Κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης του εγκλεισμού λόγω πανδημίας, η τηλεργασία φάνταζε, ακόμα και στον κόσμο της δουλειάς, ως μια πιο ασφαλής και βολική «λύση». Επιβλήθηκε, αφενός για την προστασία των εργαζομένων, και αφετέρου για την αναπλήρωση των συμβάσεων εργασίας που τέθηκαν σε αναστολή. Η αξιοποίηση αυτής της μορφής εργασίας ενεργοποιήθηκε ελλείψει επαρκών χώρων και συνολικότερων μέτρων προστασίας.

Τα προβλήματα που δημιούργησε είναι περισσότερα από αυτά που υποτίθεται ότι έλυσε, ενώ ήδη βιώνουμε το δεύτερο κύμα κορονοϊού, έχοντας ανθρώπινες, υγειονομικές, οικονομικές κι εργασιακές απώλειες κυρίως η πλευρά της εργαζόμενης κοινωνίας.

Παρότι, η αξιοποίηση αυτής της μορφής εργασίας συνέβαλε στην αποφυγή της διασποράς του ιού, ωστόσο, αυτή υπηρέτησε πρωτίστως τα εργοδοτικά συμφέροντα. Η εφαρμογή της επιβεβαίωσε τις διατυπωμένες ανησυχίες για την τηλεργασία.

Σήμερα, η τηλεργασία προπαγανδίζεται από την κυβέρνηση και τον ΣΕΒ, τους βιομήχανους, αποσιωπώντας ή και εξωραΐζοντας τις επιπτώσεις της στις σχέσεις εργασίας:

  • Ρευστοποίηση του χρόνου εργασίας και εντατικοποίηση της εργασίας: Η μεταφορά της εκτέλεσης της εργασίας από τον τόπο εργασίας στον τόπο κατοικίας επιφέρει αλλαγές όχι μόνο στον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας αλλά και στον χρόνο, αφού ο χρόνος εργασίας και ο ελεύθερος χρόνος ρευστοποιούνται. Τα ωράρια ξεχειλώνουν καθώς οι εργοδότες δεν αναγνωρίζουν λήξη ωραρίου, και οι εργαζόμενοι πολλές φορές πιέζονται να αποδείξουν ότι εργάζονται και δεν «κάθονται», όπως τους κατηγορεί η εργοδοσία, με αποτέλεσμα να δουλεύουν με εξοντωτικούς ρυθμούς. Άλλωστε δεν ήταν λίγες οι καταγγελίες για παραβίαση του ωραρίου των τηλεργαζόμενων κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

  • Ρευστοποίηση του προσωπικού και εργασιακού χρόνου: Πολλοί/ες επικαλούνται ότι η τηλεργασία θα απελευθερώσει ελεύθερο χρόνο εργασίας, αφού οι εργαζόμενοι/ες θα «κερδίσουν» το χρόνο μετάβασης και επιστροφής προς και από τον τόπο εργασίας τους και ότι η σχετική «αυτονόμησή» τους από το τυπικό ωράριο εργασίας θα τους επιτρέψει να εκπληρώσουν άλλες υποχρεώσεις. Ωστόσο, η εντατικοποίηση της εργασίας, η διάχυση του χρόνου εργασίας, η καταστρατήγηση του νομίμου ωραρίου, το άγχος για την επίτευξη των εργασιών καθώς και η διαρκής επιτήρηση του εργοδότη και εκτός ωραρίου εργασίας θα καταστήσει τους τηλεργαζόμενους και τις τηλεργαζόμενες προσωπικό διαρκούς ετοιμότητας, γεγονός που θα αποδιοργανώσει πλήρως την ιδιωτική τους ζωή.

  • Μετατροπή του καθεστώτος εργασίας: Η μη φυσική παρουσία του εργαζομένου στον χώρο εργασίας διευκολύνει τον αποχαρακτηρισμό της μισθωτής εξαρτημένης σχέσης εργασίας και τη μετατροπή της σε σχέση «ανεξάρτητης απασχόλησης», δηλαδή σε «μπλοκάκι», όπου αυτό δεν ίσχυε. Μια φαινομενική ανεξαρτησία που υποκρύπτει εξαρτημένη εργασία. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και σε μεγάλους ομίλους και τράπεζες, είτε για να υλοποιηθούν ευκολότερα σχέδια μαζικών μειώσεων προσωπικού, είτε για να εγκαθιδρύσουν μονιμότερα τέτοια καθεστώτα εργασίας, μετακυλίοντας κόστη υποδομής (χώρων, ρεύματος κ.λπ) στους εργαζόμενους, παράλληλα με την κατάργηση των εργασιακών δικαιωμάτων που συνεπάγεται αυτή η «ανεξαρτησία».

  • Περαιτέρω υποβάθμιση της ζωής και της εργασίας των γυναικών: Η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας μέσα από την εφαρμογή των μνημονιακών διατάξεων και η κυριαρχία των ευέλικτων μορφών εργασίας προσέδωσαν στην εργασία των γυναικών ακόμα πιο ισχυρά χαρακτηριστικά εφεδρείας. Οι γυναίκες αποτελούν πλέον το εργατικό δυναμικό που εργάζεται στην πλειοψηφία του, μη ηθελημένα, με καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης. Οι διαδρομές μεταξύ της κατοικίας και του τόπου εργασίας πληθαίνουν. Τον «ελεύθερο χρόνο» της η εργαζόμενη γυναίκα τον αφιερώνει στην οικογένειά της. Η τηλεργασία θα μειώσει αυτές τις διαδρομές των γυναικών, ωστόσο θα υποβαθμίσει περαιτέρω την ζωή και την εργασία των γυναικών αφού θα κληθούν να εκτελέσουν ταυτόχρονα πολλαπλούς ρόλους μέσα στο σπίτι. Οι εργοδότες θεωρούν αναμενόμενο η εργασία να συνδυάζεται με την ταυτόχρονη φροντίδα των παιδιών, και η τηλεργασία κατάργησε σε πολλές περιπτώσεις τις γονεϊκές άδειες ειδικού σκοπού στην πράξη. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο ΣΕΒ (βιομήχανοι), με τον οδηγό του για την τηλεργασία, απευθύνεται πρωτίστως στις εργαζόμενες αφού τις θεωρεί «φυσικές υπεύθυνες» για όλες τις εργασίες της κοινωνικής αναπαραγωγής.

  • Εμπόδια στη συνδικαλιστική οργάνωση: Η απουσία καθημερινής επικοινωνίας στους χώρους δουλειάς δημιουργεί επιπρόσθετες δυσκολίες στη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων, και είναι ένας από τους λόγους που η εργοδοσία μεγάλων επιχειρήσεων προωθεί την τηλεργασία. Τα εμπόδια αυτά δεν είναι προφανώς ανυπέρβλητα, όπως έδειξαν εμβληματικές περιπτώσεις τηλε-κινητοποιήσεων, όπως η στάση εργασίας στην (πρώην taxi)BEAT. Παρόλα αυτά η εργοδοσία έφτασε την περίοδο της καραντίνας, με την πρόφαση των υγειονομικών πρωτοκόλλων να μην επιτρέπει την πρόσβαση σε γραφεία επιχειρησιακών σωματείων εντός των επιχειρήσεων, έστω και σε ένα μέλος του ΔΣ (σε κτήρια που κατά τα λοιπά ήταν σχεδόν άδεια πλην του προσωπικού ασφαλείας οπότε δεν υπήρχε κίνδυνος).

Οι εξαγγελίες Βρούτση για την τηλεργασία, φαντάζουν ανέκδοτο, όταν επί μήνες έχουν νομοθετήσει νέες μορφές εργοδοτικής αυθαιρεσίας, έχουν κλείσει το μάτι σε ακραία καταχρηστικές πρακτικές όπως της αναστολής των συμβάσεων την ώρα που οι εργαζόμενοι δούλευαν κανονικά, και έχουν απελευθερώσει την εργοδοτική ασυδοσία με την περαιτέρω αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών, με το πρόσχημα ότι πρέπει να στηριχθούν οι επιχειρήσεις λόγω της δύσκολης κατάστασης. Άλλωστε, τα πεπραγμένα του Υπουργού Εργασίας μας λένε ότι μετατροπή της εργασίας σε τηλεργασία αποτέλεσε μονομερές διευθυντικό δικαίωμα. Πράγμα που οδήγησε σε ζούγκλα και από υγειονομικής άποψης: Πολλές μικρές επιχειρήσεις που έχουν την κουλτούρα του «ελέγχου», διά της φυσικής παρουσίας, επέβαλαν στους εργαζόμενους την παύση της τηλεργασίας χωρίς την τήρηση κανενός πρωτοκόλλου αποστάσεων, πριν καν λήξει η περίοδος της καραντίνας.

Επειδή οι ζωές και η υγεία μας είναι πάνω από τα κέρδη τους, διεκδικούμε :

  • Την κατάργηση του δικαιώματος των εργοδοτών να μετατρέπουν μονομερώς τη σχέση εργασίας σε τηλεργασία. Όταν προβλέπεται από τις κρατικές οδηγίες στη βάση των επιδημιολογικών δεδομένων, η τηλεργασία να είναι δικαίωμα του εργαζομένου και να διασφαλίζεται για λόγους προστασίας της υγείας.

  • Η τηλεργασία να μην μετατραπεί σε μόνιμη συνθήκη για κανέναν εργαζόμενο και εργαζόμενη μετά το πέρας της πανδημίας.

  • Τη θέσπιση αυστηρού νομοθετικού πλαισίου για την προστασία του χρόνου εργασίας, των όρων εργασίας και της ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων καθώς και τη διασφάλιση των αργιών και όλων των θεσμοθετημένων, με νόμους ή ΣΣΕ, αδειών.

  • Την προστασία των δικαιωμάτων των τηλεργαζόμενων γυναικών.

  • Την απαγόρευση κάθε συστήματος επιτήρησης και ελέγχου εντός της κατοικίας (κάμερες, όπως επιχειρήθηκε ήδη σε call-center, λογισμικά παρακολούθησης κλπ).

  • Τη νομοθετική ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών προκειμένου να αντεπεξέλθουν στον έλεγχο της τηλεργασίας. Την στελέχωση, εκπαίδευση και κατάρτιση των υπαλλήλων των ελεγκτικών μηχανισμών

  • Την τεχνική διασφάλιση του ελέγχου από το κράτος και του ωραρίου με κεντρικό σύστημα ελέγχου του “login” σε αντιστοιχία με την «κάρτα». Οι εργαζόμενοι/ες όταν συνδέονται στα συστήματα της επιχείρησης αυτό να καταγράφεται και σε κρατικό πληροφοριακό σύστημα. Την παροχή εταιρικών ή διαδικτυακών τηλεφώνων που αποσυνδέονται με τη λήξη του ωραρίου.

  • Την παροχή εξοπλισμού (υπολογιστών, ειδών γραφείου κ.λπ. από την εργοδοσία). Επιπλέον, την καταβολή επιδόματος ενοικίου από την εργοδοσία για όσο διαρκεί η πανδημία, αφού υπάρχει ανάγκη για τη διαμόρφωση/συντήρηση χώρου «γραφείου» εντός της κατοικίας

Επειδή η νέα τεχνολογία θα πρέπει να αξιοποιείται σε όφελος των εργαζομένων, το ΜΕΤΑ καλεί τους εργαζομένους και τα Σωματεία, που έχουν δικαιωματικά λόγο στις όποιες παρεμβάσεις και εφαρμογές τηλεργασίας επιχειρηθούν να νομιμοποιηθούν και να μονιμοποιηθούν, να αγωνιστούν για μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη δικαιώματα. Να διεκδικήσουν την κατάργηση κάθε μορφής ελαστικής εργασίας, μείωση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας με διατήρηση μισθών και των δικαιωμάτων. Να μην επιτρέψουν στην κυβέρνηση, το υπουργείο Εργασίας και την εργοδοσία να ανατρέψουν την προσωπική και την κοινωνική ζωή των εργαζομένων, μετατρέποντάς την σε «big brother» με «αποχωρήσεις» – απολύσεις, μείωση μισθών και παράλληλη μεταφορά του λειτουργικού κόστους στην τσέπη των εργαζομένων.

    Αύγουστος 2020                                          

Ετικέτες