευρωπαϊκό  προλεταριάτο να βάζει συγκεκριμένα τα καθήκοντα της σοσιαλιστικής επανάστασης». (σελ. 477)

Ο ρόλος του κόμματος

Ο Λένιν δίνει μεγάλη σημασία για την ήττα της Κομμούνας στην έλλειψη επαναστατικού κόμματος. Έλλειψη που υπάρχει και σήμερα. Και  γίνεται από τους επαναστάτες του σήμερα, ένας τιτάνιος αγώνας για την συγκρότησή του, μια και η κρίση στην κοινωνία –παγκόσμια– είναι  κρίση επαναστατικής ηγεσίας. Το γεγονός δηλαδή ότι δεν υπάρχουν μαζικά επαναστατικά κόμματα σε διεθνές επίπεδο (όπως στην εποχή του Λένιν) επιτρέπει στο καπιταλιστικό σύστημα να επιβιώνει και να καταδικάζει τις κοινωνίες σε κρίση, εξαθλίωση και βαρβαρότητα.

Τα διδάγματα της Κομμούνας είναι πολύτιμα σ’ αυτήν την προσπάθεια μας. Ας κλείσουμε αυτό το άρθρο με λόγια από τον Λένιν και τον Τρότσκι ακριβώς για τα διδάγματα της Κομμούνας:

«Για να νικήσει η κοινωνική επανάσταση», γράφει ο Λένιν, «πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστο δύο όροι: υψηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και η κατάλληλη προετοιμασία του προλεταριάτου. Το 1871 όμως οι δύο αυτοί όροι δεν υπήρχαν.

»Ο γαλλικός καπιταλισμός ήταν ακόμη αδύνατος…. Από την άλλη μεριά δεν υπήρχε εργατικό κόμμα, δεν υπήρχε προετοιμασία και μακρόχρονη εξάσκηση της εργατικής τάξης που στη μεγάλη πλειοψηφία της δεν καταλάβαινε και πολύ καθαρά τα καθήκοντα της και τους τρόπους πραγματοποίησής τους. Δεν υπήρχε ούτε σοβαρή πολιτική οργάνωση του προλεταριάτου, ούτε μαζικά συνδικάτα και συνεταιριστικές ενώσεις».
(Άπαντα τ. 20 σελ. 226)

Ενώ ο Τρότσκι στην εισήγησή του στην Κομμουνιστική Διεθνή σχετικά με το Γαλλικό ΚΚ, το 1922, αναφέρει:

«Η πιο ένδοξη στιγμή στην ιστορία του γαλλικού προλεταριάτου –η Παρισινή Κομμούνα– δεν  ήταν τίποτα άλλο παρά ένα μπλοκ όλων των οργανώσεων και των αποχρώσεων της γαλλικής εργατικής τάξης, ενωμένων ενάντια στην μπουρζουαζία. Αν, παρά την εγκαθίδρυση του ενιαίου μετώπου, η Κομμούνα συντρίφτηκε τόσο γρήγορα, η εξήγηση γι’ αυτό πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός ότι το ενιαίο μέτωπο δεν είχε στην αριστερή του πτέρυγα μια γνήσια επαναστατική, πειθαρχική και αποφασιστική οργάνωση που να είναι ικανή να κερδίσει μέσα στη φωτιά των γεγονότων γρήγορα την ηγεσία».

Σημειώσεις
[1] Μπλανκιστές: Οπαδοί του Μπλανκί (1805-1881). Πίστευαν στην ανάγκη ύπαρξης μιας συνωμοτικής οργάνωσης –και όχι στη μαζική δράση, ότι η υπόθεση του σοσιαλισμού και της κατάληψης της εξουσίας είναι υπόθεση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της– η οποία πραξικοπηματικά θα καταλάμβανε την εξουσία και μετά θα ακολουθούσαν οι μάζες.
[2] Προυντονιστές: Οπαδοί του Προυντόν (1809-1865). Συμμετείχαν στην 1η Διεθνή, αλλά η βάση των απόψεών τους ήταν αντιδραστική. Ο Προυντόν υπήρξε ο ιδεολόγος του μικροαστικού σοσιαλισμού και πατέρας του αναρχισμού. Υποστήριζε ότι ο σοσιαλισμός θα ερχόταν όχι με την ανατροπή του συστήματος , αλλά με την ίδρυση συνεργατικών εργαστηρίων. Συγγραφέας του «Τι είναι ιδιοκτησία» και «Η φιλοσοφία της αθλιότητας» στο οποίο του απαντά ο Μαρξ με το έργο του «Η αθλιότητα της φιλοσοφίας». Μετά την ήττα της Κομμούνας η τάση αυτή προοδευτικά εξαφανίστηκε.

Ετικέτες