Στο δρόμο προς τις κάλπες, έντονες είναι οι διεργασίες στα δεξιά της ΝΔ.

Μερικές φορές αγγίζουν τα όρια της φαιδρότητας, αλλά η κινητικότητα αυτού του χώρου αποτελεί πάντοτε έναν δυνητικό κίνδυνο. Η ενεργοποίηση δυνάμεων που φιλοδοξούν να εκφράσουν πολιτικά ένα υπαρκτό εκλογικό-κοινωνικό δυναμικό με «ανοιχτά αυτιά» προς τις αντιδραστικές ιδέες είναι ένας παράγοντας που πρέπει να παίρνει υπόψη το αντιρατσιστικό κίνημα και η Αριστερά.  

Ανασύσταση του χώρου

Το 2019 η ακροδεξιά ψήφος κατακερματίστηκε. Το τμήμα που συγκρατήθηκε γύρω από την ΧΑ δεν αρκούσε για να την είσοδό της στη Βουλή, ενώ άλλοι επέστρεψαν στη μεγάλη «ομπρέλα» της ΝΔ και άλλοι συντάχθηκαν με το νεοπαγές τότε κόμμα του Βελόπουλου που επιχειρούσε να ηγεμονεύσει στον «πατριωτικό χώρο». Από τότε, όμως έχουν μεσολαβήσει πολλά. Έχει παρέλθει μια τετραετία στην οποία περιλαμβάνεται η πανδημική κρίση, τα οικονομικά της συνεπακόλουθα, το τσάκισμα του κοινωνικού κράτους, η όξυνση των ρατσιστικών πολιτικών και η ένταση στα ελληνοτουρκικά. Ο Μητσοτάκης επιχείρησε να παίξει μπάλα σε ένα προνομιακό πεδίο για τη δεξιά, προτάσσοντας την ασφάλεια, την πατρίδα και το επιχειρείν σε πρώτο πλάνο. Αυτό έδωσε ζωτικό πεδίο παρέμβασης για διαφόρους πολιτευτές της άκρας δεξιάς που μυρίστηκαν πολιτικό ψωμάκι. Το 2019, η ΝΔ συγκροτούσε πολιτικό ρεύμα νίκης και συσπείρωνε τη δεξιά ψήφο, ενώ σήμερα βρίσκεται σε κρίση, που μπορεί να «απελευθερώσει» συντηρητικά  ακροατήρια και αυτό ανοίγει την όρεξη στους διάφορους σχηματισμούς «στα δεξιά της Δεξιάς». Κάπως έτσι διαμορφώνεται μια νέα πολιτική χαρτογράφηση σε αυτό το χώρο, που θέτει ως κέντρο του προφανώς την πατρίδα, την πρόσδεση στη μία ή την άλλη ιμπεριαλιστική δύναμη, την έμφαση στη θρησκεία και την οικογένεια, τον αντιπροσφυγικό λόγο και τον αντιτουρκισμό. 

Ο Βελόπουλος είναι η υπαρκτή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση αυτού του ρεύματος. Με θεωρίες συνωμοσίας, επικοινωνιακά κόλπα και προϊστορία στον εθνικιστικό χώρο, επιχειρεί να αξιοποιήσει τη φθορά της ΝΔ, ειδικά μετά την επιτάχυνσή της από το έγκλημα στα Τέμπη. Αλλά οι διεργασίες είναι πυκνές και στην εξωκοινοβουλευτική ακροδεξιά. Μια φιλόδοξη απόπειρα ενοποίησης αυτού του χώρου εξελίχθηκε με κέντρο το κόμμα Τζήμερου-Κρανιδιώτη, που συνδυάζει τον πιο αχαλίνωτο νεοφιλελευθερισμό με την πιο έξαλλη επιθετικότητα σε ό,τι θεωρείται «ατζέντα της Αριστεράς» και προσέλκυσε «αστέρια» της ελληνικής ιντερνετικής Alt-Right (Μπογδάνος, Λατινοπούλου), πριν ακολουθήσουν οι τραγελαφικές εξελίξεις διαγραφών-διασπάσεων-αλληλομαχαιρωμάτων. Αυτές θα προκαλούσαν μόνο γέλιο αν δεν εμπλέκονταν και «οικονομικοί παράγοντες», από τον  εργολάβο Πρόδρομο Εμφιετζόγλου (ο οποίος αποφάσισε να μετατραπεί από «χορηγός» άλλων ακροδεξιών κομμάτων σε ιδιοκτήτης δικού του) μέχρι τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο (για την στήριξη του οποίου ερίζουν όλες οι φυλές της ακροδεξιάς). Ασφαλώς υπάρχει και ένα τμήμα στελεχών που επιμένει στην «μεγάλη ομπρέλα» της ΝΔ, με εμβληματικό τον Γιώργο Καρατζαφέρη, που όπου σταθεί και όπου βρεθεί αποθεώνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και δηλώνει έτοιμος να δώσει αγώνα για να ανακόψει τις απώλειες της ΝΔ «στον κόσμο της Δεξιάς».

Κασιδιάρης και ευθύνες

Όλο το παραπάνω ακροδεξιό τουρλουμπούκι προκαλεί ενίοτε γέλιο με τους καυγάδες του και δείχνει ανίκανο να δημιουργήσει συνεκτική-κοινή πρόταση. Ο λόγος που το παρουσιάζουμε είναι για να αναδείξουμε ότι υπάρχει ένας χώρος στα δεξιά της ΝΔ, στη διεκδίκηση του οποίου στηρίζονται οι φιλοδοξίες ενός «γαλαξία» γκροτέσκων στελεχών και δυνάμεων να παίξουν πολιτικό ρόλο. 

Το πιο ανησυχητικό είναι ότι αυτός που δείχνει να «παίρνει κεφάλι» σε αυτό το διαγκωνισμό είναι ο φυλακισμένος νεοναζί Ηλίας Κασιδιάρης. Με την ανοχή των Αρχών, από τη φυλάκισή του κι έπειτα, κάνει κανονικό προεκλογικό αγώνα. Έχει στήσει έναν κομματικό μηχανισμό εκτός φυλακής, ενώ ο ίδιος μέσα από το κελί προβάλλεται ως πολιτικός κρατούμενος που φιμώνεται για τις ιδέες του. Το εθνικιστικά και ρατσιστικά λογύδριά του στο διαδίκτυο συγκεντρώνουν εκατοντάδες χιλιάδες προβολές. Πολλές δημοσκοπήσεις τον παρουσιάζουν σε ποσοστά διεκδίκησης της εισόδου στη Βουλή, κάνοντας σαφές ότι από τα θραύσματα της ΧΑ, το κόμμα Κασιδιάρη ήταν αυτό που κατάφερε να «κληρονομήσει» προνομιακά τους πιο αμετανόητους οπαδούς της (2,93% το 2019)  να ανασυγκροτήσει πολιτική δύναμη. 

Το αναβάπτισμα του νεοναζί Κασιδιάρη στην πολιτική σκηνή το είχαμε δει πριν τη φυλάκισή του. Ο ίδιος ίδρυσε νέο κόμμα με τη μορφή θεσμικής ακροδεξιάς και όχι νεοναζιστικής οργάνωσης, χωρίς να αμφισβητείται ότι αυτό το νέο μόρφωμα έχει στους κόλπους του νεοναζιστικούς βραχίονες. Η δημόσια εικόνα άλλαξε, όχι η πολιτική ατζέντα. Και με αυτό τον τρόπο επιβεβαιώθηκαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής στη δίκη της Χρυσής Αυγής και όλοι όσοι μετά την απόφαση δήλωναν ότι τελειώσαμε με τη Χρυσή Αυγή, όχι όμως με τον κίνδυνο του φασισμού. Κάπως έτσι φτάσαμε στο σημείο, η ΝΔ στο παραπέντε κυριολεκτικά των εκλογών, να επιχειρεί να ανακόψει την κάθοδο του κόμματος Κασιδιάρη στις εκλογές, με το βλέμμα στην διευκόλυνση της αυτοδυναμίας της (τότε…) και  φέρνοντας προς ψήφιση στη βουλή ένα νομοσχέδιο το οποίο δεν αποτελεί αντιφασιστική νομοθεσία, αλλά υποστηρίζει ιδεολογικά λογικές «δύο ακρών». Αυτό μάλιστα, γίνεται, χορηγώντας στον Άρειο Πάγο το δικαίωμα να προβαίνει σε ουσιαστικό έλεγχο των προγραμμάτων, των διακηρύξεων και των σκοπών πολιτικών κομμάτων που καταρτίζουν εκλογικούς συνδυασμούς. 

Αντιρατσιστικό κίνημα και Αριστερά

Το αντιρατσιστικό κίνημα και η Αριστερά οφείλουν να παρέμβουν στο νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται. Η κρίση επιδεινώνεται, η κοινωνία βουλιάζει και τα συστημικά κόμματα αδυνατούν να δώσουν απάντηση. Το αν θα υπάρξουν συλλογικοί αγώνες και διεκδικήσεις που θα ενισχύουν την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων και θα ενισχύουν τις τάσεις πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης ή αν θα υπάρξει απόγνωση και απελπισία, που ενισχύει τις πιο σκοτεινές δυνάμεις, είναι ένα ανοιχτό στοίχημα που χρειάζεται να το δούμε σοβαρά. Ο αντιφασιστικός, αντιρατσιστικός και αντιπολεμικός λόγος χρειάζεται να ριζώσει μέσα στους κοινωνικούς χώρους. Να γίνει κομμάτι της παρέμβασης σε σχολεία, σχολές, χώρους δουλειάς. Να υπάρξουν συγκλίσεις και μέτωπα μπροστά στις προκλήσεις που ανοίγονται χωρίς μικροηγεμονισμούς και αυτοαναφορικότητες. Μόνο έτσι μπορούμε να απαντήσουμε πολιτικά στην θεσμική ρατσιστική πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και στα ακροδεξιά ζιζάνια που ξεφυτρώνουν το ένα μετά το άλλο.

Τα προηγούμενα χρόνια δόθηκαν μεγάλες και ιστορικές μάχες απέναντι στο φασισμό. Το τρίπτυχο μαζικά-ενωτικά-ριζοσπαστικά, βρήκε την καλύτερή του έκφραση στους δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές/τριες έξω από το Εφετείο, τον Οκτώβριο του 2020. Πάνω σε αυτή την εμπειρία πρέπει να πατήσει το αντιρατσιστικό κίνημα και η Αριστερά προκειμένου να μην υπάρξει σπιθαμή πολιτικού χώρου για την ακροδεξιά. Οι μαζικές κινητοποιήσεις του τελευταίου διαστήματος έδωσαν τον τόνο. Οι γενικές απεργίες, η 8η και η 21η Μάρτη, οι κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών, οι διαδηλώσεις για την ιδιωτικοποίηση του νερού, είναι σημάδια μιας πολιτικής αφύπνισης μετά το λήθαργο της πανδημίας. Στο χέρι μας είναι αυτή η αφύπνιση να γίνει συνείδηση και η αγανάκτηση να γίνει δύναμη. Στο χέρι μας είναι να μην επιτρέψουμε στο φίδι να βγει από την τρύπα του.

*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά

Ετικέτες