Πέρα από τον διεθνή αντίκτυπο του Brexit, το πώς πρέπει να το εκλάβει η διεθνής Αριστερά και το τι θα σημαίνει για την ΕΕ και το διεθνή ιμπεριαλισμό, δεν πρέπει να υποτιμηθούν οι συνέπειές του στην ίδια τη Βρετανία.
Έχουν γραφτεί πολλά και έχουν κυκλοφορήσει άφθονες δημοσκοπικές έρευνες, που συχνά η μία επιχειρεί να αναιρέσει την άλλη, ανάλογα το μήνυμα που θέλει να περάσει: Είτε πως το Brexit ήταν μια «λαϊκή εξέγερση κατά των ελίτ» είτε πως ήταν ένα «εθνικιστικό ξέσπασμα ρατσισμού». Δεν έχουμε εδώ το χώρο να αναλύσουμε όλα τα ευρήματα, αλλά αυτό που μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα είναι πως η ψήφος (τόσο υπέρ της παραμονής όσο και υπέρ της εξόδου) ήταν βαθιά αντιφατική (όπως και οι συνειδήσεις των περισσότερων ανθρώπων).
Είχαμε επισημάνει και προεκλογικά, πως και στα δύο στρατόπεδα ηγούνται αντιδραστικές δυνάμεις (με την Αριστερά τόσο του αντιρατσιστικού «μένουμε» όσο και του φιλεργατικού «φεύγουμε» να είναι στο περιθώριο) και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στο πολιτικό τοπίο μετά το δημοψήφισμα: Αυτό θα ίσχυε όποια πλευρά κι αν επικρατούσε.
Λαϊκή, αλλά και αντιφατική ψήφος
Η νίκη του Brexit πράγματι καθορίστηκε από την λαϊκή ψήφο. Την πλάστιγγα έγειραν οι κάτοικοι των ρημαγμένων μετά από δεκαετίες νεοφιλελευθερισμού περιοχών. Οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες διχάστηκαν, ενώ τα 2/3 των ειδικευμένων χειρωνακτών, των ανειδίκευτων, των συνταξιούχων, των ανέργων, όσων ζουν από το κράτος πρόνοιας ψήφισαν Έξοδο. Το μέσο εισόδημα των περιοχών που ψήφισαν έξοδο είναι κατώτερο των περιοχών που ψήφισαν παραμονή.
Αυτή τη διάσταση αναγνώρισαν η βουλευτής των Εργατικών Νταϊάν Άμποτ («μια κραυγή ανυπακοής ενάντια στην ελίτ του Γουέστμινστερ»), ο Τζέρεμι Κόρμπιν («εκατομμύρια άνθρωποι αισθάνονται αποκλεισμένοι από ένα πολιτικό και οικονομικό σύστημα που τους απογοήτευσε»), αλλά και εργοδοτικά στελέχη («το εκλογικό σώμα κουράστηκε να ακούει την ελίτ να του λέει πώς πρέπει να ψηφίσει», «είναι μια μαζική απόρριψη των απόψεων των οικονομικών-επιχειρηματικών ελίτ από το εκλογικό σώμα»).
Να προσθέσουμε μια παράμετρο: Η οργή δεν πήγαινε υποχρεωτικά στις Βρυξέλλες (που ποτέ δεν έγιναν αντιληπτές ως «κέντρο επιβολής της λιτότητας» στη Βρετανία, σε αντίθεση με τον ευρωπαϊκό Νότο): Ο Κάμερον έκανε το δημοψήφισμα «ψήφο εμπιστοσύνης» στον εαυτό του, και δεν αμφιβάλλουμε ότι ήταν πολλοί αυτοί που ψήφισαν εναντίον του. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα ήταν εγκληματικό να «χαριστούν» με ευκολία στην ακροδεξιά. Υπήρξαν άλλωστε περιοχές όπου οι «λευκοί Βρετανοί» είναι μειοψηφία και -σε συνθήκες υψηλής συμμετοχής- επικράτησε το Brexit.
Ταυτόχρονα όμως, κανείς δεν μπορεί να «καθαγιάσει» την ψήφο υπέρ της εξόδου. Μαζί με τα «αντι-ελίτ» αισθήματα, συνυπήρξαν και ρατσιστικά αντανακλαστικά, καθώς αυτά προώθησαν με δριμύτητα οι ηγεσίες του Brexit και καθώς αυτά ήδη καλλιεργούνταν για χρόνια στο Νησί: δεν είναι ανάγκη να είναι ακροδεξιοί ρατσιστές οπαδοί του UKIP οι ρημαγμένοι από την κρίση, όταν ακούν ακόμα και από τα συνδικάτα τους ότι «οι μετανάστες μας παίρνουν τις δουλειές και ρίχνουν τα μεροκάματα». Η επιθυμία για «εθνική αναδίπλωση» και η ξενοφοβία σίγουρα έπαιξαν σημαντικότερο ρόλο στους ψηφοφόρους του Brexit από ό,τι σε εκείνους του Bremain. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί πως και η καμπάνια της Παραμονής δεν υστέρησε σε ρατσιστικές κορώνες.
Η σύνθετη αλήθεια αποτυπώνεται από ένα εύρημα: το 81% όσων πίστευαν ότι «η πολυπολιτισμικότητα είναι κακό» ψήφισαν Έξοδο. Αλλά την ίδια ώρα αυτό διαβάζεται και αλλιώς: μόλις το 14% όσων ψήφισαν Έξοδο θεωρούν «την πολυπολιτισμικότητα κακό». Ο καθένας μπορεί να επιλέξει όποια πλευρά της έρευνας θέλει για να αισθανθεί δικαιωμένος για το «χαρακτήρα της ψήφου».
Γι’ αυτό το λόγο, ισχύει και το αντίστροφο: Αν δεν επιτρέπεται να χαριστούν 17 εκατομμύρια άνθρωποι στην ακροδεξιά, δεν γίνεται και να χαριστούν 16 εκατομμύρια άνθρωποι στα «βολεμένα νεοφιλελεύθερα ευρωλιγούρια». Το κοινό της «Παραμονής» δεν ταυτίζεται απόλυτα με το ελληνικό «Μένουμε Ευρώπη»: Έχει μέσα και αντιρατσιστές αγωνιστές που απεχθάνονται τον Φάρατζ, και τα 2/3 της (κατεξοχήν λαϊκής) εκλογικής βάσης των Εργατικών, την πλειοψηφία της νεολαίας (που δεν είναι όλοι «γκόλντεν μπόις», μάλλον το αντίθετο), των μαύρων, των μουσουλμάνων, των Ασιατών.
Το βρετανικό δημοψήφισμα δεν ήταν σαν το ελληνικό: Διαίρεσε τη Δεξιά, την κεντροαριστερά, την Αριστερά, αλλά και όλες τις κοινωνικές τάξεις. Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως αν και η πλειοψηφία των εργατών που πήγαν να ψηφίσουν στήριξε την Έξοδο, ταυτόχρονα η αποχή ήταν μαζικότερη στην εργατική τάξη.
Οι άμεσες συνέπειες: η πολιτική κρίση
Για όλους αυτούς τους λόγους, κάθε «εύκολη» ανάλυση των συνεπειών του δημοψηφίσματος είναι πρόωρη. Ο αντίκτυπός του στην ίδια τη Βρετανία, θα κριθεί από τις ίδιες τις πολιτικές εξελίξεις. Και αυτό είναι πεδίο μάχης.
Καταρχήν, άνοιξε ένα πεδίο μάχης. Όσοι «αριστεροί ευρωπαϊστές» έσπευσαν να μιλήσουν για «μαύρη μέρα για τη Βρετανία», ξεχνάνε βολικά πως αν σήμερα το αποτέλεσμα «ερμηνεύουν» οι ακροδεξιοί του Φάρατζ και οι ευρωσκεπτικιστές Τόρηδες, σε περίπτωση νίκης της «Παραμονής» το αποτέλεσμα θα «ερμήνευε» ο Κάμερον που θα εφάρμοζε την άθλια, νεοφιλελεύθερη, ρατσιστική συμφωνία που είχε πετύχει με την Κομισιόν, ως «νικητής ηγέτης». Αντί γι’ αυτό, σήμερα έχουμε μια πολιτική κρίση.
Έχουν δίκιο σύντροφοι που καλωσορίζουν το Brexit, ισχυριζόμενοι πως «χωρίς αναταραχή, δεν γίνεται κοινωνική αλλαγή». Ωστόσο, δεν ισχύει αυτόματα το «μεγάλη αναταραχή, υπέροχη κατάσταση». Η αναταραχή είναι μεγάλη, αλλά η κατάσταση θα κριθεί από τον υποκειμενικό παράγοντα. Αλλιώς, όπως γράψαμε και πριν το δημοψήφισμα αλλά και την επομένη του, ο αντίπαλος μπορεί εύκολα να χρησιμοποιήσει την «αναταραχή» προς όφελός του:
Είτε πρόκειται για την ακροδεξιά, που επιχειρεί να εμφανιστεί «ηγεμονική» μετά τη νίκη του Brexit, είτε πρόκειται για τη Δεξιά και την αστική τάξη, που «σκούζοντας» για την επερχόμενη «οικονομική καταστροφή» στρώνει το δρόμο είτε σε μια βελούδινη ακύρωση της απόφασης του βρετανικού λαού είτε σε μια «εθνικά περήφανη» σκληρή λιτότητα στο όνομα της «διαχείρισης των συνεπειών της εξόδου από την ΕΕ».
Προς το παρόν, ξέρουμε ότι η πολιτική κρίση είναι εδώ.
Οι Τόρηδες, για άλλη μια φορά στην ιστορία τους, σπαράσσονται γύρω από το ζήτημα της ΕΕ. Αλλά αυτή τη φορά (με το προηγούμενο ενός δημοψηφίσματος όπου βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα), το πράγμα είναι σοβαρότερο. Ο Κάμερον, που οργάνωσε το δημοψήφισμα με στόχο να «λήξει η συζήτηση» στο κόμμα του, είναι ηττημένος. Μέχρι τον Οκτώβρη (εκλογή νέας ηγεσίας) θα είναι ένας «πρωθυπουργός-ζόμπι», και αυτό είναι μια καλή αρχή. Στο κόμμα του έχουν βγει πολλά μαχαίρια (όπως η πισώπλατη μαχαιριά του ευρωσκεπτικιστή Γκόουβ στον Μπόρις Τζόνσον, που ενώ πείστηκε να βγει μπροστά ως «ηγέτης» της καμπάνιας για Brexit, έπεσε θύμα μιας συνωμοσίας που τον «άδειασε» εσωκομματικά και τον εξώθησε εκτός διεκδίκησης της ηγεσίας του κόμματος, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο στον Γκόουβ να κατέβει εκείνος). Απέναντί στον Γκόουβ, ισχυρότερη θεωρείται η Τερέζα Μέι, υποστηρίκτρια της ΕΕ, που κατά την εκλογική καμπάνια δεν εκτέθηκε ανοιχτά ενάντια στην ευρωσκεπτικιστική πτέρυγα του κόμματος. Είναι η υποψήφια που αντανακλά καλύτερα τα μισόλογα των ευρωσκεπτικιστών την επόμενη της νίκης τους (για «βελούδινο διαζύγιο» ή/και διατήρηση ειδικής σχέσης με την ΕΕ).
Αν το ένα σκέλος της «άτακτης υποχώρησης» των αντι-ΕΕ δεξιών είναι στους Τόρηδες και το πόσο σοβαρά εννοούσαν τελικά την αποχώρηση, η άλλη αποκάλυψη αφορά τον Φάραντζ, που μετά τη νίκη υποχρεώνεται να αποκαλύψει το πραγματικό του πρόσωπο: ενώ επιμένει στις αταξικές, εθνικιστικές αοριστίες περί «εθνικής κυριαρχίας», δήλωσε γρήγορα πως η υπόσχεση να ανακατευθυνθούν τα λεφτά που στέλνονταν στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό προς το βρετανικό ΕΣΥ «ήταν προεκλογικό λάθος»… (ακολούθησε η αινιγματική παραίτησή του, άλλο ένα «κρισιακό» γεγονός).
Κρίση στο Εργατικό κόμμα
Η κρίση είναι εξίσου σοβαρή στους Εργατικούς. Η μπλερική πτέρυγα του κόμματος οργανώνει ανταρσία ενάντια στον Κόρμπιν. Το brexit είναι απλά η αφορμή: Είχαμε γράψει από την επομένη της νίκης του Κόρμπιν, ότι το κοινοβουλευτικό-κομματικό απαράτ έψαχνε την αφορμή να του επιτεθεί. Το κατηγορητήριο είναι γελοίο: Ενώ η γραμμή των μπλερικών (άκριτος νεοφιλελεύθερος ευρωπαϊσμός, ταύτιση με τον Κάμερον) έχει μόλις ηττηθεί, οι ίδιοι καταγγέλλουν ως ένοχο τον… Κόρμπιν που «δεν ήταν αρκετά ένθερμα φιλο-ΕΕ». Συμπληρώνουν πως ενόψει πιθανών εκλογών, «ο Κόρμπιν είναι πολύ ριζοσπάστης για να κερδίσει». Η αλήθεια είναι η αντίθετη. Ο Κόρμπιν είναι ο μοναδικός που μπορεί ακόμα να επικοινωνήσει και με το 1/3 της βάσης που επέλεξε Brexit και με σοβαρό τμήμα των 2/3 που επέλεξαν Bremain, βάσει της δικής του «ευρω-κριτικής» άποψης. Αλλά αυτά δεν ενδιαφέρουν τους ταλιμπάν του σοσιαλφιλελευθερισμού: Ο γκουρού τους, ο Τόνι Μπλερ, ήταν πολύ πιο ειλικρινής όταν δήλωνε: «δεν θα ήθελα να κερδίσω εκλογές με ένα παλιομοδίτικο αριστερό πρόγραμμα. Ακόμα κι αν αυτός ήταν ο δρόμος προς τη νίκη, δεν θα τον ακολουθούσα».
Η ανταρσία των μπλερικών έχει βάλει τους Εργατικούς μπροστά σε μια κορυφαία σύγκρουση: Βουλευτές (η συντριπτική πλειονότητά τους κατά του Κόρμπιν) εναντίον βάσης (η συντριπτική πλειονότητά της υπέρ του Κόρμπιν). Είναι έκφραση μιας κρίσης την οποία είχαμε επισημάνει την επομένη της νίκης Κόρμπιν (ένας αριστερός μεταρρυθμιστής επικεφαλής ενός δεξιού κόμματος, στηριζόμενος από μια ριζοσπαστική βάση). Είναι μια απόδειξη ότι ο «συμφιλιωτισμός» του Κόρμπιν (τμήμα του οποίου ήταν το σύρσιμό του στην καμπάνια υπέρ της ΕΕ) δεν αποδίδει.
Ενώ η Κ.Ο. εξεγείρεται εναντίον του, ενώ όλα τα κεντρικά στελέχη τού ζητούν να παραιτηθεί (μαζί με τον Κάμερον), δεκάδες χιλιάδες απλά μέλη διαδηλώνουν σε κάθε πόλη της Αγγλίας ενάντια στο «πραξικόπημα». Οι μπλερικοί, αφού προκάλεσαν την κρίση, αντιλαμβάνονται πως δεν έχουν υποψήφιο επαρκή να κερδίσει μια νέα εσωκομματική εκλογική αναμέτρηση (πέρα από την άνετη πλειοψηφία που κέρδισε προ ολίγων μηνών, το κλίμα αποτυπώνουν και στα 60.000 νέα μέλη στους Εργατικούς σε μία βδομάδα, στην πλειονότητά τους για να στηρίξουν τον Κόρμπιν σε ενδεχόμενη μάχη), γι’ αυτό και ρίχνουν όλη τους την πίεση στον Κόρμπιν να παραιτηθεί οριστικά και να μη διεκδικήσει επανεκλογή. Όσο ο Κόρμπιν αρνείται να παραδώσει τα όπλα, κι όσο δεν συμβιβάζεται, δεν αποκλείεται ακόμα και η διάσπαση, με τους οπαδούς του να καλούν για «ανάκληση» (προβλέπεται από το καταστατικό του κόμματος) των βουλευτών που συμμετέχουν στην ανταρσία. Η έκβαση αυτής της μάχης (με πιθανό το σενάριο ενός νέου «συμβιβασμού» που θα δένει χειροπόδαρα τον Κόρμπιν) θα είναι κρίσιμη για την επόμενη μέρα στη Βρετανία.
Σκωτία - Ιρλανδία
Την εικόνα κρίσης συμπληρώνει η κατάσταση σε Σκωτία και Ιρλανδία. Το SNP διεκδικεί νέο δημοψήφισμα ανεξαρτητοποίησης (επικαλούμενο τη νίκη της Παραμονής στη Σκωτία), ενώ το Σιν Φέιν διεκδικεί δημοψήφισμα επανένωσης της Ιρλανδίας (επικαλούμενο τη νίκη της Παραμονής στη Βόρειο Ιρλανδία). Είναι δείγμα του πόσο σύνθετη είναι η κατάσταση: Κινήματα «εθνικής ανεξαρτησίας» να επικαλούνται τη συνέχεια της σχέσης με την… ΕΕ για να κερδίσουν τους στόχους τους και να χτυπήσουν αυτόν που θεωρούν πραγματικό εχθρό, το Λονδίνο. Είναι επίσης δείγμα των ορίων μιας «εθνικής στρατηγικής»: Η «απελευθέρωση από το Λονδίνο» να ταυτίζεται (έστω και για τακτικούς λόγους) με την πρόσδεση στο «άρμα των Βρυξελλών». Όπως και να χει, η προοπτική διάλυσης του ιμπεριαλιστικού κατασκευάσματος του «Ηνωμένου Βασιλείου» είναι ένα ακόμα υλικό στο «εκρηκτικό» μίγμα κλυδωνισμών του ιμπεριαλισμού.
Η μάχη για το «νόημα» της ψήφου
Εν τω μεταξύ, τα χειρότερα στοιχεία και των δύο στρατοπέδων, επιχειρούν να επιβάλουν το στίγμα τους. Οι διαδηλώσεις υπέρ της ΕΕ και οι κινήσεις αμφισβήτησης του αποτελέσματος διακρίνονται από μια ελιτιστική λογική ενάντια στους «φτωχούς που ψηφίζουν λάθος». Την ίδια ώρα, οι ακροδεξιοί αισθάνονται αρκετά ισχυροί για να πολλαπλασιάσουν τις ρατσιστικές επιθέσεις τις τελευταίες μέρες.
Απέναντι σε αυτά θα έχει να παλέψει το εργατικό κίνημα στη Βρετανία. Η «επόμενη μέρα» πρέπει να βρει τα συνδικάτα και τα κινήματα να παλεύουν υπέρ των εργατικών δικαιωμάτων και ενάντια στο ρατσισμό. Μια πάλη που μπορεί να ενώσει «τα καλύτερα παιδιά» και στις δύο πλευρές του δημοψηφίσματος. Τη μόνη πάλη που μπορεί να υπερβεί τη ζοφερή, αντιδραστική συζήτηση που άνοιξαν και οι δύο πλευρές του δημοψηφίσματος. Αντιφασιστικές διαδηλώσεις σε διάφορες πόλεις ενώνουν τους αντιρατσιστές. Απεργίες όπως των εκπαιδευτικών δείχνουν το δρόμο. Στις 16 Ιούλη, αντιρατσιστικές οργανώσεις και οργανώσεις κατά τη λιτότητας οργανώνουν διαδήλωση στο Λονδίνο. Αυτές οι μάχες, για τα «ταπεινά» εργατικά αιτήματα, για τα «δευτερεύοντα» θέματα των μεταναστών, θα κρίνουν και την επόμενη μέρα του «exit», μια αλήθεια που δεν πρέπει να ξεχνά ποτέ η Αριστερά.
Όπως είπε και ο Ίμον Μακάν, μαρξιστής, ιστορικό στέλεχος της Αριστεράς στην Ιρλανδία, βουλευτής πλέον, «δεν υπάρχει αναπόφευκτη έκβαση… Επαναλαμβάνουμε το σύνθημα που είχαμε και στη διάρκεια του δημοψηφίσματος: Μέσα ή έξω, ο αγώνας συνεχίζεται».