Έκανε την εμφάνιση του το περιβόητο «παράλληλο πρόγραμμα» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛΛ. Και εμπεδώθηκε η οφθαλμοφανής πραγματικότητα ότι ούτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει εντέλει, πρόγραμμα ανακουφιστικό, πρόγραμμα ανασχετικό, πρόγραμμα ανατρεπτικό, πρόγραμμα «παράλληλο» του Μνημονίου 3.
Στο σχέδιο -φλύαρης - νομοθεσίας που συζητείται στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, καταστρώνεται για μια ακόμη φορά ο νομοθετικός παραλογισμός της κυβέρνησης και ως προς περιεχόμενο και ως προς τη διαδικασία. Γιατί ποια σχέση έχει για παράδειγμα το δεύτερο κεφάλαιο με ρυθμίσεις του υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, που έχουν ως προμετωπίδα την Επιτροπή Αναθεώρησης του «Καλλικράτη» με το κεφάλαιο προτεινόμενων ρυθμίσεων για το -όχι και τόσο - νέο Νοσοκομείο στη Σαντορίνη; Ποια η ενότητα και η στοχοπροσήλωση διατάξεων για τα «ΚΕΠ των φτωχών» με την παράταση οικονομικού απολογισμού της πάλαι ποτέ ΝΕΡΙΤ ΑΕ που μετονομάστηκε σε ΕΡΤ ΑΕ – απόρροια της κακής και πολιτικά χρωματισμένης νομοθέτησης του υπουργού Επικρατείας; Το σχέδιο νόμου θυμίζει νομοθετικό τέρας του Φρανκεστάιν. Άσχετες, μεταξύ τους, διατάξεις, ελάχιστες με κάποια βάση πραγματικά επείγοντος χαρακτήρα, συναθροίζονται ατάκτως και προκλητικώς στο υποτιθέμενο χριστουγεννιάτικο μποναμά της κυβέρνησης προς τους χειμαζόμενους από το μνημόνιο πολίτες.
Ας ξεκινήσουμε ακριβώς από το τελευταίο φύλλο συκής. Οι ρυθμίσεις για τα «ΚΕΠ των φτωχών» έρχονται να επιβεβαιώσουν τους χειρότερους φόβους για το πραγματικό «μνημόνιο με ανθρώπινο πρόσωπο». Με βάση τις ρυθμίσεις για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ρυθμίσεις που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε καταγγείλει ως αντιπολίτευση για τον χαρακτήρα ψιχίων φιλανθρωπίας, τις σκόπιμες, χρηματοδοτικές ελλείψεις και την απόλυτη αναντιστοιχία και τον αλληλοαποκλεισμό των ενδεχόμενων δικαιούχων με άλλες πηγές κοινωνικής και οικονομικής στήριξης, όπως είναι για παράδειγμα το επίδομα ανεργίας, θα καθορίζονται πλέον οι διαβιούντες σε ακραία φτώχεια οι οποίοι θα τυγχάνουν της υποτιθέμενης μέριμνας της πολιτείας. Και κάπου εκεί βρίσκουν χώρο για να βλαστήσουν και τα χειρότερα άνθη προκαταλήψεων και κοινωνικού αποκλεισμού της σύγχρονης Ελλάδας. Γιατί κάποιος πρέπει να δώσει καλές και επαρκείς εξηγήσεις για το γεγονός ότι στα «ΚΕΠ των φτωχών» θα πρέπει να εξυπηρετούνται, υποχρεωτικά, και οι μετανάστες – ανεξάρτητα γενιάς, εισοδήματος, κατάστασης προστασίας κτλ – και οι τσιγγάνοι (ρομά στο… πολιτικώς ορθότερο) – πάλι χωρίς κριτήρια εισοδήματος, επαγγελματικής κατάστασης κτλ. Ποια είναι τα κριτήρια για αυτή τη συμπερίληψη αυτών ειδικά των πληθυσμιακών ομάδων; Μήπως οι χρόνιες αγκυλώσεις της διοίκησης, ο καταναγκαστικός αποκλεισμός και η υφέρπουσα δυσανεξία στη διαφορετικότητα, βασικά θεμέλια του ρατσισμού και των προκαταλήψεων;
Το «παράλληλο πρόγραμμα» που ούτως ή άλλως εξαντλεί την όποια κοινωνική δυναμική και αναφορά του στα «ΚΕΠ των φτωχών» αποτελεί όντως παράλληλη κατάσταση χωρίς επιστροφή. Η κυβέρνηση αποδέχεται τη φτώχεια ως νέα, διαρκή και μη αναστρέψιμη πραγματικότητα ενός σημαντικού, πλειοψηφικού κομματιού της ελληνικής κοινωνίας και προστρέχει απλώς να διοχετεύσει το πληθυσμιακό αυτό υποσύνολο σε μια δεύτερης κατηγορία διοίκηση, σε δεύτερης κατηγορίας υπηρεσίες και σε δεύτερης αν όχι τρίτης κατηγορίας χρηματοδοτικά κεφάλαια, επισφαλή και αναιμικά, όσο επισφαλής και αναιμική και δυσοίωνη είναι και η κοινωνική θέση των ανθρώπων που θα αφορούν. Το «παράλληλο πρόγραμμα» είναι όντως… παράλληλο: Οι δικαιούχοι του θα παραμείνουν εσαεί σε ασύμπτωτη κοινωνική και οικονομική πορεία με την υπόλοιπη κοινωνία. Το ταξικό χάσμα και οι αποστάσεις θα βαθαίνουν και θα οξύνονται, το σύμπαν της χώρας που θα δημεύει και θα χωνεύει κεφάλαια και ανθρώπους για τις τράπεζες και το ευρώ θα είναι σύμπαν πλήρως διαφορετικό με εκείνο των θυμάτων της δήμευσης και της μυλόπετρας.
Ξεχωριστό σχόλιο αξίζει και για την πρόθεση της κυβέρνησης να πουλήσει καθρεφτάκια στους ιθαγενείς με αφορμή το – όχι και τόσο – νέο Νοσοκομείο Σαντορίνης. Και αυτό γιατί ειδικά οι βουλευτές της νησιωτικής Ελλάδας πέρασαν από διάφορα τηλεοπτικά τραπέζια διαλόγου, εκθειάζοντας το «κοινωνικό πρόσωπο» της κυβέρνησης στο πυκνό διατάξεων αλλά με πολλούς αστερίσκους και χάσματα λογικής, συνέχειας και αποτελεσματικότητας κεφάλαιο για την υγεία. Το θέμα με το – όχι και τόσο – νέο Νοσοκομείο της Σαντορίνης είναι όντως ένα θέμα, που χρόνιζε για τον απλούστατο λόγο ότι ως υποδομή ουδέποτε υπήρξε η πρόθεση να αποτελέσει κομμάτι του Εθνικού Συστήματος Υγείας στα νησιά. Άλλη ήταν η κατεύθυνση: Η είσοδος της Ελλάδας και των ποικιλώνυμων συμφερόντων στον παγκόσμιο ανταγωνισμό του ιατρικού τουρισμού, με την ίδρυση, την ανέγερση ή την εκποίηση μονάδων υγείας σε ελκυστικές περιοχές και σε χαμηλές τιμές. Το μόνο ζήτημα που ανέκυπτε ήταν αν αυτή την αποστολή θα αναλάμβανε προνομιακά ο ιδιωτικός τομέας ή θα είχε κάποιο ρόλο και το δημόσιο σύστημα. Οι ρυθμίσεις του υπουργείου Υγείας αποπειρώνται να δώσουν σολομώντεια λύση στην περίπτωση. Το Νοσοκομείο Σαντορίνης που ούτως ή άλλως ανήκε στο χαρτοφυλάκιο ιδιωτικής εταιρίας του δημοσίου (ΑΕΜΥ ΑΕ) θα ξεκινήσει τη λειτουργία του υπό την εποπτεία του δημοσίου μέσω της εν λόγω εταιρίας και ρητά αναφέρεται ότι ανάμεσα στους σκοπούς του – και μάλιστα τους πόρους λειτουργίας του… - θα είναι ακριβώς η είσοδος της Σαντορίνης στον ευρωπαϊκό χάρτη του τουρισμού υγείας. Με άλλα λόγια, το νοσοκομείο θα λειτουργήσει για να εξυπηρετήσει κατά προτεραιότητα αν όχι αποκλειστικά, όχι τους μόνιμους κατοίκους του νησιού, αλλά τα τσάρτερ με τους τουρίστες πχ που πάσχουν από νεφρική ανεπάρκεια και οι οποίοι «παράλληλα» με τη θεραπεία τους θα κάνουν και τις διακοπές τους.
Το νομοθέτημα, προφανώς έχει και την έγκριση, το πράσινο φως, των «θεσμών». Τουλάχιστον ως την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές ο κάθε ανθύπατος τύπου Κοστέλλο δεν είχε αμφισβητήσει την προπαρασκευαστική διαβούλευση της κυβέρνησης και των συναρμόδιων υπουργών με το κουαρτέτο και την ορχήστρα των υπηρεσιακών στελεχών του. Εξάλλου το Μνημόνιο 3 συμπεριέλαβε ρητά και αυτή τη δέσμευση, η οποία καλύπτει και τις «παράλληλες» απόπειρες νομοθέτησης.