Το Πρώτο Μανιφέστο του Σουρεαλισμού γράφτηκε από τον Αντρέ Μπρετόν και δημοσιεύτηκε το 1924, πριν ακριβώς 100 χρόνια.

Αποτελεί το θεμέλιο του σουρεαλιστικού κινήματος, στην ποίηση, τη λογοτεχνία και γενικότερα τις τέχνες. Το Μανιφέστο του Σουρεαλισμού (ή αλλιώς υπερρεαλισμού), το οποίο πιο πολύ μοιάζει με δοκίμιο παρά με Μανιφέστο, είναι μια θεωρητική δήλωση για το τι είναι ο σουρεαλισμός και τι φιλοδοξεί να επιτύχει.

Ο Μπρετόν επηρεάστηκε από τον Φρόϋντ και την ψυχανάλυση σχετικά με το ασυνείδητο, τα όνειρα και τους μηχανισμούς της ελεύθερης συνειρμικής σκέψης. Εξυμνούσε το θαυμαστό, την τόλμη, τον έρωτα, τον αυθορμητισμό, την παιδικότητα. Όμως, επηρεάστηκε και από το ντανταϊστικό κίνημα, του οποίου υπήρξε αρχικά μέλος του, αλλά ένιωσε ότι ο σουρεαλισμός έπρεπε να είναι πιο θετικός και δημιουργικός για να μπορεί να είναι και ανατρεπτικός.

Οι σουρεαλιστές, εφαρμόζοντας την ψυχαναλυτική πρακτική στην τέχνη, μέσω του ψυχικού αυτοματισμού, δηλαδή τη συγγραφή ή δημιουργία έργων χωρίς προμελέτη, αφήνοντας το ασυνείδητο να κατευθύνει το έργο, επιχείρησαν να απελευθερώσουν τη φαντασία και τη δημιουργικότητα, καθώς επίσης να προκαλέσουν τον θεατή ή τον αναγνώστη να αμφισβητήσει την αντίληψή του για την πραγματικότητα. Έχει πολύ ενδιαφέρον η περιγραφή του Μπρετόν για το πως άρχισε να γράφει σουρεαλιστικά. Λέει μεταξύ άλλων: «[…] ο Philippe Soupault […] κι εγώ βαλθήκαμε να μαυρίζουμε χαρτιά, με μια αξιέπαινη περιφρόνηση αυτού που θα μπορούσε να προκύψει γραπτά. Η ευκολία πραγμάτωσης έκανε τα υπόλοιπα».(1)  

Ο Μπρετόν όρισε τον σουρεαλισμό ως εξής: «Αυτοματισμός ψυχικός καθαρός με τον οποίο προτίθεται κανείς να εκφράσει είτε προφορικά είτε γραπτά, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, την πραγματική λειτουργία της σκέψης […] με την απουσία κάθε ελέγχου απ’ τη λογική, έξω από κάθε προκατάληψη αισθητική ή ηθική». Και συνέχιζε, λέγοντας ότι «Ο σουρεαλισμός στηρίζεται […] στην παντοδυναμία του ονείρου, στο αδιάφορο παιγνίδι της σκέψης». Αυτή η προσέγγιση επικεντρώνεται στο ασυνείδητο, απορρίπτοντας τους περιορισμούς της λογικής, του ρεαλισμού και του ορθολογισμού που επικρατούσε. Έγραφε ο Μπρετόν: «[…] μου φαίνεται [η ρεαλιστική στάση] εχθρική προς κάθε πτήση διανοητική και ηθική. Με τρομάζει, γιατί είναι καμωμένη από μετριότητα, από μίσος και επίπεδη αυτάρκεια. […] Οχυρώνεται αδιάκοπα στις εφημερίδες και αφήνει στην άγνοια την επιστήμη, την τέχνη, επιδιδόμενη στο να κολακεύει την κοινή γνώμη στα πιο χαμηλά γούστα της […]».

Εν ολίγοις, η πρόταση του σουρεαλισμού δεν προέκυψε σε κενό οξυγόνου, αλλά ήταν αποτέλεσμα διαφόρων επιρροών, αλλά και από το κοινωνικό κλίμα της εποχής ως αντίδραση από τις συνέπειες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Έχοντας αυτή την προσέγγιση ο Μπρετόν και οι συνεργάτες του, εφάρμοσαν κάποιες αντίστοιχες τεχνικές στην τέχνη,(2) όπως: α) Αυτόματη γραφή, δηλαδή δημιουργία έργων χωρίς συνειδητό έλεγχο ή λογοκρισία. β) Εξερεύνηση, ανάλυση και αναπαράσταση των ονείρων: «[…] από τη γέννηση του ανθρώπου μέχρι το θάνατό του, η σκέψη δεν παρουσιάζει καμιά διακοπή συνέχειας, το ποσό των στιγμών ονείρου, από την άποψη του χρόνου […] το όνειρο του ύπνου, δεν υστερεί σε ποσό από τις στιγμές πραγματικότητας» ή αλλιώς τις στιγμές της εγρήγορσης. γ) Χρήση αντιφατικών και αλλόκοτων στοιχείων και εικόνων, που φαίνεται να προκαλούν, αγγίζοντας τα όρια του παράλογου: «Η φαντασία βρίσκεται ίσως στο σημείο να ξαναπάρει τα δικαιώματά της».

Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση δημιούργησε κάποιες παρεξηγήσεις σχετικά με τη σημασία του υπερρεαλισμού. Όμως, αντίθετα από αυτό, ο υπερρεαλισμός δεν αποτελεί μία απόπειρα φυγής από την πραγματικότητα ή απόδρασης από την καθημερινότητα, ούτε ανάγει τα πάντα στο παράλογο και το όνειρο. Ο Μπρετόν δεν έφερνε αυτά τα στοιχεία σε αντιπαράθεση. Έλεγε σχετικά με αυτό: «Πιστεύω στην μελλοντική λύση αυτών των δύο καταστάσεων, κατ’ επίφαση τόσο αντιφατικών, που είναι το όνειρο και η πραγματικότητα, σ’ ένα είδος απόλυτης πραγματικότητας (surréalité), υπερπραγματικότητας, αν μπορεί να πει κανείς κάτι τέτοιο».

Εν κατακλείδι, ο σουρεαλισμός αποτελεί μια συγκροτημένη θεωρία μιας πιο ολιστικής ερμηνείας του κόσμου. Αντιπροσωπεύει έναν ιδιαίτερο τρόπο σύλληψης και κατανόησης των φαινομένων που απαρτίζουν τον κόσμο, έχοντας ως κύρια επιδίωξη την ριζική αλλαγή της οπτικής με την οποία οι άνθρωποι βλέπουν την ζωή και την πραγματικότητα, καθώς και την ανάδειξη της πολυδιάστατης υπόστασής τους. Δηλαδή, δίνει λόγο σε ότι είναι καταδικασμένο στην σιωπή, όπως είναι οι υπόγειες κοινωνικές, πολιτικές ή καλλιτεχνικές διεργασίες, με μια αδιάκοπη κραυγή για απόλυτη ελευθερία.(3) Επιδεικνύοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στις αυτοσχέδιες εμπνεύσεις της στιγμής, ο υπερρεαλισμός παρακινεί τον άνθρωπο να αποδεσμεύσει το πνεύμα του από ηθικές προκαταλήψεις και κοινωνικές δεσμεύσεις, ώστε να διευρύνει τους ορίζοντες της αντίληψής του, μεταβάλλοντας εξ ολοκλήρου τους όρους ζωής στο άμεσο κοινωνικό του περιβάλλον.(4) Με λίγα λόγια παρακινεί τον άνθρωπο να ζει ποιητικά: «Να μπαίνει κανείς στον κόπο να ασκεί την ποίηση», έλεγε ο Μπρετόν. Και η τέχνη είναι ένα από τα μέσα προς αυτή την κατεύθυνση. Η ποίηση για τον Μπρετόν μπορούσε ακόμη να προκύψει και από τους συνδυασμούς τίτλων εφημερίδων. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Είναι ακόμη επιτρεπτό να τιτλοφορηθεί ΠΟΙΗΜΑ αυτό που προκύπτει από την όσο το δυνατόν πιο ελεύθερη συναγωγή […] τίτλων και αποσπασμάτων τίτλων κομμένων από εφημερίδες». Διότι, πίστευε ότι τέχνη μπορεί να προκύψει και από τον τυχαίο συνδυασμό στοιχείων της πραγματικότητας.

Οι σουρεαλιστές φιλοδοξούσαν να ανατρέψουν τις παραδοσιακές αξίες της δυτικής αστικής κοινωνίας. Έτσι, ενώ αφενός ο στόχος τους ήταν η δημιουργία μιας «υπερ-πραγματικότητας» (surréalité), όπου τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας διαλύονται, αφετέρου συνδύασαν την τέχνη με την επανάσταση. Η σύνδεση τους με τον Τρότσκι ήλθε σαν μια φυσική συνέπεια, όπως μετέπειτα και με την αναρχία. Στην πραγματικότητα ο επαναστατικός στόχος του Μπρετόν ήταν «Μια παθιασμένη αιώρηση ανάμεσα στον κομμουνισμό και την αναρχία που τη θεωρούσε αναγκαία για την ποιητική δημιουργία».(5)

Εδώ, να πούμε ότι ο σουρεαλισμός στα πρώτα του βήματα, δεν είχε έντονη πολιτική διάσταση. Δεν συντάχθηκε αμέσως με το κίνημα που αποσκοπεί στην κοινωνική απελευθέρωση.(6) Αυτό έγινε δυο χρόνια αργότερα, το 1926, όταν ο Μπρετόν, όπως και άλλοι σουρεαλιστές, στρατεύτηκε με το Κ.Κ. Γαλλίας.

Στον Μπρετόν και σε άλλους βασικούς εκπροσώπους του κινήματος, όπως ο Λουί Αραγκόν, ο σοσιαλισμός φαινόταν να συνδέεται άμεσα με τη δημιουργία μιας νέας ελεύθερης κοινωνίας που θα επέτρεπε στους ανθρώπους να εκφράσουν πλήρως την προσωπικότητά τους και να εξερευνήσουν τις ασυνείδητες πτυχές του εαυτού τους. Αυτή η στάση, τους οδήγησε σε αρχική συμπάθεια για τις επαναστατικές ιδέες των Μπολσεβίκων και την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917, η οποία θεωρήθηκε ως ένας τρόπος για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Οι σουρεαλιστές, επηρεασμένοι από τον μαρξισμό, θεωρούσαν την επανάσταση ως ένα εργαλείο για την αποδέσμευση της ανθρώπινης φαντασίας και της δημιουργικότητας από τους περιορισμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ήταν τότε που διατύπωσαν την άποψη ότι η επανάσταση θα είναι το μέσο για την κοινωνική και ψυχική απελευθέρωση.

Όμως, με την πάροδο του χρόνου, οι σουρεαλιστές απογοητεύτηκαν από τις πρακτικές του σταλινικού καθεστώτος στη Σοβιετική Ένωση, το οποίο καταπίεζε την ελευθερία της σκέψης και της δημιουργίας. Ο Μπρετόν, που αρχικά πίστευε στην ικανότητα του σοβιετικού μοντέλου να φέρει μια κοινωνική επανάσταση, άρχισε να καταλαβαίνει ότι το νέο καθεστώς ήταν πολύ περιοριστικό και καταπιεστικό, ιδιαίτερα για την καλλιτεχνική ελευθερία. Η απογοήτευση εντάθηκε όταν οι σουρεαλιστές συνειδητοποίησαν ότι το σοβιετικό καθεστώς είχε αναπτύξει μια αυταρχική πολιτική και καταπίεζε καλλιτεχνικές μορφές που δεν ήταν συμβατές με τη «σοσιαλιστική ρεαλιστική» αισθητική του κράτους.

Η πιο ενδιαφέρουσα διάσταση της σχέσης των σουρεαλιστών με τις παρακαταθήκες της Οκτωβριανής Επανάστασης εμφανίζεται γύρω από τον Τρότσκι και τις ιδέες του. Ο Τρότσκι, που είχε εκδιωχθεί από το Κομμουνιστικό Κόμμα και τη Σοβιετική Ένωση λόγω των πολιτικών διαφορών του με το Στάλιν, υποστήριζε τη θεωρία της «Διαρκούς Επανάστασης», η οποία έθετε την ανάγκη για μια παγκόσμια επανάσταση και την αποδοχή της πολιτικής ελευθερίας. Ο Μπρετόν, με την πεποίθηση ότι η κοινωνική επανάσταση πρέπει να συνδυάζεται με την ψυχική και καλλιτεχνική απελευθέρωση, βρήκε έναν σύμμαχο στον Τρότσκι. Τον θεωρούσε έναν αυθεντικό επαναστάτη που αγωνιζόταν για τη σοσιαλιστική δημοκρατία και ελευθερία, αντίθετα με τη σταλινική εξουσία που καταπίεζε την καλλιτεχνική και πνευματική ελευθερία.

Ο Μπρετόν έτρεφε απεριόριστο θαυμασμό για τον Τρότσκι γιατί στο πρόσωπό του έβλεπε τον εκφραστή των αυθεντικών επαναστατικών ιδεών που ο σταλινισμός είχε αμαυρώσει.  Η σύνδεση του σουρεαλιστικού ρεύματος με τον τροτσκισμό είναι ενδιαφέρουσα και πολυδιάστατη. Οι σουρεαλιστές, και κυρίως ο Αντρέ Μπρετόν, είχαν σαφή πολιτική τοποθέτηση και αρκετοί από αυτούς ήταν ενθουσιασμένοι με τις επαναστατικές ιδέες του Τρότσκι και την αντίθεση του με το σταλινικό καθεστώς στη Σοβιετική Ένωση. Η σχέση μεταξύ Μπρετόν και Τρότσκι ήταν αμοιβαία σεβαστή. Και οι δυο τους είχαν κοινές πολιτικές πεποιθήσεις για την ανάγκη της επανάστασης, τόσο στην κοινωνία όσο και στην τέχνη. Ο Μπρετόν έγραψε δημόσια για την υποστήριξή του στον Τρότσκι και την αντίθεσή του στο σταλινικό καθεστώς. Το 1938, ο Μπρετόν, συντάχθηκε με την διεθνή κίνηση για στήριξη του Τρότσκι, στον αγώνα του κατά του σταλινικού καθεστώτος και την ανάγκη για μια επανάσταση που θα σέβεται την ελευθερία του ανθρώπινου πνεύματος.

Ο Τρότσκι, συμφωνούσε με τον Μπρετόν για την πλήρη αποδέσμευση της τέχνης και του καλλιτέχνη από κάθε μορφή καταναγκασμού. Δεν είναι τυχαίο που μέσα από τις συζητήσεις τους κατέληξαν στην έκδοση ενός Μανιφέστου, με τίτλο: «Για μία ανεξάρτητη επαναστατική τέχνη».(7)

Ωστόσο, παρά τις αμοιβαίες επιρροές μεταξύ τροτσκισμού και σουρεαλισμού, η σχέση αυτή υπήρξε αμφιλεγόμενη και πέρασε από διάφορες φάσεις, που τελικά έφερε και απομακρύνσεις. Ο Μπρετόν και ένα μέρος των σουρεαλιστών συνδέθηκαν αργότερα με την αναρχία, για να απομακρυνθούν και από αυτή και να «αποσυρθούν» στο τέλος από την πολιτική σκηνή, επικεντρώνοντας την προσοχή τους στις καλλιτεχνικές τους δραστηριότητες.

Γενικά, οι σουρεαλιστές ανήκαν σε μια ευρύτερη ομάδα που αντέτεινε τον τροτσκισμό και τον αναρχισμό κατά του αυταρχισμού και του καταπιεστικού χαρακτήρα του Σοβιετικού καθεστώτος. Ο σουρεαλισμός, ως καλλιτεχνική και φιλοσοφική αναζήτηση της ελευθερίας, υποστήριζε μια πολιτική πορεία που αποσκοπούσε στην ανατροπή τόσο της καπιταλιστικής όσο και της γραφειοκρατικής σοβιετικής εξουσίας, επιμένοντας σε μια αναρχική, αντισταλινική και επαναστατική διάσταση.

Κλείνοντας, το παρόν σημείωμα να πούμε ότι το Πρώτο Μανιφέστο του Σουρεαλισμού, όπως και τα επόμενα, παρά την μεγάλη επιρροή που άσκησαν, δεν έγιναν δεκτά χωρίς αμφισβητήσεις. Ορισμένοι θεώρησαν τον σουρεαλισμό υπερβολικά ακαδημαϊκό ή δυσνόητο. Παρ’ όλα αυτά, αποτέλεσε τη βάση για μια σειρά από καλλιτεχνικές και λογοτεχνικές εξελίξεις, ανοίγοντας τον δρόμο για τη διερεύνηση νέων δημιουργικών δυνατοτήτων και την επανεξέταση του ρόλου της φαντασίας στην ανθρώπινη εμπειρία.

Υποσημειώσεις:

(1) Α. Μπρετόν, Μανιφέστα του Σουρρεαλισμού, εκδόσεις Δωδώνη, Αθήνα-Γιάννινα 1983. Τα αποσπάσματα στο παρόν κείμενο, σχετικά με το Πρώτο Μανιφέστο του Σουρεαλισμού, προέρχονται από το προαναφερθέν βιβλίο του Μπρετόν.

(2) Έχει ενδιαφέρον η περιγραφή που κάνει για το πως μπορεί να γίνει μια σουρεαλιστική σύνθεση, επιχειρώντας να βάλει τον αναγνώστη στα μυστικά της μαγικής σουρεαλιστικής τέχνης, όπως λέει. Βλ. Α. Μπρετόν, Μανιφέστα του Σουρρεαλισμού, ό.π., σελ. 33-51.

(3) Έφη Ρέντζου, «Έδωσε λόγο σε ό,τι ήταν καταδικασμένο στη σιωπή», εφ. Τα Νέα, 23-24/3/2024, στο ένθετο «Weekend Πρόσωπα, σελ. 4.

(4) Urbi et Orbi. Διακήρυξη της υπερρεαλιστικής ομάδας Αθηνών, Μάιος 2005.

(5) [Ελένη Μοσχονά], «Andre Breton (1896-1966)», στο Α. Μπρετόν, Μανιφέστα του Σουρεαλισμού, ό.π., σελ. ιβ΄.

(6) Π. Νούτσος, «Δυο λόγια ακόμη…», Η Εφημερίδα των Συντακτών (ένθετο Νησίδες), 30/11-1/12/2024.

(7) Βλ. Δ. Κατσορίδας, «80 χρόνια από την έκδοση του Μανιφέστου, Τρότσκι-Μπρετόν, ‘‘Για μία Ανεξάρτητη Επαναστατική Τέχνη’’», στο https://rproject.gr/article/otan-o-mpreton-synantise-ton-trotski-manifesto-gia-mia-anexartiti-epanastatiki-tehni-80, 24-7-2018.

(*) Αναδημοσίευση από την ηλεκτρονική έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών, 18-12-2024.

Ετικέτες