To εκλογικό αποτέλεσμα είναι αρνητικό, εκφράζει ενίσχυση της ηγεμονίας του κεφαλαίου με σαφή επικράτηση του επιθετικού νεοφιλελεύθερου πόλου της ΝΔ.
Χρειάζεται, όμως, ψυχραιμία στον κόσμο του κινήματος και της Αριστεράς και προσπάθεια κατανόησης των μηνυμάτων της κοινωνίας. Δεν βοηθά ούτε ένας ελιτισμός απέναντι στο λαό που «συντηρητικοποιείται» ή δεν ξέρει τι ψηφίζει, ούτε μία ψυχολογία παραίτησης. Γιατί προδιαγράφεται μπροστά μας ένα ταραγμένο τοπίο οικονομικά και γεωπολιτικά, στο οποίο η σημερινή «σταθερότητα» θα φανεί ότι δεν είναι τόσο αρραγής. Για αυτό ο αγωνιζόμενος κόσμος και οι δυνάμεις της μαχόμενης Αριστεράς χρειάζεται να προετοιμάζουν τη μάχη για την ανατροπή της πιο αντιδραστικής αντιλαϊκής επίθεσης που είναι στα σκαριά.
Η κυβέρνηση βγαίνει ενισχυμένη, με αύξηση της συμμετοχής κατά 3%. Αυτό οφείλεται στην οικοδόμηση ενός σημαντικού κοινωνικού μπλοκ υποστήριξης της ΝΔ. Γιατί, ούτε «χούντα» έχουμε, ούτε από την πολιτική της ΝΔ ωφελείται μόνο το 1% και απέναντί του «είμαστε το 99%». Υπάρχει ένα συμπαγές μπλοκ, που αποτελεί τον πυρήνα της απεύθυνσης της ΝΔ, που έχει ωφεληθεί (από χρηματοδοτήσεις, παροχές και διευκολύνσεις, τη λίστα Πέτσα, το φαγοπότι σε δήμους και περιφέρειες με τα «κονδύλια για αντιμετώπιση του covid-19», διευκολύνσεις σε τράπεζες, funds, εταιρείες ενέργειας, ιδιωτικά κολλέγια κλπ.). Το ότι δεν προβάλλει σήμερα μία εναλλακτική και η απογοήτευση που έσπειρε η διάψευση των ελπίδων το 2015 οδηγούν και ένα κομμάτι κόσμου – ακόμα και λαϊκών στρωμάτων - να προτιμά τη «σταθερότητα» σε ένα έδαφος απομειωμένων προσδοκιών.
Σε αυτό το φόντο, ο ΣΥΡΙΖΑ καταρρέει πολιτικά και εκλογικά. Κάτι που γίνεται επειδή αναζητώντας τη «βάρκα» της συστημικής μετάλλαξης προσπαθώντας μάταια να κερδίσει το «κέντρο», τελικά έχασε και την επαφή με τα λαϊκά στρώματα. Και αυτό οξύνει τον ανταγωνισμό με το ΠΑΣΟΚ για την ηγεμονία στο χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Ανησυχητικό είναι και το αποτέλεσμα της ακροδεξιάς που καταλαμβάνει αθροιστικά 11% και δεν πρέπει να υποτιμάται. Δυστυχώς, με αυτό το κοινό επικοινωνούν και κόμματα υβριδικού χαρακτήρα, όπως η Πλεύση Ελευθερίας που διεκδικεί την είσοδο στη Βουλή.
Στο χώρο της Αριστεράς, το ΚΚΕ έχει μία ενίσχυση περίπου 2%, αποτυπώνοντας μία δυναμική των εκπροσωπήσεων του στο κίνημα και ενός συνεπούς αντιπολιτευτικού πόλου που οικοδομεί στο έδαφος της ήττας μετά το 2015. Καταφέρνει να απορροφά όμως μικρό μέρος της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ και υπολείπεται των ποσοστών που είχε στην αρχή της κρίσης (2008-2012). Το ΜεΡΑ25 μένει εκτός Βουλής χάνοντας 0,8% από το 2019. Η καμπάνια του είχε οργανωτικές αδυναμίες, αλλά το σημαντικό είναι ότι δεν δικαιώθηκε ο προγραμματικά αμφίσημος λόγος του. Αντιθέτως, κόστισε αμφίπλευρα, αφού ο λόγος του δεν ήταν αξιόπιστος και έδειχνε εν μέρει επανάληψη του λόγου του ΣΥΡΙΖΑ προ 2015. Η επαναστατική Αριστερά καταγράφει ανόδους σε σχέση με το 2019, πολύ μικρές όμως στο τοπίο της αποσυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ. Χρειάζεται μεγαλύτερη σύνεση σε αποτιμήσεις που δηλώνουν δικαιωμένες σε αυτό το τοπίο. Η ανάγκη άλλης πορείας ανάταξης, αλλαγής και ανασύνθεσης παραμένει επείγουσα.
Μπροστά μας έχουμε τις εκλογές της 25ης Ιουνίου. Ο κίνδυνος όχι μόνο της αυτοδυναμίας, αλλά και πλειοψηφίας 180 εδρών που θα προχωρήσει σε αντιδραστική συνταγματική αναθεώρηση είναι υπαρκτός. Και πρέπει να αποτραπεί! Καμία ψήφος να μην πάει χαμένη σε συστημικά κόμματα (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ). Καμία ψήφος σε ακροδεξιά και «πατριωτικό» χώρο. Να ενισχυθούν όλες οι μαχόμενες αριστερές δυνάμεις, για να μειωθεί η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της ΝΔ, αλλά κυρίως ως παρακαταθήκη για την περίοδο που έρχεται. Μία περίοδος μάχης, γιατί θα έρθει μεγάλη επίθεση από τις δυνάμεις του κεφαλαίου. Χρειάζεται αγωνιστικός συναγερμός για την προετοιμασία του κινήματος και της αριστεράς, να μην κυριαρχήσει η απογοήτευση. Ξεκινάμε βέβαια από δυσμενέστερη αφετηρία. Και για αυτό εξίσου επείγουσα είναι η σοβαρή προγραμματική αναζήτηση και επεξεργασία, η οικοδόμηση κοινωνικών και πολιτικών όρων για την ανατροπή της επίθεσης και τη συγκρότηση μίας αριστερής ριζοσπαστικής εναλλακτικής. Χωρίς αυτάρκεια, με ενωτική – μετωπική απεύθυνση, με πρακτική κοινής δράσης στα κινήματα. Γιατί το μέλλον μπορεί να διαρκεί πολύ, αλλά φτιάχνεται από εμάς και όχι μόνο του.