Ο Κ. Λαλιώτης, με το διαβόητο πλέον άρθρο του, θύμισε το κομβικό σύνθημα «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά», σύνθημα που επέτρεψε στο ΠΑΣΟΚ να μακροημερεύσει στην εξουσία, παρόλο που η ιστορική ευθύνη για την επιβολή του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα πέφτει στις σοσιαλδημοκρατικές πλάτες περισσότερο απ’ ό,τι πέφτει στις πλάτες της Δεξιάς.

Κα­νείς δεν δι­καιού­ται να ξεχνά ότι η νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη λαί­λα­πα της κυ­βέρ­νη­σης Μη­τσο­τά­κη πα­τρός (1989-93) συ­νά­ντη­σε τε­ρά­στια ερ­γα­το­λαϊ­κή αντί­στα­ση και τε­λι­κά ανα­τρά­πη­κε, για να ανα­λά­βει –τε­λι­κά– το «κα­θή­κον» της εμπέ­δω­σης του νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού το «εκ­συγ­χρο­νι­στι­κό» ΠΑΣΟΚ του Κ. Ση­μί­τη (με την πλήρη υπο­στή­ρι­ξη του Κ. Λα­λιώ­τη).

Αυτή η ιστο­ρι­κή αλή­θεια δεν εμπο­δί­ζει τους «σχε­δια­στές» του επι­τε­λεί­ου Τσί­πρα –όπως ο Χρ. Βερ­ναρ­δά­κης– να υιο­θε­τεί πλή­ρως τη συ­ντα­γή Λα­λιώ­τη, προ­τεί­νο­ντας ένα «αντι­δε­ξιό» μέ­τω­πο που, τάχα, θα ταυ­τί­ζε­ται με ένα μέ­τω­πο ενά­ντια στο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμό.

Μόνο που αυτά δεν έχουν καμιά σχέση πλέον με τα έργα και τις ημέ­ρες της κυ­βέρ­νη­σης Τσί­πρα. Που δια­νύ­ει μέσα σε ένα ελά­χι­στο χρο­νι­κό διά­στη­μα την από­στα­ση από τη σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία στο σο­σιαλ­φι­λε­λεύ­θε­ρο εκ­φυ­λι­σμό, από­στα­ση που το ΠΑΣΟΚ διά­νυ­σε σε... 15 χρό­νια. Η «αντι­δε­ξιά» ομάδα των φίλων του Αλ. Τσί­πρα δεν είναι αντι­νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρη, αντί­θε­τα έχει ανα­λά­βει ερ­γο­λα­βι­κά την επι­βο­λή του σύγ­χρο­νου νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμού, στην πιο κτη­νώ­δη μορφή του, αυτήν της μνη­μο­νια­κής πο­λι­τι­κής.

Γι’ αυτό ο Τσί­πρας δεν ντρέ­πε­ται να υπο­δέ­χε­ται ως εί­δω­λο τον Εμα­νου­έλ Μα­κρόν, τον πο­λι­τι­κό που συμ­βο­λί­ζει την από­λυ­τη κα­τά­πτω­ση της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, την ταύ­τι­σή της με το πο­τα­μί­σιο «ακραίο Κέ­ντρο».

Γι’ αυτό η κυ­βέρ­νη­ση Τσί­πρα δεν κω­λύ­ε­ται να έχει ανα­πτύ­ξει σε ακραία φι­λι­κό επί­πε­δο τις σχέ­σεις με τις ΗΠΑ (... στην εποχή του Τραμπ). Υπουρ­γοί και υφυ­πουρ­γοί που με­τρά­νε δε­κα­ε­τί­ες κάτω από –τάχα μου– κόκ­κι­να λά­βα­ρα, δεν δι­στά­ζουν να δια­πραγ­μα­τεύ­ο­νται με τους Αμε­ρι­κα­νούς για νέες βά­σεις, για εξο­πλι­σμούς υψη­λό­τα­του επι­πέ­δου, και –το χει­ρό­τε­ρο– για επι­κίν­δυ­να παι­χνί­δια σε βάρος της ει­ρή­νης στην Α. Με­σό­γειο. Αυτή η απρο­κά­λυ­πτη ταύ­τι­ση με τον αμε­ρι­κά­νι­κο ιμπε­ρια­λι­σμό και το μα­ντρό­σκυ­λό του στην πε­ριο­χή, το κρά­τος του Ισ­ρα­ήλ, θα έκανε ακόμη και τον Φαήλο Κρα­νι­διώ­τη να κοκ­κι­νί­σει από ντρο­πή.

Με αυτά τα υλικά, της τα­χύ­τα­της με­τα­τό­πι­σης προς τα δεξιά, η ηγε­τι­κή ομάδα του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ελ­πί­ζει ότι θα μπο­ρέ­σει να ολο­κλη­ρώ­σει το μνη­μο­νια­κό πρό­γραμ­μα, δια­τη­ρώ­ντας πα­ράλ­λη­λα κά­ποιες δυ­νά­μεις μέσα από την επί­κλη­ση της αντι­δε­ξιάς ενό­τη­τας.

Η ιστο­ρία της σύγ­χρο­νης Κε­ντρο­α­ρι­στε­ράς δεί­χνει ότι πρό­κει­ται για μά­ταιο κόπο. Η Ιτα­λία είναι γε­μά­τη ακυ­ρω­μέ­νους κε­ντρο­α­ρι­στε­ρούς «αστέ­ρες» που επι­χεί­ρη­σαν ακρι­βώς το ίδιο κόλπο. Ο ξαφ­νι­κά επι­στή­θιος φίλος του Τσί­πρα, ο Μα­κρόν, βλέ­πει τη δη­μο­τι­κό­τη­τά του να κα­τρα­κυ­λά πιο γρή­γο­ρα κι από του Ολάντ.

Η κα­τά­λη­ξη του κα­τή­φο­ρου είναι ο πάτος.

Το ζη­τού­με­νο είναι να υπάρ­ξει απά­ντη­ση από τα αρι­στε­ρά. Που προ­ϋ­πο­θέ­τει να υπάρ­χει απά­ντη­ση από τα κάτω, από το κί­νη­μα, στα μέτρα που ο Τσί­πρας θα εξαγ­γεί­λει στη φε­τι­νή ΔΕΘ.