Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις που έγιναν στα τέλη του καλοκαιριού, η υποψήφια του Πράσινου Κόμματος, Ζιλ Στάιν, μπορεί να κερδίσει 3% ή 4% στις προεδρικές εκλογές στις 8 Νοέμβρη, κάτι που σημαίνει περίπου 3 ή 4 εκατομμύρια ψήφους –αντίστοιχα με το αποτέλεσμα του Ραλφ Νέιντερ το 2000. Και το μήνυμα της Στάιν «μην ψηφίζετε το μικρότερο κακό, παλέψτε για το μεγαλύτερο καλό!» έχει ακόμα μεγαλύτερη απήχηση στους ψηφοφόρους κάτω των 30 ετών.

Η προεκλογική της καμπάνια έχει δεχτεί αρκετά εκατομμύρια δολάρια από μικρές εισφορές και κρατικές επιχορηγήσεις (Federal Matching Funds - ΣτΜ: ο αμερικανικός εκλογικός νόμος, προβλέπει πως αν ένα κόμμα συγκεντρώσει ένα μεγάλο ποσό από δική του δουλειά οικονομικής ενίσχυσης, το κράτος «ισοφαρίζει» το συγκεντρωθέν ποσό -θεωρείται μέτρο που πριμοδοτεί οικονομικά τα κόμματα που συγκεντρώνουν χρήματα από μικροδωρητές και εξορμήσεις προς τους ψηφοφόρους, ως αντίβαρο στα τεράστια «πακέτα» που δίνουν οι μεγαλοδωρητές). Έχει κληθεί να εμφανιστεί αρκετές φορές στα ΜΜΕ πανεθνικής εμβέλειας και έχει «οργώσει» όλη τη χώρα, μιλώντας σε συγκεντρώσεις εκατοντάδων ανθρώπων.

Πιο σημαντικό είναι ότι η Στάιν επιδιώκει η προεκλογική της εκστρατεία να δυναμώσει τις φωνές σημαντικών κοινωνικών κινημάτων. Για παράδειγμα, πρόσφατα συνελήφθη στη διάρκεια μιας δράσης πολιτικής ανυπακοής στο πλευρό ιθαγενών διαδηλωτών στο Standing Rock της Βόρειας Ντακότα, όπου διεξάγεται ένας αγώνας ενάντια στη δημιουργία πετρελαιαγωγού. 

Εκατοντάδες υποστηρικτές της Στάιν σχεδιάζουν να διαδηλώσουν ενάντια στον αποκλεισμό της από το πρώτο τηλεοπτικό ντιμπέιτ ανάμεσα στον Ρεπουμπλικάνο Ντόναλντ Τραμπ και τη Δημοκρατική Χίλαρι Κλίντον, στις 26 Σεπτέμβρη, που θα γίνει στο Πανεπιστήμια Χόφστρα στη Νέα Υόρκη. Η Επιτροπή για τα Ντιμπέιτ των Προεδρικών Εκλογών ελέγχεται από κοινού από τους Δημοκρατικούς και τους Ρεπουμπλικάνους και με τη συνενοχή των εταιρικών ΜΜΕ αποκλείει αυστηρά υποψήφιους τρίτου κόμματος. Το 2012, η Στάιν είχε συλληφθεί κατά την προσπάθειά της να μπει σε κτίριο όπου διεξαγόταν ντιμπέιτ, και ίσως συμβεί και φέτος το ίδιο.

Είναι εντυπωσιακό, αλλά ο Τραμπ έχει καταφέρει να φτάσει σε απόσταση βολής από την Κλίντον σε κάποιες πανεθνικές δημοσκοπήσεις, αν και η Κλίντον ακόμα διατηρεί το προβάδισμα. Η Κλίντον έστρωσε το δρόμο στον Τραμπ, με τη στόχευσή της στον «κεντρώο χώρο» και την εμφανή αποθάρρυνση των νεολαίων και των προοδευτικών ανθρώπων που υποστήριξαν τον Μπέρνι Σάντερς στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών του Δημοκρατικού Κόμματος.

Αντί να επιχειρεί να κερδίσει με το μέρος της «το Bern» (ΣτΜ: αμερικανικό λογοπαίγνιο με το «Burn», δηλαδή τη φλόγα, που καθιερώθηκε για να περιγράψει το ρεύμα υπέρ του Μπέρνι Σάντερς), επιχειρεί να το σβήσει, απευθυνόμενη προνομιακά σε «βαρόνους» των Ρεπουμπλικάνων οι οποίοι ανησυχούν ότι η ανοιχτή μισαλλοδοξία και οι άστατες απόψεις για την εξωτερική πολιτική (όπως ο θαυμασμός για τον Πούτιν) που έχει ο Τραμπ θα καταστρέψουν μακροπρόθεσμα την εικόνα του κόμματός τους. Η Κλίντον έχει καταφέρει να κερδίσει την υποστήριξη σημαντικών οικονομικών χορηγών των Ρεπουμπλικάνων και σύμφωνα με τα ρεπορτάζ, ο Τζορτζ Μπους σκοπεύει να την ψηφίσει.

Στην ίδια γραμμή με αυτήν τη στρατηγική, η απίστευτα δημοφιλής Πρώτη Κυρία, Μισέλ Ομπάμα, γίνεται «όλο και πιο φιλική» με τον Τζορτζ Μπους, ανταλλάσσοντας αστεία και γελώντας μαζί του δημόσια, προκειμένου να στείλει μήνυμα στις υπηρεσίες ασφαλείας και τη στρατιωτική ηγεσία των ΗΠΑ ότι οι Δημοκρατικοί θα υπερασπιστούν αξιόπιστα τα αμερικανικά συμφέροντα διεθνώς.

Η Στάιν αποτελεί μια ριζική αντίθεση στην κατρακύλα της Κλίντον προς τα δεξιά. Υποστηρίζει τη διαγραφή των φοιτητικών χρεών (ΣτΜ: ο δανεισμός των φοιτητών για να βγάλουν το πανεπιστήμιο, που τους φορτώνει με δυσβάσταχτα χρέη από τη μέρα που αποφοιτούν είναι φλέγον ζήτημα στις ΗΠΑ), την περικοπή των στρατιωτικών δαπανών του Πενταγώνου κατά 50%, την υιοθέτηση κατώτατου ωρομισθίου στα 15 δολάρια και ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας για όλους. Το σχέδιο της Στάιν για ένα «Πράσινο Νιου Ντιλ» προβλέπει τον τερματισμό της χρήσης ορυκτών καυσίμων στις ΗΠΑ μέχρι το 2030. Έχει καλέσει ανοιχτά για τη δίωξη και την τιμωρία των ρατσιστών δολοφόνων μπάτσων, σε αλληλεγγύη με το Κίνημα Black Lives Matter (Οι Μαύρες Ζωές Μετράνε).

Η Στάιν εμφανίζεται ως το «Σχέδιο Β» για εκείνους τους υποστηρικτές του Σάντερς που ριζοσπαστικοποιήθηκαν από το κάλεσμά του για μια «πολιτική επανάσταση», αλλά δεν μπορούν να καταπιούν την απόφασή του να υποστηρίξει την Κλίντον, την οποία συνήθιζε να αποκαλεί υποψήφια του κατεστημένου και των εταιριών που «δεν είναι κατάλληλη» για την προεδρία επειδή υποστήριξε την εισβολή στο Ιράκ το 2003. Τώρα, ο Σάντερς λέει πως θα είναι μια «εξαιρετική» πρόεδρος.

Το μεγαλύτερο τμήμα της αμερικανικής Αριστεράς υποστήριξε ενθουσιωδώς τον Σάντερς όταν εκείνος κατέβαινε ενάντια στην Κλίντον. Αντί να εμπλακούν στην εκστρατεία της Στάιν, το ίδιο έπραξαν και μερικοί επαναστάτες σοσιαλιστές που στο παρελθόν πάντοτε αρνούνταν να υποστηρίξουν πολιτικούς του Δημοκρατικού Κομματος. Δυστυχώς, η υποταγή του Σάντερς στην Κλίντον σημαίνει ότι η Αριστερά είναι σε πιο αδύναμη θέση και λιγότερο ικανή να στηρίξει την Στάιν. Ακόμα χειρότερα, αρκετές σημαντικές «φιλελεύθερες» δυνάμεις (ΣτΜ: στις ΗΠΑ, ο όρος «liberal» περιγράφει προσωπικότητες, ΜΜΕ, κοινωνικές οργανώσεις που κινούνται στην «μετριοπαθή Αριστερά») τώρα δυσφημίζουν την Στάιν, χρησιμοποιώντας το προσβλητικό «η ψήφος για την Στάιν, είναι ψήφος για τον Τραμπ».

Ο Τζόσουα Χόλαντ, γράφοντας στο «The Nation», το πιο δημοφιλές προοδευτικό έντυπο στη χώρα, δικαιολογεί αυτήν τη λογική μικρότερου κακού, ισχυριζόμενος ότι «το Δημοκρατικό Κόμμα είναι ένα κέντρο πραγματικής εξουσίας σε αυτήν τη χώρα. Παρ’ όλα τα προβλήματά του και παρ’ όλη τη δουλειά που μένει ακόμα να γίνει, προσφέρει ένα χειροπιαστό μέσο για να προωθήσουμε προοδευτικούς στόχους».

Φυσικά, σε αρκετά ζητήματα υπάρχουν εμφανείς διαφορές ανάμεσα στον Τραμπ και την Κλίντον. Για παράδειγμα η Κλίντον θα υποστηρίξει κεντρώους δικαστές στο Ανώτατο Δικαστήριο, ενώ ο Τραμπ θα προσπαθήσει να διορίσει δεξιούς.

Αλλά ο Χόλαντ μπορεί να διατυπώνει τον ισχυρισμό του, μόνο αγνοώντας το γεγονός ότι οι πολιτικές της Κλίντον είναι το ίδιο το κακό από μόνες τους. Για ποιους «προοδευτικούς στόχους» του Δημοκρατικού Κόμματος μιλάει; Μήπως ένα ακόμα τεράστιο πακέτο διάσωσης της Γουόλ Στριτ; Περισσότερα drones (ΣτΜ: τα τηλεκατευθυνόμενα βομβαρδιστικά που επιχειρούν σε όλο τον πλανήτη); Ακόμα περισσότερες φυλακές; Περισσότεροι μαύροι δολοφονημένοι από την αστυνομία; Σχεδόν όλες οι μεγάλες πόλεις διοικούνται από Δημοκρατικούς δημάρχους, οι οποίοι διορίζουν τους αστυνομικούς διευθυντές οι οποίοι επιβλέπουν τις ρατσιστικές δολοφονίες.

Και θυμάστε το τρελό αίτημα της Σάρα Πέιλιν το 2008 για «κι άλλες εξορύξεις μωρό μου, κι άλλες!» («Drill, baby, brill!»); Ο Ομπάμα όχι μόνο δεν συγκρούστηκε με τη βιομηχανία των ορυκτών καυσίμων, αλλά επέβλεψε μια θηριώδη επέκταση του fracking, υποστηρίζοντας τη βιομηχανία ενάντια στην οποία αγωνίζονται σήμερα οι Ινδιάνοι Σίου στο Standing Rock. 

Αν οι ΗΠΑ είχαν ένα κανονικό κοινοβουλευτικό σύστημα, η υποστήριξη για την Στάιν πιθανότατα θα έφτανε σε διψήφια ποσοστά. Αλλά το δικομματικό σύστημα έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να αποκλείει αριστερές δυνάμεις και να κατευθύνει όλη την πολιτική ζωή στο κέντρο ενός πολύ στενού φάσματος.

Αυτό θέτει στους ριζοσπάστες και τους σοσιαλιστές ένα δίλημμα. Είτε να αποδιοργανώνουν τα κινήματα και τις οργανώσεις τους κάθε 2 ή 4 χρόνια προκειμένου να στηρίξουν τους Δημοκρατικούς, είτε να μείνουν ανεξάρτητοι από το δικομματικό σύστημα και να αφοσιωθούν στη σκληρή δουλειά της οικοδόμησης μιας οργανωμένης εναλλακτικής.

Δυστυχώς, η Αριστερά στις ΗΠΑ έχει επιλέξει ξανά και ξανά στο παρελθόν τον πρώτο δρόμο.

Το 1936, το ισχυρό Κομουνιστικό Κόμμα στοιχίστηκε πίσω από την πολιτική του New Deal, μόνο για να δει τον πρόεδρο Ρούζβελτ να υποστηρίζει την καταστολή ενάντια στους απεργούς χαλυβεργάτες και να οδηγεί τη χώρα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Οι Φοιτητές για μια Δημοκρατική Κοινωνία (Στμ: Οι SDS ήταν η σημαντικότερη ριζοσπαστική οργάνωση του φοιτητικού κινήματος και της «Νέας Αριστεράς» τη δεκαετία του ‘60) πήγαν «Ως τα μισά του δρόμου με τον LBJ» το 1964 («Half the Way with LBJ» ήταν το σύνθημα που περιέγραφε την κριτική στήριξη στον Λίντον Μπ. Τζόνσον στις προεδρικές εκλογές), επιδιώκοντας την ειρήνη, αλλά ο Τζόνσον κλιμάκωσε τον πόλεμο στο Βιετνάμ με το που ολοκληρώθηκε η καταμέτρηση των ψήφων. 

Το αντιπολεμικό κίνημα αποκλιμάκωσε και ανέστειλε τη δράση του το 2004, εναποθέτοντας τις ελπίδες του στον Οποιονδήποτε Εκτός από τον Μπους. Στήριξε τον Τζον «Reporting for Duty» Κέρι (ΣτΜ: αναφορά στην καθιερωμένη απάντηση των φαντάρων όταν δέχονται εντολές από ανώτερο, την οποία χρησιμοποίησε προεκλογικά ο Κέρι, που ήθελε να πείσει είναι έτοιμος να χειριστεί τον πόλεμο), ακόμα κι αν το «ειρηνευτικό σχέδιό» του περιλάμβανε την αποστολή ακόμη περισσότερων στρατιωτών στο Ιράκ.  

Αντί να υποκύψουν σε αυτόν τον εκβιασμό, οι αγωνιστές θα πρέπει να ψηφίσουν την Στάιν. Όχι επειδή μπορεί να νικήσει, αλλά επειδή δύο ή τρία εκατομμύρια ψήφοι θα βοηθήσουν να γίνει ορατή μια αναδυόμενη Αριστερά. Το ίδιο το Πράσινο Κόμμα είναι πολύ αδύναμο. Δεν έχει τίποτα από την οργανωμένη δύναμη που είχε ο ΣΥΡΙΖΑ όταν νίκησε τις εκλογές του Γενάρη του 2015, και απέχει πάρα πολύ από τη δημοφιλία των Podemos, ή ακόμα και του Die Linke. Στην πραγματικότητα, η καμπάνια της Στάιν είναι απλώς ένας ακόμα παράγοντας που πρέπει να συμπεριληφθεί στην προσπάθεια ανάπτυξης των κοινωνικών κινημάτων και της εργατικής πολιτικής που θα χρειαστεί να χτίσουμε τα ερχόμενα χρόνια, όποιος κι αν κερδίσει το Νοέμβρη.

Ο Χάουαρντ Ζιν, θρυλικός αγωνιστής και συγγραφέας της «Ιστορίας του Λαού των ΗΠΑ», εξήγησε κάποτε γιατί στην Αριστερά δεν έχουμε την πολυτέλεια να παραδίδουμε τις οργανώσεις και τις ιδέες μας στο Δημοκρατικό Κόμμα κάθε τέσσερα χρόνια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε μετά να παλέψουμε ενάντια σε κυβέρνηση Ρεπουμπλικάνων. Ο Ζιν κατέληγε: «Δεν έχει σημασία ποιος καταλαμβάνει το Λευκό Οίκο, αλλά ποιος κάνει καταλήψεις» (“It’s not who is sitting in the White House that matters, it’s who is sitting in.”, αναφορά στα sit-ins, τις καθιστικές διαμαρτυρίες σε κτίρια από το Κίνημα για τα Πολιτικά Δικαιώματα).

Το καθήκον μας δεν είναι να εκλέξουμε τη Χίλαρι Κλίντον. Είναι να εργαστούμε για τη συγχώνευση του ενδιαφέροντος που προκάλεσε ο Σάντερς για τον σοσιαλισμό με την οργή που εκφράζουν κινήματα όπως το Occupy Wall Street, το Fight for 15 και το Black Lives Matter, σε οργανώσεις που θα μπορούν να στέκονται στα δικά τους πόδια και να εκφράζουν τις δικές τους ιδέες.  

* Ο Todd Chretien είναι στέλεχος της ISO, επαναστατικής σοσιαλιστικής οργάνωσης στις ΗΠΑ που υποστηρίζει την καμπάνια της Ζιλ Στάιν.

Ετικέτες