Ο ελληνικός καπιταλισμός εισήλθε, όπως συνέβη και στις περισσότερες οικονομίες διεθνώς, σε μία εξαιρετικά οξεία κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου από το 2008, η οποία δεν έχει ξεπεραστεί ακόμη και σήμερα, οκτώ χρόνια μετά.

Τα ίδια τα αστικά, οικονομικά και πολιτικά, κέντρα καταδεικνύουν με σχετικές μελέτες, την ραγδαία μείωση των κερδών στην πρώτη περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, μαζί βέβαια με την σχετική πτώση του επιπέδου των καθαρών παγίων, των ιδίων κεφαλαίων και του κύκλου εργασιών [ Πρόσφατα η μελέτη της  ICAP «Η εξαετία της κρίσης 2008 – 2014» ]. Αυτό συνέβη κύρια μέσα στην «καρδιά» της κρίσης υπερσυσσώρευσης, δηλαδή στην τετραετία 2010 – 13, σε σχέση με τους ισολογισμούς των προηγούμενων ετών 2008 – 09. Αυτή η επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών των καπιταλιστικών επιχειρήσεων δεν ήταν αποτέλεσμα της κακοδιαχείρισης των προηγούμενων ελληνικών αστικών κυβερνήσεων (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ), οι οποίες απεναντίας στήριζαν ολόπλευρα την καπιταλιστική ανάπτυξη. Ούτε ήταν προϊόν της ένταξης της ελληνικής οικονομίας στην ΟΝΕ και στην Ευρωζώνη, γιατί απεναντίας από το 2000 μέχρι το 2009 ο ελληνικός καπιταλισμός είχε μια ισχυρή και σταθεροποιημένη συσσώρευση και κερδοφορία. Ούτε τέλος ήταν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η ελληνική οικονομία βασίζονταν σε «πήλινα πόδια», ο ελληνικός καπιταλισμός δεν ήταν «πραγματικός», και άρα η διεθνής κρίση του 2008 τον οδήγησε σε σοβαρή επιδείνωση.

Απεναντίας αυτή η εξέλιξη ήταν το απλό αποτέλεσμα της εγγενούς στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής κρίσης υπερσυσσώρευσης, όπως άλλωστε στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, δηλαδή συγκέντρωσης κεφαλαίων και προϊόντων – υπηρεσιών που δεν μπορούν να απορροφηθούν από την αγορά, με αποτέλεσμα αυτή η περίσσεια να οδηγεί στην πτώση του ποσοστού κέρδους και της αποδοτικότητας του κεφαλαίου, προκαλώντας ζημιογόνα αποτελέσματα σε σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων, παράλληλα με ένα άλλο σημαντικό μέρος του εταιρικού τομέα της οικονομίας, που εξ αιτίας της μεγαλύτερης παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας κατόρθωνε να βρίσκεται σε κερδοφόρα τροχιά. Η συνέχιση αυτής της εξέλιξης κινδύνευε να κλονίσει συνολικά την επιχειρηματική αστική κυριαρχία, με ανεξέλεγκτες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η ελληνική αστική τάξη, με τους πολιτικούς της σχηματισμούς, έβαλε σε κίνηση μια διπλή διαδικασία : Από τη μια πλευρά την εκκαθάριση των ζημιογόνων κεφαλαίων και την εκτίναξη της ανεργίας από το 8% στο 26%, και από την άλλη πλευρά των τριών συνεχών μνημονίων που αποσκοπούσαν να καταστήσουν την εργατική δύναμη «πειθήνια, φθηνή και απορρυθμισμένη», προκειμένου να αντιστραφεί η καθοδική πορεία των ιδιωτικών επιχειρήσεων και να επιτευχθεί η ανάκαμψη της κερδοφορίας τους.

Πίνακας 1 : Εξέλιξη μεγεθών συνόλου εταιρικού τομέα

 (σε εκατομμύρια ευρώ)

Έτη               2014       2013      2012       2011      2010       2009        2008

Πάγια          170.396   178.507 189.601 198.041 204.125  204.089  194.058 

Κεφάλαια   107.336   114.077 119.927 126.035  130.292  132.558  131.961

Πωλήσεις  158,756   160.283 173.053 187.230  191.482  200.524  226.039

Κέρδη         -1.523     -2.432    -6.143     -9.069      -6.434    +3.722    +4.703

EBITDA     +11.727  +10.599  +10.601  +10.330  +11.328 +17.280   +18.320

Ως πάγια θεωρούνται τα καθαρά, ως κεφάλαια τα ίδια, ως πωλήσεις ο κύκλος εργασιών, ως κέρδη εκείνα προ φόρων και ως EBITDA τα αντίστοιχα κέρδη προ αποσβέσεων, φόρων κλπ.

Από την κρίση κερδοφορίας στην ανάκαμψη της αποδοτικότητας

          Έτσι τα καθαρά πάγια κεφάλαια του εταιρικού τομέα της οικονομίας, ενώ αυξάνονταν από το 2008 μέχρι το 2010, από 194 δισεκατ. ευρώ σε 204 δισεκ. ευρώ, από εκεί και πέρα πήραν την κατιούσα φτάνοντας το 2014 στα 170 δισεκ. ευρώ. Ο κύκλος εργασιών εμφάνισε μια συνεχή πτωτική πορεία, εξ αιτίας της εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας, πέφτοντας από τα 226 δισεκ. ευρώ το 2008 στα 158 δισεκ. ευρώ το 2014. Ωστόσο το αξιοσημείωτο και σημαντικό είναι ότι ενώ η κερδοφορία προ φόρων ήταν υψηλή στα 2008, στο ύψος των + 4,7 δισεκ. ευρώ, μετατράπηκε σε ζημιογόνα αποτελέσματα από το 2010 μέχρι το 2012, εντούτοις από  εκεί και πέρα αυτά τα ζημιογόνα αποτελέσματα άρχισαν να περιορίζονται, χάρις στην άσκηση των μνημονιακών πολιτικών, έτσι ώστε οι ζημίες από το μέγιστο των - 9,0 δισεκ. ευρώ του 2011 περιορίστηκαν στο ελάχιστο των 1,5 δισεκ. ευρώ το 2014. Προφανώς σ’ αυτή την πορεία τα κέρδη EBITDA (προ φόρων, αποσβέσεων και χρηματοδοτικών αποτελεσμάτων) παρέμειναν θετικά, εμφανίζοντας όμως μια μείωση από τα + 18,3 δισεκ. ευρώ του 2008 στα + 11,7 δισεκ. ευρώ το 2014. Εάν δηλαδή δεν διαμεσολαβούσε ο τριπλασιασμός του ποσοστού της ανεργίας και τα μέτρα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού των μνημονίων, ο ελληνικός καπιταλισμός θα είχε υποστεί ισχυρή κατάρρευση : Τα δύο αυτά μέτρα (ανεργία + μνημόνια) του έδωσαν το φιλί της ζωής.

          Τα ίδια αποτελέσματα χαρακτήρισαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό και την εξέλιξη του ελληνικού καπιταλισμού στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες (όπως εξίσου στον κατασκευαστικό κλάδο, στον τουρισμό και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα). Έτσι, στην μεταποιητική παραγωγή, μεταξύ 2008 και 2014, τα καθαρά πάγια μειώθηκαν από 34,8 δισεκ. ευρώ σε 29,8 δισεκ. ευρώ, οι πωλήσεις περιορίστηκαν από 63,1 δισεκ. ευρώ σε 50,8 δισεκ. ευρώ, ενώ η κερδοφορία τους μειώθηκε από τα + 1,3 δισεκ. ευρώ στα – 0,5 δισεκ. ευρώ. Απεναντίας στον εμπορικό τομέα της ελληνικής οικονομίας, ενώ ο κύκλος εργασιών (άμεση κατανάλωση λαϊκών νοικοκυριών) μειώθηκε από τα 88,9 δισεκ. ευρώ στα 57,2 δισεκ. ευρώ, εντούτοις η προ φόρων κερδοφορία αφού πρώτα σημείωσε μια κάμψη από κέρδη + 0,7 δισεκ. ευρώ το 2008 σε ζημίες - 2,1 δισεκ. ευρώ (2011), από εκεί και πέρα αποκαταστάθηκε η αποδοτικότητα φτάνοντας σε κερδοφορία + 2,3 δισεκ. ευρώ το 2014. Τέλος στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, ο κύκλος εργασιών σαφέστατα υποχώρησε μεταξύ 2008 και 2014 από τα 57,5 δισεκ. ευρώ στα 39,5 δισεκ. ευρώ, ενώ η κερδοφορία από το επίπεδο του + 0,9 δισεκ. ευρώ στην αρχή της κρίσης, μετατράπηκε σε ζημίες γύρω στο 2010 (- 4,1 δισεκ. ευρώ), οι οποίες ωστόσο υποχώρησαν τελευταία στα - 1,7 δισεκ. ευρώ.

Πίνακας 2 : Εξέλιξη μεγεθών βιομηχανικών εταιριών

 (σε εκατομμύρια ευρώ)

Έτη                  2014      2013      2012      2011      2010       2009       2008

Πάγια             29.817   31.658    31.924   33.399    35.799   35.533   34.820

Κεφάλαια       20.197    22.001    23.175   23.009   26.047    27.556   27.939    

Πωλήσεις       50.824    52.085    54.383   55.174   53.311   50.894    63.096

Κέρδη             -465      -1.077      -1.329    -2.432   -1.496     +963     +1.275

EBITDA         +2.589   +2.258    +2.562   +1.755   +2.603   +4.384    +4.803

Ως πάγια θεωρούνται τα καθαρά, ως κεφάλαια τα ίδια, ως πωλήσεις ο κύκλος εργασιών, ως κέρδη εκείνα προ φόρων και ως EBITDA τα αντίστοιχα κέρδη προ αποσβέσεων, φόρων κλπ.  

Πίνακας 3 : Εξέλιξη μεγεθών εμπορικών επιχειρήσεων

 (σε εκατομμύρια ευρώ)

Έτη                  2014      2013      2012      2011     2010       2009       2008

Πάγια             14.438    15.245   15.814   17.213   18.767   18.346   17.328          

Κεφάλαια        13.174   14.012   13.245   12.533   14.802    15.434   15.306

Πωλήσεις        57.100   57.701   61.779   71.968   75.116    81.639   88.923        

Κέρδη              +706     +1.070     -446      -2.068      -94       +1.789  +2.301

EBITDA          +2.467   +2.307    +2.064   +1.737   +2.567   +4.333   +4.932

Ως πάγια θεωρούνται τα καθαρά, ως κεφάλαια τα ίδια, ως πωλήσεις ο κύκλος εργασιών, ως κέρδη εκείνα προ φόρων και ως EBITDA τα αντίστοιχα κέρδη προ αποσβέσεων, φόρων κλπ.

Πίνακας 4 : Εξέλιξη μεγεθών εταιριών υπηρεσιών

 (σε εκατομμύρια ευρώ)

Έτη              2014      2013      2012       2011      2010          2009       2008

Πάγια         93.730    99.097  108.454  111.841  113.335   115.603  109.044

Κεφάλαια   51.108    53.621    58.639   65.524    63.583     63.948    63.592

Πωλήσεις   39.550   39.867    46.971   48.518    50.221     53.135    57.514      

Κέρδη         -1.658   -1.822     -3.531     -3.348    -4.088      +1.149     +858     

EBITDA      +4.887   +4.553   +4.688    +5.366    +4.880     +6.688    +6.495

Ως πάγια θεωρούνται τα καθαρά, ως κεφάλαια τα ίδια, ως πωλήσεις ο κύκλος εργασιών, ως κέρδη εκείνα προ φόρων και ως EBITDA τα αντίστοιχα κέρδη προ αποσβέσεων, φόρων κλπ.

Όλα αυτά καταδεικνύουν ότι ο ελληνικός καπιταλισμός επιβιώνει σ’ αυτή την τελευταία οκταετία της κρίσης χάρις στην εφαρμογή των μνημονίων και στην καταστροφή ζωντανών παραγωγικών δυνάμεων. Έτσι, αφού από θετικά αποτελέσματα στα 2008, έφτασε σε μεγάλες ζημίες στο μεταίχμιο του 2011, από εκεί και πέρα κατόρθωσε να μετριάσει ουσιαστικά τις ζημίες του (για το 40% των εταιριών), και να προσαυξήσει την κερδοφορία (για το 60% των επιχειρήσεων). Οι τάσεις αυτές ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας συνεχίστηκαν και στη διάρκεια του 2015, για όσες τουλάχιστον εταιρίες δημοσίευσαν τους ισολογισμούς τους τελευταία [ ICAP «Θετικά τα αποτελέσματα των ισολογισμών του 2015» ] : Οι πωλήσεις τους παρουσίασαν μια ορισμένη άνοδο, ενώ η κερδοφορία προ φόρων κατέγραψε μια σημαντική βελτίωση (+21%), το ίδιο και οι δείκτες αποδοτικότητας του κεφαλαίου (+5,5%). Ωστόσο επειδή τελικά δεν έχει επιτευχθεί μια ισχυρή ανάκαμψη της ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, αλλά μια ασθενική αποκατάσταση των οικονομικών μεγεθών, εκείνο που διακηρύσσεται από τον ΣΕΒ και από όλες τις αστικές δυνάμεις είναι η αναγκαιότητα της άτεγκτης συνέχισης της πολιτικής σωρευτικά και των τριών μνημονίων. Μόνον κατ’ αυτό τον τρόπο γνωρίζουν ότι μπορούν να προσαυξήσουν την κερδοφορία τους και να περιορίσουν τις ζημίες τους.

Κατάργηση των μνημονίων = αντικαπιταλιστικός μετασχηματισμός

          Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινείται και η σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον προάγει ποικιλοτρόπως την «ανάπτυξη» του ελληνικού καπιταλισμού : Αυτό γίνεται με την διατήρηση όλων των εφαρμοστικών νόμων και των τριών μνημονίων, που κρατούν τη μισθωτή εργασία δέσμια της ανεργίας, της λιτότητας και της απορρύθμισης, προϋποθέσεις για την συνέχιση της ανάταξης των ιδιωτικών ελληνικών επιχειρήσεων. Προωθείται με την παροχή φοροαπαλλαγών, ενισχύσεων, χρηματοδοτήσεων του επιχειρηματικού κεφαλαίου μέσα από τον σημερινό αναπτυξιακό νόμο. Τέλος ενισχύεται από τις επίπονες κυβερνητικές προσπάθειες προς τις διάφορες οικονομίες (γερμανική, γαλλική, ρωσική, κινεζική), προκειμένου να πραγματοποιηθούν «επενδύσεις», που δεν έχουν να κάνουν με την παραγωγή νέων προϊόντων ή το άνοιγμα νέων αγορών, αλλά με την εκμετάλλευση των υποδομών και κοινωφελών δραστηριοτήτων. Πρόκειται έτσι για μια «ανάπτυξη» που δεν μπορεί με τίποτα να χαρακτηρισθεί «κοινωνικά δίκαιη», εφόσον στερείται κάθε μορφής αναδιανεμητικού εισοδηματικού χαρακτήρα.

          Απεναντίας μια αριστερή πολιτική που επιδιώκει την ακύρωση των μνημονιακών νόμων ως πρωταρχική προϋπόθεση, και όχι το «μεγάλωμα της πίτας» πρώτα και μετά την κοινωνική αναδιανομή, έχει στο επίκεντρό της την επούλωση των μνημονιακών πληγμάτων, δηλαδή την αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων, την κατάργηση των μορφών απορρύθμισης της εργασίας, την δραστική επιδοματική στήριξη του συνόλου των ανέργων κλπ. Προφανώς απαραίτητος όρος για αυτό είναι η ριζική αναδιανομή εισοδήματος σε βάρος του κερδοφόρου επιχειρηματικού κεφαλαίου και προς όφελος των ανέργων και ευρύτερα των λαϊκών τάξεων. Μια τέτοια δραστική πολιτική παρέμβαση (κινηματικού ή κυβερνητικού χαρακτήρα), διασφαλίζοντας αυτούς τους αναγκαίους κοινωνικούς πόρους, συμβάλει ταυτόχρονα στην αύξηση της καταναλωτικής ισχύος των εργατικών νοικοκυριών, και έτσι στην τόνωση της παραγωγικής δραστηριότητας και της απασχόλησης.

          Παράλληλα ωστόσο μια ριζοσπαστική πολιτική που θα ήθελε να είναι συνεπής στον εαυτό της, να καταργήσει δηλαδή ολοσχερώς το σύνολο των εφαρμοστικών νόμων των τριών συνεχών μνημονίων, θα αφαιρούσε το κοινωνικό και οικονομικό έδαφος κάτω από τα πόδια του ελληνικού καπιταλισμού. Κι’ αυτό γιατί η αποκατάσταση των μισθών, η διάσωση της κοινωνικής ασφάλισης, η στήριξη του συνόλου των ανέργων με αξιοπρεπή επιδόματα ανεργίας κλπ., θα στερούσε ευθέως από το επιχειρηματικό κεφάλαιο όλες τις προϋποθέσεις που λειτούργησαν στην τελευταία εξαετία για την ανάκαμψη της κερδοφορίας του και τον περιορισμό των ζημιών του. Θα επέρχονταν δηλαδή ισχυρότατος κλονισμός της αστικής επιχειρηματικής κυριαρχίας (π.χ. ένταση του φαινομένου εκκαθάρισης εργοστασίων), οι δείκτες κερδοφορίας και αποδοτικότητας θα μπορούσαν να πέσουν σημαντικά. Μια τέτοια ενδεχόμενη εξέλιξη θα επέφερε την λυσσώδη αντίδραση της αστικής τάξης της χώρας και των οργάνων της υπερεθνικής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, φτάνοντας σε συνθήκες ανοιχτής ταξικής σύγκρουσης, χωρίς όρους και όρια. Είναι μια εξέλιξη η οποία εκ των πραγμάτων θα δημιουργούσε κατάσταση «επαναστατικής κρίσης», θα έθετε επιτακτικά το ζήτημα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, και θα έφερνε στο επίκεντρο την επικαιρότητα του σοσιαλισμού.

Ετικέτες