Παρέμβαση του Κόκκινου Δικτύου στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το Σαββατοκύριακο 13-14 Απρίλη
Η κυπριακή τραγωδία, η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, αποτελεί σημείο καμπής για την ευρωπαϊκή κρίση. Η πρωτοφανής απόφαση του Eurorgoupγια κούρεμα των καταθέσεων, απόφαση – πλήγμα στην «τραπεζική πίστη», στα «ιερά και τα όσια» του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, βάζει νέα δεδομένα στην εξέλιξη της ευρωπαϊκής κρίσης αλλά και στην ίδια την ύπαρξη και την προοπτική της ΟΝΕ και της ΕΕ. Οι εξελίξεις που ακολούθησαν και ακολουθούν την απόφαση αυτή, η γενικευμένη ανασφάλεια απέναντι στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, οι δηλώσεις κορυφαίων ευρωπαίων αξιωματούχων όπως οι Ντάισελμπλουμ και Ρεν, επιβεβαιώνουν την δογματική προσήλωση των διευθυντηρίων της ΟΝΕ στην σκληρή νεοφιλελεύθερη στρατηγική. Ταυτόχρονα φανερώνουν την όξυνση των αντιφάσεων και των αποδομητικών πιέσεων συνολικά στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ακόμη και η φιλολογία περί βημάτων πολιτικής ενοποίησης αφορά στην συνταγματοποίηση από τις χώρες – μέλη αυτής της στρατηγικής.
Η ανελαστική αντιμετώπιση από την Τρόικα της παραπαίουσας από τις αντιφάσεις δεξιάς, μνημονιακής κυβέρνησης Σαμαρά, απαιτεί άμεσες απολύσεις στο Δημόσιο και νέα μέτρα, ενώ αναδεικνύει για ακόμη μια φορά πως η μόνη εναλλακτική λύση για τον κόσμο της εργασίας και την κοινωνική πλειοψηφία στην Ελλάδα είναι το σύνθημα για «κυβέρνηση της Αριστεράς». Ταυτόχρονα δεν αφήνει περιθώρια αυταπατών, όπως εξάλλου φάνηκε και από την κυπριακή εμπειρία, για το μέγεθος της αντιπαράθεσης και της ρήξης που θα απαιτήσει η ανατροπή της λιτότητας και των μνημονίων από μια τέτοια κυβέρνηση.
Η κυβέρνηση της Αριστεράς που θα διεκδικήσει την ανατροπή της λιτότητας, την άμεση αναστολή πληρωμών προς τους δανειστές, την διαγραφή χρέους και γενικότερα την απόλυτη προτεραιότητα των εργατικών και λαϊκών συμφερόντων και αναγκών έναντι των απαιτήσεων των δανειστών αλλά και των εγχώριων καπιταλιστών, θα πρέπει να συγκρουστεί σκληρά με τα ευρωπαϊκά και διεθνή νεοφιλελεύθερα διευθυντήρια. Σε μια πορεία με σοσιαλιστική προοπτική, η οικοδόμηση εναλλακτικού υποδείγματος στην Ελλάδα για τον κόσμο της εργασίας, την κοινωνική πλειοψηφία και την αριστερά, πανευρωπαϊκά και παγκόσμια, όχι μόνο δεν περιορίζεται από νομισματικούς εκβιασμούς αλλά αντίθετα απαιτεί την αποφασιστική και ανυποχώρητη σύγκρουση-ρήξη με την ΟΝΕ και το ευρώ.
Η άμεση και μονομερής ανατροπή του μνημονίου ως πρώτη πράξη μιας «κυβέρνησης της Αριστεράς» αποτελεί την έναρξη μιας εναλλακτική πορείας με σοσιαλιστικό ορίζοντα καθώς δεν αφορά στην πρόταση ενός προγράμματος «ισοδύναμων μέτρων» αλλά αντίθετα στην επανεκκίνηση και ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας καθώς και της κοινωνίας με επίκεντρο την άμεση παύση και αναστροφή των μέτρων λιτότητας και την άμεση επαναφορά τουλάχιστον των βασικών εργατικών κατακτήσεων όπως ο κατώτατος μισθός και σύνταξη στα προ των μνημονίων επίπεδα, οι ΣΣΕ, η εξασφαλισμένη δημόσια και δωρεάν Υγεία και Παιδεία για όλους, καθώς και την ανοικοδόμηση και διεύρυνση της Δημοκρατίας μέσα από θεσμούς κοινωνικής και εργατικής συμμετοχής και ελέγχου.
Σ’ αυτή την κατεύθυνση η ανατροπή των μνημονίων, της λιτότητας, η αθέτηση των πληρωμών προς τους δανειστές και η διαγραφή χρέους συνοδεύονται άρρηκτα από την βαριά φορολόγηση του κεφαλαίου, την εθνικοποίηση - κοινωνικοποίηση όλων των τραπεζών και των ιδιωτικοποιημένων δημόσιων επιχειρήσεων καθώς και των στρατηγικών τομέων της παραγωγής και της οικονομίας.
Στην πορεία προς την ιστορική ρήξη και ανατροπή, ο ρόλος του λαϊκού παράγοντα ξεπερνά αυτόν του εκλογικού σώματος και καθίσταται κρίσιμος και πρωταγωνιστικός. Οι σαφείς δεσμεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ προς την κοινωνία που θα ξεκαθαρίζουν τους στόχους μιας «κυβέρνησης της Αριστεράς», πρέπει να αποτελούν στοιχείο έμπνευσης και αναζωπύρωσης της εργατικής και λαϊκής αποφασιστικότητας μαζί με κάθε δυνατή πολιτική και οργανωτική στήριξη από την πλευρά του πολιτικού φορέα, των κοινωνικών και εργατικών αντιστάσεων.
Η πρόταση για «κυβέρνηση της Αριστεράς» αφορά στην συμπαράταξη όλων των δυνάμεων της Αριστεράς και αποσκοπεί στην μεγαλύτερη δυνατή συγκέντρωση δύναμης της «κοινωνικής αριστεράς» καθώς και, ει δυνατόν, στην συνεργασία όλων των κομμάτων και των οργανώσεών της, πρωτίστως του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Σε κάθε περίπτωση αφορά στην ενίσχυση της κοινωνικής δυναμικής που αναπτύχθηκε υπό τον στόχο αυτό ήδη στις εκλογές του Μάη και Ιούνη του 2012 και απαιτεί ένα δεύτερο κύμα ριζοσπαστικοποίησης των θέσεων και της φυσιογνωμίας του ΣΥΡΙΖΑ που θα προβάλει και θα αναδεικνύει την αποφασιστικότητά του για την επίτευξη αυτού του στόχου ακόμη κι αν αναγκαστεί να τον υποστηρίξει μόνο με τις δικές του δυνάμεις.
Αντίθετα αποκλείεται η συνεργασία με πολιτικούς φορείς της δεξιάς, έστω κι αν εμφανίζονται ως δήθεν «αντιμνημονιακοί» όπως οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, καθώς και με πολιτικά κόμματα και σχηματισμούς ή και μεμονωμένες προσωπικότητες που συνέβαλαν ενεργά στις μνημονιακές πολιτικές και στις αντίστοιχες κυβερνήσεις όπως βουλευτές και υπουργοί που στήριξαν ή έλαβαν μέρος σ’ αυτές. Πολύ περισσότερο αποκλείεται η συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ σε συνολικότερα, «ευρεία» και «οικουμενικής» εμπνεύσεως, δήθεν «σωτηρίας», κυβερνητικά σχήματα, εμμένοντας στην στάση που κράτησε ήδη στις εκλογές του Μάη 2012. Μια κυβέρνηση συνεργασίας των δυνάμεων της αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, με κόμματα ή και προσωπικότητες, πολιτικών εκπροσώπων τμημάτων του ντόπιου ή/και του διεθνούς κεφαλαίου δεν μπορεί να είναι σε καμιά περίπτωση «αριστερή κυβέρνηση», επωφελής για τους εργαζόμενους και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα. Μόνο αποτέλεσμα μιας τέτοιας επιλογής θα είναι, όπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές στην Ιστορία, η καταστροφή της ίδιας της αριστεράς και του αγωνιστικού φρονήματος του αγωνιζόμενου λαού.
Στην πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την ιστορική πρόκληση μιας «κυβέρνησης της Αριστεράς» στην Ελλάδα, η οποία θα συγκρουστεί με τα προγράμματα λιτότητας των νεοφιλελεύθερων ευρωπαϊκών και διεθνών κέντρων και των ντόπιων συνοδοιπόρων τους, ανοίγοντας σοσιαλιστικούς δρόμους και επιχειρώντας να τροφοδοτήσει ένα ντόμινο ανατρεπτικών εξελίξεων, εμπνέοντας με το υπόδειγμά της τους λαούς και την αριστερά πανευρωπαϊκά και διεθνώς, γίνεται σαφές πως οφείλει να στραφεί οργανωμένα και να οικοδομήσει σχέσεις προς κάθε πλευρά των εργατικών και λαϊκών κινημάτων και της αριστεράς στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μεσογείου(π.χ. Κύπρος, Τουρκία, Αίγυπτος, Τυνησία, ευρωπαϊκός Νότος) μα και ευρύτερα σε όλη την Ευρώπη και παγκόσμια. Δυνατότητες συμμαχιών, επωφελών για μια ανατρεπτική «κυβέρνηση της Αριστεράς», με τις κυβερνήσεις των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών κέντρων δεν υπάρχουν.
Τέλος για την επίτευξη των στόχων αυτών είναι απόλυτα αναγκαία η συγκρότηση και λειτουργία του ενιαίου πολιτικού φορέα ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως και από την σκοπιά της εσωκομματικής δημοκρατίας και της πολιτικής αποτελεσματικότητας. Η ανοιχτή και δημόσια συζήτηση μεταξύ των απόψεων που εκφράζονται στο εσωτερικό του αποτελεί κατάκτηση του αριστερού κινήματος και παράγοντα που εξασφαλίζει την βαθύτερη κατανόηση των ζητημάτων και ως εκ τούτου εξοπλίζει αποφασιστικά τα μέλη του φορέα καθώς και τα κοινωνικά ακροατήρια. Είναι απολύτως αναγκαίο, ωστόσο, να πάψει να εμφανίζεται απόκλιση, αν όχι πλήρης αντίθεση, ανάμεσα στην δημόσια εκφώνηση της «γραμμής» του ΣΥΡΙΖΑ και των κειμένων όπου αποτυπώνονται οι συλλογικές αποφάσεις των οργάνων. Είναι λάθος να εκφωνούνται σημαντικές θέσεις και να αναλαμβάνονται σημαντικές πρωτοβουλίες που αφορούν στην πολιτική φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να έχει προηγηθεί επ΄αυτών συζήτηση και απόφαση των οργάνων του ΣΥΡΙΖΑ (Συνέδριο, Συνδιάσκεψη, Κεντρική Επιτροπή και όργανα της ΚΕ).
Σ’ αυτή την κατεύθυνση, της ενίσχυσης των όρων συγκρότησης και λειτουργίας αλλά και της λήψης σημαντικών πολιτικών αποφάσεων, είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθεί το «ιδρυτικό» συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ με τους πιο ουσιαστικούς όρους: έγκαιρη παρουσίαση των θέσεων, δυνατότητες στα μέλη για συμμετοχή σε ουσιαστικό – δημοκρατικό προσυνεδριακό διάλογο, επεξεργασία των θεμάτων που θα έρθουν «από κάτω» κ.ο.κ. Συνέδριο με διαδικασίες fast track, θα είναι συνέδριο απλής καταγραφής εσωτερικών συσχετισμών, συνέδριο που δεν είναι αντάξιο του ρόλου που καλείται να παίξει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ.