Η  απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, έληξε στις 14 Μαρτίου με απόφαση του ίδιου μετά από 65 μέρες, όπου η ζωή του έφτασε σε οριακό σημείο και ενώ η κυβέρνηση φαινόταν αποφασισμένη να οδηγήσει τον απεργό στο θάνατο.

Μέσα σε αυτές τις 65 μέρες έγιναν πολλά. «Τους κρίνει ο κόσμος που κατεβαίνει στους δρόμους. Αυτό που γίνεται εκεί έξω είναι πολύ πιο σημαντικό από αυτό για το οποίο ξεκίνησε» έγραψε στην επιστολή με την οποία ανακοίνωσε τη λήξη της απεργίας πείνας. Η διατύπωση και η εκτίμηση είναι σωστή. Μπορεί το αίτημα της μεταγωγής του στις φυλακές Κορυδαλλού να μην έγινε αποδεκτό, ωστόσο η κυβέρνηση βρέθηκε πολλαπλώς εκτεθειμένη, νομικά και πολιτικά. Από αυτή την άποψη, δεν είναι τυχαίο ότι ενώ όσο η απεργία πείνας βρισκόταν σε εξέλιξη και οι κινητοποιήσεις μαζικοποιούνταν ολοένα και περισσότερο, κυβέρνηση και ΜΜΕ έπεφταν «με τα μούτρα» να δικαιολογήσουν τον παράλογο (και έκνομο) κυβερνητικό αυταρχισμό. Κι όμως δεν βγήκε να πανηγυρίσει για κάποια τάχα μου νίκη απέναντι στο «γνωστό απεργό πείνας», με εξαίρεση τα κυβερνητικά και ακροδεξιά τρολ στα κοινωνικά δίκτυα. Το ποιος κέρδισε ή έχασε κάποιες φορές δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα και με σαφήνεια.

Μαζικό κίνημα 

Η μαζική κινητοποίηση αλληλεγγύης στην απεργία πείνας μετασχηματίστηκε σε μία μαζική κινητοποίηση για την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων απέναντι στην καταστολή και τον αυταρχισμό. Αυτές οι κινητοποιήσεις δεν ήταν δεδομένες και κατάφεραν να δημιουργήσουν πολύ πραγματικές πολιτικές και κοινωνικές πιέσεις. Σημείο καμπής για τη μαζικοποίηση των κινητοποιήσεων ήταν η μαζική απεύθυνση της πρωτοβουλίας νομικών και δικηγόρων, μετά και την ενωτική κινητοποίηση και των δυνάμεων της ριζοσπαστικής – αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Οι κινητοποιήσεις ξεπέρασαν το «στάδιο» μειοψηφικών συγκεντρώσεων (όχι μόνο σε συμμετοχή αλλά κυρίως σε απεύθυνση) που διαλύονταν –γρήγορα και εύκολα– από την αστυνομία, απέκτησαν διεισδυτικότητα και κατάφεραν να κινητοποιήσουν συνεχόμενα πολλές χιλιάδες ανθρώπων και μάλιστα σε αυτές τις συνθήκες.

Η κυβέρνηση δεν είχε να αντιμετωπίσει πλέον μόνο μία απεργία πείνας, αλλά ένα μαζικό κίνημα  αλληλεγγύης με σαφή αντικυβερνητικό χαρακτήρα. Για αυτό κήρυξε «πόλεμο» με κάθε τρόπο και μέσο. Προφανώς χρησιμοποίησε τις γνωστές μεθόδους άγριας και απροκάλυπτης καταστολής, αμφισβητώντας επί της ουσίας το δικαίωμα στο διαδήλωση. Η εικόνα των δικηγόρων που πρωτοστάτησαν στην καταδίκη της Χρυσής Αυγής να δέχονται απανωτές επιθέσεις από την αύρα της αστυνομίας ήταν εξοργιστικές, την ώρα που στα κανάλια γινόταν λόγος για «ένταση μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας». 

Αξιοποίησε τα μέσα, τα οποία έχει ακριβοπληρώσει, για να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα, να κατασυκοφαντήσει τον απεργό πείνας, να αποκλείσει κάθε φωνή υπεράσπισης του δίκαιου αιτήματος. Προσπάθησε ακόμα να «παίξει» με τα πιο φοβικά και συντηρητικά αντανακλαστικά της εκλογικής της βάσης, επιχειρώντας να ταυτίσει τις μαζικές κινητοποιήσεις χιλιάδων ανθρώπων (ακόμα και το σοσιαλφιλελεύθερο ΣΥΡΙΖΑ!) με την ένοπλη δράση της 17 Νοέμβρη. Εκεί που η κυβέρνηση άρχισε να χάνει την μπάλα ήταν η μαζική λογοκρισία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με κατέβασμα/διαγραφή χιλιάδων δημοσιεύσεων και προσωπικών λογαριασμών που έπαιρναν θέση υπέρ της απεργίας πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα, θυμίζοντας καθεστώτα τύπου Ουρμπάν ή Ερντογάν.

Μάχη υπεράσπισης της ζωής και της ελευθερίας απέναντι στον αυταρχισμό

Αποδεικνύεται για ακόμη μία φορά ότι απέναντι σε αυτούς τους ισχυρούς καθεστωτικούς μηχανισμούς, ο μόνος τρόπος υπεράσπισης της ζωής και των δημοκρατικών δικαιωμάτων είναι το μαζικό κίνημα, με όποιον τρόπο μπορεί αυτό να εμφανίζεται κάθε φορά. Οι τελευταίες κινητοποιήσεις, λίγο πριν τη λήξη της απεργίας πείνας, είχαν πλέον σωματεία, πρωτοβουλίες συνδικαλιστών μαζί με πολιτικές συλλογικότητες και οργανώσεις. Ειδικά μετά τα γεγονότα στη Νέα Σμύρνη, αναγκάστηκαν να πάρουν πιο ενεργές πρωτοβουλίες ακόμα και οι δυνάμεις του ΚΚΕ, που μέχρι τότε είχαν μείνει μόνο στην κοινοβουλευτική παρέμβαση για αυτά τα ζητήματα και ιδιαίτερα για την απεργία πείνας. Ακόμα και το ΜεΡΑ 25 πιέστηκε να συμμετέχει σε κάποιες διαδηλώσεις.

Ο σκληρός αυταρχισμός και η κατασυκοφάντηση των αγώνων δεν είναι τυχαία και συγκυριακή. Είναι στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη που έχει κηρύξει πόλεμο ενάντια στην Αριστερά και το μαζικό κίνημα. Οι εφιάλτες τις προηγούμενης δεκαετίας όταν συναντήθηκε η μαζική αγανάκτηση και κινητοποίηση με τη ριζοσπαστική αριστερά, πονοκεφαλιάζουν ακόμα τα καθεστωτικά επιτελεία. Από αυτή τη σκοπιά, η μάχη για την υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων θα συνεχιστεί και θα βρεθούμε αντιμέτωποι/ες και με νέες επιθέσεις.

Απέναντι σε αυτή τη στρατηγική χρειαζόμαστε ενωτικές μαζικές πρωτοβουλίες που να συσπειρώνουν τον κόσμο μας. Πρωτοβουλίες που είναι αναγκαίο να έχουν πλατιά, μαζική απεύθυνση χωρίς να κάνουν εκπτώσεις στο ριζοσπαστισμό τους, διεκδικώντας τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση, πολιτικά και κοινωνικά. Η συγκρότηση του Δικτύου για την Υπεράσπιση των Δημοκρατικών Ελευθεριών (το οποίο παρουσιάζεται σε συνέντευξη τύπου την Πέμπτη 1 Απρίλη) είναι σε θετική κατεύθυνση, ακόμα και εάν δεν έχει εξαντληθεί κάθε δυνατότητα για ακόμα μεγαλύτερο εύρος συμμετοχής.

Η στάση μας και η δράση μας απέναντι στον κρατικό αυταρχισμό είναι αδιαπραγμάτευτη. Οι δυνάμεις που επιλέξαμε από την πρώτη στιγμή, χωρίς «ναι μεν αλλά» να υποστηρίξουμε το αίτημα της απεργίας πείνας και να πάρουμε ενωτικές πρωτοβουλίες για τη μαζικοποίηση της αλληλεγγύης, για τη διάρρηξη της μιντιακής παραπληροφόρησης, για την όργανωση δράσεων σε γειτονιές, κάναμε πολύ καλά, παρότι γνωρίζαμε εξαρχής ότι η μάχη είναι άνιση.

Αυτή η μάχη είναι από τα πρώτα επεισόδια των αγώνων που έχουμε μπροστά μας, σε μία θυελλώδη συγκυρία.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες