Στις 31 Μάρτη, 1 εκατομμύριο άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους να διαδηλώσουν την εναντίωσή τους στο νόμο της νέας εργασιακής μεταρρύθμισης που εισηγήθηκε ο Γάλλος Πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ του κυβερνώντος Σoσιαλιστικού Κόμματος.

Προηγούμενα, στις 9 Μάρτη, περίπου 500.000 άνθρωποι είχαν διαδηλώσει σε περισσότερες από 250 πόλεις σε όλη τη χώρα. Πρόκειται για μια πανεθνική λαϊκή κινητοποίηση νεολαίων, συνταξιούχων, εργαζομένων, μαθητών και φοιτητών, οδηγών φορτηγών και άλλων. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό είναι η ανάδειξη μιας νέας γενιάς που εμφανίζεται όχι μόνο στις διαδηλώσεις και απεργίες σε σχολεία και πανεπιστήμια, αλλά και στους χώρους δουλειάς και στις συνδικαλιστικές δράσεις.

Στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν το κίνημα εκφράζεται με διαφορετικές μορφές σε κάθε χώρα, υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των εκατομμυρίων νέων που κατέλαβαν τα κέντρα των μεγαλύτερων πόλεων της Ισπανίας με τη σημαία των αγανακτισμένων, εκείνων που συμμετείχαν στο νέο αριστερό κόμμα Podemos και της νεολαίας που συμμετείχε στο κίνημα Occupy των ΗΠΑ. Αυτός ο νέος κύκλος ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας εκφράστηκε επίσης στις διαδηλώσεις ενάντια στην κλιματική αλλαγή (που έπρεπε να αψηφήσει την κυβερνητική απαγόρευση που επιβλήθηκε στον απόηχο των τρομοκρατικών επιθέσεων του Νοέμβρη) στη Διεθνή Διάσκεψη COP 21 στο Παρίσι τον περασμένο Δεκέμβρη.

Το στοιχείο που ενοποιεί και συσπειρώνει όλους αυτούς τους αγώνες είναι ότι αποτελούν την πρώτη απόρριψη του κυβερνητικού νόμου εργασιακής μεταρρύθμισης, που αποτελεί μια απειλή μεγέθους «ατομικής βόμβας» σε ένα ευρύ φάσμα δικαιωμάτων και κοινωνικών κατακτήσεων. Η κυβερνώσα «Αριστερά» τολμά να κάνει όσα δεν τόλμησε η πιο αντιδραστική δεξιά: δηλαδή, την καταστροφή του Εργατικού Κώδικα –νόμοι, ρυθμίσεις, διατάγματα- που κερδήθηκαν έπειτα από δεκάδες αγώνες και κοινωνικές συγκρούσεις για να προστατεύουν τους εργάτες από την καπιταλιστική εκμετάλλευση.

Μέχρι σήμερα, οι προβλέψεις του Εργατικού Κώδικα υπερίσχυαν των εταιρικών συμφωνιών, των ατομικών συμβάσεων, διαφόρων «εξαιρέσεων», ακόμα και του Νέου Εργασιακού Νόμου -που αποκαλείται συχνά Νόμος Ελ-Κομρί από το όνομα της Υπουργού Εργασίας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μυριάμ Ελ Κομρί. Οι προτεινόμενες αλλαγές αντιστρέφουν την ιεραρχία των κοινωνικών κανόνων, υποτάσσοντας τα κοινωνικά δικαιώματα στην «εύρυθμη λειτουργία της επιχείρησης».

Έτσι, βασιζόμενες στην καλή θέληση των αφεντικών και υπό τον εκβιασμό της ανεργίας, οι επί μέρους συμφωνίες μεταξύ διεύθυνσης και εργαζομένων θα καθορίζουν τη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας, τους μισθούς και τις απολύσεις χωρίς περιορισμούς από τους υπάρχοντες κανονισμούς. Το τέλος του εβδομαδιαίου 35ώρου θα υποχρεώσει τους εργαζομένους να εργάζονται περισσότερο για λιγότερα χρήματα. Κι αν τα κέρδη πέφτουν, το αφεντικό θα μπορεί να αυξάνει τα ωράρια κρατώντας σταθερούς προς τα κάτω τους μισθούς κατά τη διάρκεια του έτους. Με άλλα λόγια, η νέα μεταρρύθμιση σημαίνει τη μετατροπή κάθε πτυχής της εργασίας σε επισφαλή. Λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, γίνονται εύκολα κατανοητές οι ισχυρές αντιδράσεις του εργατικού κινήματος και της νεολαίας.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη, ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 70% του γαλλικού πληθυσμού αντιτίθεται στο νομοσχέδιο, και μια καμπάνια στα social media έχει ήδη συγκεντρώσει περισσότερα από 1,2 εκατομμύρια υπογραφές. Έκτοτε, το κίνημα έχει απογειωθεί, όχι μόνο γιατί οι άνθρωποι είναι οργισμένοι με την εργασιακή μεταρρύθμιση, αλλά και γιατί εξεγείρονται ενάντια στα μακροχρόνια αποτελέσματα της καπιταλιστικής κρίσης: την έκρηξη των ανισοτήτων, την κοινωνική αδικία, τις πολιτικές λιτότητας, το ότι η οικονομική ζωή βασίζεται στην καπιταλιστική κερδοφορία και τον ανταγωνισμό, την τυφλή καταστροφή του περιβάλλοντος από το υπαρκτό παραγωγικό μοντέλο.

Αυτή η οργή για τις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες συγχωνεύεται με τα αιτήματα για την υπεράσπιση της δημοκρατίας κι ενάντια στη Συνταγματική Αναθεώρηση που προτάθηκε από τον Ολάντ (και τελικά αποσύρθηκε), μια αναθεώρηση που απειλούσε να αφαιρεί την υπηκοότητα από όσους κατηγορούνται για τρομοκρατία –μια πρόταση που θα εξυπηρετούσε μόνο στη στοχοποίηση ενός ολόκληρου τμήματος του μεταναστευτικού πληθυσμού. Περισσότερη λιτότητα, διακρίσεις και ρατσισμός -ως εδώ και μη παρέκει! Το φράγμα σπάει και οι άνθρωποι βγαίνουν στους δρόμους!

Αναπτύσσονται και νέες μορφές αγώνων, όπως καταλήψεις συμβολικών τοποθεσιών έπειτα από μεγάλες διαδηλώσεις. Χιλιάδες νέοι και νέες συμμετέχουν σε μια πρωτοβουλία που αποκαλείται «Όρθιοι τη Νύχτα» ("Nuit debout" στα γαλλικά) στην Πλατεία Δημοκρατίας-την κεντρική Πλατεία του Παρισιού. Ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα ενός συνόλου δημοσιογράφων, διανοουμένων και ακτιβιστών, χιλιάδες άνθρωποι χωρίς συνδικάτο ή πολιτική ένταξη συμμετέχουν, καταλαμβάνοντας τις πλατείες και συζητούν πολιτικά για πολλές ώρες. Αυτές οι χιλιάδες νεολαίοι έχουν αποφασίσει να συνεχίσουν τον αγώνα.  

Συνολικά, αυτό το κίνημα θα μπορούσε να λάβει νέες διαστάσεις καθώς διαδραματίζεται σε ένα περιβάλλον κοινωνικής και πολιτικής κρίσης. Το κίνημα της νεολαίας και το εργατικό κίνημα ξυπνάνε σε μια στιγμή που ο Ολάντ και η κυβέρνηση είναι πιο αδύναμοι από ποτέ. Ο Ολάντ υποχρεώθηκε σε υποχώρηση και ακύρωσε την προτεινόμενη συνταγματική αναθεώρηση που αφορούσε την υπηκοότητα. Αλλά ξαφνικά, για χιλιάδες νέους και εργαζόμενους, αυτή η υποχώρηση μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερες διεκδικήσεις αντί για αποσυσπείρωση.

Στην πραγματικότητα, όλο αυτό εξελίσσεται σε μια αποφασιστική αναμέτρηση μεταξύ της κυβέρνησης και των νέων, των εργαζομένων και των συνδικάτων που απορρίπτουν το νομοσχέδιο. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση κατόρθωσε εν μέρει τη διάσπαση των εργαζομένων με την εξασφάλιση της υποστήριξης της CFDT ( Γαλλική Συνομοσπονδία Δημοκρατών Εργατών). Αλλά η πλειοψηφία των συνδικάτων, η CGT (Γενική Συνομοσπονδία Εργατών), η FO (Εργατική Δύναμη), η FSU (Ομοσπονδία των Ενωμένων Συνδικάτων) και η Solidaires (ή SUD-Ενωμένη Δημοκρατική Αλληλεγγύη) - συνεχίζει να απαιτεί την απόσυρση του νόμου της εργασιακής μεταρρύθμισης, ενθαρρυμένη και από την πλατιά στήριξη των εργαζομένων. Εν τω μεταξύ, η κοινοβουλευτική συζήτηση για το νομοσχέδιο θα διαρκέσει έως τον Ιούνιο, και δεν μπορεί να αποκλειστεί κάποιου είδους κοινοβουλευτικό «ατύχημα», όπου η κυβέρνηση θα αποτύχει να στηρίξει την ίδια της την πρόταση, ανοίγοντας το δρόμο σε μια εθνική πολιτική κρίση.

Περισσότερες διαδηλώσεις οργανώνονται τις ερχόμενες εβδομάδες. Το κίνημα συνεχίζει, βαθαίνει και σκληραίνει, αυξάνοντας τις πιθανότητες για μετωπική σύγκρουση με την κυβέρνηση. Θέτει το ερώτημα του με ποιον τρόπο μπορεί να συνδεθεί η γενικευμένη κινητοποίηση της πλειοψηφίας του πληθυσμού με αυτές τις νέες μορφές αγώνα –ιδιαίτερα με την κατάληψη δημοσίων χώρων και συγκεκριμένων περιοχών, και με τους αποκλεισμούς δρόμων που διακόπτουν την ήσυχη και συνηθισμένη ροή των πραγμάτων (το ‘business as usual’). Πώς μπορούν να συνδυαστούν η συντονισμένη δράση των συνδικάτων με τις μορφές αυτοοργάνωσης της νεολαίας και των εργατών; Πώς μπορούμε, όχι μόνο να αποκαταστήσουμε την ισχύ και την αξιοπιστία των εθνικών ημερών απεργίας, αλλά και να ενισχύσουμε την προοπτική απεργιών διαρκείας εφόσον η κυβέρνηση δεν αποσύρει το σχέδιο εργασιακής μεταρρύθμισης; Αυτά είναι τα ερωτήματα με τα οποία έχουμε σήμερα να αναμετρηθούμε.

(δημοσιεύτηκε στο σάιτ του NPA  στις 5 Απρίλη, με τίτλο "Κάτι άλλαξε στην πολιτική και κοινωνική κατάσταση". Μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον Todd Chretien για το socialistworker.org όπου δημοσιεύτηκε με εισαγωγή του SW. Εδώ, παραθέτουμε, χωρίς την εισαγωγή, μεταφρασμένο το κείμενο των δύο στελεχών του NPA)

Ετικέτες