Η Μεγάλη Βρετανία, σε αντίθεση με την Ελλάδα, αποτελεί μια αρκετά πλούσια χώρα διαθέτοντας παράλληλα μια μεγάλης κλίμακας οικονομία.
Γιατί αυτή η χώρα όμως, ιδρυτικό μέλος της σημερινής ΕΕ, αποφάσισε αυτή ακριβώς τη στιγμή, να κάνει δημοψήφισμα για αποχώρηση; Αποτελεί αυτό κάποια αντίδραση απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική που ακολουθεί η ΕΕ; Ασφαλώς και όχι. Η Γηραιά Αλβιών με τις διαχρονικές αστικές κυβερνήσεις της, είτε Εργατικές είτε Συντηρητικές, δεν διακρίνονταν ποτέ για τέτοιες ευαισθησίες.
Συνεπώς, ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της σημερινής περιόδου που την οδήγησαν να κάνει αυτό το βήμα;
Η πραγματικότητα είναι ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο βαθιάς και δομικής οικονομικής κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού, όπου μοιραία οι ισχυρές οικονομίες σαν την Βρετανία αρχίζουν και δυσκολεύονται να συνεισφέρουν οικονομικά στην Ένωση, στην οποία βεβαίως όπως και σε άλλες οικονομικές και εμπορικές ενώσεις, αρχίζουν και αναπτύσσονται ισχυρές τάσεις προστατευτισμού των εθνικών οικονομιών τους.
Η ΕΕ δεν δημιουργήθηκε βεβαίως ούτε για την ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων, ούτε για την ελεύθερη διακίνηση φοιτητών, ούτε για να βελτιώσει τις συνθήκες δουλειάς των εργαζομένων. Η ΕΕ δημιουργήθηκε πρώτα και κύρια για την ελεύθερη διακίνηση του χρήματος και δευτερευόντως να προλάβει τις οποιεσδήποτε εθνικές αντιθέσεις δημιουργηθούν έτσι ώστε η γηραιά ήπειρος να μην επανέλθει στην πρότερη κατάσταση όπου η «συνήθης κατάσταση ήταν ο πόλεμος». Το τίμημα των δύο παγκοσμίων πολέμων ήταν ιδιαίτερα βαρύ για αυτή.
Η Ένωση στην πορεία αναδείχτηκε σε αδιέξοδο και ένα είδος φυλακής για τις πιο αδύναμες οικονομίες, οι οποίες όφειλαν να υπαχθούν στους όλο και δυσμενέστερους όρους που υπέβαλαν οι οικονομικά κυρίαρχες δυνάμεις, (στην πραγματικότητα οι διεθνείς τραπεζίτες και χρηματιστές), οι οποίοι σταδιακά δημιούργησαν μια εκτρωματική παγκόσμια οικονομία-καζίνο.
Με αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι το πρόσφατο Brexit που αποφάσισε ο βρετανικός λαός αποτελεί την απαρχή μιας νέας περιόδου που θα καθορίζεται από τον προστατευτισμό και που δυστυχώς προαναγγέλλει ακόμη και στρατιωτικές συγκρούσεις.
Ο χαρακτήρας του καπιταλιστικού συστήματος, επιθετικός από τη φύση του και άναρχος από τη δομή του, ως μόνη επιδίωξη του έχει τη μεγιστοποίηση του κέρδους του, χωρίς πραγματικά μακροπρόθεσμο σχέδιο και πρόγραμμα, παρά τα εκατοντάδες think-tank και ινστιτούτα που διαθέτει και τα οποία επιδιώκουν απλά να υλοποιήσουν τις βουλές των αφεντικών τους.
Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ
Το μεγάλο ερώτημα στην Βρετανία του Brexit or Remain, τέθηκε μα απόλυτο τρόπο. Ένας εύκολος τρόπος προσέγγισης είναι να πεις ότι φεύγοντας οι Βρετανοί από την ΕΕ, αυτή αποδυναμώνεται και σταδιακά θα οδηγηθεί στη διάλυση. Ας υποθέσουμε ότι σε κάποια φάση αυτό θα γίνει. Τι θα αλλάξει ακριβώς για τους Ευρωπαίους εργαζόμενους; Ποια είναι η διαφορά αν τη σημερινή πολιτική λιτότητας και μνημονίων δεν την ασκούν ο Γιούγκερ κι ο Ντράγκι αλλά σε εθνικό επίπεδο ο Ολάντ, ο Τσίπρας και ο Ρέτζι;
Η θέση της Αριστεράς συνεπώς θα έπρεπε να είναι συγκεκριμένη και ξεκάθαρη: Είτε μέσα σε μια οικονομική ένωση είτε έξω, σημασία έχει η πολιτική που ασκείται, αν είναι υπέρ των εργαζομένων ή όχι.
Επειδή πολύς λόγος γίνεται και για το νόμισμα, εάν αλλάξει ένα νόμισμα, αλλάζουν αυτόματα οι οικονομικές σχέσεις και δομές ενός κράτους; Τι διαφορά υπάρχει αν έχεις γιούρο, δραχμή ή γιουάν όταν η οικονομική πολιτική που ασκείται είναι υπέρ των λίγων και ισχυρών και όχι υπέρ των πολλών και αδυνάτων;
Οι παγκόσμιοι συσχετισμοί σήμερα δυστυχώς είναι αρνητικοί για την εργατική τάξη κι αυτό γιατί δεν έχει κατορθωθεί να κερδηθεί η ηγεμονία των ιδεών. Οι φιλελεύθερες απόψεις επικρατούν γιατί δεν υπάρχει πειστική εναλλακτική πρόταση από την Αριστερά.
Η συνεπής μαρξιστική Αριστερά θα πρέπει να πάψει κάποια στιγμή να στηρίζεται και να συμμαχεί με αμφιλεγόμενες ρεφορμιστικές ηγεσίες και να φτιάξει τις δικές της μαζικές οργανώσεις για να μπορέσει να συσπειρώσει την εργατική τάξη και να κάνει «την έφοδο προς τον ουρανό». Αν δεν βάλει ως στόχο να πετύχει το ¨ακατόρθωτο¨, θα σέρνεται μονίμως από τις ίδιες τις εξελίξεις, εξαναγκαζόμενη να παίρνει θέσεις που χαρακτηρίζονται από την προσωρινότητα και τον εμπειρισμό.
Τα εθνικοπατριωτικά συνθήματα που ακούγονται περί «εθνικής ανεξαρτησίας» και «αυτόνομης ανάπτυξης» από τη μια και η δειλή αλλά Κόρμπιν θέση για παραμονή στην ΕΕ από την άλλη, είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η πρώτη χαρακτηρίζεται από έναν ουτοπικό σεχταρισμό μιας αυτοδύναμης πορείας μέσα στον παγκοσμιοποιημένο οικονομικό καταμερισμό και η άλλη από την αδυναμία μιας αριστερής ηγεσίας που δεν ξέρει ή δεν θέλει να διαχειριστεί την μετά την ΕΕ κατάσταση, που δεν έχει ούτε σχέδιο ούτε διάθεση να συγκρουστεί με την αστική τάξη. Έτσι ο γόρδιος δεσμός της παγκόσμιας οικονομικής κατανομής, με την υπερσυγκέντρωση του πλούτου σε ολοένα και λιγότερα χέρια, θα συνεχίσει να διαιωνίζεται.
Σήμερα επίσης η Αριστερά όταν λέει ότι τάσσεται με μια έξοδο από την ΕΕ, θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει όλες τις συνέπειες και κυρίως να έχει έτοιμη την εναλλακτική λύση. Μια έξοδος απλά από την ΕΕ χωρίς ριζική αλλαγή πολιτικής, χωρίς απαλλοτρίωση των τραπεζών και την ίδρυση μιας κεντρικής τράπεζας που θα ασκεί τη βασική χρηματοπιστωτική πολιτική, χωρίς εθνικοποίηση των βασικών τομέων της οικονομίας (ηλεκτρισμός, νερό, τηλεφωνία κλπ) καθώς και των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας, δεν θα αποτελούσε τίποτε άλλο από ένα ακόμη άλμα στο κενό.
Είναι σίγουρο ότι κάποιος πρέπει να κάνει την αρχή για να επιτευχθεί το ντόμινο μιας αλλαγής στις σημερινές δομές της παγκόσμιας οικονομίας και τις διεθνείς ενώσεις και οργανισμούς. Αυτό όμως λίγη αξία θα έχει εάν δεν αποτελέσει μέρος ενός γενικότερου πολιτικού σχεδίου.
Η λενινιστική θέση για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης είναι επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε. Εάν η βαρβαρότητα στις σημερινές συνθήκες παίρνει υπαρκτά χαρακτηριστικά (συνεχείς πόλεμοι, μαζική μετανάστευση, ακραία αντιμετώπιση εργατικών κινητοποιήσεων κλπ), τότε ο σοσιαλισμός καθίσταται περισσότερο αναγκαίος παρά ποτέ!