Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν μπορεί παρά να προκαλεί στενοχώρια και απογοήτευση στον κόσμο του αγώνα και των κινημάτων.
Η ΝΔ νίκησε, καταφέρνοντας να συγκρατήσει τις δυνάμεις της (και αυξάνοντας κατά 0,9% το ποσοστό της) παρά τα δεκάδες σκάνδαλα, την οξυμένη καταστολή και αυθαιρεσία και παρά το νωπό στη μνήμη όλων μας έγκλημα των Τεμπών. Ο δε Υπ. Μεταφορών Κώστας Καραμανλής βγήκε πρώτος σε σταυρούς στην εκλογική του περιφέρεια τις Σέρρες.
Πιο σημαντικό ωστόσο είναι η μεγάλη διαφορά που η ΝΔ έχει από όλα τα υπόλοιπα κόμματα – η μεγαλύτερη από το 1974, όταν η ΝΔ ήταν 35 μονάδες μπροστά από την Ένωση Κέντρου. Η διαφορά αυτή της δίνει τον αέρα να εντείνει τις επιθέσεις στα εργατικά στρώματα και τη νεολαία αφού σε κοινοβουλευτικό επίπεδο δεν έχει αντίπαλο.
Κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ
Η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκκωφαντική. Έχασε 11,5 μονάδες και σχεδόν 600.000 ψήφους σε σχέση με τις εκλογές του 2019, ακολουθώντας την ίδια πορεία με όλους τους πρώην «νέους αριστερούς σχηματισμούς» και τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη που στράφηκαν στα δεξιά και ενσωματώθηκαν στο σύστημα.
Την τετραετία που πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε κανενός είδους ουσιαστική αντιπολίτευση. Δεν επικέντρωσε σε κανένα από τα προβλήματα που απασχολούν τα εργατικά και λαϊκά στρώματα, όπως η κατάρρευση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, τα εισοδήματα και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Δεν μπορούσε άλλωστε, αφού δεν είχε πρόθεση να ασκήσει διαφορετική πολιτική από τη ΝΔ σε αυτά. Περίμενε να κερδίσει από τη φθορά της ΝΔ, μέσα από τις «κοκορομαχίες» στα τηλεοπτικά παράθυρα. Το αποτέλεσμα ήταν να μην μπορεί να προσελκύσει ούτε επαρκή ψήφο διαμαρτυρίας –ιδιαίτερα από τα αριστερά– και να χάσει ψηφοφόρους προς όλες τις κατευθύνσεις.
Ένα κομμάτι των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ επέστρεψε στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε άνοδο 3,5%, ενώ σε 6 εκλογικές περιφέρειες αναδείχθηκε σε 2ο κόμμα.
Ήττα για την Αριστερά και τα κινήματα
Οι εκλογές αυτές αποτελούν μια ήττα για την Αριστερά σαν σύνολο. Η άνοδος του ΚΚΕ κατά 1,9% δεν ανατρέπει δυστυχώς τη συνολική εικόνα.
Το ΚΚΕ με 7,2% επέστρεψε σε ποσοστά που έπαιρνε πριν την κρίση του 2008-9-10. Απέχει ακόμα από το 8,4% και τις περίπου 600.000 ψήφους των εκλογών του 2012 που ήταν το καλύτερο εκλογικό αποτέλεσμα για το κόμμα σε εθνικές εκλογές από το 1993 (μετά τη διάσπαση του Συνασπισμού).
Η άνοδος του ΚΚΕ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι κατάφερε να προσελκύσει ένα κομμάτι της αριστερής ψήφου διαμαρτυρίας. Είναι μια ψήφος βαθιά κριτική προς το ΚΚΕ και έχει να κάνει κατά κύριο λόγο με την δραματική κατάσταση της υπόλοιπης Αριστεράς και την έλλειψη εναλλακτικής πρότασης με στοιχειώδη αξιοπιστία. Με απλά λόγια, πολύς κόσμος ψήφισε ΚΚΕ γιατί δεν είχε τι άλλο να ψηφίσει και όχι γιατί εμπνέεται από το πολιτικό όραμα του ΚΚΕ, ή πιστεύει ότι το ΚΚΕ μπορεί να οδηγήσει το εργατικό κίνημα σε ουσιαστικές νίκες.
Η άνοδος του ΚΚΕ θα μπορούσε να μας κάνει αισιόδοξους αν συνδυαζόταν με μια ενωτική στάση προς την υπόλοιπη Αριστερά και τα κινήματα.
Γιατί μια τέτοια στάση θα μπορούσε πράγματι να οδηγήσει σε νικηφόρους αγώνες, όπως έγινε για παράδειγμα στην περίπτωση της efood και σε μερικά ακόμα μέτωπα που το ΚΚΕ λειτούργησε ενωτικά και σε συνεργασία με τις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς. Οι περιπτώσεις αυτές όμως ήταν δυστυχώς η εξαίρεση κι όχι ο κανόνας. Το πιο πιθανό είναι πως η άνοδος των ποσοστών του ΚΚΕ και το γεγονός ότι είναι πλέον το μόνο Αριστερό κόμμα στη Βουλή θα ενισχύσει την αλαζονεία και την επιθετική του στάση απέναντι στις υπόλοιπες δυνάμεις της Αριστεράς και των κινημάτων.
ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, δεν κατάφερε να ξεφύγει από το περιθώριο του 0,5%, (31.000 ψήφοι) κι αυτό, δυστυχώς, ήταν αναμενόμενο. Η «σχετική άνοδος» της, όπως την ονομάζει το ΝΑΡ, απέχει από τα καλύτερα ποσοστά και ψήφους που είχε συγκεντρώσει στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν – π.χ., τον Σεπτέμβρη του 2015 όταν είχε πάρει 0,85% και 46.000 ψήφους.
Η συρρίκνωση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι φανερή τόσο στα εκλογικά αποτελέσματα όσο και στον δρόμο. Η ευθύνη ωστόσο βρίσκεται στην ίδια. Μεταξύ άλλων, στην εμμονική της άρνηση να συνεργαστεί σε μια σειρά επίπεδα με κομμάτια της υπόλοιπης Αριστεράς, αλλά στην «κουλτούρα» που έχει όταν συνεργάζεται καθώς δεν αντιμετωπίζει τις υπόλοιπες δυνάμεις ανοιχτά και ισότιμα αλλά, βλέπει τις συνεργασίες σαν ένα πεδίο μάχης το οποίο πρέπει να κερδίσει και να ελέγξει.
ΜΕΡΑ 25
Το ΜΕΡΑ25, αντί να αυξήσει τα ποσοστά του έχασε περίπου 40.000 ψήφους, έμεινε εκτός Βουλής ενώ βρέθηκε χαμηλότερα και από την Πλεύση Ελευθερίας που εμφανίστηκε «από το πουθενά» να φλερτάρει με είσοδο στη Βουλή.
Η αριστερή στροφή του ΜΕΡΑ25 στο τελευταίο συνέδριό του είχε δημιουργήσει προσδοκίες σ’ ένα κομμάτι του κόσμου της Αριστεράς. Ωστόσο, τόσο η ουσία του προγράμματός του όσο και οι έννοιες που χρησιμοποιούσε για να το περιγράψει παρέμεναν θολές για τα λαϊκά στρώματα και για ένα κομμάτι του ενεργού κόσμου των κινημάτων. Το «σχέδιο Δήμητρα» ήρθε για παράδειγμα να υποκαταστήσει το αίτημα για εθνικοποίηση των τραπεζών, με το ΜΕΡΑ25 να υπερασπίζεται επί της ουσίας ότι μπορεί να προχωρήσει σε ρήξη με το σύστημα χωρίς να εθνικοποιήσει τις τράπεζες, φτιάχνοντας απλά ένα κρατικό web-banking για στους πολίτες. Έννοιες όπως ο «μετακαπιταλισμός» ταυτιζόταν άλλοτε με τον σοσιαλισμό και άλλοτε με πολιτικές πράσινου Κεϋνσιανισμού, ενώ η «τεχνοφεουδαρχία» σαν περιγραφή της σημερινής εικόνας του καπιταλισμού, μόνο σύγχυση μπορεί να προκαλέσει. Παράλληλα υπήρχαν συμπεριφορές όπως της Σοφίας Σακοράφα που βράβευσε τον ακροδεξιό δήμαρχο Μπέο στο πλαίσιο δήθεν του Θεσμικού της Ρόλου. Τέτοιες συμπεριφορές απομάκρυναν ένα σημαντικό κομμάτι του κόσμου κινήματος που όλα τα προηγούμενα χρόνια έδινε μεγάλες μάχες ενάντια στις πολιτικές του Μπέου και των ομοιών του.
Πιο σημαντικό ωστόσο, είναι ότι το ΜΕΡΑ25 μέχρι την τελευταία στιγμή δεν σταμάτησε να πατάει σε δυο βάρκες όσον αφορά την περίπτωση συνεργασίας με το ΣΥΡΙΖΑ. Μιλώντας προς τα αριστερά το ΜΕΡΑ25 διαβεβαίωνε πως δεν θα προχωρήσει σε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Μιλώντας όμως προς τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ εξηγούσε πως το ΜΕΡΑ25 θέλει, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανταποκρίνεται. Αυτή την τακτική δεν την εγκατέλειψε ούτε το βράδυ των εκλογών, όταν ο Βαρουφάκης δήλωσε πως την ευθύνη για τη νίκη του Μητσοτάκη την έχει ο Τσίπρας που δεν ανταποκρίνεται εδώ και δυο χρόνια στα καλέσματα που του κάνει το ΜΕΡΑ25 για προγραμματική συζήτηση και συνεργασία.
Η θολότητα στην πολιτική πρόταση και η διγλωσσία σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ εντάθηκε την προεκλογική περίοδο. Μια σειρά κόσμος που πήγαινε στις προεκλογικές εκδηλώσεις του ΜΕΡΑ έφευγε απογοητευμένος χωρίς να έχει πάρει καθαρές απαντήσεις στα ερωτήματα που έθετε. Την ίδια αντίδραση είχε και κόσμος που αποφάσισε να παρακολουθήσει πιο στενά τις θέσεις του κόμματος διαδικτυακά κλπ. Την προεκλογική περίοδο ήταν φανερή μια τάση ψηφοφόρων που αρχικά είχαν πρόθεση να ψηφίσουν ΜΕΡΑ25, να στρέφονται τελικά αλλού.
Η Ακροδεξιά
Η ΝΔ, με τους νόμους που πέρασε την προεκλογική περίοδο, αλλά και μέσω του αποκλεισμού κομμάτων από τον Άρειο Πάγο κατάφερε να περιορίσει τις διαρροές προς τα δεξιά και να ενσωματώσει ένα κομμάτι της ακροδεξιάς ψήφου. Δεν κατάφερε όμως να την εξαφανίσει. Η μικρή αλλά υπαρκτή άνοδος του Βελόπουλου και η ξαφνική εμφάνιση του κόμματος «Νίκη» που για λίγες ψήφους δεν μπήκε στη Βουλή, δείχνει ότι η ακροδεξιά παρουσία στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό ήρθε για να μείνει.
Νέα πολιτικά μορφώματα θα γεννιούνται διαρκώς για να εκφράσουν αυτόν τον χώρο, όσο οι αιτίες που στρέφουν τον κόσμο στην ξενοφοβία και τον εθνικισμό παραμένουν. Ανάλογα με την περίοδο και τις αντιστάσεις του αντιφασιστικού κινήματος, τα κόμματα αυτά μπορεί να έχουν πιο αμβλυμένα χαρακτηριστικά, όπως έχουν σήμερα, ωστόσο δεν αποκλείεται στο μέλλον να βρεθούμε ξανά αντιμέτωπες/οι με πιο δυνατές δολοφονικές συμμορίες νεοναζί τύπου Χρυσής Αυγής στον δρόμο. Όσο πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας είναι αντιμέτωπα με τη φτώχεια και την καταπίεση, η ακροδεξιά και ο φασισμός θα βρίσκει έδαφος να αναπτύσσεται και ο αντιφασιστικός αγώνας πρέπει να είναι διαρκής.
Κοιτώντας μπροστά
Η Αριστερά βρίσκεται ακόμα στις συνθήκες ήττας που δέχτηκε το κίνημα με τη συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Παρότι γίνονται σημαντικά βήματα σε επί μέρους χώρους, παρότι το κίνημα αρχίζει να εμφανίζεται πιο δυνατό στους δρόμους, δεν έχει την πολιτική οργάνωση και εκπροσώπηση που θα το βοηθήσει να αντεπιτεθεί με αξιώσεις.
Οι δυνάμεις που παλεύουμε για την ανατροπή του καπιταλισμού και το χτίσιμο μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας με συνθήκες εργατικής δημοκρατίας, πρέπει να επιδιώξουμε να δώσουμε διέξοδο στον κόσμο του αγώνα και των κινημάτων και να βάλουμε τις βάσεις για να δημιουργηθεί σε επόμενο διάστημα ένα μαζικό κόμμα των εργαζομένων και της νεολαίας.
Γι’ αυτό χρειάζεται κατά τη γνώμη μας σήμερα να υπάρξει συσπείρωση σε ένα κοινό πολιτικό σχήμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς,
- Με καθαρό αντικαπιταλιστικό-σοσιαλιστικό πρόγραμμα.
- Με ισοτιμία ανάμεσα στις οργανώσεις, με ισοτιμία και σεβασμό στους/στις ανένταχτους/ες αγωνιστές/στριες.
- Που παράλληλα με τη γενική αντικαπιταλιστική πάλη θα είναι μπροστά σε κάθε αγώνα για κάθε μικρό και μεγάλο ζήτημα.
- Χρειάζεται ταυτόχρονα να χαρακτηρίζεται από ενωτική προσέγγιση προς τα κομμάτια της Αριστεράς με τα οποία δεν συμφωνεί – για κοινές δράσεις, κοινές πρωτοβουλίες στα κινήματα, διαδηλώσεις κλπ. Συνεργασία δεν σημαίνει κοινό κόμμα! «Αριστερό» κόμμα όμως πρέπει να σημαίνει συνεργασία με τα άλλα αριστερά κόμματα παρά τις ιδεολογικές διαφορές που υπάρχουν.
Οι προϋποθέσεις για ένα τέτοιο εγχείρημα είναι κατά τη γνώμη μας ώριμες κατ’ αρχήν ανάμεσα στις οργανώσεις που το προηγούμενο διάστημα δεν ταυτίστηκαν με έναν συγκεκριμένο εκλογικό σχηματισμό της Αριστεράς, αλλά υιοθέτησαν τη θέση για ψήφο στην Αριστερά χωρίς έκφραση κάποιας προτίμησης. Ταυτόχρονα, μια τέτοια πρωτοβουλία θα πρέπει να είναι ανοιχτή σε οποιαδήποτε δύναμη του χώρου θέλει να συμμετέχει και να συμβάλλει.