Οι πολιτικές σκοπιμότητες της κατ’ αρχήν συμφωνίας του Eurogroup, η προσωρινή «διάσωση» της κυβέρνησης και το μνημόνιο των τεσσάρων δεκαετιών.
Το περιεχόμενο και η σκοπιμότητα της «προκαταρκτικής» απόφασης του Eurogroup της 10ης Μαΐου είναι κάτι παραπάνω από προφανή. Υπό την αίρεση της οριστικής απόφασης στις 24/5 και της τελικής στάσης του ΔΝΤ που δεν έχει πάρει σαφή θέση ευθέως, η καταρχήν συμφωνία είναι βουτηγμένη στις πολιτικές αβεβαιότητες που διατρέχουν απ’ άκρου εις άκρον την Ευρωζώνη και την Ε.Ε. Η πολιτική «διάσωση» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ δεν ήταν η απόλυτη προτεραιότητα των Ευρωπαίων δανειστών, ωστόσο η περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα στην Ε.Ε. κατέστησε υποχρεωτικό «κοντά στο βασιλικό να ποτιστεί κι η γλάστρα». Άλλωστε, δεν τους κοστίζει και τίποτα. Ίσα ίσα, τα ανακλαστικά συμμόρφωσης που επέδειξε η κυβέρνηση τούς επιτρέπουν να τη συγκαταλέγουν στην ευρύτερη οικογένεια των ομοδόξων τους.
Πρωτίστως, μια γερμανική «λύση»
Ως προς τη σκοπιμότητα της συμφωνίας, η υπ’ αριθμόν 1 ανάγκη που υπηρετεί είναι να αποφευχθεί οποιοδήποτε πολιτικό ατύχημα στην Ευρωζώνη πριν το βρετανικό δημοψήφισμα του Ιουνίου, για το οποίο τα προγνωστικά προϊδεάζουν για θρίλερ. Υπ’ αριθμόν 2 ανάγκη είναι να αποδυναμωθεί όσο το δυνατό περισσότερο το ενδεχόμενο ενός εκλογικού θριάμβου της ακροδεξιάς, στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών στις 22/5 στην Αυστρία. Μπορεί ακόμη να υποψιαστεί κανείς ότι και οι επαναληπτικές εκλογές στην Ισπανία επιβάλλουν να χρησιμοποιείται το παράδειγμα των συνθηκολογήσεων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ως επιχείρημα υπέρ της «ΤΙΝΑ» (There Is No Alternative).
Ωστόσο, το βασικό μεσοπρόθεσμο χαρακτηριστικό της καταρχήν συμφωνίας του Eurogroup είναι η πολύπλευρη εξυπηρέτηση των πολιτικών αναγκών της γερμανικής -και δευτερευόντως της γαλλικής- πολιτικής ηγεσίας, που και οι δυο έχουν να αντιμετωπίσουν εκλογικές αναμετρήσεις το 2017.
Το σχήμα που επιλέγεται ως «λύση» για το χρέος, αν και εκ πρώτης όψεως έχει σκοπό να πείσει το ΔΝΤ να παραμείνει στο τρίτο μνημόνιο, είναι κομμένο και ραμμένο στις γερμανικές ανάγκες. Όπως κυνικά είχε αποκαλύψει ο Β. Σόιμπλε, δεν είναι διατεθειμένος να φέρει στη γερμανική Βουλή μια νέα συμφωνία ελάφρυνσης του χρέους πριν τις εκλογές του 2017. Και δεν θα χρειαστεί να το κάνει. Η βασική παρέμβαση στο χρέος -για το οποίο με τη συναίνεση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ αποκηρύσσεται οριστικά κάθε σκέψη για κούρεμα- μετατίθεται για μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, πάντα «εφόσον υπάρχει ανάγκη, εάν έχει εφαρμοστεί πλήρως το μνημόνιο, και εάν υπάρχουν υψηλά πλεονάσματα». Η υπεσχημένη παρέμβαση περιορίζεται αυστηρά στα 130 δισ. του δανείου από τον EFSF, ενώ για το βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο διάστημα, δηλαδή μέχρι το 2018, υποτίθεται ότι στο Eurogroup της 24/5 θα αποφασιστούν «τεχνικές» παρεμβάσεις διευκόλυνσης, που πιθανότατα θα αφορούν μετάθεση ωριμάνσεων της περιόδου αυτής κι ένα πλαφόν στην ετήσια δαπάνη για τόκους. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για τεχνικές λύσεις που θα αποφασίσει εκ των ενόντων ο ESM, ως «καθολικός διάδοχος» του EFSF, χωρίς εγκρίσεις από τα εθνικά κοινοβούλια.
Το τρικ του βιώσιμου χρέους
Οι «τεχνικές» λύσεις, για τις οποίες η κυβέρνηση είναι βέβαιο ότι θα θριαμβολογήσει, βασίζονται σε μια παράδοξη εκδοχή βιωσιμότητας του χρέους, που είναι απορίας άξιον πώς θα την αποδεχθεί το ΔΝΤ. Σύμφωνα με τα σενάρια του ESM που διέρρευσαν στη Wall Street Journal, ανάλογα με το μέγεθος της «γενναιοδωρίας» των δανειστών, το χρέος το 2060 μπορεί να κινηθεί από το 62% του ΑΕΠ, κατά το απίθανο σενάριο, έως 258% κατά το δυσμενέστερο. Ωστόσο, η απόφαση του Eurogroup αναφέρει ρητά ότι οι λύσεις που εξετάζονται θα ακολουθήσουν το βασικό (baseline) σενάριο, το οποίο κατά τον ESM σημαίνει χρέος 105% πριν τη «διευκόλυνση» και 73,6% έπειτα από αυτήν το 2060! Η προσέγγιση απέχει παρασάγγας ακόμη και από τη συμβιβαστική απόφαση του Νοεμβρίου του 2012 που «έπεισε» το ΔΝΤ να μείνει στο δεύτερο μνημόνιο, βάσει της οποίας, έπειτα από τις επιμηκύνσεις δανείων και τόκων κατά 15 και 10 χρόνια αντίστοιχα και μειώσεις επιτοκίων, το χρέος θα έπεφτε στο 124% το 2020 και «αισθητά κάτω από το 110% του ΑΕΠ» το 2022.
Το τρικ που δρομολογούν οι δανειστές να θεωρείται «βιώσιμο» ένα χρέος που για τουλάχιστον δύο δεκαετίες θα κινείται πολύ πάνω από το 110% του ΑΕΠ είναι αμφίβολο αν θα πείσει τελικά το ΔΝΤ, που έτσι κι αλλιώς αποφάσεις του δεν θα λάβει πριν από τον Ιούνιο. Άλλωστε, στα σενάρια του ESM προβλέπεται και ενδεχόμενο «βελούδινου» διαζυγίου, με πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του Ταμείου, που πάντως δεν σημαίνει ούτε ρήξη με την Ευρωζώνη ούτε παύση παροχής της νεοφιλελεύθερης «τεχνογνωσίας» του στον ESM.
«Συνταγματοποιημένη» λιτότητα
Ωστόσο, το ίδιο τρικ εξυπηρετεί τη διαιώνιση της μνημονιακής επιτήρησης της χώρας. Όχι μόνο μέσω του «συμπληρωματικού μνημονίου», στο οποίο αναφέρεται ρητά η απόφαση του Eurogroup, αλλά και μέσω της ενεργοποίησης του Δημοσιονομικού Συμφώνου και όσων μηχανισμών έχουν θεσπιστεί ή δρομολογούνται ως εργαλεία «συνταγματοποίησης» της λιτότητας στην Ευρωζώνη. Όπως έχει συμβεί και με άλλους «θεσμούς» που επινόησε το ευρωπαϊκό ιερατείο στη διάρκεια της κρίσης (EFSF, ESM κ.λπ.), η Ελλάδα θα γίνει πεδίο πρώτης εφαρμογής τους, και μάλιστα μέσω «ελληνικής πρότασης», όπως αφελώς επαίρεται η κυβέρνηση. Ο μηχανισμός αυτόματων περικοπών σε περίπτωση απόκλισης από τα συμφωνημένα πλεονάσματα έχει όλα τα χαρακτηριστικά της «συνταγματοποιημένης» λιτότητας, και μάλιστα χωρίς το παραμικρό πρόσχημα κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης. Πιθανότατο όργανο υλοποίησης του αυτόματου «κόφτη» θα είναι το ήδη θεσμοθετημένο «ανεξάρτητο» Δημοσιονομικό Συμβούλιο, με εξουσία να υποδεικνύει περικοπές δαπανών και επιβολή φόρων σε μισθούς, συντάξεις, κατανάλωση. Έτσι, ο μηχανισμός αυτός είναι αφενός συστατικό στοιχείο του Μνημονίου, αλλά ταυτόχρονα είναι βραχίονας της διακυβέρνησης της Ευρωζώνης και προοπτικά θα τελεί υπό την εξουσία της Κομισιόν, του Eurogroup ή όποιου άλλου μηχανισμού επιλεγεί τελικά να ασκεί την ενιαία δημοσιονομική και οικονομική πολιτική της, βάσει της Έκθεσης των Πέντε Προέδρων. Και μπορεί μεν να δούμε την πρώτη ενεργοποίησή του το Μάιο του 2017, αλλά ο ορίζοντάς του είναι μακρύς, πολύ πέραν του τρίτου μνημονιου. Διόλου τυχαία, ο Ντάισελμπλουμ αναφέρθηκε στην υποχρέωση της Ελλάδας «να παράγει υψηλά πλεονάσματα για δεκαετίες», πράγμα που αντιστοιχεί στην αυξημένη, αποικιακή επιτήρηση οποιασδήποτε χώρας έχει δανειστεί από τον ESM μέχρι να εξοφλήσει το 75% της οφειλής της.
Από success σε… horror story
Η κυβέρνηση εξωραΐζει όσο μπορεί τη μονιμοποίηση του μνημονιακού καθεστώτος για τουλάχιστον 4 δεκαετίες. Από μια άποψη έχει δίκιο. Με κριτήριο τη «σταθερότητα του πολιτικού συστήματος», που κατά την κυβερνητική εκπρόσωπο ταυτίζεται «με τη σταθερότητα της χώρας», κερδίζει χρόνο για μερικές ανάσες. Αν το όλο σενάριο επιβεβαιωθεί από την τελική απόφαση του Eurogroup, διαμορφώνεται ένα μεσοδιάστημα αντιμετώπισης των μεγάλων λήξεων χρέους του Ιουλίου και ενίσχυσης της ρευστότητας από τις δόσεις του δανείου, την επιστροφή των κερδών των κεντρικών τραπεζών και την πλήρη ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση του Ντράγκι. Αυτά τα ατού, ωστόσο, έχουν ημερομηνίες λήξης. Πρώτον, γιατί ήδη από τα μέσα του 2017 η κυβέρνηση θα κληθεί να πληρώσει το τίμημα των πρόσθετων μέτρων για αποκλίσεις στο πρωτογενές πλεόνασμα, με βάση στόχους που ουδείς αληθινά πιστεύει. Δεύτερον, γιατί το 2017 θα είναι χρονιά πλήρους εφαρμογής του ασφαλιστικού, του φορολογικού και όλων των μέτρων που θα εισβάλουν στις τσέπες των πολιτών. Και τρίτον, γιατί η πολιτική στήριξη των δανειστών δεν είναι δεδομένη για πάντα. Όπως συνέβη και με την κυβέρνηση Σαμαρά από το τέλος του 2012 και μετά, οι δανειστές της επέτρεψαν μεν να χαρεί το success story της, αλλά στις επόμενες αξιολογήσεις με εξαιρετική άνεση το μετέτρεψαν σε horror story που την οδήγησαν σε κατάρρευση.