Βρισκόμαστε τώρα αντιμέτωποι με τη σκληρή αλήθεια ότι οι εργαζόμενες τάξεις γύρισαν την πλάτη στη Λαϊκή Ενότητα, και για να είμαστε ακριβείς θεώρησαν κυριολεκτικά ανύπαρκτη την εναλλακτική λύση που παρουσίασε το κόμμα που στηρίξαμε. Θα έπρεπε να είναι προφανές, σε όλους όσοι νιώθουν ότι μπορούν να συνεχίσουν, ότι μετά από μια τέτοια συντριπτική ήττα δεν είναι δυνατόν να συνεχίζουμε όπως πρώτα, και ότι πρέπει να ανοίξει αμέσως μια μεγάλη συζήτηση για τη νέα πολιτική οργάνωση που πρέπει να συγκροτήσουμε, και μάλιστα από μηδενική βάση, ανοίγοντας εξ’ υπαρχής όλα τα ζητήματα, από τις ιδεολογικές και θεωρητικές μας αναφορές, το στρατηγικό μας στόχο και πώς να τον πετύχουμε, το πολιτικό μας πρόγραμμα το άμεσο και το μεταβατικό, έως τη μορφή της οργάνωσης που πρέπει να υιοθετήσουμε και την εσωκομματική δημοκρατία.

Για να πετύχουμε όμως αυτά, θα πρέπει να εκτιμήσουμε ορθά τα επίδικα αντικείμενα της ιστορικής στιγμής - και αυτό μας φέρνει αντιμέτωπους με μια μείζονα δυσκολία που δεν χωράει κάτω από το χαλί. Οι αντιμνημονιακές δυνάμεις διατρέχονται από ισχυρές διαχωριστικές γραμμές που δεν θα επέτρεπαν τη συγκρότηση ενιαίου κόμματος.

Η πιο σημαντική από αυτές είναι η εκτίμηση της ιστορικής στιγμής, της συγκυρίας. Άλλοι θεωρούν πως η κύρια πολιτική αντίθεση στην ελληνική κοινωνία είναι αφενός μεν μεταξύ της κοινωνικής πλειοψηφίας, που καλύπτεται από την έννοια του λαού, αφετέρου δε του ιμπεριαλισμού και των ολιγάριθμων ντόπιων συμμάχων του. Είναι λογικό, όσοι διατυπώνουν αυτή την πολιτική εκτίμηση να εμπνέονται από το ιστορικό υπόδειγμα του ΕΑΜ ως υπόδειγμα άσκησης πολιτικής και να το προσαρμόζουν στις σημερινές συνθήκες. Άλλοι πάλι, έρχονται από διαφορετικές παραδόσεις της Αριστεράς και εκτιμούν ότι η κύρια αντίθεση στην παρούσα συγκυρία είναι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, είναι η πάλη του κεφαλαίου και των συμμάχων του (που δεν είναι μια δράκα εκμεταλλευτών αλλά ένα ολόκληρο μπλοκ κοινωνικών τάξεων, μερίδων τάξεων και ομάδων) να ισοπεδώσει έναν τύπο κοινωνίας και να ξαναχτίσει από την αρχή έναν άλλο φτιαγμένο στα μέτρα των σημερινών αναγκών του και είναι η πάλη των δυνάμεων της μισθωτής εργασίας, των ανέργων και της νεολαίας να αντισταθούν, και να πάρουν και τα ρίσκα τους γι’ αυτό.

Δεν πρόκειται για ισχνή διαφορά διότι εξειδικεύεται σε μια σειρά διχογνωμιών, σε μια σειρά διαφορετικών απαντήσεων στην ερώτηση «τι να κάνουμε». Για παράδειγμα, σε ποιους να απευθυνθούμε; Εάν η κύρια αντίθεση είναι μεταξύ λαού και ιμπεριαλισμού (και ντόπιων συμμάχων του), τότε πρέπει να απευθυνθούμε στην κοινωνική πλειοψηφία που περιλαμβάνει πάνω - κάτω τους πάντες εκτός από την ολιγάριθμη τάξη της ολιγαρχίας και του μεγάλου κεφαλαίου —και εδώ είναι ξεκάθαρο ότι απευθυνόμαστε και στη μικροαστική τάξη, τα λεγόμενα «μεσαία στρώματα» που υποβαθμίζονται, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (δηλαδή τους ιδιοκτήτες τους), τους μικρούς εμπόρους που κλείνουν τα μαγαζιά τους, τους μισθωτούς συλλήβδην ανεξάρτητα από τη θέση τους στην εργασιακή ιεραρχία κ.λπ. Εάν πάλι η κύρια αντίθεση είναι τάξη εναντίον τάξης, το κοινωνικό μπλοκ εξουσίας του κεφαλαίου εναντίον των υποτελών κοινωνικών τάξεων, τότε πρέπει να απευθυνθούμε στις συγκεκριμένες τάξεις - που σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εκπροσωπούμε όσους ωφελούνται από την απελευθέρωση των απολύσεων, όπως τα αφεντικά, μικρά, μεσαία και μεγάλα, και να εκπροσωπούμε ταυτοχρόνως όσους θα τις υποστούν. Ούτε μπορούμε να εκπροσωπήσουμε όσους περιμένουν το μισθό των 751 ευρώ και τους εργοδότες τους ταυτόχρονα, όσους παραμένουν απλήρωτοι και όσους δεν τους πληρώνουν.

Είναι προφανές, λοιπόν, ότι οι αντιμνημονιακές δυνάμεις δεν μπορούν να συγκροτηθούν σε ενιαίο κόμμα. Μπορούν όμως να οργανωθούν σε ξεχωριστές πολιτικές οργανώσεις με ενιαία αντίληψη της συγκυρίας, της κοινωνικής απεύθυνσης και της πολιτικής δράσης, και εν συνεχεία να συμμετέχουν στο αντιμνημονιακό μέτωπο. Βαδίζουμε ξεχωριστά, χτυπάμε μαζί! Η δημιουργία ή ανασυγκρότηση ενός κόμματος που θα υποκρύπτει μέτωπο, όπου οι ρόλοι θα συγχέονται και όλοι θα συνυπάρχουν μέσα στην οργανωτική δημιουργική ασάφεια, θα οδηγήσει αναγκαστικά στην πολυδιάσπαση και την παρακμή. 

Ετικέτες