Με δεδομένο, λοιπόν, τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης σε διεθνές επίπεδο, η κυβέρνηση έχει ως μοναδικό όπλο εκβιασμού προς τους αντιπάλους της, την στάση πληρωμής του χρέους.
Η κυβέρνηση έδειξε αφέλεια όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις με τους «θεσμούς», με την έννοια ότι πίστευε πως θα έπειθε την αντίπαλη πλευρά ότι κάνει λάθος. Όμως, όπως έχει δείξει η παγκόσμια ιστορία της ταξικής πάλης, κάτι τέτοιο δεν υπήρχε σε καμία περίπτωση να γίνει επειδή πρόκειται για αντιτιθέμενα ταξικά συμφέροντα. Η κυβέρνηση έδειξε διστακτικότητα να περάσει στην αντεπίθεση από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε, όταν δηλαδή ο αντίπαλος ήταν αρκετά αποδυναμωμένος. Όμως, όπως διδάσκει η τέχνη του πολέμου, όταν οι δυνάμεις του αντιπάλου βρίσκονται σε υποχώρηση, τότε τις καταδιώκεις για να τις αδρανοποιήσεις ή να τις συντρίψεις, ώστε να μην τους δοθούν τα χρονικά περιθώρια να ανασυγκροτηθούν. Διότι, μετά θα μας τσακίσει.
Αντίθετα από αυτό, η κυβέρνηση κάνει συνεχείς υποχωρήσεις και με τη στάση της αυτή δίνει χώρο στους αντιπάλους να προχωρούν, εφόσον αυτό το εκλαμβάνουν ως αδυναμία της. Έτσι, οι διεθνείς «θεσμοί», σφίγγοντας την οικονομική στρόφιγγα και ακολουθώντας το μαρτύριο της σταγόνας, οδηγούν τη χώρα σε πιστωτική ασφυξία και τον λαό σε ένα νέο γύρο λιτότητας.
Η διαδικασία της διαπραγμάτευσης από την πλευρά των δανειστών αποκαλύπτει ότι το πρόβλημα, τελικά, είναι πολιτικό με σαφή στόχο από τη μεριά τους την συνθηκολόγηση και τον εγκλωβισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε μια συμφωνία που ουσιαστικά θα αναιρεί την καρδιά του προγράμματός του, που είναι η ανατροπή της λιτότητας, ώστε να μην λειτουργήσει ως αντι-παράδειγμα και για τους υπόλοιπους λαούς της Ευρώπης.
Επομένως, ο ηγετικός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ έχει μπροστά του δύο επιλογές: Η πρώτη είναι να αποδεχθεί τις απαιτήσεις των δανειστών και άρα να έρθει σε αντίθεση με το λαϊκό κύμα που ανέτρεψε τη συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ, στις 25 Ιανουαρίου, με σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις, καθώς ένας τέτοιος συμβιβασμός θα γίνει ο προθάλαμος για ένα νέο μνημόνιο. Η δεύτερη είναι να επιδιώξει, πάση θυσία, την υπεράσπιση του προγράμματός του για ανατροπή της λιτότητας, σε αντιδιαστολή με την πάση θυσία σωτηρία του ευρώ που είναι το πολιτικό σχέδιο των μνημονιακών δυνάμεων στη χώρα μας, προετοιμάζοντας ταυτόχρονα κατάλληλα τον κόσμο για την ρήξη με αυτό το σχέδιο. Η δεύτερη επιλογή είναι που θα κρατήσει ζωντανό το πολιτικό εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον ουσιαστικά θα έχει αρνηθεί να αφομοιωθεί από τις μνημονιακές δυνάμεις.
Αυτές τις κρίσιμες, για τη χώρα, στιγμές ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αξιοποιήσει με τόλμη και αποφασιστικότητα όλα τα όπλα προκειμένου να επιβάλει μια συμφωνία συμβατή με το πρόγραμμά του ενάντια στα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των δανειστών.
Σε αυτή την κατεύθυνση και με δεδομένο το σοβαρό έλλειμμα ρευστότητας για τις εσωτερικές ανάγκες, η μόνη άμεση λύση είναι η άρνηση πληρωμής του χρέους, και η προσφυγή, εάν χρειαστεί, στην λαϊκή ετυμηγορία κατόπιν επαρκούς ενημέρωσης των πολιτών. Έτσι, θα απελευθερωθούν πόροι για τις ανάγκες σε μισθούς, συντάξεις, υγεία και παιδεία και δεν θα πηγαίνουν στις ανάγκες των δανειστών. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το 92% των δανείων επέστρεψαν στους δανειστές και δεν πήγαν στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Με δεδομένο, λοιπόν, τον αρνητικό συσχετισμό δύναμης σε διεθνές επίπεδο, η κυβέρνηση έχει ως μοναδικό όπλο εκβιασμού προς τους αντιπάλους της, την στάση πληρωμής του χρέους. Και μόνο η ανακοίνωση της άρνησης πληρωμής του χρέους θα οδηγήσει τους δανειστές (ΔΝΤ και τρόϊκα) σε διαπραγμάτευση, επειδή γνωρίζουν ότι ο συστημικός κίνδυνος είναι υπαρκτός και επειδή φοβούνται ότι ένα τέτοιο πιστωτικό γεγονός θα έχει αλυσιδωτές συνέπειες στο διεθνές οικονομικό και γεωπολιτικό σύστημα, στην ευρωζώνη και στις ΗΠΑ, και άρα σε ένα νέο κύκλο της κρίσης, που ξέσπασε το 2008, της οποίας οι συνέπειες μπορούν να αποδειχτούν ανεξέλεγκτες, κάτι το οποίο απεύχονται τόσο οι διεθνείς αγορές όσο και οι κυβερνήσεις.