Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της ΚΑΡ, τ.11, Σεπτέμβριος 2013
Το «δικαίωμα στην πόλη» είναι κάτι πολύ περισσότερο από το δικαίωμα ατομικής ή ομαδικής πρόσβασης στους πόρους της πόλης: είναι το δικαίωμα να την αλλάξουμε και να την επανεφεύρουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας.
Το Δικαίωμα στην Πόλη.
Όταν το 1967 ο HenriLefebvre[1]γράφει το βασικότερο έργο του με τίτλο «Το δικαίωμα στην πόλη», με δυσκολία θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι σχεδόν μισό αιώνα αργότερα το πρόταγμα αυτό θα ερχόταν ξανά στο προσκήνιο, πόσο μάλλον με την ένταση που το χαρακτηρίζει σήμερα. «Το δικαίωμα στην πόλη» σε ένα πρώτο επίπεδο ισοδυναμούσε με την κριτική αμφισβήτηση και υπέρβαση του Κράτους Πρόνοιας και ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο υλοποιούνταν «το δικαίωμα (όλων) στην κατοικία» μέσω της εντατικής παραγωγής μεγάλων συγκροτημάτων στην περιφέρεια των πόλεων. Σε ένα δεύτερο επίπεδο προέτρεπε στη διεκδίκηση του χώρου της πόλης ως χώρου πραγμάτωσης μιας νέας αστικότητας[2] χωρίς τους αποκλεισμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας και τους χώρους και χρόνους που αυτή παράγει. Αποτέλεσε έτσι και κραυγή και αίτημα ταυτόχρονα[3]. Κραυγή απάντησης στην κρίση μαρασμού της τότε καθημερινής ζωής στην πόλη και αίτημα ανάγκης να κοιτάξει κανείς κατάματα την κρίση και να δημιουργήσει μια διαφορετική ζωή, λιγότερο αποξενωμένη, περισσότερο εποικοδομητική, αλλά και συγκρουσιακή και διαλεκτική, ανοιχτή σε διεργασίες και αντιπαραθέσεις.[4]
Πόλεις και χωρικές ανισότητες.
Με αυτόν τον τρόπο ο Lefebvreφέρνει στο επίκεντρο του προβληματισμού το Χώρο. Επιχειρεί μια «επιστημολογική τομή» προσεγγίζοντας το όλο κοινωνικό ζήτημα μέσα από τη μελέτη του χώρου και ειδικότερα την πόλη. Ο Χώρος, δεν είναι ένα «κενό δοχείο», στο οποίο έρχονται απλά να εγκατασταθούν οι διάφορες δραστηριότητες, κοινωνικές σχέσεις και πρακτικές , αλλά αντίθετα είναι αυτός που καθορίζει σε μεγάλο βαθμό όλα τα παραπάνω μέσα από τις προηγούμενες φάσεις ανάπτυξής του[5]. Επιπλέον, οι πόλεις είναι διαδικασίες παραγωγής υπεραξίας, τόποι επένδυσης του πλεονάζοντος κεφαλαίου[6], και παράλληλα κάτοπτρα των κοινωνικών αντιθέσεων και συγκρούσεων, τόποι συνάντησης αλλά και αντιπαράθεσης όλων αυτών που εργάζονται καθημερινά (ή έχουν αποκλειστεί) για να λειτουργήσει η ίδια η πόλη, τόποι αντίστασης και ταξικών αγώνων.
Στη σημερινή νεοφιλελεύθερη εποχή, ζούμε σε όλο και περισσότερο διαιρεμένες, κατακερματισμένες και συγκρουσιακές πόλεις, πανευρωπαϊκά αλλά και παγκόσμια. Η αύξηση της ψαλίδας των ανισοτήτων που δημιουργεί η κρίση, αλλά και η εξαφάνιση του κράτους πρόνοιας και των κοινωνικών παροχών και υποδομών, έχει άμεσο χωρικό αποτύπωμα. Η πόλη «διαιρείται σε μέρη διαχωρισμένα μεταξύ τους, με εμφανή το σχηματισμό πολλών ‘μικροκρατιδίων’. Πλουσιότερες γειτονιές με κάθε είδους υπηρεσίες, όπως αποκλειστικά σχολεία, γήπεδα και ιδιωτική αστυνομία να περιπολεί στην περιοχή όλο το εικοσιτετράωρο, δίπλα σε παράνομους οικισμούς όπου νερό υπάρχει μόνο στις δημόσιες πηγές, δεν υπάρχει σύστημα αποχέτευσης, το ηλεκτρικό ρεύμα το σφετερίζεται μια προνομιούχα ομάδα ανθρώπων, οι δρόμοι γεμίζουν λάσπες κάθε φορά που βρέχει και η συγκατοίκηση αποτελεί τον κανόνα».[7]
Πρόδρομος της παραπάνω διαδικασίας κατακερματισμού και της εισαγωγής του όρου «ghetto» θα μπορούσε κανείς να πει ότι ήταν η προαστιοποίηση Ηνωμένων Πολιτειών, που έγινε σε βάρος των κεντρικών περιοχών των πόλεων, οι οποίες εγκαταλείφτηκαν, και χαρακτηρίστηκαν από εξεγέρσεις καταπιεσμένων μειονοτήτων. Δε χρειάζεται όμως να φτάσει κανείς μέχρι εκεί για να εντοπίσει παραδείγματα της παραπάνω περιγραφής, καθώς αυτά είναι ποικίλα ανά τον κόσμο – από τις favelasστη Βραζιλία, τις Villas miseria στην Αργεντινή, τα slumsτου παγκόσμιου Νότου, τα banlieuesστη Γαλλία, καθώς και τα προάστια πολλών άλλων Ευρωπαϊκών χωρών[8].
Τα γεγονότα.
Το Μάη της φετινής χρονιάς, σε 20 περίπου προάστια της Στοκχόλμης, αλλά και σε γειτονιές άλλων τουλάχιστον 5 πόλεων της Σουηδίας, έλαβαν χώρα γεγονότα που φιλοξενήθηκαν σε πολλά πρωτοσέλιδα του τύπου ανά τον κόσμο. Οι περιγραφές κατά κύριο λόγο επικεντρώθηκαν στα εκτεταμένα επεισόδια, τις βίαιες καταστροφές και τις οργισμένες διαδηλώσεις. Αφορμή για την εξέγερση ήταν η δολοφονία ενός 69χρονου από την αστυνομία, στο προάστιο του Husby, αλλά και η ρατσιστική, προκλητική συμπεριφορά που επέδειξαν στη συνέχεια οι αστυνομικοί στον κόσμο της γειτονιάς.
Ο χώρος.
Η Στοκχόλμη.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Σουηδία είναι μια από τις 31 πιο ανεπτυγμένες οικονομίες παγκόσμια, αλλά παράλληλα και μία από τις χώρες με την ταχύτερη αύξηση των ανισοτήτων τα τελευταία 10 χρόνια. Η τάση αυτή δε θα μπορούσε παρά να έχει και χωρικό αντίκτυπο, με τις μεγαλύτερες πόλεις της χώρας να ανήκουν στις πιο «διαχωρισμένες» (segregated) πόλεις στην Ευρώπη. Έρευνες ακαδημαϊκών έχουν ασχοληθεί εκτενέστερα με τις κοινωνικές ανισότητες που εντοπίζονται στο εσωτερικό της Στοκχόλμης οι οποίες δημιουργούν αντίστοιχες χωρικές υποενότητες πλουσιότερων - φτωχότερων, ντόπιων – μεταναστών κλπ.
Τα προάστια, ως «διαχωρισμένες» περιοχές (παράδειγμα των οποίων θα εξεταστεί παρακάτω), ξαναέρχονται στο προσκήνιο μετά την εξέγερση του Μάη, με τον κυρίαρχο λόγο να τα χαρακτηρίζει με βεβαιότητα ως «γκέτο», και την άκρα δεξιά να προσπαθεί να επηρεάσει τη μέση αντίληψη μπολιάζοντάς την με ρατσιστικές κραυγές. Είναι αλήθεια ότι η Σουηδία αναλογικά με το πληθυσμό της φιλοξενεί το μεγαλύτερο ποσοστό προσφύγων από κάθε άλλη χώρα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, έχει δεχτεί ρεύματα μετανάστευσης από χώρες όπως η Σομαλία, το Ιράκ, το Αφγανιστάν κλπ. Παρά το υψηλό βαθμό διαχωρισμού που εμφανίζεται και στους παρακάτω χάρτες (διαχωρισμός γειτονιών βάση της κατοίκησης των μεταναστών, της φτώχειας, της ανεργίας, του ρατσισμού), είναι υπό συζήτηση ο χαρακτηρισμός των περιοχών αυτών ως γκέτο, ή η παραδοχή ότι αποτελούν αδιαπέραστες κοινωνικό-χωρικές ενότητες με σκληρά όρια στον αστικό και κοινωνικό ιστό.
Ο Σουηδός γεωγράφος AnderssonR. υποστηρίζει ότι:
- Οι φτωχές γειτονιές στις οποίες κατοικούν μετανάστες χαμηλών ή και μηδενικών εισοδημάτων, συγκεντρώνουν και μετανάστες περισσότερο εύπορους.
- Οι φτωχοί Σουηδοί, είναι λιγότερο διαχωρισμένοι χωρικά συγκριτικά με τους πλουσιότερους, συχνά σε ανάμικτες γειτονιές με μεταναστευτικούς πληθυσμούς.
- Ελάχιστες γειτονιές κατοικούνται από περισσότερο του 10% του πληθυσμού τους από μία συγκεκριμένη εθνοτική μειονότητα.
- Παρά το δεδομένο του υψηλού διαχωρισμού, δε θα μπορούσε κανείς να πει ότι οι μετανάστες δεν έχουν τη δυνατότητα μετακίνησης σε άλλες περιοχές της πόλης (με εξαίρεση ίσως τα πιο πρόσφατα ρεύματα που ακόμα αντιμετωπίζουν σοβαρά ζητήματα φτώχειας και ανεργίας). Αυτό το γεγονός καθιστά τις συγκεκριμένες γειτονιές «highlydynamicplaces»[9].
Ποσοστό μεταναστών γεννημένων στη Στοκχόλμη το 2006.Andersson R., «Clustered, Trapped and Excluded? Exploring immigrants’ social and geographical trajectories in Swedish Metropolitan Areas 1990-2008», Institute for Housing and Urban Research, Uppsala university, Sweden, Nordiska ministerrådets och Inkluderingsutvalgets seminarium ”Etnisk segregering i storbyene”, Oslo 17 november 2010
Φτωχιές (κόκκινο) και πλούσιες (μπλε) γειτονιές στη Στοκχόλμη (βάση του μέσου εισόδηματος από την εργασία, 2004)
Andersson R., «Clustered, Trapped and Excluded? Exploring immigrants’ social and geographical trajectories in Swedish Metropolitan Areas 1990-2008», Institute for Housing and Urban Research, Uppsala university, Sweden, Nordiska ministerrådets och Inkluderingsutvalgets seminarium ”Etnisk segregering i storbyene”, Oslo 17 november 2010.
Husby
Το προάστιο Husbyστο οποίο έλαβε χώρα το γεγονός που πυροδότησε την εξέγερση χωροθετείται περίπου 10 χιλιόμετρα από το κέντρο της Στοκχόλμης και αποτελεί ένα από τα πολλά προάστια της πόλης στα οποία κατά τη δεκαετία του ‘70 πραγματοποιήθηκαν στεγαστικά προγράμματα μεγάλης κλίμακας. Κατασκευάστηκε συγκεκριμένα την περίοδο 1973-1975 στα πλαίσια του «MillionProgram» και αποτελείται από περίπου 4.700 διαμερίσματα ενταγμένα σε 5όροφες πολυκατοικίες, με την πλειοψηφία των διαμερισμάτων να αποτελείται από ένα ή δύο υπνοδωμάτια[10].
Τρία παραδείγματα κτιριακών μοντέλων του «MillionProgramm».Castell P. «The Swedish Suburb as myth and reality»
Στην περιοχή διαμένουν 11.500 κάτοικοι (στοιχεία του 2004), εκ των οποίων το 59% είναι μετανάστες από περίπου 100 διαφορετικές χώρες προέλευσης[11]. Οι μετανάστες άρχισαν να εγκαθίστανται στην περιοχή παράλληλα με την «έξοδο»[12] των ντόπιων που κινούνταν προς ανώτερες κοινωνικά και οικιστικά περιοχές. Το ποσοστό απασχόλησης των κατοίκων της περιοχής φτάνει μόνο στο 56%, με τα εισοδήματα να παραμένουν χαμηλά. Την ίδια ώρα, μόνο το 50% των μαθητών του Husby τελειώνει το υποχρεωτικό σχολείο με βαθμούς πάνω από τη βάση, ενώ το 40% της νεολαίας ηλικίας 20-25 ούτε σπουδάζει, ούτε δουλεύει.
Οι κατοικίες είναι πλέον συντριπτικά ιδιόκτητες και τα νοίκια έχουν απογειωθεί. Στο Husby τα τελευταία 5 χρόνια έχουν κλείσει: Το ιατρικό κέντρο, το οδοντιατρικό κέντρο, το ταχυδρομείο, το κέντρο μητέρας και παιδιού, το κέντρο νεολαίας, καθώς και τράπεζες, εστιατόρια κ.ά. γιατί ακριβώς αυτές οι δραστηριότητες στο φτωχό προάστιο δεν έβγαζαν επαρκή κέρδη ούτε για τους ιδιώτες ιδιοκτήτες τους ούτε για το κράτος[13].
ΤοπροάστιοHusby
Andersson R., «City divided: dynamics of segregation,potential and limitations of urban renewal programs», Institute for Housing and Urban Research, Uppsala university, June 4, 2009.
.
Η διεκδίκηση της «παραγωγής του χώρου».
Η εγκατάλειψη των περιοχών των προαστίων από την πολιτεία, οι περικοπές των κοινωνικών παροχών και υποδομών που αναφέρθηκαν, η υποβάθμιση του περιβάλλοντος δημόσιου χώρου των συγκροτημάτων, οδήγησαν σταδιακά στην παρακμή τους. Σύμφωνα με τους BackL., GilroyP., στο άρθρο «HusbyandterritorialstigmainSweden» (Ιούνιος 2013), είναι υπαρκτή η ανάγκη για εκτεταμένες ανακαινίσεις των κατοικιών, το κόστος των οποίων έως τώρα το αναλαμβάνουν ιδιώτες με συνέπεια τις παράλληλες αυξήσεις των ενοικίων πάνω από 50%. Παράλληλα δρομολογούνται νέα αναπτυξιακά επενδυτικά σχέδια για την περιοχή (πχ το Järvalyftet με χρονικό ορίζοντα το 2030). Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν ιδιωτικοποιήσεις όσων κοινωνικών υποδομών έχουν μείνει, κατεδαφίσεις συγκροτημάτων αλλά και υποδομών (συνδετήριες πεζογέφυρες κ.α.), επανασχεδιασμό λεωφόρων μεγάλης κλίμακας με σκοπό την ενοποίηση του προαστίου με νέους αναπτυξιακούς επιχειρηματικούς πόλους, κλπ. Είναι σχέδια που δρομολογούνται με την αγαστή συνεργασία κράτους και ιδιωτών, με επιχειρήματα την «αναζωογόνηση» των «προβληματικών περιοχών των προαστίων», αλλά χωρίς κανένα μέτρο καταπολέμησης των βαθύτερων κοινωνικών προβλημάτων.
Σχέδια Αναζωογόνησης του προαστίου Husby
Πηγή: http://megafonen.com/
Megafonen: ομάδα που δραστηριοποιείται στο Husby, προσπαθώντας να στηρίξει κοινωνικά τους περιθωριοποιημένους νέους και να τους οργανώσει σε πολιτικές διεκδικήσεις. Υποστήριξε και οργάνωσε όλες τις κινητοποιήσεις ενάντια στα νέα μεγαλεπήβολα αναπτυξιακά πλάνα και συνέχισε να δρα και τις ίδιες τις μέρες της εξέγερσης.
Οι κάτοικοι όμως των προαστίων και συγκεκριμένα του Husby στο οποίο επικεντρωνόμαστε, κινητοποιήθηκαν ενάντια σε αυτά που δρομολογούνται για αυτούς χωρίς αυτούς και έχουν πετύχει ήδη τις πρώτες νίκες. Η δράση τους το προηγούμενο διάστημα πριν την εξέγερση είχε στο επίκεντρο τα αιτήματα για το δικαίωμα στη στέγαση για όλους, τις κινητοποιήσεις ενάντια στις αυξήσεις των ενοικίων, ενάντια στις εξώσεις κ.α.
Η εξέγερση και «το δικαίωμα στην πόλη».
Οι πρώτες νίκες των κατοίκων του Husbyενάντια στα σχέδια των «από πάνω», είχαν ήδη δημιουργήσει κρατούμενα για την επικείμενη εξέγερση αλλά και για την διάχυσή της και σε άλλες πόλεις της Σουηδίας. Οι κάτοικοι του Husby δεν έμειναν μόνοι. Στην περιοχή Alby, οι κάτοικοι αγωνίζονταν παράλληλα ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του αποθέματος των δημοτικών κατοικιών υπό το σύνθημα "το Alby δεν είναι προς πώληση, εμείς δεν είμαστε προς πώληση!». Στις περιοχές Gränby, Uppsala, Skarpan, Linköping, Pennygången, και Gothenburg, οι εκεί κάτοικοι αντιστάθηκαν ενάντια σε αντίστοιχα σχέδια εξευγενισμών.
Οι εκρηκτικές συνθήκες ανεργίας, φτώχειας, ρατσισμού αλλά και αστυνομικής αυθαιρεσίας ήταν οι πραγματικές αιτίες που οδήγησαν στην εξέγερση.Όπως περιέγραψε μέλος της ομάδας Megafonen, «Η αστυνομία κυνηγάει με τα σκυλιά ανθρώπους, χτυπάει με τα κλομπ κόσμο που είναι άοπλος κι ανυπεράσπιστος και απειλεί ανθρώπους που βρίσκονται στο δρόμο ότι θα φάνε ξύλο αν δε φύγουν. Ποιον καλείς όταν είναι η αστυνομία αυτή που σου επιτίθεται;» Παρά το γεγονός ότι η Σουηδία έχει χαρακτηριστεί ως χώρα με φιλομεταναστευτική πολιτική, φαίνεται ότι το χαρτί του ρατσισμού που τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κατά κόρον στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στην Ελλάδα, το έχει ήδη ρίξει στο τραπέζι. Μετά την εξέγερση, η πλειοψηφία των πολιτικών δυνάμεων της χώρας, αλλά και ο λόγος των ΜΜΕ γρήγορα στράφηκαν στο ζήτημα των μεταναστών και των κρατικών πολιτικών που κρίνονται αναγκαίες για την επίλυση του ζητήματος. Σύμφωνα με την αριστερά-προσκείμενη εφημερίδα Aftonbledet, οι διαμαρτυρίες αντιπροσωπεύουν μια «γιγαντιαία αποτυχία» των κρατικών πολιτικών και σηματοδοτούν την άνοδο των γκέτο στα προάστια. «Έχουμε αποτύχει στο να δώσουμε σε πολλούς ανθρώπους στα προάστια ελπίδα για το μέλλον», δήλωσε η Άννα-Μαργκρέτε Λιβ της αριστερής αντιπολιτευτικής παράταξης στην εφημερίδα Svensk Dagbladet.
Πέρα όμως από αυτό, το μεγαλύτερο κομμάτι του δημόσιου λόγου, ασχολήθηκε με την καλλιέργεια του ρατσισμού, εργαλείο χρήσιμο στους «από πάνω» σε περιόδους όξυνσης των ανισοτήτων. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ο λόγος των Σουηδών Δημοκρατών, κόμμα με νεοναζιστικές καταβολές και με5,7% στις εκλογές του 2010. Οι αναλογίες με το ελληνικό παράδειγμα εκμετάλλευσης εκδηλώσεων οργής με σκοπό την διοχέτευση του ρατσισμού είναι εμφανείς.
Και εδώ, και στη Σουηδία αλλά και σε κάθε άλλη χώρα που κρίνεται αναγκαίο είναι επείγουσα η ισχυρή και πολιτική απάντηση της Αριστεράς και του αντιρατσιστικού κινήματος. Τα γεγονότα των προαστίων της Στοκχόλμης, παρόλο τοπικά, αποτέλεσαν τον επόμενο κρίκο σε μια αλυσίδα εξεγέρσεων πόλης με πιο πρόσφατες αυτές του Παρισιού του 2005, της Αθήνας του 2008, του Λονδίνου του 2011. Εξεγέρσεις με έντονα ταξικά χαρακτηριστικά που διεκδίκησαν τα αυτονόητα και επανέφεραν στο προσκήνιο το αίτημα για το «δικαίωμα στην πόλη». Αίτημα που γεννιέται στους δρόμους, στις γειτονιές, ως κραυγή των καταπιεσμένων για αντίσταση και ανατροπή. Αίτημα που σηματοδοτεί κάτι πολύ περισσότερο από το δικαίωμα ατομικής ή ομαδικής πρόσβασης στους πόρους της πόλης: είναι το δικαίωμα να την αλλάξουμε και να την επανεφεύρουμε σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας.
[1]HenriLefebvre(1901-1991), καθηγητής φιλοσοφίας στη Nanterreκαι ένας από τους 30 επώνυμους γάλλους διανοούμενους που υποστήριξαν ανοιχτά την εξέγερση του Μάη του 1968.
[2]Η έννοια της αστικότητας προσδιορίζεται από τον Lefebvreως ταυτόχρονη συγκέντρωση και διάχυση ανθρώπων, αγαθών και πληροφοριών, ως κοινωνική κεντρικότητα, όπου πολλές πλευρές του καπιταλισμού τέμνονται στο χώρο, παρά το γεγονός ότι συμπίπτουν χρονικά μόνο για μικρά διαστήματα.
[3]HarveyD., «Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη, στην επανάσταση της πόλης», Μτφρ. Χαλμούκου Κ., Προλ. Χατζημιχάλης Κ., Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2013.
[4]7 χρόνια αργότερα με το έργο του «LaProductiondel’Espace» (1974), το αίτημα για το «δικαίωμα στην πόλη» μετατρέπεται σε ένα πιο συγκεκριμένο ερώτημα που έχει να κάνει με το δικαίωμα στην παραγωγή του χώρου. Ερώτημα που απασχολεί μέχρι και σήμερα ακαδημαικούς και διανοητές (βλ. HarveyD. κ.α.).
[5]Βαΐου Ντ., Χατζημιχάλης Κ., «Ο χώρος στην Αριστερή Σκέψη», Ινστιτούτο Ν. Πουλατζάς, Εκδ. Νήσος, Αθήνα 2012, σ. 85.
[6]HarveyD., «Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη, στην επανάσταση της πόλης», Μτφρ. Χαλμούκου Κ., Προλ. Χατζημιχάλης Κ., Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2013.
[7]Balbo M., «Urban Planning and the Fragmented City of Developing Countries», Third World Planning Review 15 (1), 1993
[8]Βλ. συμπληρωματικά: Wacqaunt L. «Urban Outcasts. A Comparative Sociology of Advanced Marginality», Polity, 2007.
[9]Andersson R., «Clustered, Trapped and Excluded? Exploring immigrants’ social and geographical trajectories in Swedish Metropolitan Areas 1990-2008», Institute for Housing and Urban Research, Uppsala university, Sweden, Nordiska ministerrådets och Inkluderingsutvalgets seminarium ”Etnisk segregering i storbyene”, Oslo 17 november 2010.
[10]Andersson R., Holmqvist E., Öresjö Ε., Pettersson L., Siwertsson C., «Large Housing Estates in Sweden. Success and fail factors of policies», Faculty of Geosciences, Utrecht University 2005.
[11]Beckhoven V. E., BoxmeerV. B., Holmqvist E., «Social mix policies in large housing estates: a comparison of the Netherlands, Sweden, and Spain».
[12]«Thewhiteflight». Όρος που πρωτοεμφανίστηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, από τα μέσα του 20ου αιώνα, για να περιγράψει τη μεγάλης κλίμακας μετακίνηση λευκών κατοίκων από φυλετικά μεικτές αστικές περιοχές σε πιο φυλετικά ομοιογενή και ανώτερα οικονομικά προάστια.
[13]«Η πραγματική κατάσταση στη σημερινή Σουηδία με αφορμή τα γεγονότα στο προάστιο Husby της Στοκχόλμης», www. 902.gr