Το εργατικό κίνημα, στις συνθήκες που διαμορφώνονται, θα είναι ολέθριο λάθος να εγκλωβιστεί και να γίνει παρακολουθητής των κυβερνητικών επιλογών.
Ίσως πριν από μερικούς μήνες το παραπάνω ερώτημα θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σενάριο επιστημονικής φαντασίας, όμως στους τρεις μήνες της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ σήμερα πια όχι μόνο δεν είναι τέτοιο, αλλά αντίθετα, για όσους παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις στο επίπεδο των κυβερνητικών σχεδιασμών, είναι πλέον γνωστό σε όλους τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ ότι η κυβέρνηση έχει αποδεχθεί την αξίωση των τοκογλύφων δανειστών (παραβιάζοντας τις κόκκινες γραμμές της) και όλα δείχνουν ότι προχωράει στην ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ, του ΟΛΘ, των αεροδρομίων κ.λπ.
Ήδη από τις πρώτες μέρες της νέας διακυβέρνησης είχε δοθεί το σήμα, είχε προλειάνει το έδαφος για το κυβερνητικό εγχείρημα με δηλώσεις του στο Λονδίνο (BBC) ο υπουργός Οικονομικών, και στη συνέχεια τη σκυτάλη πήρε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Ο τελευταίος μετά τη συνάντησή του στο Πεκίνο με κυβερνητική αντιπροσωπεία δήλωσε ότι η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην πώληση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του ΟΛΠ, δίνοντας το στίγμα ότι αυτό θα γίνει με την κινεζική COSCO. Η COSCO, που ήδη έχει πάρει ένα μέρος της προβλήτας του ΣΕΠ μέσω μακροχρόνιας σύμβασης, έχει δώσει δείγματα γραφής πώς εννοεί τις επενδύσεις στη χώρα, αφού έχει επιβάλει όρους στη σύμβαση παραχώρησης αλλά και συνθήκες ελεύθερης οικονομικής ζώνης στο λιμάνι του Πειραιά και ταυτόχρονα όρους εργασίας για τους εργαζόμενους ενός σύγχρονου εργασιακού μεσαίωνα.
Αδιαφάνεια
Συμπληρώνοντας τα βήματα υπαναχωρήσεων της κυβέρνησης, ο αρμόδιος υπουργός Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού υπέπεσε σε πρωτοφανές ατόπημα λέγοντας στις αρχές Μάη στη Βουλή ότι «η κυβέρνηση –το ΤΑΙΠΕΔ περισσότερο– βρίσκεται φυσικά σε διαπραγματεύσεις με την COSCO ώστε να αναζητηθούν όροι και προϋποθέσεις στον ισχύοντα αυτήν τη στιγμή διαγωνισμό που μπορούν να αλλάξουν για να γίνει περισσότερο επωφελής για τη χώρα μας»!!
Δικαιολογημένα η συγκεκριμένη δήλωση προκάλεσε την εντονότατη αγανάκτηση των εργαζομένων στα λιμάνια και όχι μόνο. Είναι δυνατόν να λέει ο υπουργός ότι διαπραγματεύονται με την COSCO να αλλάξουν τους όρους της σύμβασης ενώ στο διαγωνισμό μετέχουν ακόμη 5 εταιρείες;
Η προσπάθεια στη συνέχεια να ανασκευαστεί η δήλωση του υπουργού από το αμαρτωλό ΤΑΙΠΕΔ απλά επιβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση, εν αγνοία των εργαζομένων, των κοινωνικών και αυτοδιοικητικών αρχών της πόλης, διαπραγματεύεται την πώληση του ΟΛΠ με πλήρη αδιαφάνεια, και όλα δείχνουν ότι η επιλογή της είναι η πώληση του ΟΛΠ στον κινεζικό μονοπωλιακό όμιλο της COSCO με την τροποποίηση της σύμβασης που θα αφορά το 51% των μετοχών και όχι το 67%, το οποίο θα διατεθεί σε μεταγενέστερο χρόνο.
Το σκηνικό αυτό που διαγράφεται για την πώληση των ΟΛΠ - ΟΛΘ συνιστά ριζική στροφή της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος διαχρονικά είχε ταχθεί κατά της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ τόσο στη φάση της εισαγωγής του στο χρηματιστήριο όσο και στη σύμβαση παραχώρησης της προβλήτας ΙΙ στην COSCO το 2009.
Ταυτόχρονα, σε πολιτικό επίπεδο είχε ταχθεί κατηγορηματικά ενάντια στην πώληση του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών που είχε δρομολογήσει η μνημονιακή κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, ενώ και η συμμετοχή του κόμματος ήταν ουσιαστική στην ανάπτυξη ενός πλατιού μετώπου που συνένωσε στις γραμμές του όλες τις κοινωνικές, συνδικαλιστικές, αυτοδιοικητικές αρχές, τους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, οι οποίοι έδωσαν σκληρό αγώνα για να εμποδίσουν και να ματαιώσουν την καταστροφική πολιτική ΝΔ - ΠΑΣΟΚ που είχε βάλει πωλητήριο στον ΟΛΠ σε ξένους μονοπωλιακούς ομίλους.
Κεντρικά κομματικά στελέχη που σήμερα κατέχουν υπουργικές θέσεις, βουλευτές, πολιτικά πρόσωπα του ΣΥΡΙΖΑ που απέκτησαν πρόσφατα αξιώματα στην τοπική αυτοδιοίκηση, είχαν τη δική τους θετική συμβολή σε αυτήν την κοινωνική και πολιτική συμμαχία και στην αξιόλογη κινηματική δράση που είχε αναπτυχθεί.
Παρά την ιδεολογική και πολιτική διαφορετικότητα των δυνάμεων αυτών, υπήρχε συμφωνία και κοινή συνισταμένη υπέρ της διατήρησης του δημόσιου χαρακτήρα του ΟΛΠ.
Η μετάλλαξη των προεκλογικών θέσεων, η ριζική ανατροπή ακόμη των προγραμματικών θέσεων στη Βουλή για ψήφο εμπιστοσύνης της νέας κυβέρνησης, προφανώς κάτω από την πίεση των τοκογλύφων δανειστών σε ένα κεφαλαιώδες ζήτημα που αφορά τον δημόσιο πλούτο, τις παραγωγικές δημόσιες επιχειρήσεις, τον στρατηγικό ρόλο αυτών των επιχειρήσεων όπως είναι ο ΟΛΠ (όχι μόνο για τον Πειραιά), αποτελεί ένα επικίνδυνο πισωγύρισμα ανάμεσα σε πολλά που έχουν σημειωθεί έως τώρα στην πορεία των διαπραγματεύσεων με τους εταίρους, οι οποίοι συστηματικά και μεθοδικά στραπατσάρουν και ακυρώνουν και τις ελάχιστες προεκλογικές εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Σενάρια που διακινούνται κυρίως από την κυβέρνηση για είσοδο ιδιωτών στον ΟΛΠ με συμπράξεις και κοινοπρακτικά σχήματα ανεξάρτητα από διακηρύξεις, εγκυμονούν τον ίδιο κίνδυνο απώλειας του δημόσιου χαρακτήρα του λιμανιού και έρχονται σε σαφή αντίθεση με το λαό, τους εργαζόμενους, την τοπική κοινωνία και τα κοινωνικά κινήματα. Ακόμη χειρότερο είναι το σενάριο να τεθεί υπό συζήτηση το ύψος του τιμήματος για την αξία του ΟΛΠ και να αποτελέσει αυτό αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
Το κίνημα
Η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς (ΔΝΤ - ΕΚΤ - ΕΕ) όπως αυτή δρομολογήθηκε μετά την αρνητική και επιζήμια συμφωνία στο Eurogroup στις 20/2/2015 δείχνει ότι η κυβέρνηση υπαναχωρεί ακόμη και από τις λεγόμενες κόκκινες γραμμές. Αυτό είναι το πολιτικό συμπέρασμα από την κοινή δήλωση Τσίπρα - Γιούνκερ η οποία αγγίζει και παραβιάζει αυτές τις γραμμές στα κρίσιμα ζητήματα των εργασιακών σχέσεων και στο Ασφαλιστικό.
Το εργατικό κίνημα, στις συνθήκες που διαμορφώνονται, θα είναι ολέθριο λάθος να εγκλωβιστεί και να γίνει παρακολουθητής των κυβερνητικών επιλογών. Αντίθετα, περισσότερο από ποτέ πρέπει να παρέμβει άμεσα δημόσια με δράσεις και πρωτοβουλίες, διατυπώνοντας τη μοναδική εναλλακτική επιλογή της σύγκρουσης και ρήξης με τους αδίστακτους μερκελιστές του νεοφιλελευθερισμού και της εξόδου της χώρας από την ευρωζώνη και την ΕΕ.
Οι πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ που βλέπουν και αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα των περιστάσεων πρέπει να πάρουν άμεσα σχετικές πρωτοβουλίες για να αποφευχθεί ένας ταπεινωτικός συμβιβασμός και με τον τρόπο αυτό να οδηγηθεί η πολιτική και κοινωνική Αριστερά στην ήττα.
*Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΝΕΝ), γενικός γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Πειραιά, μέλος Εκτελεστικής Επιτροπής ΠΝΟ