Πριν από λίγες μέρες, ο πρόεδρος της Επιτροπής Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, Αντώνης Λιάκος, απέστειλε στον υπουργό Παιδείας Νίκο Φίλη το τελικό υπόμνημα για την αναδιοργάνωση της μέσης εκπαίδευσης και την είσοδο σε ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Διαβάζοντάς το θα έλεγε κανείς ότι στο περιεχόμενο των προτάσεων του υπομνήματος κρύβεται όντως η προσπάθεια απεμπλοκής από το υπάρχον εκπαιδευτικό μοντέλο. Τίποτα όμως από αυτές τις προτάσεις δεν διασφαλίζει ότι θα εξαλειφθούν τα ουσιαστικά προβλήματα του παρόντος εκπαιδευτικού μοντέλου. Η εντατικοποίηση, η πειθάρχηση, η βαθμοθηρία και η απουσία ελεύθερου χρόνου βρίσκονται σε κάθε λέξη του υπομνήματος.

Η αντιμετώπιση των μαθητών από το σύστημα

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μαθητική ζωή χρόνο με το χρόνο γίνεται όλο και πιο αφόρητη, κουραστική και εξειδικευμένη. Σχολείο, φροντιστήριο, ξένες γλώσσες, ιδιαίτερα μαθήματα και αθλητικές δραστηριότητες συνθέτουν ένα γεμάτο πρόγραμμα που κορυφώνεται στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Το προβληματικό είναι ότι το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό μοντέλο στερεί από τους νέους ανθρώπους τη δυνατότητα να αναμετρηθούν με τους εαυτούς τους σε κάτι που επιλέγουν οι ίδιοι και οι ίδιες, βάζοντάς τους σε έναν αγώνα δρόμου για κάτι που επιλέγει το σύστημα γι’ αυτούς/ές. Σε άπειρες περιπτώσεις έχουμε δει σε παράθυρα τηλεοπτικών ειδήσεων δημοσιογράφους, πολιτικούς και πάσης φύσεως δημοσιολόγους να νουθετούν νεαρούς καταληψίες επειδή διαμαρτύρονται «για την τρίγωνη τυρόπιτα» ή «γιατί δεν πήγαν εκδρομή». Επίσης σε άπειρες περιπτώσεις αυτοί οι «αυθάδεις νεαροί» παρουσιάζονται ως «μαλλιάδες, τεμπέληδες, βρομιάρηδες και υποκινούμενοι μαθητές του τελευταίου θρανίου». Η πραγματικότητα είναι πολύ πιο σύνθετη από δυο κλισέ συντηρητικές ατάκες και βρίσκεται στην καθημερινότητα των ίδιων των μαθητών και των μαθητριών στα σχολεία τους.

Ο αγώνας τους πριν από δύο χρόνια

Πριν από δύο χρόνια, οι μαθητές βγήκαν δυναμικά στους δρόμους διατρανώνοντας την αντίθεσή τους στο Νέο Λύκειο και στην Τράπεζα Θεμάτων. Φώναζαν με κάθε τρόπο ότι η τότε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ τους έβαζε να διαλέξουν τι θα κάνουν στη ζωή τους ήδη από την πρώτη Λυκείου, ενώ παράλληλα εντατικοποιούσε το πρόγραμμα στο σχολείο μέσα από την εισαγωγή της τράπεζας θεμάτων στις εξετάσεις τους σε συνδυασμό με την πλέον παγιωμένη έλλειψη του καθηγητικού προσωπικού. Καταλήψεις σχολείων, ακτιβισμοί, διαδηλώσεις, κοινές επιτροπές αγώνα μαζί με τους καθηγητές τους, συγκρούσεις με την αστυνομία και ευφυής αξιοποίηση των δυνατοτήτων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ήταν κάποια από τα όπλα τους απέναντι στους νόμους, τις εγκυκλίους, την καταστολή και την παντελή έλλειψη διαλόγου εκ μέρους του υπουργείου. «Ιωάννα, πες μας γι’ αυτό το κίνημα του Facebook» είχε πει χαριτολογώντας ο Γιάννης Πρετεντέρης σε καλεσμένη μαθήτρια στην εκπομπή του εκείνη την περίοδο για να λάβει την απάντηση: «Δεν είμαστε η γενιά του Facebook. Οι συμμαθητές μας θέλουν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στο Λύκειο της παραπαιδείας, στο Λύκειο των περιορισμένων επιλογών και της βαθμοθηρίας και να δείξουν ότι έχουν φτάσει σε ένα σημείο που κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίσει».

Σήμερα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μάταια προσπαθεί να αποδείξει ότι υπάρχει φιλολαϊκότερη πολιτική μέσα στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου. Μια σειρά από κεντρικές επιλογές της το έχει αποδείξει περίτρανα και μένει να φανεί το ίδιο και στο κομμάτι της μέσης εκπαίδευσης. Η κυβέρνηση ταυτίζεται απολύτως με τις στοχεύσεις της ΕΕ όσον αφορά στην εκπαιδευτική διαδικασία και αυτός είναι και ο λόγος που παρά τις επερχόμενες φαινομενικά δομικές αλλαγές στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, ουσιαστικές αλλαγές δεν πρόκειται να υπάρξουν προς την κατεύθυνση ενίσχυσης του δημόσιου σχολείου και με γνώμονα τις ανάγκες των μαθητών/ριών. Τα σχολεία θα συνεχίζουν να υπολειτουργούν ελλείψει επαρκούς χρηματοδότησης, το πρόγραμμα μαθημάτων θα συνεχίσει να είναι εντατικοποιημένο και τα φροντιστήρια θα συνεχίσουν να κερδοφορούν προσαρμοζόμενα στη νέα κατάσταση.

Το υπόμνημα Λιάκου

Πιο συγκεκριμένα, το υπόμνημα Λιάκου αναφέρει σε πρώτο στάδιο τη δημιουργία τετραετούς Γυμνασίου και διετούς Λυκείου. Η χρονικά ποσοτική αναβάθμιση του Γυμνασίου όμως δεν συνδέεται απαραίτητα και με την ποιοτική του αναβάθμιση. Το προφανές είναι ότι θα μιλάμε για ένα Γυμνάσιο που δεν θα παρέχει ένα καθολικό πεδίο γνώσεων ικανό να αναδείξει τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντα του μαθητή, αλλά ένα Γυμνάσιο-εργαστήριο που θα προετοιμάζει σε έντονους ρυθμούς τη μετάβαση στο Λύκειο. Ένα Λύκειο στο οποίο οι εξετάσεις θα γίνονται εν μέρει με το θεσμό της τράπεζας θεμάτων που παρά τις έντονες αντιδράσεις πριν από δύο χρόνια, επιστρέφει. Οι εντατικοποιημένοι ρυθμοί μάθησης και η επιμονή στο μοντέλο βαθμοθηρίας ήδη από το Γυμνάσιο είναι εύκολα διαγνώσιμοι αν αναλογιστεί κανείς ότι ενώ οι μαθητές προάγονταν στο Γυμνάσιο από τάξη σε τάξη με γενικό μέσο όρο το 12, με τροποποιητική εγκύκλιο που εκδόθηκε από το υπουργείο Παιδείας ο βαθμός αυτός ανεβαίνει κατά μία μονάδα τουλάχιστον στο 13.

Από κει και πέρα, στο ίδιο υπόμνημα αναφέρεται ότι οι μαθητές θα ολοκληρώνουν τη μαθητική τους σταδιοδρομία παίρνοντας το Εθνικό Απολυτήριο. Προϋποθέσεις για την απόκτηση αυτού του απολυτηρίου από το μαθητή είναι: «Να έχει ολοκληρώσει επιτυχώς και τα 6 μαθήματα που έχει επιλέξει, να έχει συγγράψει διπλωματική εργασία και να έχει ολοκληρώσει το Πρόγραμμα ∆ημιουργικότητας, Εθελοντισμού και Κοινωνικής Προσφοράς». Αν ένας μαθητής αποτύχει σε κάτι από αυτά, τότε θα παίρνει ένα Πιστοποιητικό Σπουδών. Εκτός του ότι από τα παραπάνω διαφαίνεται ότι δημιουργούνται νέα πεδία εντατικών ρυθμών μαθητικής ζωής και εκτός του ότι αναδύεται ένα νέο πεδίο κερδοφορίας για τα φροντιστήρια στο κομμάτι των διπλωματικών εργασιών, το πιο σημαντικό είναι άλλο. Στη σελίδα 6 του υπομνήματος αναφέρεται ότι τόσο το Εθνικό Απολυτήριο όσο και το Πιστοποιητικό Σπουδών «θα αντιστοιχεί σε συγκεκριμένο αριθμό Εκπαιδευτικών Ακαδημαϊκών Μονάδων στο ευρωπαϊκό σύστημα πιστοποίησης προσόντων». Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα γίνεται όχι με βάση την αξιολόγηση των κλίσεων και των δυνατοτήτων του μαθητή ή της μαθήτριας, αλλά με βάση τα κριτήρια που θα θέτει κάθε φορά η ΕΕ. Ανάλογα, λοιπόν, με το τι ανάγκες έχει κάθε φορά το εκάστοτε κράτος-μέλος της ΕΕ σε επιστημονικό και εργατικό προσωπικό, θα γίνεται και η διακύμανση των μονάδων για την εισαγωγή στο εκάστοτε ΑΕΙ ή ΤΕΙ. Οι μαθητές/ριες δηλαδή θα μπαίνουν σε μια νέα κούρσα προκειμένου να καταφέρουν να αποκτήσουν ένα Εθνικό Απολυτήριο ικανό να ανταποκρίνεται στις πιστωτικές μονάδες που θα έχει θέσει το πανεπιστημιακό τμήμα στο οποίο θα θέλουν να εισαχθούν, με βάση τις κατευθύνσεις της ΕΕ. Δηλαδή οι μαθητές/ριες θα πρέπει να «εκπαιδευτούν» στον ανταγωνισμό και τον κοινωνικό κανιβαλισμό από ακόμα μικρότερη ηλικία, σε πλήρη αντιστοιχία με την εξατομίκευση των πανεπιστημιακών σπουδών.

Η απάντησή μας

Το υπόμνημα Λιάκου, το οποίο αναμένεται να υιοθετηθεί από τον Ν. Φίλη, ενώ φαινομενικά απαλλάσσει τους μαθητές από το βαθμό πρόσβασης σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και δείχνει πιο ανθρώπινο, στην πραγματικότητα θεσμοθετεί μια νέα σκληρή κανονικότητα η οποία θα καθορίζεται από τη νεοφιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική της ΕΕ. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δείχνει ότι ξέρει να ελίσσεται προκειμένου να μας κάνει να πιστέψουμε ότι το μαύρο είναι άσπρο. Το ζήτημα είναι το πώς όλοι μαζί, εργαζόμενοι-μαθητές-φοιτητές, θα απαντήσουμε δυναμικά και ανατρεπτικά στα σχέδιά της. Οι μαθητές/ριες μαζί με τη στήριξη αρκετών καθηγητών τους μας έδειξαν το δρόμο πριν από δύο χρόνια. Αυτόν το δρόμο πρέπει να ξαναβρούμε και σήμερα, παλεύοντας μαζί με τους μαθητές και τους καθηγητές τους για ένα σχολείο που δεν θα παράγει ρομποτοποιημένους ανθρώπους ικανούς να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της αγοράς, αλλά συνειδητοποιημένους αγωνιστές ικανούς να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της συλλογικής πάλης.

(δημοσιεύτηκε στο φύλλο Νο 369 της "Εργατικής Αριστεράς", 12 Οκτώβρη 2016)

Ετικέτες